Συνέντευξη στον Κώστα Γκιώνη
Τα γεγονότα της Σερίφου, αυτή η πολύ σημαντική και συνάμα ηρωική στιγμή του εργατικού κινήματος στην Ελλάδα, παρέμενε για 100 χρόνια ξεχασμένη μέχρι το 2016, όταν ένας από τους πιο σημαντικούς Έλληνες τραγουδοποιούς ο Χρήστος Θηβαίος κυκλοφορεί ένα δίσκο με τίτλο «Το Σιδερένιο Νησί», εμπνευσμένο από τα γεγονότα της Σερίφου και τον Σπέρα, ένα σιδερένιο νησί στο οποίο ο Θηβαίος εξυμνεί την σιδερένια θέληση των εξαθλιωμένων μεταλλωρύχων να σταματήσουν την εκμετάλλευση εκ μέρους της εργοδοσίας και να αλλάξουν μόνοι τους τη μοίρα τους.
Ένας δίσκος-στολίδι σε μια περίοδο που στην μνημονιακή Ελλάδα ο εργασιακός μεσαίωνας με το φόβο και την ανεργία έχουν στήσει πάρτι στις πλάτες των εργαζομένων, ένας δίσκος που στάθηκε η αφορμή να συναντηθούμε και να συνομιλήσουμε με το Χρήστο Θηβαίο, τι ήταν αυτό πού τον έκανε να ασχοληθεί με τα γεγονότα της Σερίφου και όχι μόνο!
Τι ήταν αυτό πού σε παρακίνησε να ασχοληθείς με την απεργία-εξέγερση της Σερίφου;
Επισκεπτόμουν το νησί για δέκα χρόνια και κάποια στιγμή, έπεσα πάνω σε μια επιγραφή που έγραφε: «Τιμή στους αναρχοσυνδικαλιστές μεταλλωρύχους της Σερίφου». Δεν ήξερα περί τίνος επρόκειτο και τελικά άρχισα να διαβάζω, να σκαλίζω την ιστορία, τα κείμενα, χειρόγραφα, έντυπα και αλληλογραφίες της εποχής, να διαβάζω πρωτίστως το βιβλίο για την αιματηρή απεργία της Σερίφου του Κωνσταντίνου Σπέρα και να επισκέπτομαι όλο και πιο συχνά το Μέγα Λιβάδι, το οποίο βρίσκεται στην ηφαιστειογενή πλευρά της Σερίφου, απέναντι από τη Μήλο, όπου εκεί υπάρχουν τα κοιτάσματα σιδήρου και οι τρομερές, επιβλητικές και σαθρές στοές των μεταλλείων.
Κάθε άνθρωπος που διεκδικεί τα δικαιώματά του με σεβασμό και αξιοπρέπεια και τόλμη, είναι ένα Σιδερένιο Νησί. Όπως όλος ο κόσμος. Και ότι πιστεύω πια πάρα πολύ σε αυτού του είδους τους τραγουδοποιητικούς και μουσικούς οραματισμούς
Η γερμανική μεταλλευτική εταιρεία, συνεργάστηκε με την Σπηλιαζέζα του Λαυρίου και τελικά εδραίωσε τους Γρώμμαν στο νησί. Υπάρχει ακόμα το νεοκλασικό κτίριο των Γρώμμαν και της γερμανικής μεταλλευτικής εταιρείας. Εκμεταλλευόταν στην κυριολεξία τους μεταλλωρύχους της Σερίφου, όπου εκείνοι κάλεσαν ένα παλικάρι τότε 21 έτους, τον Κωνσταντίνο Σπέρα, ο οποίος γύρω στην άνοιξη προς το καλοκαίρι του 1916, πήγε στο νησί. Εκείνος ήτανε Σερίφιος, αλλά δούλευε ως καπνεργάτης στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, μετά στο Κάιρο, μετά πήγε στην Ξάνθη και στη Θράκη και κατέληξε στο νησί της Σερίφου, ως λόγιος συνδικαλιστής, με τα ιδεώδη τα συνδικαλιστικά της τότε εποχής, τον αναρχοκομμουνισμό, από τον Μαρξ, τον Μπακούνιν, τον Τρότσκι κ.λπ. Όπου τελικά κατόρθωσε να οργανώσει τους Σερίφιους μεταλλεργάτες και να καταγράψουν τα άρθρα των δικαιωμάτων τους, τι απαιτούσαν και τι ζητούσαν από τη γερμανική μεταλλευτική εταιρεία.
Τότε λοιπόν, στις 24 Ιουλίου του 1916, παρουσίασαν ότι διεκδικούσαν δεκάωρο για όσους δούλευαν στην επιφάνεια της γης, όσους δηλαδή μπορούσαν να αναπνεύσουν καθαρό αέρα, οκτάωρο για όσους δούλευαν στα χαμηλότερα στρώματα της γης μέσα στις σήραγγες, κοινό ταμείο αλληλοβοηθείας –ούτως ώστε πληγέντος ενός μεταλλωρύχου, όλοι οι υπόλοιποι βοηθούσαν την οικογένειά του–, και επί εικοσιτετραώρου βάσεως απαγόρευση να μπαίνει στην ίδια σήραγγα πατέρας και γιος, για να μην ξεκληριστεί η οικογένεια λόγω των σαθρών εγκαταστάσεων. Καθώς επίσης ότι μετά τη λήξη του πολέμου –μιλάμε για μια εποχή πολύ ιδιαίτερη εκείνο τον καιρό στην Ελλάδα και γενικότερα στην Ευρώπη– να ξαναπάρει τη θέση του ως εργάτης στα μεταλλεία της Σερίφου όποιος πήγαινε στην πόλεμο και επέστρεφε.
Εν βρασμώ το Αιγαίο και γενικότερα η Μεσόγειος εκείνο τον καιρό, στην Αθήνα πρωθυπουργός ο Ζαΐμης, βασιλιάς ο Κωνσταντίνος Α’, στη Θεσσαλονίκη η Αντάντ με τους συμμάχους και τον Ελευθέριο Βενιζέλο, και τελικά η γερμανική μεταλλευτική εταιρεία, σε συνεννόηση με τον πρωθυπουργό και τον βασιλιά, καλούν άγημα από τη Σύρο τριάντα Ελλήνων χωροφυλάκων και εκτελούν την 21η Αυγούστου του 1916, τους απεργούς μεταλλεργάτες της Σερίφου. Όταν λέμε απεργούς, εννοούμε ότι δεν φορτοεκφόρτωναν το μετάλλευμα στα πλοία, για να πάει στη Γερμανία ο σίδηρος να γίνει όπλα. Στη συνέχεια, οι γυναίκες των μεταλλωρύχων, κυνήγησαν και σκότωσαν με πέτρες στο κεφάλι το άγημα. Στη συνέχεια, ο Κωνσταντίνος Σπέρας υψώνει τη γαλλική σημαία, για να συμβολίσει τα ανθρώπινα δικαιώματα της Γαλλικής Επανάστασης, μαζί με τον παπά του νησιού –μια περίεργη μορφή δηλαδή, ένας αναρχοσυνδικαλιστής χριστιανός ορθόδοξος κ.λπ., με τα ιδεώδη της Γαλλικής Επανάστασης– κλειδώνουν τα ντουφέκια του αγήματος σε ένα καφενείο και για δεκαπέντε μέρες το νησί είναι ελεύθερο. Δηλαδή, κοινές αποφάσεις για παιδεία, περίθαλψη, εργατικά δικαιώματα. Αυτό κατελύθη βέβαια δεκαπέντε μέρες μετά.
Ήταν δύο πράγματα αυτά τα οποία με έκαναν να συγκινηθώ από αυτό το οποίο συνέβη. Ήτανε πρώτα η αντίθεση, το φως ενός κυκλαδίτικου νησιού, αυτό το λευκό, το απέραντο λευκό και το απέραντο γαλάζιο, σε αντίθεση με το σκοτάδι, την υγρασία, στις μουχλιασμένες σήραγγες και στοές των σαθρών εγκαταστάσεων των μεταλλείων της Σερίφου. Ήδη ολόκληρο το νησί είναι έτσι. Δηλαδή από τη μια είναι μαύρη η άμμος, από την άλλη είναι ξανθιά, είναι χρυσή. Το φως-σκοτάδι δηλαδή. Αυτή η αντίθεση. Η χαρά κάποιου του να γυρίζει όλο το νησί από παραλία σε παραλία, αντίθετα με τη λύπη, τη δυστυχία των μεταλλεργατών, που σκοτάδι έμπαιναν στις στοές και σκοτάδι έβγαιναν, νύχτα έμπαιναν, νύχτα έβγαιναν, αυτή η αντίθεση λοιπόν, φως-σκοτάδι. Αυτό ήταν το πρώτο. Το δεύτερο ήτανε ότι στην ουσία επρόκειτο για έναν πολύ μικρό, αλλά πρώτο εμφύλιο, σε ελληνικό χώρο, αιματηρό εμφύλιο, την 21η Αυγούστου του 1916, πριν από το ’43 στην Ελλάδα. Και σίγουρα αυτό το πρώτο ελληνικό σοβιέτ, θα έλεγα, πριν την Οκτωβριανή επανάσταση. Οπότε αυτό όλο με έβαλε στη διαδικασία να μπω να γράψω καινούργια τραγούδια και να κάνω έναν δίσκο -concept.
Σ’ ένα στίχο από το «Σιδερένιο Νησί» λες: «Μέσα σε ράγες κι αρμούς, ζητιανεύεις ζωή, από κλέφτες θεσμούς», ζωγραφίζοντας με τις λέξεις σου, όλη την εξαθλίωση που υφίσταντο οι μεταλλωρύχοι στη Σέριφο. Αυτό πόσο επίκαιρο νομίζεις ότι είναι στις μέρες μας;
Είναι επίκαιρο από τη δική του πλευρά. Με την έννοια της επιβολής των φόρων, της ανεπαρκούς πληρωμής εργασίας, της μη εργασίας, όπου εύχομαι στο μέλλον αυτό να καταλυθεί, δηλαδή να υπάρχει εργασία για όλους, καθώς φυσικά και να υπάρχει και ζήτηση. Είναι πολύ σημαντικό και από τις δύο πλευρές. Και από την πλευρά του κεφαλαίου και από την πλευρά των εργατών. Και λιγότερη φυσικά, πολύ λιγότερη εκμετάλλευση στους εργαζομένους. Όχι αυτά τα εξαντλητικά ωράρια στα Malls και στις πολυεθνικές. Γιατί ως γνωστόν, ξέρουμε πολύ καλά ότι αυτό το οποίο συμβαίνει και συνέβαινε ανέκαθεν, είναι το γεγονός ότι το κεφάλαιο ιδιωτικοποιεί τα κέρδη και κοινωνικοποιεί τις ζημιές, οπότε και αυτό δεν είναι παρά η κίνηση που υποδαυλίζει διαρκώς αυτό το οποίο λέμε κρίση.
Κωνσταντίνος Σπέρας, «του αγίου πατρός του αναρχικού». Ποια η γνώμη σου για την συμβολή του στα γεγονότα;
Τότε, ένας νέος 21 έτων, με επαναστατικά ιδεώδη όπως προείπα, ο οποίος μετέπειτα φυλακίστηκε 109 φορές και κατέγραψε τις αναμνήσεις του, τα απομνημονεύματά του μάλλον από την αιματηρή απεργία των γεγονότων της Σερίφου. Φυσικά στην μετέπειτα ιστορία, θεωρήθηκε αμφιλεγόμενη μορφή, και όπως όλοι ξέρουμε, εκτελέστηκε το 1943 στη Μάνδρα Αττικής από τον Μούντριχα ως δοσίλογος, πράγμα το οποίο αμφισβητείται.
Ήταν δύο πράγματα αυτά τα οποία με έκαναν να συγκινηθώ από αυτό το οποίο συνέβη. Ήτανε πρώτα η αντίθεση, το φως ενός κυκλαδίτικου νησιού, αυτό το λευκό, το απέραντο λευκό και το απέραντο γαλάζιο, σε αντίθεση με το σκοτάδι, την υγρασία, στις μουχλιασμένες σήραγγες και στοές των σαθρών εγκαταστάσεων των μεταλλείων της Σερίφου. Το δεύτερο ήτανε ότι στην ουσία επρόκειτο για έναν πολύ μικρό, αλλά πρώτο εμφύλιο, σε ελληνικό χώρο, αιματηρό εμφύλιο, την 21η Αυγούστου του 1916, πριν από το ’43 στην Ελλάδα
Έχεις κατασταλάξει για την πορεία του Σπέρα μετά τα γεγονότα και εάν ευσταθούν οι φήμες πού τον ακολουθούν μέχρι και την εκτέλεση του το 1943;
Για μένα πάντως Σπέρας είναι το νεανικό όνειρο της εξέγερσης της Σερίφου. Από κει και πέρα, επειδή έχω και μια προσωπική σχέση με την Αρτεμισία Νεφέλη Σπέρα, την κόρη του Κωνσταντίνου Σπέρα, που αποχαιρέτησε τον πατέρα της στην οδό Κολωνού στο Μεταξουργείο, στο νούμερο 8, και δεν τον ξαναείδε ποτέ, γιατί εκτελέστηκε χωρίς δίκη. Νομίζω ότι τα ιστορικά γεγονότα μιλάν από μόνα τους και ήταν ένας άνθρωπος ο οποίος έγραφε τα κείμενά του ελεύθερα σε όποια εφημερίδα τα δεχόταν.
«Λαός ενωμένος, ποτέ νικημένος», ένα σύνθημα πού ακούγεται στις διαδηλώσεις. Δεν νομίζεις ότι στη περίπτωση της Σερίφου οι λέξεις συναντούν την πραγματικότητα;
Ακριβώς, συμφωνώ απόλυτα με αυτό, και να προσθέσω επίσης ότι ο Κωνσταντίνος Σπέρας ως μορφή ήτανε ένας άνθρωπος ο οποίος για πάντα ήθελε να είναι τελείως ξεχωριστός και ανεξάρτητος ο συνδικαλιστικός αγώνας από την οιαδήποτε κομματική ύπαρξη.
Ποιές είναι οι παρακαταθήκες πού μας αφήνει το Σιδερένιο «Νησί»;
Ότι κάθε άνθρωπος που διεκδικεί τα δικαιώματά του με σεβασμό και αξιοπρέπεια και τόλμη, είναι ένα Σιδερένιο Νησί. Όπως όλος ο κόσμος. Και ότι πιστεύω πια πάρα πολύ σε αυτού του είδους τους τραγουδοποιητικούς και μουσικούς οραματισμούς.
Ουμπέρτο Εκο, το επώνυμο Εκο φημολογείται ότι προέρχεται από το αρκτικόλεξο «Ex Caelis Oblatus», πού σημαίνει θεϊκό δώρο. Ήταν για σένα θεϊκό δώρο η μαθητεία σου στη φιλοσοφική σχολή της Μπολόνια με τον καθηγητή Ουμπέρτο Εκο;
Ακριβώς. Και πραγματικά μου άνοιξε διάπλατα, σαν μια τεράστια βιβλιοθήκη όπως αγαπούσε και ο ίδιος να λέει, βασισμένος πάνω στα αριστοτελικά του ιδεώδη, και επίσης στο ότι όλος ο κόσμος, όλη η ύπαρξη είναι ένα ανοιχτό βιβλίο το οποίο πάντα πρέπει να μελετάμε προσεχτικά, στον Θωμά τον Ακινάτη, που πίστευε πραγματικά στην οξύνοια και την απεμπλοκή της πίστης από την δεισιδαιμονία, και τέλος ότι σε αυτό που έλεγε ο Χόρχε Λούις Μπόρχες, ότι αν υπάρχει παράδεισος, είναι μια, είναι μια τεράστια υπέροχη βιβλιοθήκη.
Η μεγάλη απεργία της Σερίφου
Σέριφος, νησί των Κυκλάδων, το όνομά του προέρχεται από τη λέξη «στέρφος» ή «στέριφος», δηλαδή άγονος, όλα αυτά βέβαια στη βραχώδη επιφάνεια του, γιατί στη κοιλιά του εγκυμονούσε δεκάδες μεταλλεύματα όπως, σίδηρο, θειούχο χαλκό, αργυρούχο μόλυβδο, ψευδάργυρο, χαλκό και μόλυβδο.
Τα μεταλλεία ήταν γνωστά από την αρχαιότητα, λειτούργησαν επί Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας αλλά και επί Ενετοκρατίας όπου και λέγεται ότι έγιναν και οι πρώτες απεργίες, ειδικά την περίοδο του Νικολάου Αδόλδου, τον Ιούνιο του 1394. Επαναλειτουργούν την δεκαετία του 1860 και το 1884-5 εμφανίζεται ένας φτωχός τυχοδιώκτης ορυκτολόγος, ο Γερμανός Αιμίλιος Γρώμμαν, όπου αναλαμβάνει τα ορυχεία, με δόλιους τρόπους καταπατά τα χωράφια των αγροτών με τη βοήθεια της φαυλοκρατικής διοίκησης του νησιού. Στην αρχή οι εξορύξεις γίνονται με πρωτόγονα μέσα, οι συνθήκες εργασίας σκληρές και απάνθρωπες, οι κανόνες ασφαλείας ανύπαρκτοι και δεν αργεί να ξεσπάσει η πρώτη απεργία, αλλά καθώς είναι ανοργάνωτη καταρρέει με την εμφάνιση των αστυφυλάκων στο Μεγάλο Λιβάδι.
Το 1906 ο Αιμίλιος πεθαίνει και αναλαμβάνει ο γιός του Γεώργιος. Τα πράγματα αντί να καλυτερέψουν γίνονται χειρότερα, άνθρωποι φαντάσματα περιφέρουν τα ετοιμόρροπα κορμιά τους στις γαλαρίες του θανάτου, για ένα μεροκάματο που δεν φτάνει να χορτάσουν την πείνα τους, καμιά φορά ο θάνατος ήταν μιά απελευθέρωση από τη σκλαβιά της μιζέριας τους.
Οι θάνατοι ήταν πολλοί, φημολογείται ότι στη μεγάλη στοά μήκους τριών χλμ πού ενώνει το Μεγάλο Λιβάδι με τον Κουταλά έχουν βρει το θάνατο πάνω από 3.000 άνθρωποι, τις περισσότερες φορές αδήλωτοι. Όταν τους επιζητούσαν οι δικοί τους, τους έλεγαν ότι έχουν φύγει καιρό και μάλλον θα πήγαιναν στην Αμερική ενώ οι επιβεβαιωμένοι θάνατοι την διετία 1914-1916 ήταν 60 μεταλλωρύχοι.
Στις 21 Αυγούστου οι χωροφύλακες φτάνουν στο χώρο της φόρτωσης και δίνουν διορία στους απεργούς πέντε λεπτά για να αρχίζουν να φορτώνουν, τα λεπτά περνούν και ο Χρυσάνθου τραβάει το πιστόλι και εκτελεί τον εργάτη Θεμιστοκλή Κουζούπη. Μπροστά στις σφαίρες οι εργάτες άλλα και οι γυναίκες αυτών που βρίσκονται περιμετρικά απαντούν με βροχή από πέτρες και σιδηρόλιθους, πετώντας τους χωροφύλακες από τα βράχια
Το καλοκαίρι του 1916 τα πράγματα αρχίζουν να φτάνουν στο απροχώρητο. Αντιπροσωπεία εργατών έρχεται σε επαφή με τον Κωνσταντίνο Σπέρα, αναρχοσυνδικαλιστή με μεγάλη πείρα στους εργατικούς αγώνες, από τα ιδρυτικά μέλη του Εργατικού Κέντρου Αθήνας (ΕΚΑ) το Μάρτιο του 1910 ενώ συμμετέχει στη μεγάλη απεργία των καπνεργατών στην Καβάλα το Μάρτιο του 1914. Έρχεται στη Σέριφο από την οποία έλκει τη καταγωγή του καθότι γεννημένος στη Δυτική Λότζια της Σερίφου το 1893, όπου ιδρύει το σωματείο με την συμμετοχή 460 εργαζομένων στις 24 Ιουλίου του 1916, όπου απαιτούν καλύτερες συνθήκες εργασίας και 8ωρη εργασία στις γαλαρίες, αύξηση ημερών απασχόλησης από τις 8 στις 20 μέρες κατά μήνα.
Τίποτα δεν γίνετε δεκτό, η απεργία και η άρνηση φόρτωσης των πλοίων με σιδηρομετάλλευμα, ωθεί τον Γρώμμαν να καλέσει απόσπασμα Χωροφυλακής 30 ανδρών από τη Σύρο με επικεφαλής τον υπομοίραρχο Χαρίλαο Χρυσάνθου, άνθρωπο βίαιο και νευρασθενικό, όταν κάποιοι τον συμβουλεύουν για ειρηνική λύση, αυτός απαντά: «εγώ έκανα μια Μάνη καλά, έχω διαλύσει τρεις απεργίας και πέντε, δέκα ξεβράκωτους Σεριφιώτες δεν θα κάμω καλά;».
Στις 21 Αυγούστου οι χωροφύλακες φτάνουν στο χώρο της φόρτωσης και δίνουν διορία στους απεργούς πέντε λεπτά για να αρχίζουν να φορτώνουν, τα λεπτά περνούν και ο Χρυσάνθου τραβάει το πιστόλι και εκτελεί τον εργάτη Θεμιστοκλή Κουζούπη. Μπροστά στις σφαίρες οι εργάτες άλλα και οι γυναίκες αυτών που βρίσκονται περιμετρικά απαντούν με βροχή από πέτρες και σιδηρόλιθους, πετώντας τους χωροφύλακες από τα βράχια.
Το αποτέλεσμα 5 νεκροί εργάτες και 4 χωροφύλακες, ανάμεσα τους και ο Χρυσάνθους. Οι εργάτες και ο λαός εξοργισμένοι καταλαμβάνουν όλα τα δημόσια ιδρύματα, στέλνοντας τηλεγραφήματα σε εφημερίδες και κυβέρνηση και για 15 ημέρες εγκαθιδρύουν μιά αυτοδιαχειριζόμενη πολιτεία. Κατόπιν έρχεται το πολεμικό πλοίο Αυλίς με 200 στρατιώτες, συλλαμβάνουν τους πρωτεργάτες και τους φυλακίζουν στις φυλακές Τζιβάρα της Σύρου, όπου λίγους μήνες αργότερα τους αφήνουν ελεύθερους και μετά από σύντομο χρονικό διάστημα τα αιτήματα τους γίνονται αποδεκτά!
Κ. Γκ.