Άλλοι διεκδικούν την «ιδιοκτησία» του, άλλοι «διαφωνούν», όμως όλοι υπερψηφίζουν
Tου Νίκου Γεωργιάδη
Μετά από 7 χρόνια βρισκόμαστε αισίως στο 4ο μνημόνιο, χωρίς βέβαια κάτι να καταδεικνύει ότι θα είναι και το τελευταίο. Με βάση την ψήφισή του έχει ανοίξει μια συζήτηση για το ποιο από όλα είναι το χειρότερο, το βαρύτερο ή το πιο… «ελαφρύ». Φυσικά, όλη αυτή η συζήτηση δεν έχει καμία σχέση με την πραγματική ζωή. Βρίσκει χώρο μόνο στις θεατράλε κόντρες, κοινοβουλευτικές και τηλεοπτικές, ανάμεσα σε εκπροσώπους κυβέρνησης και αντιπολίτευσης.
Τα 4 μνημόνια δεν μπορούν να νοούνται απλά ως ένα άθροισμα υφεσιακών νόμων ή πολιτικών λιτότητας. Πρόκειται για ένα συνολικό πλέγμα εκατοντάδων νόμων και διατάξεων, το οποίο έχει επιβάλει ένα εξ ολοκλήρου νέο καθεστώς. Ένα καθεστώς που έχει καταστήσει την Ελλάδα ημι-αποικία, διοικούμενη από ένα νέο θεσμικό πλαίσιο το οποίο έφερε κάθετες τομές σε όλη την πολιτική, οικονομική και κοινωνική ζωή της χώρας. Συνεπώς, κάθε νέο μνημόνιο δεν έχει τη δική του αυτοτέλεια, ώστε να μπορεί να συγκριθεί με τα προηγούμενα. Αντιθέτως, επικάθεται σε όσα προηγήθηκαν, βαθαίνοντας κι άλλο το ημι-αποικιακό καθεστώς. Και αυτός είναι ικανός λόγος για να θεωρείται, κάθε νέο μνημόνιο, χειρότερο από τα προηγούμενα.
Κάθε φορά που σύσσωμη η εκάστοτε άβουλη κοινοβουλευτική πλειοψηφία σηκώνει το χέρι της, υπερψηφίζοντας νέα μέτρα που γράφονται στις Βρυξέλλες, κουρελιάζεται ακόμη περισσότερο το Σύνταγμα, ενισχύεται επιπλέον το «διοικητήριο» του Χίλτον. Κάθε έννοια δημοκρατίας, ανεξαρτησίας, κυριαρχίας έχει ευτελιστεί πλήρως, χωρίς να διαφαίνεται η αποκατάστασή τους.
Το πείραμα της σύγχρονης αποικιοποίησης χωρών θα συνεχιστεί μέχρι να έχουν οι δανειστές-άρπαγες τα επιθυμητά αποτελέσματα: απόλυτο έλεγχο του δημόσιου και ιδιωτικού πλούτου της χώρας, μια κοινωνία διαλυμένη και αποπροσανατολισμένη, με σκυμμένο το κεφάλι, τη νεολαία άνεργη και μετανάστη, τη μεσαία τάξη παρελθόν. Χρονικό όριο, τα 99 χρόνια – τουλάχιστον. Και όλα αυτά σε μια γειτονιά που φλέγεται και κίνδυνοι αναδύονται από κάθε κατεύθυνση.
Η περαιτέρω διάλυση και η συνέχιση της αποικιοποίησης της χώρας είναι καταφανείς, και ο κύριος Σκουρλέτης δικαιούται μόνο ψόγου για το θράσος του να μιλάει για light μνημόνιο. Όσο και να προσπαθούν να πείσουν για το αντίθετο, είναι η χειρότερη μνημονιακή κυβέρνηση, κι έχει απέναντί της τη χειρότερη αντιπολίτευση.
Χωρίς καμία ντροπή, Χουλιαράκης και Παπαδημητρίου δηλώνουν πως η κυβέρνηση έχει ανάγκη από επικοινωνιακή –και όχι μόνο– στροφή και ότι πρέπει να υιοθετήσει πλήρως τις μνημονιακές πολιτικές, να διεκδικήσει την ιδιοκτησία του νέου προγράμματος. Να σταματήσει απλά να ψηφίζει και να εφαρμόζει μνημόνια, αλλά να τα υπερασπίζεται κιόλας. Έτσι θα καταφέρει, λένε, να κερδίσει την εμπιστοσύνη των αγορών…
Οι δηλώσεις Χουλιαράκη-Παπαδημητρίου μετέφεραν τις κόντρες και τους θεατρινισμούς στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ. Πρώτος αντέδρασε, ο θέλω-να-γίνω-Λαλιώτης-του-ΣΥΡΙΖΑ, ο υπερασπιστής του κεντροαριστερού συνασπισμού με τον φυσικό σύμμαχο-ΠΑΣΟΚ, ο Νίκος Φίλης – ο οποίος θυμήθηκε το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ για τις εκλογές του Σεπτεμβρίου 2015. Έτσι, ο πρώην υπουργός εγκαλεί τους δύο… δηλωσίες, υπενθυμίζοντάς τους πως μπορεί να ψηφίζει ό,τι ζητήσει η τρόικα, αλλά σε καμία περίπτωση δεν τα υιοθετεί σαν πρόγραμμα.
Οι δηλώσεις όλων αυτών των στελεχών δεν είναι αθώες, ούτε και έχουν απόλυτη σχέση με το χρόνο στον οποίο γίνονται. Στα πιο στέρεα θεμέλια του μνημονιακού ημι-αποικιακού καθεστώτος δεν στήνεται μόνο η πολιτική των δανειστών και της Γερμανικής Ευρώπης, αλλά επιχειρείται να στερεοποιηθούν και πολιτικές καριέρες. Οι «διαφωνίες», τύπου Φίλη σήμερα ή Σκουρλέτη χτες, όπως και οι υπερθεματισμοί Χουλιαράκη-Παπαδημητρίου, εποφθαλμιούν το αύριο. Με την κοινωνική δυσαρέσκεια να μεγαλώνει, οι σημερινές καρέκλες τρίζουν. Έτσι θα αναπτύσσονται κάθε φορά προσωπικοί και ομαδικοί σχεδιασμοί για την παραγωγή πολιτικών σωσιβίων…