Τροπισμός αποκαλείται το φαινόμενο εκείνο κατά το οποίο τα φυτά ή όργανά τους, υπό την επίδραση εξωτερικών ερεθισμών, στρέφονται προς μία κατεύθυνση – χωρίς να αλλάζουν κατά τα άλλα τη σύσταση ή τη θέση τους. Όμως ο όρος σήμερα χρησιμοποιείται και για να ερμηνεύσει εντυπωσιακούς αναπροσανατολισμούς κρατών, που αναζητούν διέξοδο σε νέες διεθνείς σχέσεις και συνεργασίες – δίχως αυτό να σηματοδοτεί ντε και σώνει έναν προοδευτικό μετασχηματισμό τους. Η Τυνησία είναι το πιο πρόσφατο παράδειγμα: πριν λίγες μέρες ο κάθε άλλο παρά ριζοσπάστης πρόεδρός της αντέδρασε οργισμένα στον εκβιασμό που άσκησε το ΔΝΤ για περισσότερες και γρηγορότερες «μεταρρυθμίσεις» προκειμένου να χορηγήσει δάνειο 1,9 δισεκατομμυρίου δολαρίων στην ασφυκτιούσα οικονομία της.
«Όσον αφορά το ΔΝΤ, δηλώνω ότι δεν είναι αποδεκτά τα τελεσίγραφα από το εξωτερικό που προκαλούν μεγαλύτερη εξαθλίωση στον λαό μας. Η χώρα μας δεν είναι για πούλημα, και οι αποφάσεις που την αφορούν πρέπει να βασίζονται στη λαϊκή βούληση», είπε ο Τυνήσιος πρόεδρος Καΐς Σαΐντ την περασμένη Παρασκευή. Το ΔΝΤ στα μέσα Δεκεμβρίου είχε αναβάλει επ’ αόριστον μια συνεδρίαση επικύρωσης της ήδη συναφθείσας συμφωνίας χρηματοδότησης της Τυνησίας, και έκτοτε πιέζει για άμεσο πετσόκομμα των κρατικών ενισχύσεων, οι οποίες συγκρατούν στοιχειωδώς τις τιμές σε βασικά αγαθά. Στον φετινό προϋπολογισμό προβλέπονται πράγματι περικοπές ύψους 2,9 δισεκατομμυρίων δολαρίων, αλλά το ΔΝΤ εκνευρίζεται διότι οι τιμές των καυσίμων, του ψωμιού κ.λπ. ακόμη δεν έχουν αυξηθεί! Στο παιχνίδι του εκβιασμού έχει μπει και η Παγκόσμια Τράπεζα, που τον περασμένο μήνα αποφάσισε να μην χορηγήσει κανένα νέο δάνειο προς την Τυνησία με την (πρωτοφανή για την ιστορία της) αιτιολογία ότι… ο Καΐς Σαΐντ είναι ρατσιστής.
Ο φόβος φυλάει τα έρημα
Είναι αλήθεια ότι το καθεστώς του Σαΐντ (που από το καλοκαίρι του 2021 έχει αναλάβει πραξικοπηματικά όλη την εξουσία και κυβερνά με προεδρικά διατάγματα) προσπαθεί να αποφύγει τις περικοπές, φοβούμενο πως μια περαιτέρω φτωχοποίηση –σε συνδυασμό με τη δυσαρέσκεια για την γενικευμένη καταστολή, κυρίως ενάντια στους ισλαμιστές και την αριστερά– μπορεί να προκαλέσει εξέγερση. Όχι τυχαία, ο Τυνήσιος πρόεδρος υπενθύμισε σε όσους κριτικάρουν την «ανεύθυνη στάση του έναντι του ΔΝΤ» ότι το 1984, όταν η κυβέρνηση του δικτάτορα Μπεν Άλι προχώρησε σε άγριες περικοπές (και τότε κατ’ απαίτηση των δανειστών) ξέσπασε η αιματηρή «Επανάσταση του Ψωμιού». Κατηγόρησε επίσης τις προηγούμενες κυβερνήσεις ότι ποτέ δεν διεκδίκησαν σοβαρά από ευρωπαϊκές και άλλες ξένες τράπεζες την επιστροφή της αμύθητης περιουσίας του δικτάτορα Μπεν Άλι, αποτέλεσμα λεηλασίας του δημόσιου πλούτου, η οποία υπολογίζεται σε 9 δισεκατομμύρια δολάρια!
Δύο μέρες μετά τις δηλώσεις του Σαΐντ οι «ανησυχίες των αγορών» χτύπησαν κόκκινο, και την επομένη τα τυνησιακά ομόλογα τιμωρήθηκαν με κατρακύλα. Αιτία ήταν οι δηλώσεις του Μαχμούντ Μπενμαμπρούκ, πολιτικού εκπροσώπου του προέδρου, ότι η Τυνησία πλέον θα στραφεί για χρηματοδότηση στην ομάδα BRICS. «Οι δηλώσεις του Προέδρου της Δημοκρατίας σχετικά με το ΔΝΤ βασίζονται σε διαπραγματεύσεις και επαφές, που επιβεβαιώνονται και από τον Πρόεδρο της Αλγερίας. Η ολιγωρία της Ε.Ε. να μας στηρίξει στην υλοποίηση της συμφωνίας με το ΔΝΤ, μας ωθεί στην ομάδα BRICS», τόνισε ο Μπενμαμπρούκ. Κατά πόσο η παραδοσιακά φιλοδυτική τυνησιακή εξουσία θα υλοποιήσει τις απειλές της, ή απλά δημαγωγεί για να κερδίσει τη λαϊκή συμπάθεια, είναι άγνωστο. Πάντως αυτήν την εβδομάδα το ΔΝΤ έσπευσε να δηλώσει ότι πρόκειται περί… παρεξήγησης, προσθέτοντας ότι η αναβληθείσα συνεδρίαση επικύρωσης του νέου δανείου θα πραγματοποιηθεί «στο άμεσο μέλλον» καθώς «οι τυνησιακές αρχές έχουν σημειώσει πρόοδο στην εφαρμογή του προγράμματος οικονομικών μεταρρυθμίσεων»!
Αναζητούν αλλού οξυγόνο
Το γεγονός παραμένει: όλο και περισσότερες χώρες εξετάζουν (ή και αποφασίζουν) νέους προσανατολισμούς προκειμένου να απαλλαγούν από τον καταστροφικό ζουρλομανδύα των Δυτικών ληστρικών οργανισμών και από τις απαιτήσεις του ευρωατλαντισμού για αυτοκτονική συμμετοχή στη Δυτική σταυροφορία εναντίον του «ασιατικού δεσποτισμού». Εδώ εντάσσονται και εξελίξεις όπως η εξομάλυνση των σχέσεων της Σαουδικής Αραβίας, των εμιράτων του Κόλπου κ.ά. με το Ιράν, υπό κινεζική ενθάρρυνση και εποπτεία. Στην ίδια κατεύθυνση ίσως κινηθεί και το Πακιστάν, που επίσης υποφέρει από τη «βοήθεια» του ΔΝΤ (το οποίο πιέζει την πακιστανική κυβέρνηση να δίνει όλο και μεγαλύτερες δόσεις αποπληρωμής, με αποτέλεσμα να έχουν εξαντληθεί τα συναλλαγματικά της αποθέματα και να εξαπλώνεται η πείνα και η εξαθλίωση στη χώρα), στην περίπτωση που επανέλθει στην εξουσία ο Ιμράν Χαν. Υπενθυμίζεται ότι ο Χαν ήταν εκλεγμένος πρόεδρος του Πακιστάν και ανατράπηκε όταν αρνήθηκε να ευθυγραμμιστεί με τη Δύση μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία…
Στον νέο προϋπολογισμό της Τυνησίας προβλέπονται ήδη περικοπές ύψους 2,9 δισεκατομμυρίων δολαρίων, όπως απαιτούσε το ΔΝΤ – αυτό όμως εκνευρίζεται, διότι οι τιμές των καυσίμων, του ψωμιού κ.λπ. ακόμη δεν έχουν αυξηθεί!
Ήδη αυτόν τον δρόμο ακολουθεί ούτως ή άλλως ολόκληρη σχεδόν η Αφρική και μεγάλο τμήμα της Λατινικής Αμερικής και της Κεντρικής και Ν.Α. Ασίας, δηλαδή δεκάδες χώρες οι οποίες αναζητούν αλλού πλέον το οξυγόνο που τους στερεί η Δύση. Το πρόβλημα της τελευταίας είναι ότι οι «τροπισμοί» πολλαπλασιάζονται όσο γίνεται όλο και πιο φανερή η παρακμή της, και η συνακόλουθη διαμόρφωση μιας νέας διεθνούς πραγματικότητας και διαφοροποιήσεων που θα φάνταζαν απίθανες σε μια προηγούμενη περίοδο. Ουσιαστικά οι Δυτικοί, όσες απανθρωποποιητικές «μεταβάσεις» κι αν διακηρύττουν, όσο κι αν προωθούν αυταρχικά μεταδημοκρατικά καθεστώτα έκτακτης ανάγκης όπου θα αποφασίζουν μόνο οι «λίγοι και εκλεκτοί», όσο κι αν αποπειρώνται να εξανδραποδίσουν δισεκατομμύρια κατοίκων του πλανήτη, αδυνατούν να επιβληθούν όπως παλιά. Δεν μπορούν να καταργήσουν την πολιτική στο εσωτερικό κάθε χώρας, ούτε να επιβάλλουν σταθερά καθεστώτα της αρεσκείας τους, πόσο μάλλον να φιμώνουν αενάως τις κοινωνίες. Ακόμη και τμήματα των ελίτ τολμούν σήμερα να κάνουν διαφορετικές επιλογές, εκτιμώντας ότι δεν τα συμφέρει πια η πρόσδεση στο άρμα της πάλαι ποτέ Αυτοκρατορίας. Για κάποιον χτυπά η καμπάνα!
Τι μας νοιάζει η κάθε Τυνησία;
Στο Θέμα αυτής της εβδομάδας αναφερόμαστε στην καινοφανή εξέλιξη μιας σειράς χωρών που παραδοσιακά ανήκαν, με όλες τις αντιφάσεις τους, στον «σκληρό πυρήνα» του Δυτικού στρατοπέδου, αλλά φλερτάρουν ανοιχτά πλέον με την αντίπαλη πλευρά. Η οποία δεν είναι τόσο συγκροτημένη και «τακτοποιημένη» όσο η Δύση, και τη διαπερνούν πολλές αντιφάσεις ή και αποκλίνουσες στρατηγικές των βασικών δυνάμεων που τη χρωματίζουν – καταρχήν της Κίνας και της Ρωσίας, έπειτα της Ινδίας, της Βραζιλίας κ.ο.κ. Γίνεται παρ’ όλα αυτά όλο και πιο ελκυστική επειδή φαίνεται ότι τώρα ανατέλλει, ενώ η Δύση μαραζώνει, δύει.
Έτσι πολλά κράτη, μικρά και μεσαία, ακόμη και πολλές ελίτ, ξανακάνουν τους υπολογισμούς τους, και φροντίζουν να ανοίγουν διαύλους προς τους «αντιπάλους» και να εκμεταλλεύονται την αντιπαράθεσή τους με ένα Δυτικό μπλοκ που ιδρώνει για να κρατηθεί στον αφρό. Μ’ αυτήν κυρίως την έννοια, μας ενδιαφέρει πολύ το τι (μπορεί να) επιλέγει π.χ. μια μικρή, φτωχή και παραδοσιακά φιλοδυτική χώρα σαν την Τυνησία. Αν και, για να είμαστε ειλικρινείς, στη συγκεκριμένη περίπτωση παίζουν ρόλο και οι δεσμοί δεκαετιών με το επαναστατικό κίνημά της και η παρουσία μας σ’ αυτήν σε μεγαλειώδεις «στιγμές», όπως ήταν ο καταρχήν νικηφόρος (αλλά τελικά αδικαίωτος και ανολοκλήρωτος) λαϊκός ξεσηκωμός ενάντια σε ένα αιματοβαμμένο δικτατορικό καθεστώς που υποστηριζόταν με νύχια και με δόντια από τη «δημοκρατική Δύση».
ΕΝ ΠΑΣΗ ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΙ, στόχος πολλών εξ όσων ψάχνουν πια διαφορετικές διεξόδους δεν είναι βέβαια ένας «δικαιότερος κόσμος», αλλά αυτή καθαυτή η επιβίωσή τους σε ένα χαοτικό και επικίνδυνο διεθνές περιβάλλον. Αν έτσι καταφέρουν να αποφύγουν και κοινωνικές εκρήξεις με απρόβλεπτη κατάληξη, οι σπίθες των οποίων γίνονται ήδη ορατές σε πολλές γειτονιές του πλανήτη, ακόμη καλύτερα. Σε κάθε περίπτωση, πυκνώνουν οι γραμμές εκείνων των κρατών (και αρχουσών τάξεων) που δεν είναι διατεθειμένες να ρισκάρουν το χαμό τους, ή να αποδεχτούν τη μετατροπή χωρών ολόκληρων σε «χώρους» και σε «πεδία βολής», για χάρη κάποιων Μεγάλων που αρπάζονται για την παγκόσμια ηγεμονία.
Αν όμως υπάρχει μία εξαίρεση σε όλα τα παραπάνω, αυτή δεν είναι άλλη από τη «δική μας» πολιτική και οικονομική ελίτ. Η ελλαδική άρχουσα τάξη δεν διανοείται καν να αμφισβητήσει την απόλυτη εξάρτησή της από τη Δύση και τους δανειστές-ληστές, που έχουν μετατρέψει τη χώρα μας σε νέου τύπου αποικία κι έχουν επισήμως εκχωρήσει τον πλούτο της στα ξένα κοράκια για ένα ολόκληρο αιώνα – οκ, για έναν ολόκληρο αιώνα μείον ένα έτος. Όντας σε τραγικό βαθμό εθελόδουλη και έτοιμη να πουλήσει ακόμη και την εδαφική ακεραιότητα της χώρας (για την Κύπρο ούτε λόγος να γίνεται, θα ανακουφίζονταν εάν βυθιζόταν και απαλλάσσονταν έτσι από την τυπική υποχρέωση να παριστάνουν ότι ενδιαφέρονται…), αυτή η ντόπια ελίτ –ένας αχταρμάς κρατικοδίαιτων ολιγαρχών, μαφιόζων και πολιτικών υπαλλήλων κάθε χρώματος– νοιάζεται μονάχα να παραμείνει γραπωμένη στην κερδοφόρα καρέκλα του λακέ. Σε βαθμό τέτοιο ώστε καθίσταται ανίκανη ακόμη και να αναλογιστεί αν αυτός είναι ο μοναδικός τρόπος για να τα καταφέρει!
Η ΤΥΝΗΣΙΑ ΛΟΙΠΟΝ, η κάθε Τυνησία, μας νοιάζει επειδή δείχνει ότι μπορεί να υπάρχουν διέξοδοι, πέρα από τον υποτιθέμενο μονόδρομο που τυφλά ακολουθεί η «επίσημη» Ελλάδα, αδιαφορώντας για τη δυστυχία και την ταπείνωση του λαού που υποτίθεται ότι εκπροσωπεί. Αδιαφορώντας εν τέλει για το αν θα υπάρχει Ελλάδα, για το πόση και τι είδους Ελλάδα θα αφήσει όχι γενικά στις επόμενες γενιές, αλλά στα σημερινά παιδιά. Πάνω σε μια χώρα που πενθεί και μετά βίας κρατά το κεφάλι έξω από το νερό, «κεντροδεξιοί» και «κεντροαριστεροί» διαγκωνίζονται όχι για το ποιος μπορεί να της δώσει ανάσα, αλλά για το ποιος αποτελεί τον «αποτελεσματικότερο» εντολοδόχο του κάθε κυρίου Στουρνάρα και του εκάστοτε κυρίου Πρέσβη. Μας έχουν φτάσει σε σημείο να κοιτάμε σαν χάνοι έναν συντηρητικό και αυταρχικό πρόεδρο μιας χώρας φτωχότερης κι από τη δική μας, ο οποίος τολμά να ξεστομίσει, έστω και για τα μάτια του κόσμου, το αυτονόητο: «Τα ξένα τελεσίγραφα δεν γίνονται αποδεκτά».