Του Νίκου Μαλλιάρη. Εδώ και πολλά χρόνια ακούμε την ηγεσία και τα στελέχη της Αριστεράς να επιδιώκουν επικοινωνιακά, κοινοβουλευτικά ή με την όποια κινηματική δράση να ορίσουν την περιβόητη ατζέντα στη πολιτική ζωή της χώρας.
Όμως η ζωή δεν υποτάσσεται στις όποιες επιθυμίες ή επιδιώξεις του καθενός και παίζει το δικό της παιχνίδι. Το ποδόσφαιρο ως παγκόσμιο άθλημα και θέαμα που συναρπάζει δισεκατομμύρια ανθρώπους και γενικότερα ο αθλητισμός πολύ συχνά -θετικά ή αρνητικά- υποχρεώνει και τις πολιτικές ηγεσίες να ασχοληθούν με αυτό. Είτε με τις αγωνιστικές επιτυχίες των ομάδων, είτε με τα οξυμένα προβλήματα που το κατατρώγουν (βιαιότητες, ντόπινγκ, στημένοι αγώνες, κατευθυνόμενες διαιτησίες και δικαστικές αποφάσεις, ρατσιστικές συμπεριφορές, καταλήστευση του δημόσιου χρήματος) και κάθε είδους παραβατικότητα.
Ιδιαίτερα στον τόπο μας το ποδόσφαιρο για την Αριστερά θεωρείται το «όπιο του λαού» και δεν το εντάσσει στην καθημερινή της πολιτική ενασχόληση αλλά οι ηγέτες και τα στελέχη της ασχολούνται μόνο ευκαιριακά, δημοσιοσχετίστικα, επικοινωνιακά μ’ αυτό, εκφράζοντας απλώς τις οπαδικές τους προτιμήσεις. Ο αθλητισμός και ιδιαίτερα το ποδόσφαιρο που απασχολεί και ενδιαφέρει την πλειοψηφία της νεολαίας και του λαού δεν περιέχεται στον λόγο των ηγετικών στελεχών. Μιλάμε για οικονομία, υγεία, παιδεία άντε και πολιτισμό και μέχρι εκεί.
Αντιπαλεύουμε τους πολιτικούς μας αντιπάλους και τους επιχειρηματίες που τους στηρίζουν σε όλα τα επίπεδα της δημόσιας ζωής εκτός του ποδοσφαίρου. Κι όμως, αυτοί επηρεάζουν ιδεολογικά και πολιτικά την κοινωνία, συνδυάζοντας και εξυπηρετώντας τα κομματικά, πολιτικά και οικονομικά τους συμφέροντα με το ποδόσφαιρο.
Στην περίοδο της μεταπολίτευσης, οι νεοδημοκράτες και οι ΠΑΣΟΚοι πολιτικάντηδες, διαπλεκόμενοι χέρι-χέρι με τους Βαρδινογιάννηδες, τους Νταϊφάδες τους Σωκράτηδες και κάθε καρυδιάς καρύδι παραγοντίσκο, έκαναν πάρτι στον αθλητισμό και στις δουλειές του Δημοσίου. Αλλά και όσοι φιλόδοξοι επιχειρηματίες θέλουν να εξελιχθούν ακόμη περισσότερο, μπλέκουν με τις ποδοσφαιρικές ομάδες για να προωθήσουν τα συμφέροντά τους. Κοντομηνάς, Μυτιληναίος, Μπατατούδης, Φιλίππου, Βγενόπουλος, Μαρινάκης, Ιβάν Σαββίδης, Δημήτρης Μελισσανίδης, Αγγελόπουλοι, Αλαφούζος κ.ά.
Σήμερα μιλάμε για ανάληψη της κυβερνητικής εξουσίας, μιλάμε για διαμόρφωση συμμαχιών και εξαγγέλλουμε προγράμματα, γνωρίζοντας πολύ καλά όσα προανέφερα, χωρίς όμως να καταγράφεται στον δημόσιο λόγο μας ο αθλητισμός και κατ’ επέκταση η ανάλογη με το ειδικό του βάρος στην κοινωνία παρέμβασή μας. Οι φίλαθλοι και η νεολαία χρειάζονται και περιμένουν ν’ ακούσουν και να δουν από την ίδια την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ και γενικότερα της Αριστεράς προτάσεις και συνεχείς πρωτοβουλίες που θα απαλλάξουν το ποδόσφαιρο και γενικότερα τον αθλητισμό από τις χρόνιες παθογένειές τους, κάτω από τον έλεγχο των διεφθαρμένων και διαπλεκόμενων πολιτικών και παραγόντων.
Οι φίλαθλοι και η νεολαία χρειάζεται να δουν ένα πρόγραμμα για τον αθλητισμό που στη θέση του παρηκμασμένου και χρεοκοπημένου μοντέλου του μεγαλοπαράγοντα, θα προτάσσει τη συμμετοχή τους στα κέντρα λήψης των αποφάσεων και το διαρκή τους έλεγχο, έτσι ώστε να περιέλθει στα χέρια εκείνων που τους αφορά.
Η Αριστερά οφείλει να μη «χαϊδεύει» λαϊκίστικα τα αφτιά των οπαδών που μέχρι τώρα θεωρούν πως νόμος είναι ό,τι συμφέρει τις ομάδες τους, αλλά να συνδέσει στην πράξη τον αθλητισμό με τον πολιτισμό, διαμορφώνοντας ενεργούς – σκεπτόμενους πολίτες και φιλάθλους που θα ενστερνίζονται τις πραγματικές του αξίες και όχι το κυρίαρχο μοντέλο του ανταγωνισμού και της επικράτησης με κάθε μέσο.
* Ο Νίκος Μάλλιαρης είναι πρώην Γ.Γ. του ΠΣΑΠ, μέλος του F.C. Barcelona