Του Ερρίκου Φινάλη

 

Η Ευρώπη έχει μπει σε μια χρονιά σημαντικών εκλογικών αναμετρήσεων, που θα διεξαχθούν μεταξύ άλλων στη Γερμανία και τη Γαλλία. Αυτές οι ούτως ή άλλως σημαντικές αναμετρήσεις αποκτούν τώρα μεγαλύτερη σπουδαιότητα, αφού το φόντο τους χρωματίζεται από την ολοένα αυξανόμενη διεθνή αστάθεια – προϊόν τόσο της ανεξέλεγκτης πλέον λαϊκής δυσαρέσκειας όσο και των στρατηγικών αδιεξόδων ενός παγκοσμιοποιημένου συστήματος σε κρίση. Η δυσαρέσκεια μπορεί να εκφράζεται στρεβλά, ιδίως ελλείψει Αριστεράς, αλλά βρίσκει τον τρόπο να το κάνει, ανατρέποντας παγιωμένους συσχετισμούς και μηχανισμούς ελέγχου και εκτόνωσης που για δεκαετίες ήταν «αποτελεσματικοί». Έτσι μέσα σε λίγους μήνες η Δύση γνώρισε φαινόμενα όπως ο Σάντερς και ο Τραμπ στις ΗΠΑ, ή το Brexit και το ιταλικό «Όχι» στην Ευρώπη.

Οι ελίτ της Γηραιάς Ηπείρου μπορούν να παριστάνουν ότι… δεν τρέχει τίποτα, τη στιγμή που οι πολιτικοί τους εκπρόσωποι (και δη της αμαρτωλής Κεντροαριστεράς) αδυνατούν να πειθαρχήσουν τους λαούς. Έτσι γοητεύονται από οράματα μιας δήθεν τεχνοκρατικής διακυβέρνησης από τους «άριστους», απαλλαγμένης και τυπικά από οποιονδήποτε δημοκρατικό έλεγχο – για να πέσουν, κάθε φορά, στον τοίχο των αδιεξόδων της από κάθε άποψη καταστροφικής πολιτικής τους. Όσο κι αν βαυκαλίζονται ότι πάλι θα τα καταφέρουν, το μόνο σίγουρο είναι ότι δύσκολα κρύβουν την ανησυχία τους για τη γενικευμένη αστάθεια και αβεβαιότητα – που επιτείνεται από τις αντιπαραθέσεις και στο εσωτερικό τους. Από το Βερολίνο και το Παρίσι ως τις χερσονήσους του ευρωπαϊκού Νότου, όλοι προετοιμάζονται για τον επόμενο γύρο…

 

german

Γερμανία: Ας κερδίσει ο πιο… «ευρωπαϊστής»

Η επιβεβαίωση των υποψιών που έτρεφε η Μέρκελ εδώ και δύο χρόνια, ότι ο έως πρόσφατα πρόεδρος της ευρωβουλής Μάρτιν Σουλτς θα διεκδικήσει την καγκελαρία για λογαριασμό των σοσιαλδημοκρατών, έχει αλλάξει τα δεδομένα για τις γερμανικές ομοσπονδιακές εκλογές. Ο κατά δήλωσή του φανατικός ευρωπαϊστής Σουλτς φιλοδοξεί να κατορθώσει το ακατόρθωτο: να εκθρονίσει την αρχιτεκτόνισσα και κυρίαρχη της σημερινής γερμανικής Ευρώπης. Οι δημοσκοπήσεις μετά την ανακήρυξη της υποψηφιότητάς του, στις 24 Ιανουαρίου, μάλλον τον ενθαρρύνουν, αφού το σοσιαλδημοκρατικό SPD εμφανίζεται πλέον να ξεπερνά το 25%, ενώ μέχρι τώρα είχε «κολλήσει» στο 21-22%. Και τα δύο ποσοστά είναι απογοητευτικά βέβαια για ένα κόμμα που επί δεκαετίες συγκυριαρχούσε απόλυτα, μαζί με το χριστιανοδημοκρατικό CDU, στην πολιτική ζωή της Γερμανίας – και θεωρούσε μεγάλη ήττα οποιοδήποτε ποσοστό κάτω του 35%. Όμως εκείνα τα χρόνια έχουν παρέλθει οριστικά.

Αυτό ισχύει και για τον έτερο πυλώνα του γερμανικού πολιτικού συστήματος, τους χριστιανοδημοκράτες – κι αυτοί έχουν ξεχάσει τις εποχές που το… 40% σηματοδοτούσε μια ήττα τους. Τώρα τα γκάλοπ τους δίνουν «νικητές» με 33-37%, δηλαδή αναγκασμένους για μια ακόμη φορά να αναζητήσουν συμμάχους για να κυβερνήσουν. Αυτή τη φορά θα είναι ακόμη πιο δύσκολο, παρ’ όλη την πιθανότητα των παραδοσιακών συμμάχων τους, των φιλελεύθερων του FDP, να επιστρέψουν στη βουλή. Αιτία δεν είναι μόνο η κρίση που εξακολουθεί να ταλανίζει την Ε.Ε., αλλά και ένα πολύ πιο ασταθές διεθνές περιβάλλον σε σχέση με το 2013. Μέχρι τη στιγμή της κάλπης, το Σεπτέμβριο, μάλλον θα αναδειχθούν και νέοι απρόβλεπτοι παράγοντες – με πολλαπλές αφετηρίες: από τη διοίκηση Τραμπ και την εκκίνηση του Brexit ως τη σπαζοκεφαλιά των σχέσεων με τη Ρωσία και την Κίνα.

Η αστάθεια δεν προκαλείται όμως μόνο από εξωτερικούς παράγοντες. Η στάση που θα τηρήσει σε μια σειρά θέματα ο έτερος ισχυρός πολιτικός της Γερμανίας, ο Σόιμπλε, ακόμη δεν είναι σαφής. Αλλά πολύ σαφής είναι η απειλή της ακροδεξιάς AfD («Εναλλακτική για τη Γερμανία») που, πατώντας πάνω στους πρόσφυγες των ιμπεριαλιστικών πολέμων και καταληστεύσεων, έχει σιγουρέψει την είσοδό της στη βουλή με τις δημοσκοπήσεις να της δίνουν 11-14%. Για την ώρα βέβαια η AfD, με τέτοια ποσοστά, δεν απειλεί το σχηματισμό της μελλοντικής κυβέρνησης – ιδίως αφού το γερμανικό πολιτικό σύστημα απέδειξε ότι μπορεί να προσφέρει μέσω του «μεγάλου συνασπισμού» ό,τι απαιτείται ώστε η Γερμανία να εξακολουθήσει να είναι Επικυρίαρχος στην Ευρώπη. Μπορεί όμως να απειλήσει την πρωτοκαθεδρία της Μέρκελ – αν της κόψει κι άλλες ψήφους, κι αν υποθέσουμε ότι η γερμανική Αριστερά θα φαινόταν πρόθυμη να αυτοκτονήσει (και να παραδώσει μεγάλο τμήμα της εκλογικής της βάσης στην AfD!) στηρίζοντας έναν «προοδευτικό» συνασπισμό με τους σοσιαλδημοκράτες του Σουλτς και τους Πράσινους.

 

france

Η μπόχα της διαφθοράς πνίγει τη Γαλλία

Οι τελευταίες δημοσκοπήσεις ενόψει των προεδρικών εκλογών του Απριλίου κάνουν τον υποψήφιο της Δεξιάς, τον πρώην πρωθυπουργό Φρανσουά Φιγιόν, να ιδρώνει και να ξεϊδρώνει. Και η βασική αιτία είναι ο Εμανουέλ Μακρόν, πρώην υπουργός Οικονομικών του Ολάντ και νυν «ανεξάρτητος» υποψήφιος για την προεδρία της Γαλλικής Δημοκρατίας, που φαίνεται να περνά στο δεύτερο γύρο, ή τέλος πάντων να τον απειλεί σοβαρά: οι εταιρίες δίνουν στον Μακρόν 20-23%, και στον Φιγιόν 19-22%. Όσο για την επικεφαλής της Ακροδεξιάς, την Μαρίν Λεπέν, η πρωτιά της στον πρώτο γύρο θεωρείται δεδομένη, αν και με ποσοστό «μόλις» γύρω στο 25%. Ο επίσημος πλέον υποψήφιος του Σοσιαλιστικού Κόμματος, ο Μπενουά Αμόν, δεν καταφέρνει να πλησιάσει την τριάδα – αν και, μετά την επικράτησή του στις εσωκομματικές εκλογές, τα πάει καλύτερα από τον ηττημένο ανθυποψήφιό του, τον μέχρι πρόσφατα πρωθυπουργό Μανουέλ Βαλς, με 16-18%. Ο αριστερός Μελανσόν, τέλος, πέφτει ελαφρά, με προβλέψεις για ποσοστό γύρω στο 10%.

Θα κονταροχτυπηθούν λοιπόν στο δεύτερο γύρο οι δύο… αντισυστημικοί υποψήφιοι, ο Μακρόν και η Λεπέν; Ο Απρίλης είναι ακόμη μακριά, και μέχρι τότε η σαπίλα του πολιτικού κόσμου που θέλει να «σώσει» τη Γαλλία και να «πειθαρχήσει» τους Γάλλους ίσως έχει προκαλέσει ακόμη βαθύτερους σεισμούς. Έχουμε και λέμε: ο άτεγκτος νεοφιλελεύθερος κύριος Φιγιόν (που ποτέ στη ζωή του δεν έχει κάνει «κανονική» δουλειά – γεννήθηκε πολιτικός!) ήταν το πρώτο ψάρι που βρώμισε, όταν αποκαλύφθηκε μεταξύ άλλων ότι η σύζυγός του έλαβε 600.000 ευρώ μέσα σε 8 χρόνια ως «αποσπασμένη» στο γαλλικό κοινοβούλιο (όπου δεν πάτησε ποτέ το πόδι της). Ήταν να μην αρχίσει να ξετυλίγεται το κουβάρι: 5 εκατομμύρια ευρώ, όπως έγινε γνωστό, κόστισε η χρήση του πρωθυπουργικού αεροσκάφους την εποχή που ο Φιγιόν τιμούσε το αξίωμα, καθώς το έπαιρνε για να πηγαίνει στον πύργο του και σε άλλες προσωπικές εκδρομές. Επιπλέον, ο κύριος «καθαρά χέρια» που θα μειώσει τη σπατάλη του δημόσιου τομέα, είχε ορίσει ως… νομικούς συμβούλους τα δύο παιδιά του – μόνο που τα διόρισε ενώ ήταν ακόμη φοιτητές. Συν κάτι εξαψήφια ποσά που εξακολούθησε να λαμβάνει κάθε χρόνο αφότου εγκατέλειψε την πρωθυπουργία για «λειτουργικά έξοδα», και πάει λέγοντας.

Τώρα ισχυρό τμήμα της άρχουσας τάξης (μεταξύ των οποίων πολλοί ολιγάρχες δισεκατομμυριούχοι και μεγιστάνες των ΜΜΕ) σπρώχνει τον «ανεξάρτητο» Μακρόν – παρουσιάζοντάς τον μάλιστα ως αντισυστημικό με πολύ φρέσκιες ιδέες. Μεταξύ των ιδεών αυτών περιλαμβάνεται, για παράδειγμα, η κατάργηση της αργίας της Κυριακής, και μια σειρά ακόμη «πάγια αιτήματα» των Γάλλων μεγαλοεργοδοτών. Τέλος πάντων, σε μια απελπισμένη προσπάθεια αντεπίθεσης, οι αντίπαλοι του Μακρόν αρχίζουν τώρα να βγάζουν στη φόρα και τα δικά του άπλυτα: όσο ήταν ακόμη υπουργός, λένε, χρησιμοποιούσε τον κρατικό προϋπολογισμό για την προσωπική προεκλογική εκστρατεία του – περιλαμβανομένων ταξιδιών στο Λονδίνο και τη Βηρυτό, όπου συναντήθηκε με ξένους χρηματοδότες της υποψηφιότητάς του. Όμως κάπου πρέπει να βρει κι αυτός χρήματα, δεδομένου ότι το «κόμμα» που ίδρυσε δεν έχει μέλη (πλην όσων… μπαίνουν στη σελίδα του στο διαδίκτυο). Πάντως ο Μακρόν, σε αντίθεση με τον Φιγιόν, έχει εργαστεί σκληρά στη ζωή του: μεταξύ άλλων, ήταν στέλεχος της Τράπεζας Ρότσιλντ.

Από το χορό της διαφθοράς δεν θα μπορούσε να λείπει ούτε η… έτερη αντισυστημική υποψηφιότητα, της Λεπέν. Η «υποψήφια των φτωχοποιημένων» κατηγορείται ότι προσπάθησε να αποκρύψει την πραγματική αξία της περιουσίας της σε ακίνητα (υπολογίζεται σε 4 εκατομμύρια ευρώ), καθώς και ένα μυστικό λογαριασμό στην Ελβετία με καταθέσεις σε ευρώ και σε χρυσό ύψους 2,2 εκατομμυρίων ευρώ. Επιπλέον, το κόμμα της κατηγορείται για απάτες μέσω της υπερτιμολόγησης εξόδων προεκλογικών εκστρατειών (που αποζημιώνονται από το… επάρατο Δημόσιο) και της δήλωσης υπαλλήλων του Εθνικού Μετώπου ως κοινοβουλευτικών βοηθών, με αποτέλεσμα εκατομμύρια ευρώ να καταλήγουν στα μαύρα ταμεία της Ακροδεξιάς. Έτσι πορεύεται προς τις προεδρικές εκλογές η ψευδεπίγραφη Γαλλική Δημοκρατία της κατάστασης έκτακτης ανάγκης, των ιμπεριαλιστικών επεμβάσεων, των αντιλαϊκών εκτρωματικών νόμων και, φυσικά, της διαφθοράς. Άρα δεν θα έπρεπε να προκαλεί εντύπωση η (αποσιωπούμενη αλλά πολύ υπαρκτή) αντίδραση εκατομμυρίων πολιτών: πάντα σύμφωνα με τις τελευταίες δημοσκοπήσεις, το 37% των Γάλλων δεν σκοπεύει να ψηφίσει. Και το 44% όσων δήλωσαν κάποια πρόθεση ψήφου, δηλώνουν επίσης «είναι πολύ πιθανό να αλλάξω γνώμη». Πραγματικός εφιάλτης για τους σωτήρες της Γαλλίας, ου μην και της Ευρώπης!

 

spane

Ρωγμές στο κατεψυγμένο ισπανικό κράτος;

Η πολιτική κατάσταση, μετά από τρεις εξαντλητικές εκλογικές αναμετρήσεις μέσα σ’ ένα χρόνο, σε τίποτα δεν θυμίζει την αγωνιστική ανάταση που έφερε ο μαζικός ριζοσπαστισμός των Αγανακτισμένων από το 2011. Και οι ελπίδες που θέριεψαν χάρη στην «εισβολή» των Podemos στις ευρωεκλογές του 2014 σήμερα χαροπαλεύουν. «Ό,τι και να κάνουμε, ο Ραχόι εκεί, πρωθυπουργός» φώναζε τις προάλλες θυμωμένος στις κάμερες ένας ακτιβιστής του κινήματος ενάντια στις εξώσεις οικογενειών από τις τράπεζες! Πράγματι, ο Ραχόι και το δεξιό Λαϊκό Κόμμα, σύμβολο της… μουμιοποίησης του μεταφρανκικού ισπανικού κράτους, κυβερνούν (ή τουλάχιστον έτσι παριστάνουν) τη χώρα. Δεν θα μπορούσαν να το κάνουν δίχως την πολύτιμη στήριξη των «σοσιαλιστών», που προεκλογικά ορκίζονταν ότι δεν θα στηρίξουν «ποτέ» τη Δεξιά. Αλλά ανάμεσα στο «ποτέ με τη Δεξιά» και στο «ποτέ με τους Καταλανούς, Βάσκους και λοιπούς αυτονομιστές», κάτι έπρεπε να διαλέξουν – και το ’καναν, αποδεικνύοντας για μια ακόμη φορά ότι είναι πράγματι πυλώνας του βαθέος κράτους. Βέβαια το τίμημα είναι βαρύ: μετά το «αναγκαίο» για τη στήριξη του Ραχόι εσωκομματικό πραξικόπημα, που κατέληξε στην εκπαραθύρωση του Σάντσεθ, η κομματική βάση έχει εξαφανιστεί. Έχουν απομείνει μόνο οι γραφειοκρατικοί σκελετοί, που αλληλομαχαιρώνονται ενόψει του συνεδρίου του Ιουνίου.

Πολύ νωρίτερα από τον Ιούνιο, συγκεκριμένα το επόμενο Σαββατοκύριακο, γίνεται άλλο ένα πολυαναμενόμενο συνέδριο: αυτό των Podemos. Άγνωστο αν θα συμμαζευτούν τα ασυμμάζευτα αφού, μετά την τελευταία εκλογική αναμέτρηση, ο ενδοσοσιαλιστικός καβγάς μοιάζει πταίσμα μπροστά στα κοσμητικά επίθετα που ανταλλάσσουν δημοσίως μεταξύ τους τα ηγετικά στελέχη των Podemos. Αν παραλείψουμε την πρωτοφανή ανταλλαγή προσβολών και μείνουμε στις πολιτικές διαφωνίες, ο έως τώρα νούμερο 2 του κόμματος, ο Ινίγο Ερεχόν, είναι αυτός που διακηρύττει χωρίς κόμπλεξ ότι «πρέπει πάση θυσία να κυβερνήσουμε»… Ο δε πάλαι ποτέ αδιαμφισβήτητος ηγέτης Πάμπλο Ιγκλέσιας επιχειρεί να κρατήσει ισορροπία ανάμεσα στους «κινηματικούς» και τους «κυβερνητικούς», και ταυτόχρονα να διατηρήσει τον πλήρη έλεγχο του κομματικού μηχανισμού. Μάλλον θλιβερή εξέλιξη για ένα κίνημα που γεννήθηκε μέσα από τους αγώνες και τις αγωνίες εκατομμυρίων για πραγματική δημοκρατία και δικαιοσύνη.

Από πού λοιπόν μπορεί να προέλθουν ρωγμές σε αυτό το… κατεψυγμένο μοναρχικό κράτος, όπου κυριαρχεί ένα διαπλεκόμενο και σαπισμένο σύστημα τραπεζιτών-γκάνγκστερ, εξωνημένων πολιτικών και αδίστακτων μπίζνεσμεν; Καταρχήν από την Καταλονία, όπου μια ισχυρή λαϊκή πλειοψηφία υποστηρίζει το δικαίωμα στην αυτοδιάθεση, άρα και τη διεξαγωγή σχετικού δημοψηφίσματος. Φυσικά η Μαδρίτη δεν μπορεί να το επιτρέψει, αφού θα άνοιγε τους ασκούς του Αιόλου και η ανεξαρτησία της Καταλονίας θα ήταν απλά η αρχή του ξηλώματος του κακότεχνου και ασφυκτικού για τους λαούς ισπανικού πουλόβερ: στη σειρά περιμένουν η Χώρα των Βάσκων, η Γαλικία και άλλες «επαρχίες» της Μαδρίτης. Αυτό το γνωρίζει η καταλανική ηγεσία κι έτσι τώρα επικρατεί μια ανησυχητική νηνεμία: και οι δύο πλευρές προετοιμάζονται πολιτικά και «τεχνικά». Πριν εκπνεύσει ο χρόνος, η καταλανική ανεξαρτησιακή Αριστερά θα πρέπει να κερδίσει διαδοχικά τρία μεγάλα και δύσκολα στοιχήματα: Να διεξαχθεί το δημοψήφισμα, να… κερδηθεί, και να μην κατασταλεί βίαια η δημοκρατικά ειλημμένη απόφαση των κυρίαρχων πολιτών. Μετά, όλα είναι δυνατά!

 

italy

Ιταλία: Ε, δεν έγινε και τίποτα!

Μετά το χαστούκι της μεγάλης νίκης του «Όχι» στο δημοψήφισμα για την αντιδραστική μεταρρύθμιση του ιταλικού Συντάγματος, ο επίσημος πολιτικός κόσμος παριστάνει ότι… δεν έγινε και τίποτα. Όμως οι επιπτώσεις γίνονται αισθητές, πρώτα-πρώτα στο εσωτερικό της Κεντροαριστεράς που στήριξε με νύχια και με δόντια την πρόταση του Ρέντσι. Ο πάλαι ποτέ φέρελπις νέος του συστήματος, ο εκσυγχρονιστής που είχε τη στήριξη των πάντων (από την Ουάσιγκτον ως την Κονφιντούστρια κι από τα μεγάλα ΜΜΕ ως τη… μαφία), αναγκάστηκε να παραιτηθεί. Και τώρα προσπαθεί να σώσει την ηγετική θέση του στο Δημοκρατικό Κόμμα – ίσως κι αυτό καθαυτό το κόμμα του, που απειλείται από τις παλιές αλεπούδες της Κεντροαριστεράς. Από τον Μπερσάνι και τον Βέντολα ως τον πρώην πρωθυπουργό Ντ’Αλέμα, όλοι οι πρώην «κομμουνιστές» έχουν συσπειρωθεί και ζητούν από τον Ρέντσι να τους αδειάζει τη γωνιά: «Ειδαλλιώς θα ξαναφτιάξουμε την “Ελιά” ως ευρύ και πλουραλιστικό σχήμα», απείλησε τον Ρέντσι ο Μπερσάνι… Όλοι αυτοί ονειρεύονται να επιστρέψουν στην παλιά καλή Κεντροαριστερά, που μπορούσε να πουλά φύκια για μεταξωτές κορδέλες – μόνο που ξεχνούν ότι στο μεταξύ μεσολάβησε η καταιγίδα του Ρέντσι και η λαίλαπα μιας μη διαχειρίσιμης κρίσης…

Από την άλλη ο Σαλβίνι, επικεφαλής της ακροδεξιάς Λέγκας του Βορρά, δηλώνει ότι «η Ιταλία χρειάζεται έναν ισχυρό άνδρα», προσθέτοντας: «Κατανοώ όσους νοσταλγούν τον Μουσολίνι». Δεν τολμά βέβαια να αυτοπροταθεί για το ρόλο, φοβούμενος ίσως μήπως είναι ο επόμενος στον οποίο το πόπολο θα κολλήσει το κοροϊδευτικό επίθετο που είχε… επάξια κερδίσει ο αλαζονικός Ρέντσι: Ντουτσέτο, δηλαδή Μουσολινίσκος! Πάντως, όλοι αυτοί οι θεατρινισμοί δεν φαίνεται να συγκινούν πλέον τη λαϊκή πλειοψηφία: αυτό που προβληματίζει εκατομμύρια πολιτών είναι ότι η κυβέρνηση που ηττήθηκε στο δημοψήφισμα παραμένει στη θέση της (έστω και χωρίς Ρέντσι), κι ότι η ίδια καταστροφική για την κοινωνία πολιτική εξακολουθεί να εφαρμόζεται. Αυτό τονίζουν και οι δυνάμεις που πάλεψαν πραγματικά για τη νίκη του «Όχι», από τους σεβάσμιους συνταγματολόγους ως τις εκατοντάδες μαχητικές επιτροπές βάσης του «Όχι» που ξεφύτρωσαν σαν μανιτάρια σε όλη την Ιταλία. Το στοίχημα της επόμενης περιόδου είναι να μην συνθλιβεί αυτό το ζωντανό κίνημα που ανέτρεψε τα προγνωστικά και, πέρα από το «Όχι», άρχισε να προβάλει και αιτήματα που αγγίζουν όλους τους από κάτω.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!