Ακούγεται με ένταση τελευταία μια «ανησυχία για το πολίτευμα». Από συγκεκριμένους εκπροσώπους του πολιτικού κόσμου που εμφανίζονται, μέσα στις συνθήκες που διαμορφώνονται, να συντονίζονται (;) στο «ίδιο μήκος κύματος». Πιο πρόσφατα, στην εκδήλωση για τα 15χρονα της εφημερίδας Δημοκρατία του ομίλου Φιλιππάκη (Εστία, Δημοκρατία, Θεσσαλονίκη, Ελευθερία), όπου παρουσιάστηκαν καλεσμένοι να μιλήσουν οι Κ. Καραμανλής και Ευ. Βενιζέλος, δίνοντας συγκεκριμένο περιεχόμενο σ’ αυτήν την ανησυχία. Στην πρώτη σειρά των προσκεκλημένων στην ίδια εκδήλωση μεταξύ άλλων, οι Α. Σαμαράς, Ν. Δένδιας (ο μόνος υπουργός της κυβέρνησης που προσκλήθηκε: το πολιτικό μήνυμα απολύτως σαφές), ο Δ. Μελισσανίδης (εφοπλιστής και εκδότης – Ναυτεμπορική, Εφ.Συν.) και ο Ευ. Μυτιληναίος (Metlen Energy & Metals – ενεργειακά, μέταλλα, σπάνιες γαίες).
Η εκδήλωση βεβαίως οργανώθηκε όχι εθιμοτυπικά αλλά για να αποτελέσει πολιτικό γεγονός ευρείας εμβέλειας. Με σκοπό να δοθούν μηνύματα (με πρώτο αλλά όχι αποκλειστικό αποδέκτη την πλευρά Μητσοτάκη) αλλά και για να διευκολυνθούν ζυμώσεις, διαδικασίες στο πλαίσιο του κύκλου της αυξημένης πολιτικής κινητικότητας που έχει ανοίξει – μιας ιδιόμορφης, παρατεταμένης φάσης αλλαγής πολιτικής φρουράς. Το πολιτικό βάρος έπεσε στις τοποθετήσεις Καραμανλή και Βενιζέλου, ενώ ο Α. Σαμαράς περιορίστηκε σε ένα σύντομο σκωπτικό σχόλιο «αυτοί που βρίσκονται στα μπλόκα δεν κερδίζουν κάθε τόσο το τζόκερ».
Καραμανλής, Βενιζέλος: Συγκλίνουσες ανησυχίες «παρά τις γνωστές διαφορές»
Υπό την μπαγκέτα του διευθυντή της Εστίας Μ. Κοττάκη, σε ρόλο οικοδεσπότη της εκδήλωσης, η εικόνα που προβλήθηκε ήταν: «χώρος κοινού προβληματισμού και ουσιωδών διαπιστώσεων» για το ότι «το πολίτευμα» βρίσκεται μπροστά σε δυσκολίες και φαινόμενα κρίσης. Με καταγεγραμμένες τις διαφορές των ομιλητών που δεν έχουν πάψει βεβαίως να υπάρχουν.
Το κοινό στίγμα που δόθηκε με κάποιες παραλλαγές και από τους δύο ήταν:
- Αφετηριακή διαπίστωση, η διευρυνόμενη έλλειψη εμπιστοσύνης στους θεσμούς – υποβαθμισμένο κοινοβούλιο, περίκλειστη εκτελεστική εξουσία, εξαρτημένη, αναξιόπιστη δικαιοσύνη και αναξιόπιστη (επισημασμένη με γενικούς και προσεκτικά αμφίσημους όρους ώστε να αποφευχθούν κακοτοπιές) ενημέρωση. Ως απειλή για την πολιτική ομαλότητα. Ο Ευ. Βενιζέλος επανέλαβε τον όρο που χρησιμοποιεί τελευταία για «μη διακυβερνήσιμη κατάσταση» – όχι με την κυριολεκτική έννοια του όρου αλλά ως πολιτική αστάθεια λόγω του ρήγματος ανάμεσα σε ένα περίκλειστο σύστημα εξουσίας και τα ευρύτατα κοινωνικά στρώματα που αισθάνονται αποκλεισμένα και μη εκπροσωπούμενα.
- Ειδικότερες αναφορές για τις εξαρτήσεις της δικαστικής εξουσίας, με σαφέστατες αιχμές για τις μεθοδεύσεις Μητσοτάκη σχετικά με τις υποκλοπές και τον ΟΠΕΚΕΠΕ, και αρκετά πιο υποφωτισμένα για τα Τέμπη.
- Κοινή διαπίστωση επίσης και των δύο, η έξαρση των ανισοτήτων και των κοινωνικών αποκλεισμών. Οι πολλαπλές ασυμμετρίες κατά τον Ευ. Βενιζέλο και η αναφορά στα φυλασσόμενα «γκέτο των πλουσίων» (μάλλον αιχμή και για τα της «αθηναϊκής Ριβιέρας») από τον Κ. Καραμανλή. Τοποθέτηση του ζητήματος των ανισοτήτων στις τοπικές αλλά και στις ευρωπαϊκές του διαστάσεις, και σύνδεσή του από τον Κ. Καραμανλή με τη συμπίεση της «μεσαίας τάξης» και την ενίσχυση των «πολιτικά ακραίων εκφράσεων», την αλλαγή ιστορικής εποχής κ.λπ.
- Αναφορά στις μεγάλες μετατοπίσεις-αλλαγές και εντάσεις εντός Δύσης, στις πολιτικές αλλαγές στις ΗΠΑ και στην κατάπτωση της «Ευρώπης». Με χαρακτηριστική αμηχανία που αντανακλά την ευρύτερη κατάσταση πνευμάτων και τα άγχη των εγχώριων ελίτ. Διαπίστωση, σαφέστερα εκφρασμένη από τον Ευ. Βενιζέλο, ότι έχουν εκλείψει οι «προηγούμενες σταθερές» που «μας εξασφάλιζαν» μέσω της φόρμουλας «ανήκομεν εις την Δύσιν» και ότι οξύνεται το πρόβλημα ασφάλειας (της χώρας) μέσα σ’ αυτές τις συνθήκες. Ο Κ. Καραμανλής σε κάπως διαφοροποιημένο τόνο έθεσε το ζήτημα των εθνικών κινδύνων. επισημαίνοντας ότι «οι σύμμαχοί μας μάς ωθούν σε λύσεις 50-50 με την Τουρκία, σε ένα βρείτε τα στη μέση». Πάντως ακόμη και ο Βενιζέλος επισήμανε την «ανάγκη να μην συρόμαστε πίσω από τις επιλογές και τις κινήσεις άλλων καταστάσεων», υπόμνηση σαφώς συνδεόμενη με τις κινήσεις Μητσοτάκη («Πενταμερής») το τελευταίο διάστημα.
Στις συνθήκες της αμερικανικής απόβασης
Γίνεται σαφές ότι η αύξηση της πολιτικής κινητικότητας που παρατηρείται, συνδέεται σε μεγάλο βαθμό με τις δυσκολίες διαχείρισης των όσων προκύπτουν από την «αμερικανική απόβαση» στη χώρα μας και στην ευρύτερη περιοχή της Αν. Μεσογείου. Τα οριζόμενα χρονοδιαγράμματα δείχνουν ασφυκτικά, ιδιαίτερα μετά και την πρόσφατη τοποθέτηση του Τομ Μπάρακ (μοίρασμα Αιγαίου, εξάλειψη του «αποστήματος» του Κυπριακού κ.ά.), πρεσβευτή των ΗΠΑ στην Άγκυρα και κεντρικού προσώπου του περιβάλλοντος Τραμπ για την περιοχή. Οι κινήσεις Μητσοτάκη –εξαγγελία συνάντησης με τον Ερντογάν τον Μάρτιο και στη συνέχεια επίσκεψή του τελικά στον Λευκό Οίκο– μαρτυρούν ισχυρές παρασκηνιακές πιέσεις. Η κατάσταση δημιουργεί υπόνοιες ακόμη και για πιθανές αιφνιδιαστικές πρωτοβουλίες Τραμπ για μια «άμεση διευθέτηση» των ελληνοτουρκικών διαφορών με ακρωτηριαστικούς όρους για Ελλάδα και Κύπρο. Το άλλο σκέλος αυτής της μέγγενης είναι η «Ευρώπη». Όλο το πακέτο: Κοινή άμυνα, εταιρική σχέση με Τουρκία και διαρκής, μετωπική σύγκρουση με τη Ρωσία. Έτσι που επί της ουσίας δεν υπάρχει χώρος καν για την αναγνώριση της τουρκικής απειλής απέναντι στην Ελλάδα.
Μπροστά σ’ αυτά, η στάση του εγχώριου πολιτικού προσωπικού είναι αποκαλυπτική. Όλοι ξέρουν τι κυοφορείται (τους έχει διαμηνυθεί άλλωστε με λεπτομέρειες). Το σύστημα Μητσοτάκη «σύρεται», ενώ ο Ν. Δένδιας φέρνει τον στρατό στα μέτρα των απαιτήσεων της «κοινής ευρωπαϊκής άμυνας» (και του Ισραήλ). Η κεντροαριστερά σιγεί εν συνόλω την ώρα που μεγάλο μέρος της έχει «ανοίξει διαρκές μέτωπο με τον πατριωτισμό». Ο Τσίπρας «φουσκώνεται» για να αξιοποιηθεί σε γραμμή «Πρέσπες του Αιγαίου» (μόνος του ή με τον ΓΑΠ και όσους άλλους) Είτε σαν αντιπολίτευση είτε σαν κυβερνητικός εταίρος. Μένει να φανεί.
Εύλογα ερωτήματα με δύσκολες απαντήσεις
Τα ερωτήματα αφορούν τη στάση των μερίδων του πολιτικού προσωπικού που εκφράζουν ανησυχία για τη βιωσιμότητα και την ευστάθεια του «πολιτεύματος» και για τις εξωτερικές απειλές που δέχεται η υπόσταση της χώρας. Και τα όριά τους.
Κατ’ αρχήν η αυξανόμενη ένταση αυτών των φωνών πρέπει να διαβαστεί ως μέτρο της φάσης όξυνσης πολύ υπαρκτών κινδύνων, που έχει ανοίξει. Όταν μάλιστα ο κύκλος τους διευρύνεται τελευταίως ακόμη και με περιπτώσεις σαν του Ευ. Βενιζέλου – σταθερά προσανατολισμένου στο «κόμμα της Χάγης».
Τα όρια των ειδικών ενδιαφερόντων (διασφάλιση μεριδίων, χώρου και θέσης, πάντοτε μέσα στις προδιαγραφές του εξαρτημένου μεταπρατισμού α λα ελληνικά) των επιχειρηματιών που έδωσαν το «παρών» στην εκδήλωση για τα δεκαπεντάχρονα της εφημερίδας Δημοκρατία είναι ξεχωριστό κεφάλαιο. Σίγουρα πάντως δεν έχουν φανεί διατεθειμένοι για την άσκηση κάποιου ρόλου «εθνικής εμβέλειας».
Δύο παράγοντες ρίχνουν τη σκιά τους στην παρούσα κατάσταση. Ο οργανικός «αταλάντευτος ατλαντισμός» όλων, συμπεριλαμβανομένων και των ανησυχούντων – έστω και με κάποιες ασθενείς δόσεις επιδίωξης μιας πιο αυτόνομης στάσης, σε κάποιες περιπτώσεις (Κ. Καραμανλής). Δεν πρόκειται εδώ καν για το γενικότερο θέμα του προσανατολισμού της χώρας «εντός Δύσης», αλλά για τα απαράκαμπτα όρια που θέτει η υποτέλεια των εγχώριων ελίτ. Ο δεύτερος παράγοντας είναι ότι οι φόρμουλες απώλειας κυριαρχίας Ελλάδας και Κύπρου που φαίνεται ότι βρίσκονται πάνω στο «Οβάλ Τραπέζι» του Τραμπ, έχουν έντονο το στοιχείο των «κοινών επιχειρηματικών πρότζεκτ» και θα προβληθούν σαν λύσεις από τις οποίες «θα βγει χρήμα» (και «ειρήνη»!). Πιθανώς ικανές να ζωογονήσουν κατά τόπους «μεταπρατικά-παρασιτικά μπλοκ» για τη διεκδίκηση της απόσπασης έστω και μιας πρόσκαιρης παθητικής πολιτικής συναίνεσης (ή εν πάση περιπτώσει για την αποδιοργάνωση των κοινωνικών αντιδράσεων μπροστά στο ξεπούλημα του τόπου). Με βάση τα παραπάνω προκύπτει, νομίζουμε εύλογα, το ερώτημα: Οι διαπιστούμενες «ανησυχίες για το πολίτευμα», αφορούν πραγματικές διαθέσεις προβολής αντιστάσεων με σκοπό την ακύρωση των προωθούμενων «λύσεων», ή προετοιμασία για μια «μεθεπόμενη ημέρα»; Μετά τις υπογραφές που θα βάλουν οι «αναλώσιμοι» (ο Μητσοτάκης; ο Τσίπρας; κάποιος άλλος συνδυασμός με το ίδιο πολύ ΕΛΙΑΜΕΠ;), τότε που έπειτα από το «ο γέγονε, γέγονε» θα απαιτείται μια «σαρωτική αλλαγή πολιτικής φρουράς» προκειμένου να «αποκατασταθεί η ομαλότητα» και τα πράγματα «να μείνουν ως έχουν».
Η δυσκολία των απαντήσεων σ’ αυτά τα ερωτήματα δεν είναι ως προς την ούτως ή άλλως αβέβαιη εκτίμηση των συμπεριφορών των εμπλεκομένων πολιτικών προσώπων – κατεστημένων ή ανερχομένων. Αφορά τη σύνθετη ανάγκη των κοινωνικών συγκροτήσεων που απαιτούνται προκειμένου να μπει φρένο στην κατηφόρα και να ανοίξουν άλλες προοπτικές.








































































