Μερικές σκέψεις για την «ανεκπλήρωτη μεταπολίτευση»
Του Δημήτρη Κωνσταντακόπουλου
Συμπληρώνονται, φέτος, δέκα χρόνια από τον πρόωρο χαμό του Γιάννη Διακογιάννη, κατ’ εξοχήν ακέραιης μορφής της ελληνικής δημοσιογραφίας και του τεράστιου, λαϊκού και εν τέλει προδομένου κινήματος για τη Δημοκρατία στην Ελλάδα, που ανδρώθηκε στις δεκαετίες που ακολούθησαν τον εμφύλιο πόλεμο για να σφραγίσει τις ελπίδες που άνοιξαν στην εποχή της Μεταπολίτευσης.
Η «Μεταπολίτευση» επικρίνεται συχνά για το σημερινό μας χάλι. Ο κριτικές είναι εν μέρει σωστές, εν μέρει όμως γίνονται εκ του πονηρού ή από νοσταλγούς της απριλιανής δικτατορίας, που θέλουν να ψαρέψουν στα «θολά νερά» της κρίσης. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι δεν μπορεί να ταυτίζεται η αναρχία και η ασυδοσία με τη δημοκρατία, όπως επίσης ότι δεν υπάρχει και καμία δημοκρατία, υπό την έννοια δήμου, λαού που ασκεί εξουσία στη σημερινή Ελλάδα. Και σε αυτό τον τομέα η «Αριστερά» του ΣΥΡΙΖΑ εξελίσσεται, δυστυχώς, από ιστορική ευκαιρία σε ιστορική καταστροφή.
Ορισμένοι προβληματίζονται, επίσης, για το αν οποιαδήποτε προσπάθεια αποτίναξης των νεοαποικιακών δεσμών και αναγέννησης της χώρας, δεν θα απαιτούσε κάποια μορφή «δημοκρατικής δικτατορίας», των πολλών επί των ολίγων, του νόμου επί της ανομίας.
Άλλο αυτό και άλλο ο εξωραϊσμός της δικτατορίας της 21ης Απριλίου που ήταν επίσης και μια πλήρης «αμερικανοκρατία». Δεν επιβλήθηκε για να βάλει «τάξη» στα ελληνικά προβλήματα, ούτε για να αντιμετωπίσει την ουσιαστικά ανύπαρκτη «κομμουνιστική απειλή», αλλά για να καταστρέψει το κυπριακό κράτος και να εξασφαλίσει πλήρως την απρόσκοπτη χρήση του μείζονος ελληνικού χώρου για τους πολέμους στη Μέση Ανατολή, από εκείνες τις διεθνείς δυνάμεις που τους οργάνωσαν και τους πραγματοποίησαν. Και θα το είχε σχεδόν απόλυτα καταφέρει, αν ο Μακάριος δεν γλίτωνε από τη δολοφονική απόπειρα και αν ο «Γιατρός» Βάσσος Λυσσαρίδης δεν οργάνωνε την αντίσταση στο νησί και δεν επέμενε στην επιστροφή του νομίμου προέδρου, που ενσάρκωνε διεθνώς το κράτος.
Δεν ήταν ασφαλώς στο τρίπτυχο του Ανδρέα Παπανδρέου της 3ης του Σεπτέμβρη (λαϊκή κυριαρχία, εθνική ανεξαρτησία, κοινωνική απελευθέρωση) -και τη δημοκρατική διαδικασία εντός του Κινήματός του, που ξεχάστηκε σχεδόν αμέσως- το πρόβλημα. Το πρόβλημα υπήρξε η διαχείριση από τον ίδιο και πολύ περισσότερο από τους επιγόνους του των ανεκπλήρωτων, επί πολλές δεκαετίες, αιτημάτων και προσδοκιών του ελληνικού λαού. Αν θέλουμε να είμαστε ιστορικά δίκαιοι, η Ελλάδα απήλαυσε μετά το 1974 και ιδίως το 1981, έναν βαθμό ελευθερίας στη διεθνή πολιτική της που δεν είχε σχεδόν ποτέ, ενώ λύθηκαν σοβαρά κοινωνικά προβλήματα και η χώρα «ανέπνευσε». Αυτό που δεν έγινε, ήταν ότι δεν μπήκαν οι βάσεις για τη μακροχρόνια βιωσιμότητα τέτοιων επιτευγμάτων. Καλύτερα, λοιπόν, να μιλάμε για «ανεκπλήρωτη» ή για «προδομένη» μεταπολίτευση.
Η «μεταπολίτευση» ήταν η εποχή που ανδρώθηκε και έδρασε ο Γιάννης, κληρονομώντας όμως την ηθική ιδίως παράδοση των αγώνων της προηγούμενης περιόδου στην οποία έμεινε πιστός μέχρι το τέλος – κι αυτό κυρίως τον ξεχώρισε από τόσους και τόσους «αριστερούς» και «προοδευτικούς» που μόνο τέτοιοι δεν ήταν στην πράξη τους. Και είναι συχνά πιο δύσκολο, πιο επίπονο, να αντιστέκεται κανείς στην Κίρκη μιας εποχής σαν αυτή που άνοιξε το 1974 και το 1981, παρά στη διάρκεια των «πέτρινων χρόνων» που προηγήθηκαν.
Ο Γιάννης ήταν άνθρωπος. Γι’ αυτό και οι αγώνες που ‘δινε με την πένα του είχαν πίσω τους τη δύναμη της αλήθειας, της ειλικρίνειας και του ανιδιοτελούς ενδιαφέροντος για τους ανθρώπους, όπου Γης. Και μόνο μια στιγμή να ζωντανέψει κανείς στο νου την ανάμνησή του, να τον συγκρίνει με τους κίβδηλους πλασιέ των ιδεών που κυριαρχούν τώρα σε όλο σχεδόν το φάσμα της σημερινής πολιτικής και δημοσιογραφίας, καταλαβαίνει πιο οδυνηρά το μέγεθος της παρακμής και του εκφυλισμού της σύγχρονης ελληνικής κοινωνίας.
Αν ζούσε, βέβαια, υποθέτω ότι θα με διόρθωνε με την αθεράπευτη πίστη του στον ελληνικό λαό. Που για να είμαστε άλλωστε δίκαιοι, αυτός ο λαός την επιβεβαίωσε όταν του ζητήθηκε, με το μεγάλο «όχι» της 5ης Ιουλίου 2015, κατέληξε πάλι σε μια από τις μεγαλύτερες προδοσίες στην Ιστορία μας.
Το ‘χει φαίνεται η μοίρα του, όμως, να εμπιστεύεται ηγεσίες μικρές και εύκολα χειραγωγούμενες. Τον Ιούλιο του 1965 έζησε τη «χαμένη άνοιξη» της Δημοκρατίας, τον Ιούλιο του 1974 τις εντέλει προδομένες ελπίδες της «μεταπολίτευσης», για να φτάσει στην κυνική περιφρόνηση της εντολής που έδωσε τον Ιούλιο του 2015.
Στη μνήμη του Γιάννη δημοσιεύουμε την (δυστυχώς) εξαιρετικά επίκαιρη εισήγηση που έκανε στην Πολιτιστική Αμφικτυονία Δελφών.
«O OHE και ο ρόλος των Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων» (Μ.Κ.Ο.)
Εισήγηση του δημοσιογράφου Γιάννη Ε. Διακογιάννη*
Μία μεγάλη γυναίκα του Ελληνισμού, η Αλίκη Γιωτοπούλου – Μαραγκοπούλου, πρώην πρύτανης του Παντείου Πανεπιστημίου και Πρόεδρος (σήμερα) της ελληνικής Μ.Κ.Ο. «Ιδρυμα για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου» σημειώνει ότι αποτελεί σπουδαία υπόθεση για τον ειρηνευτικό ρόλο του ΟΗΕ η βοήθεια που μπορούν να παράσχουν οι μη κυβερνητικές οργανώσεις, εφόσον – τονίζει – δεν χρηματοδοτούνται από κυβερνήσεις, το κράτος και παρεμφερείς οργανισμούς.
Θα πρόσθετα – για να δώσω έμφαση σε όσα παρατηρεί η αγωνίστρια καθηγήτρια – ότι οι Μ.Κ.Ο. για να είναι αποτελεσματικές για την ειρήνη και τη δικαιοσύνη αλλά και σύννομες με τον Καταστατικό Χάρτη του ΟΗΕ δεν θα πρέπει να χρηματοδοτούνται ούτε από μυστικές υπηρεσίες, ούτε από πρεσβείες, ούτε από πολεμικές βιομηχανίες.
Και θα συμπλήρωνα ότι αυτές οι Μ.Κ.Ο. δεν πρέπει να χρηματοδοτούνται – όπως θα εξηγήσω στην συνέχεια – γενικά και αόριστα από τον ΟΗΕ με προγράμματα, όπως στην περίπτωση του σχεδίου Ανάν για την Κύπρο, που δεν είναι γνωστά και ελεγχόμενα από την Ολομέλεια του Οργανισμού και δεν είναι διάφανη η δράση τους.
Βεβαίως, η κυρία Μαραγκοπούλου, η οποία έχει το μεγάλο πλεονέκτημα η Οργάνωσή της να χρηματοδοτείται από οικογενειακούς οικονομικούς πόρους και να στηρίζεται σ’ αυτούς για όλα τα μεγάλα και σπουδαία προγράμματα που προωθεί, παρατηρεί ακόμη ότι, σε ορισμένες περιπτώσεις, μπορεί μία Μ.Κ.Ο. να δέχεται επιχορηγήσεις υπουργείων, π.χ. για φιλανθρωπικούς λόγους.
Θυμάμαι – το αναφέρω ως θετικό παράδειγμα – ότι η Μ.Κ.Ο. «Δωδεκανησιακός Σύλλογος για τα αυτοάνοσα νοσήματα αρθρίτιδας και λύκου – ΘΑΛΕΙΑ» εκτός από τους δικούς της πόρους δέχθηκε χρηματοδότηση από το ελληνικό υπουργείο Υγείας για να προχωρήσει σε προγράμματα πρόνοιας, ενημέρωσης και υποστήριξης ασθενών σε μικρά νησιά της Δωδεκανήσου, π.χ. στο Καστελόριζο».
Αλλά αυτή είναι η μία πλευρά της υπόθεσης των Μ.Κ.Ο. Υπάρχει και η άλλη πλευρά, η σκοτεινή. Το μεγάλο ερώτημα που τίθεται είναι κατά πόσο είναι επιτρεπτή – για τον ΟΗΕ και τον ειρηνευτικό ρόλο του – η δράση Μ.Κ.Ο., που γίνονται το όχημα διαφόρων κέντρων εξουσίας για να συντελεσθούν πολιτικές αλλαγές, παρεμβάσεις και επεμβάσεις σε εμπόλεμες ζώνες ή για να αλλάξουν ακόμη και ο χάρτης και τα σύνορα χωρών!
Θυμάμαι τον Απρίλιο του 1999, στο βομβαρδιζόμενο από το ΝΑΤΟ Βελιγράδι, κατά την διάρκεια συνέντευξης που μου παραχώρησε για «ΤΑ ΝΕΑ» τον υπουργό Εξωτερικών Γιοβάνοβιτς. Τον άκουσα να καταθέτει τα εξής εντυπωσιακά στοιχεία: «Εχει έρθει – μου είπε – απεσταλμένος από την Ελλάδα που χειρίζεται προγράμματα Μ.Κ.Ο.. Σκορπά αφειδώς χρήματα σε οργανώσεις κατά του καθεστώτος Μιλόσεβιτς. Χρηματοδοτεί παράλληλα εφημερίδες και ραδιοτηλεοπτικούς σταθμούς και εξαγοράζει δημοσιογράφους που προπαγανδίζουν δήθεν για τον εκδημοκρατισμό της χώρας. Ουσιαστικά προωθούν την περαιτέρω διάλυση της Γιουγκοσλαβίας».
Ένα χρόνο αργότερα, στην τραγική Παλαιστίνη, εκεί όπου ο ισραηλινός στρατός κατοχής είχε ρημάξει πόλεις σαν την Τζενίν, η βουλευτής και πάλαι ποτέ συνεργάτης του Γιάσερ Αραφάτ, η Ασράουι μου είχε πει: «Εχουν δραστηριοποιηθεί Μ.Κ.Ο. στα κατεχόμενα που προωθούν δήθεν τη φιλία των Ισραηλινών και των Παλαιστινίων. Στην ουσία με βάση οικονομικά προγράμματα για τα οποία κανείς δεν γνωρίζει το πραγματικό βάθος τους, προγράμματα που δήθεν καταπολεμούν την τρομοκρατία, αυτές οι Μ.Κ.Ο. ενισχύουν λογικές περαιτέρω απομόνωσης του λαού μου σε γκέτο που όλο και περισσότερο πνίγουν οι παράνομοι νέοι οικισμοί των Ισραηλινών».
Το φθινόπωρο του 2001 βρέθηκα στο θέατρο των πολεμικών εξελίξεων στο Πακιστάν και στο ξεχασμένο από το Θεό Αφγανιστάν. Πολλοί Αφγανοί μου μίλησαν για την αφανή χρηματοδότηση μέσω Μ.Κ.Ο. «φυλάρχων» μουτζαχεντίν, οι οποίοι είχαν διαλύσει τη χώρα κυρίως στη δεκαετία του ’90, πολεμώντας οι μεν τους δε για το μοίρασμα της εξουσίας. Προσωπικά, είδα έναν από αυτούς – από τους πλέον ανελέητους σφαγείς – να φιγουράρει μήνες αργότερα ως μεγάλος ήρωας και πατριώτης σε δυτική τηλεόραση, σε ρεπορτάζ που είχε χρηματοδοτηθεί από Μ.Κ.Ο. Και το …αστείο στην υπόθεση: Όταν στις αρχές Γενάρη του 2002 ρώτησα τον Πρόεδρο του Αφγανιστάν Καρζάι «πότε υπολογίζει να αποχωρήσουν τα ξένα στρατεύματα κατοχής από τη χώρα του», εκείνος που μου απάντησε: «Υπολογίζω αυτό θα συμβεί σε έξι μήνες από σήμερα. Με τη ξένη οικονομική βοήθεια αλλά και την ευεργετική δράση – έτσι μου είπε – των Μ.Κ.Ο. το Αφγανιστάν γρήγορα θα γίνει μία δημοκρατική και αναπτυσσόμενη (οικονομικά) χώρα».(!)
Την άνοιξη του 2003 βρέθηκα – και πάλι ως απεσταλμένος της εφημερίδας «ΤΑ ΝΕΑ» – στη βομβαρδιζόμενη Βαγδάτη. Θυμάμαι ελάχιστες Μ.Κ.Ο. – στη διάρκεια των βομβαρδισμών – να είναι εκεί και να επιχειρούν να βοηθήσουν τον άμαχο πληθυσμό. Θυμάμαι ήρθαν οι «Γιατροί του Κόσμου» και μία μικρή ελληνική οργάνωση «Γιατροί Καρδιάς» που πρόσφερε πραγματικά πολύ σπουδαίο έργο βοηθώντας τραυματισμένα παιδιά». Λίγες μέρες αργότερα, στις 9 Απριλίου, όταν τα αμερικανοβρετανικά στρατεύματα κατοχής εισέβαλαν και κατέβαλαν την Βαγδάτη, θυμάμαι ότι μαζί με τους «ενσωματωμένους», τους embedded – όπως έγιναν γνωστοί – δημοσιογράφους που έφεραν μαζί τους, βοήθησαν και ορισμένες Μ.Κ.Ο. για να έλθουν στην πόλη και να αναλάβουν – σε συνεργασία με τον ΟΗΕ – έναν ρόλο «για την ανοικοδόμηση της δημοκρατίας», όπως έλεγαν.
Πλήθος ερωτημάτων για το μέλλον των ΜΚΟ
Τα ερωτήματα που εγείρονται είναι ασφαλώς πολλά γύρω από τον ρόλο ορισμένων Μ.Κ.Ο. που δραστηριοποιούνται σ’ αυτές τις υπό ξένη κατοχή χώρες. Γιατί κανένας λογικός άνθρωπος δεν μπορεί να μιλήσει σοβαρά για δημοκρατία σε περιοχές όπου στρατεύματα κατοχής συνεχίζουν να σκοτώνουν και να δολοφονούν αγωνιστές της ελευθερίας, πατριώτες οι οποίοι δεν μπορούν να ανεχθούν το αμερικανικό και βρετανικό άρμα μάχης να περνάει έξω από το σπίτι τους ή ακόμη και να εισβάλει σ’ αυτό.
Ερωτήματα ασφαλώς υπάρχουν και για μία σειρά από άλλα ζητήματα που φέρουν την σφραγίδα Μ.Κ.Ο. οι οποίες συνεργάζονται με τον ΟΗΕ. Για παράδειγμα, θα μπορούσε να αναρωτηθεί κανείς πόσο …αντικαπιταλιστικό – όπως διακηρύσσει – είναι το «Παγκόσμιο Κοινωνικό Φόρουμ». Αληθεύει ότι η Σύνοδος του Πόρτο Αλέγκρε χρηματοδοτήθηκε από τους διοργανωτές της μόνον κατά το ποσοστό 6,4% του συνολικού πακέτου εξόδων της που ανήλθαν σε 39 εκ. δολάρια; Αληθεύει ότι το υπόλοιπο 93,6% καλύφθηκε από δωρεές (296.000 δολάρια από το Ίδρυμα Φόρντ, 356.000 δολάρια από το Ίδρυμα Ροκφέλερ, περίπου 2,5 εκατ. δολάρια από καθολικές και προτεσταντικές Μ.Κ.Ο., 8 εκατ. δολάρια από την κυβέρνηση Λούλα της Βραζιλίας, 6,5 εκ. δολάρια από την Πολιτεία του Ρίο Γκράντε Ντο Σουλ, που ελέγχεται από πολύ συντηρητικούς κύκλους, 8 εκ. δολάρια από τις βραζιλιάνικες ΔΕΚΟ Electrobras, Petrobras και Banco do Brazil., κλπ., κλπ.);
Κι ενώ τα ερωτήματα για ορισμένες Μ.Κ.Ο. πολλαπλασιάζονται υπάρχουν και κάποιες εξώφθαλμες περιπτώσεις. Σαν τέτοια αναφέρω την περίπτωση δράσης Μ.Κ.Ο. κατά της θέλησης ενός λαού, κυρίαρχης χώρας –μέλους του ΟΗΕ – ήταν ό, τι συνέβη στη μαρτυρική και από το 74 κατεχόμενη (στο 40% του εδάφους) από τουρκικά στρατεύματα κατοχής μαρτυρική Κύπρο.
Η κυβέρνηση της Κυπριακής Δημοκρατίας έφερε στο φως στοιχεία για τη δράση της νορβηγικής M.K.O. «PRIO», η οποία παλαιότερα είχε δραστηριοποιηθεί για «την ειρήνευση – έτσι το έλεγε – Παλαιστινίων και Ισραηλινών και την συμφωνία του Οσλο», αλλά και για την δράση της UNOPS του ΟΗΕ, η οποία προχώρησε στην εφαρμογή πολλών προγραμμάτων (στην Αθήνα και στη Λευκωσία) διαφήμισης και εξειδίκευσης των σχεδίων Ανάν. Τα προγράμματα – πολλών εκατοντάδων χιλιάδων ευρώ – περιέλαβαν μεταξύ πολλών άλλων και την έκδοση 15 βιβλίων υπέρ – κανενός κατά – του σχεδίου Ανάν! Στην Κύπρο, πριν από ένα χρόνο- το ίδιο δεν έγινε στην Αθήνα – δημοσιοποιήθηκαν και ονόματα (πολιτικών, δημοσιογράφων και επιχειρηματιών) που χρηματοδοτήθηκαν από τέτοια προγράμματα. Αλλά στο τέλος, η κυπριακή κυβέρνηση – έτσι ανακοίνωσε – μη αντέχοντας «για εθνικούς λόγους» το βάρος τέτοιων αποκαλύψεων για χρηματοδοτήσεις από αμερικανικές και βρετανικές πηγές δεν θέλησε να προχωρήσει την έρευνα. Αλλωστε – όπως σημείωνε και ο Πρόεδρος Τάσσος Παπαδόπουλος σε συνεργάτες του – «παρά την τεράστια διαφήμιση του σχεδίου Ανάν στην Αθήνα και στη Λευκωσία, τόσον ο λαός της Ελλάδας, όπως καταγράφηκε σε δημοσκόπηση, όσο και ο λαός της Κύπρου όπως περίτρανα αποδείχθηκε στο δημοψήφισμα, τάχθηκαν κατά του σχεδίου και της διάλυσης της Κυπριακής Δημοκρατίας με στόχο την δημιουργία ενός αγγλοαμερικανικού προτεκτοράτου στην άκρη της Μεσογείου».
Για το ίδιο θέμα πολιτικός – κυβερνητικό στέλεχος σήμερα –μου αποκάλυπτε πριν από διόμισι χρόνια, όταν ακόμη η Ν.Δ. δεν είχε κερδίσει τις εκλογές του 2004: «Μην νομίζεις ότι μόνον Αμερικανοί και Βρετανοί δραστηριοποιήθηκαν στην Αθήνα και στη Λευκωσία για τη διαφήμιση του σχεδίου Ανάν. Το Ιδρυμα Φρήντριχ – Εμπερτ του γερμανικού σοσιαλδημοκατικού κόμματος έπαιξε καθοριστικό ρόλο και ξεδίπλωσε αρκετά προγράμματα. Ένα από αυτά ήταν η χρηματοδότηση μίας ομάδας ελληνοτουρκικής φιλίας 15 Ελλήνων και Τούρκων δημοσιογράφων, η οποία ταξίδεψε σε πολλές πόλεις για να εξηγήσει τα θετικά του σχεδίου. Δυστυχώς – έτσι ακριβώς ήταν η διατύπωσή του – κανένας δημοσιογράφος, από αυτούς που επελέγησαν δεν είχε άποψη κατά του σχεδίου Ανάν. Επελέγησαν όλοι με κριτήριο να είναι θετικοί για το σχέδιο!».
«Καθήκον μου η μαρτυρία…»
Τα παραπάνω παραδείγματα δεν σκιάζουν ασφαλώς το θετικό ρόλο χιλιάδων Μ.Κ.Ο. σε όλο τον κόσμο που προσφέρουν σε χώρες, σε ομάδες ανθρώπων, σε μεμονωμένα άτομα, στη βάση των αρχών του καταστατικού χάρτη του Ο.Η.Ε.
Ωστόσο, σ’ ένα τόσο πλούσιο σε θεματολογία και προσωπικότητες της διεθνούς ακαδημαϊκής κοινότητας συνέδριο, ως δημοσιογράφος που για 25 χρόνια έχω πραγματοποιήσει αποστολές σε περισσότερες από 90 χώρες, πολλές φορές σε εμπόλεμες περιοχές και σε κράτη με δικτατορίες και εμφυλίους πολέμους, νομίζω ότι αποτελεί καθήκον να σας καταθέσω αυτή τη μαρτυρία μου.
Γιατί ασφαλώς θα συμφωνείτε μαζί μου ότι δεν μπορείς να εμπιστευθείς μία Μ.Κ.Ο., πολύ περισσότερο να την πιστεύεις ότι παλεύει π.χ. για τον εκδημοκρατισμό μίας χώρας εάν χρηματοδοτείται μέσω διαύλων ξένων πρεσβειών –χωρών που διατηρούν στρατεύματα κατοχής σε αρκετά σημεία του πλανήτη μας.
Για παράδειγμα σ’ ένα τέτοιο μεγάλο συνέδριο, σαν αυτό που αποτελεί μία «Παγκόσμια Συνάντηση για το ρόλο του ΟΗΕ στον 21ο αιώνα» και το οποίο διοργανώνει το Πολιτιστικό Κέντρο των Δελφών τουλάχιστον θα πρέπει να εγείρονται ερωτήματα.
Μπορεί – για παράδειγμα – να θεωρεί ο ΟΗΕ ως θετική τη δράση της Οργάνωσης Ελσίνκι της Μόσχας, μέλους της Διεθνούς Ομοσπονδίας Ελσίνκι; Μπορεί να αποδέχεται ότι «προωθεί – όπως διακηρύσσει – τον εκδημοκρατισμό της Ρωσίας» εάν χρηματοδοτείται, όπως καταγγέλλουν δημοσιογράφοι και κόμματα στη Μόσχα, από πηγές της εκεί βρετανικής πρεσβείας και μυστικά βρετανικά κονδύλια;
Τα παραδείγματα ασφαλώς είναι πολλά. Και δεν έχει νόημα να σας παραθέσω κι άλλα, όταν μάλιστα ζούμε σ΄ έναν κόσμου όπου η παγκοσμιοποίηση είναι οδοστρωτήρας αξιών και αρχών, σ’ έναν κόσμο όπου τα Μ.Μ.Ε. «πρέπει» να είναι υποταγμένα στη θέληση των πολεμικών βιομηχανιών και μίας κάστας ανθρώπων που κυβερνάει σήμερα τη μοναδική υπερδύναμη.
Σας ευχαριστώ που είχατε την καλοσύνη όλοι σας – και οι άξιοι διοργανωτές – να με ανεχθείτε στην κατάθεση ενός προβληματισμού που αφορά στο μέλλον του ΟΗΕ και των Μ.Κ.Ο.. Πρωτίστως, γιατί μου επιτρέψατε να σας μεταφέρω την αγωνία ενός δημοσιογράφου για το μέλλον της δημοκρατίας, της ελευθερίας, της ειρήνης, της δικαιοσύνης, της ισότητας και της αδελφότητας των λαών.
[Εισήγηση στην Πολιτιστική Αμφικτυονία 2006-07 – Παγκόσμια Συνάντηση: Ο ρόλος του ΟΗΕ στον 21ο αιώνα»]