Του Σταύρου Γεωργά. Κατοικώ πολύ κοντά στο Πεδίον του Άρεως κι έτσι δεν απέφυγα, παρά τις προσπάθειές μου, να εμπεδώσω τους δεκάρικους που εκφωνούν οι επίσημοι συνδικαλιστές κάθε φορά που ο καπιταλισμός συγκλονίζεται από μία ακόμη εικοσιτετράωρη γενική απεργία (ειδικά αν συμμετέχουν κι οι ταξιτζήδες).

Με αίσθημα ευθύνης σάς ενημερώνω λοιπόν ότι οι μισθοί και οι συντάξεις καρατομούνται, ότι τα δικαιώματα σφαγιάζονται κι ότι επιστρέφουμε στον (αιμοσταγή, υποθέτω) Μεσαίωνα, οργανωνόμαστε δηλαδή σε κλειστές συντεχνίες και ζούμε στους αντίστοιχους δρόμους: Οδός των πεταλωτών, Οδός αχύρου κ.λπ. κ.λπ. χωρίς να τολμά να μας θίξει κανείς (αυτό δεν συνέβαινε τον Μεσαίωνα;). Η μίσθια εργασία είναι σε εμβρυώδη μορφή, ελπίζω όμως ότι κάποτε, χάρη στον ανένδοτο αγώνα μας, θα γενικευτεί κι ότι θα βελτιωθούν εν γένει τα πράγματα ώστε να ζούμε σε κατάσταση όμοια με την Κατάσταση της εργατικής τάξης στην Αγγλία, πολλούς αιώνες μετά τον Μεσαίωνα δηλαδή…
Το θέμα δεν είναι να κάνουμε τους έξυπνους, βέβαια, όπως το έκανα τώρα δα. Είναι να δείξουμε τι κρύβεται πίσω απ’ αυτήν την τρομακτική προχειρότητα που καμώνεται την ανάλυση, πίσω απ’ τα ετοιματζίδικα σχήματα δήθεν περιγραφής της κατάστασης, που δεν περιγράφουν τίποτα απολύτως. Ένας έντιμος συνδικαλιστής δεν υποχρεούται να ξέρει τι συνέβαινε τον 13ο αιώνα, υποχρεούται όμως να λέει δυο κουβέντες που να μην προδίδουν αδιαφορία και άρνηση, για να μην πω κυνισμό. Ειδάλλως, γιατί άραγε πιέζουμε τον κόσμο να τον ακούσει; Για να πληροφορηθεί ότι οδηγούμεθα στην αγνώστων λοιπών στοιχείων «φτωχοποίηση» (όπως λέμε: φτωχομπινές, πρωχοπρόδρομος κ.λπ.)
της κοινωνίας;
Στους απέραντα πληκτικούς, βαθύτατα κομφορμιστικούς δεκάρικους εγγράφεται και τους δομεί μια εξίσου βαθιά περιφρόνηση προς τον πραγματικό πόνο των πραγματικών ανθρώπων –αλλά και η πλήρης υποτίμηση της νοημοσύνης τους. Πρόκειται για το ισοδύναμο του «αυτά βλέπει ο κόσμος», με βάση το οποίο έχτισαν τη θεματολογία τους τα ριάλιτι και το δελτίο του Star. Κι όμως! «Ο κόσμος» μπορεί και να έβλεπε άλλα – αν δεν του τα στερούσαμε εκ προοιμίου. Κι όποιος δεν πάει στην καλή λογοτεχνία, πάει στην κακή, όπως έλεγε ο Σεφέρης χωρίς να ξέρει ότι μιλά μεταφορικά.
Ποιον μπορεί να εμπνεύσουν αυτοί οι προφήτες της φτωχοποίησης (του νου); Χειρότερα ακόμη: ποιος δεν αισθάνεται ταπεινωμένος και υποτιμημένος όταν καλείται να συνεγερθεί απ’ τα λόγια τους σαν να μην υπήρχε άλλη λύση; Μια τυφλή, υπόκωφη, ασύντακτη οργή απορροφάται απ’ τη συλλογική κατάθλιψη και πάλι αναδύεται, επίμονα – για να λάβει ποιαν όμως μορφή;
Η απαξίωση είναι χείριστος σύμβουλος: μου μιλάς σαν να μην σε ξέρω, σαν να μην όζεις και σιγά-σιγά δυσπιστώ προς αυτό που παριστάνεις ότι πρεσβεύεις και που (ακόμη) πρεσβεύω κι εγώ. Ο κτηνώδης ακτιβισμός της Χρυσής Αυγής αυτοπροτείνεται ως καινούργια πυξίδα – κι εσύ σπας την παλιά: ποιοι διάολο πίστεψαν ότι θα μπορούσε ποτέ να με προσανατολίσεις,
εσύ, που στην παρέα θα σ’ έφτυναν όλοι;

 

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!