Δημοσιεύουμε το δεύτερο μέρος της συνέντευξης που παραχώρησε στο Δρόμο η Πορτορικάνα πανεπιστημιακός και συγγραφέας Ντέμπορα Σαντάνα.
Δείτε το πρώτο μέρος εδώ
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ στον Ερρίκο Φινάλη
Ως τώρα μιλήσαμε κυρίως για το πώς οι ΗΠΑ συνεχίζουν να αντιμετωπίζουν την πατρίδα σας ως αποικία. Όμως το Πουέρτο Ρίκο ήρθε στη διεθνή επικαιρότητα λόγω της τεράστιας οικονομικής κρίσης…
Ναι, και έτσι συνδεθήκαμε με εσάς διά παντός, αφότου μάλιστα ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών πρότεινε στον Αμερικανό ομόλογό του να μας ανταλλάξουν [γέλια]. Καλά, στην πραγματικότητα δεν είναι και πολύ αστείο… Αυτός ο κυνισμός, να θεωρούν ότι τους ανήκουμε και μπορούν να μας κάνουν ό,τι θέλουν, είναι εξοργιστικός. Αλλά εντάξει, ας μιλήσουμε για την κρίση: δεν έπεσε ξαφνικά με αλεξίπτωτο. Αντίθετα, επί δεκαετίες δημιουργήθηκαν οι όροι γι’ αυτήν, αλλά και για την αδυναμία μας να την αντιμετωπίσουμε.
Επί δεκαετίες;
Βέβαια. Το Πουέρτο Ρίκο κάποτε παρήγαγε σχεδόν όλα όσα χρειαζόμασταν για να ζήσουμε. Κι αυτά βέβαια τα έπαιρναν κυρίως οι ΗΠΑ – αλλά εννοώ ότι είχαμε τουλάχιστον μια παραδοσιακή αγροτική παραγωγή, που σταδιακά, με σχέδιο, καταστράφηκε. Και αντικαταστάθηκε από ένα «νέο επενδυτικό μοντέλο», που μας μετέτρεψε σε ένα τεράστιο βιομηχανικό πάρκο. Εάν ήμασταν ανεξάρτητο κράτος, θα μπορούσαμε να καυχιόμαστε για πολλά χρόνια ότι έχουμε τη μεγαλύτερη φαρμακοβιομηχανία στον κόσμο! Όλες οι αμερικανικές φαρμακευτικές και άλλες πολυεθνικές εγκαταστάθηκαν στο νησί μας, χάρη στον περίφημο Νόμο 36, που επέτρεπε τον αφορολόγητο επαναπατρισμό των κερδών στις ΗΠΑ. Μάλιστα τα φάρμακα που παράγονταν εδώ εμείς δεν μπορούσαμε να τα καταναλώσουμε απευθείας: πρώτα πήγαιναν στις ΗΠΑ, και μετά εμείς έπρεπε να τα επανεισάγουμε και να τα πληρώνουμε πανάκριβα.
Για τέτοιο «μοντέλο» μιλάμε…
Ναι. Κι αυτή η κατάσταση είχε φυσικά και παρενέργειες: δημιουργήθηκε μια τεράστια παράλληλη μαύρη αγορά, βασισμένη στο λαθρεμπόριο φαρμάκων και άλλων προϊόντων, από τα ψίχουλα της οποίας ζούσαν δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι – και ταυτόχρονα πλούτιζε μια χούφτα διεφθαρμένων πολιτικών και μαφιόζων. Εν πάση περιπτώσει, το 2006 καταργήθηκε η εξαίρεση φορολόγησης και οι περισσότερες πολυεθνικές έφυγαν. Η τοπική κυβέρνηση άρχισε να εκδίδει μαζικά ομόλογα ώστε να καλύπτει τις τρέχουσες ανάγκες, ενώ «ανακαλύφθηκε» η τραπεζική πίστωση στα νοικοκυριά, συν ένα κύμα ιδιωτικοποιήσεων και υπερφορολόγησης. Ταυτόχρονα ξεκίνησε η αλματώδης ανάπτυξη ενός νέου τομέα: των τεράστιων σούπερ μάρκετ και εμπορικών κέντρων, με πρωτοπόρο την Walmart.
Και κάποια στιγμή έσκασε αυτή η φούσκα…
Μα, ήταν αναπόφευκτο! Με υπερχρεωμένα νοικοκυριά, με υπερχρεωμένη τοπική κυβέρνηση, δίχως δική μας παραγωγή, και με έναν τεράστιο τομέα ανεπίσημης εργασίας…
Ανεπίσημης εργασίας;
Φυσικά. Δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι δουλεύουν ανεπίσημα, ώστε να αποφύγουν τη βαριά φορολόγηση, και εκατοντάδες χιλιάδες προσφεύγουν στις υπηρεσίες τους για τον ίδιο λόγο. Δεν πρόκειται μόνο για χειρώνακτες, αλλά και για γιατρούς, μηχανικούς και άλλους επιστήμονες. Ιδίως από το 2005, που μπήκαν όλο και περισσότεροι νέοι φόροι, η μαύρη εργασία διευρύνθηκε.
Τι είδους φόροι;
Για παράδειγμα, το 2005 επιβλήθηκε φόρος πωλήσεων 4%. Μετά πήγε στο 7%. Έπειτα επιχείρησαν να εισαγάγουν ΦΠΑ, αλλά υπήρξε τεράστια αντίδραση, οπότε εγκατέλειψαν αυτό το σχέδιο. Αύξησαν όμως πρόσφατα κι άλλο το φόρο πωλήσεων στο 11,5%. Ταυτόχρονα ιδιωτικοποιήθηκαν, και ακρίβυναν, μια σειρά υπηρεσίες: η τηλεφωνία, το σύστημα υγείας…
Δεν βοήθησαν τα ομόλογα να δοθεί μια ανάσα;
Αστειεύεστε! Καταρχήν τα κεφάλαια που συγκεντρώνονταν έτσι δεν χρησιμοποιούνταν για την υλοποίηση ενός νέου παραγωγικού σχεδίου, αλλά για τρέχουσες ανάγκες. Τα ομόλογα του Πουέρτο Ρίκο για περίπου 10 χρόνια ήταν πολύ δημοφιλή, επειδή όσοι επένδυαν σ’ αυτά επιδοτούνταν με μπόνους και φοροαπαλλαγές. Όταν η τοπική κυβέρνηση άρχισε να αδυνατεί να πληρώνει τους επενδυτές, ξεκίνησε η απότομη κατρακύλα. Τώρα θεωρούνται «πιο σκουπίδια κι από τα σκουπίδια» και το δημόσιο χρέος έχει πέσει στα χέρια των vulture funds, στους «γύπες». Αυτοί ελέγχουν το 25-50% του χρέους, το οποίο αγόρασαν βέβαια σε εξευτελιστικές τιμές. Και απαιτούν την αποπληρωμή του στο ακέραιο, με την υποστήριξη της «δικαιοσύνης» των ΗΠΑ – οι οποίες δεν αναγνωρίζουν στην αποικία τους το δικαίωμα που έχει και ο τελευταίος δήμος: να κηρύξει χρεοκοπία, δηλαδή πρώτα να φροντίσει τις βασικές ανάγκες του λαού και μετά να αποπληρώσει το χρέος.
Άρα είναι λύση η χρεοκοπία;
Αν θέλουμε να είμαστε ειλικρινείς, όχι. Είναι σαν ασπιρίνη για τον καρκίνο. Χρειαζόμαστε μια διαφορετική φιλοσοφία! Πρέπει να ξεσηκώσουμε ένα κίνημα αναγέννησης της πατρίδας μας. Να γυρίσουν πίσω οι νέοι μας, που μεταναστεύουν στις ΗΠΑ μόνο και μόνο για να βρεθούν, και εκεί, στο περιθώριο. Να δημιουργήσουμε αξιοπρεπείς δουλειές. Να ξαναρχίσουμε να καλλιεργούμε τη γη μας, κόντρα στους αποικιοκράτες που μας πέρασαν την αντίληψη ότι η αγροτική δουλειά είναι υποτιμητική! Και φυσικά να απαλλαγούμε από την ντόπια μεταπρατική ολιγαρχία, τους απόγονους των μεγαλογαιοκτημόνων και τους Κουβανούς «μπίζνεσμεν» που θρονιάστηκαν στη χώρα μας μετά το 1959 – όλοι αυτοί δεν προσφέρουν τίποτα, το μόνο που ξέρουν να κάνουν είναι να διαφθείρονται. Δεν μιλώ για την απαλλαγή μας από τις ΗΠΑ… χρειάζεται ακόμη πολύ δουλειά ώσπου να εμπνευστεί πάλι η νεολαία μας από ένα τέτοιο μεγάλο όραμα, μιας πατρίδας ανεξάρτητης και ικανής να προσφέρει αξιοπρεπή ζωή στους πολίτες της!