Πάρα πολύ συγκινητικό και ενθαρρυντικό νέο, πολύ φρέσκο, είναι ότι στο Πανεπιστήμιο της Μαριούπολης που επαναλειτούργησε, ένα πανεπιστήμιο που είναι δημιούργημα των Ελλήνων, η νέα του διεύθυνση, διορισμένη από τη ρώσικη διοίκηση, αποφάσισε να δώσει στο ίδρυμα το όνομα ενός σπουδαίου Έλληνα Μαριουπολίτη που ελάχιστοι γνωρίζουν στην Ελλάδα! Του Άρχιππου Κουιντζή του Ιωάννη, Архип Иванович Куинджи στα ρώσικα.
Ενός μεγάλου, εξαιρετικού και πάρα πολύ διάσημου Έλληνα ζωγράφου στη Ρωσία και τη Σοβιετική Ένωση, που γεννήθηκε το 1841 από Έλληνες γονείς στη Μαριούπολη! Από πολύ φτωχή οικογένεια, ο πατέρας του ήταν τσαγκάρης, ο Άρχιππος είχε από μικρός κλίση στη ζωγραφική. Με ό,τι υλικό είχε στη διάθεσή του κι όπου έβρισκε ένα κομμάτι χαρτί ή ένα καθαρό τοίχο, έκανε ζωγραφιές. Έμαθε ελληνική γραμματική από ντόπιο Έλληνα δάσκαλο, πήγε σχολείο, αλλά δούλευε κιόλας γιατί έχασε νωρίς τους γονείς του και μεγάλωνε με μια θεία του. Αγαπούσε πολύ τη Μαριούπολη και την επισκεπτόταν συχνά στη διάρκεια της ζωής του παρ’ όλο που τα ταξίδια ήταν τότε πολύ δύσκολα και χρονοβόρα. Αγάπη που φαίνεται κι από τα «νότια» έργα του, του μεγάλου ποταμού και της αχανούς στέπας που αμφότερα καταλήγουν στη Μαύρη Θάλασσα.
Πρωτότυπος
Η ζωή στη στέπα, ο Δνείπερος, η Μαριούπολη και η Κριμαία, ήταν τοπία που ερέθιζαν το ταλέντο του και τον ανέδειξαν ως τον πιο διεισδυτικό «φωτογράφο» της εξωτερικά ήρεμης και εσωτερικά άγριας φύσης της Νέας Ρωσίας και της Ουκρανίας. Μια πινελιά που δεν θορυβεί, μια γαλήνη που δεν εφησυχάζει, μια ατμόσφαιρα που αχνοϋπάρχει, μια φύση που δεν προκαλεί, μια εικόνα που η αλήθεια της δεν χρειάζεται αποδείξεις. Σπουδαίος μέσα στη σιωπή των έργων του, ο Κουιντζής αντιπαρέρχεται με αγάπη και τρυφερότητα τις κακοτοπιές. Το «λυκόφως του Κουιντζή» χαλαρώνει, δεν φοβίζει. Εντούτοις, ορισμένοι τεχνοκριτικοί εντοπίζουν σε ορισμένα έργα του βαθύτερες ανθρωπιστικές πολιτικές απόψεις που εκφράζονται με τη βαρύτητα των σκούρων χρωμάτων που χρησιμοποιεί σε φαινομενικά απολιτίκ τοπία. Συναισθήματα που συνδέονται με τις αναρίθμητες ευεργεσίες του, αλλά και τη σχέση του με τους καλλιτέχνες του Συλλόγου των Περιπλανώμενων στην Πετρούπολη. Ρομαντισμός, ιμπρεσιονισμός και ρεαλισμός εντοπίζονται στις αισθητικές διαδρομές του, που ενθουσιάζουν το κοινό στην Πετρούπολη και το Κίεβο, αλλά και το Παρίσι. Ο αριθμός των 13 χιλιάδων επισκεπτών σε μια έκθεσή του, διάρκειας δύο εβδομάδων, αποτελεί ρεκόρ εποχής στη Ρωσία.
Ξεκινώντας την μακριά πορεία του, το 1855, πήγε στη Θεοδοσία, στην Κριμαία, να βρει τον μεγάλο δάσκαλο Ιβάν Αϊβαζόφσκι που τον παρότρυνε να πάει στην Οδησσό ή την Πετρούπολη, να σπουδάσει στην Ακαδημία Τεχνών. Ο Άρχιππος γύρισε στη Μαριούπολη, μετά πήγε στην Οδησσό και στο Ταγκανρόγκ, πόλεις «ελληνικές», όπου δούλεψε δίπλα σε φωτογράφους κάνοντας ρετούς, για να φτάσει το 1865 στην Πετρούπολη, την περίλαμπρη πρωτεύουσα της Αυτοκρατορίας. Με τα πρώτα έργα του, το Συμβούλιο της Ακαδημίας του απένειμε τον τίτλο του ελεύθερου καλλιτέχνη και το 1870 έμπαινε με το σπαθί του στους υψηλούς κύκλους των πιο καταξιωμένων καλλιτεχνών.
Το 1875 πήγε στη Γαλλία, αγόρασε ένα γαμήλιο φράκο με καπέλο και πήγε στη Μαριούπολη για να παντρευτεί την αγαπημένη του Ελληνίδα Βέρα, μορφωμένη κόρη του πλούσιου έμπορα Λεόντιου Ελευθέριου Σπιριντόνοβιτς και της Ευδοκίας Σαποβάλοβα-Κετσερτζή του Παντελή. Ο γάμος έγινε στον Ιερό Ναό Γεννήσεως της Υπεραγίας Θεοτόκου, την εκκλησία στην οποία ο Άρχιππος είχε βαφτιστεί πριν από 34 χρόνια!
Μορφή
Σταδιακά, η αναγνώριση του μεγάλωνε εντυπωσιακά. Τα έργα του άρεσαν στους απλούς ανθρώπους, άρεσαν και στους αριστοκράτες. Οι τιμές τους ανέβαιναν αλματωδώς, χωρίς ο ίδιος να αλλάζει. Κρατούσε αποστάσεις, ενώ ήταν φιλικός και συνεργάσιμος. Η προσωπική του ζωή με τη Βέρα ήταν απροσπέλαστη. Ενίσχυε οικονομικά τους άπορους φοιτητές και τους φορείς που προωθούσαν τη ρώσικη τέχνη. «Ο ίδιος και η σύζυγός του ζούσαν πολύ σεμνά, δίνοντας τα περισσότερα από τα δικαιώματα από τους πίνακες ζωγραφικής σε φιλανθρωπικούς σκοπούς. Έτσι, το 1904, ο Κουιντζής δώρισε 100.000 ρούβλια στην Ακαδημία Τεχνών για την έκδοση 24 ετήσιων βραβείων και το 1909 δώρισε 150.000 ρούβλια και το κτήμα του στην Κριμαία στην Εταιρεία Καλλιτεχνών. Το ίδιο έτος, δώρισε 11.700 ρούβλια στην Αυτοκρατορική Εταιρεία για την Ενθάρρυνση των Τεχνών και για ένα βραβείο στη ζωγραφική τοπίου.» Τα μεγάλα αυτά ποσά δεν ήταν τα μόνα. Λέγεται ότι στην κηδεία του, το 1910, στην Πετρούπολη, μαζί με τους επιφανείς παραβρέθηκαν πολλοί φτωχοί τους οποίους συντηρούσε αθόρυβα.
Από το 1894 ως το 1897 ήταν καθηγητής, επικεφαλής του εργαστηρίου τοπίου της Ανώτερης Σχολής Καλών Τεχνών στην Αυτοκρατορική Ακαδημία Τεχνών. Και στη συνέχεια αρνήθηκε να γίνει πρύτανης της Σχολής. Αγόρασε ένα μεγάλο κτήμα 245 στρεμμάτων στην Κριμαία και έζησε εκεί με τη Βέρα, σε μια καλύβα, συνεχίζοντας να ζωγραφίζει αριστουργήματα και ερμηνεύοντας μουσικές συνθέσεις με τη σύντροφό του στο πιάνο και τον ίδιο στο βιολί.Ασχολήθηκε και με τη θεραπεία πτηνών. Το περιοδικό Niva ανέφερε ότι «έκανε ένα θαύμα χειρουργικής τεχνικής. Έραψε ένα κομμάτι από το καλύτερο μεταξωτό ύφασμα στο κατεστραμμένο φτερό μιας πεταλούδας, ζωγραφίζοντας το με ακουαρέλες. Και η πεταλούδα, ξαπλωμένη αβοήθητη στη γυάλινη οροφή του εργαστηρίου του, πέταξε μακριά με ένα ανανεωμένο φτερό.»Δεν έλειψαν, βέβαια, και οι αντιδικίες. Από την αντιγραφή έργων του μέχρι την αμφισβήτηση της ταυτότητας του. Όταν κάποιος επώνυμος προσπάθησε να τον μειώσει γράφοντας ότι είναι Εβραίος, η απάντησή του ήταν σαφής και κατηγορηματική: «Οι πρόγονοί μου είναι Έλληνες, οι οποίοι, υπό την αυτοκράτειρα Αικατερίνη, μετακόμισαν από τη νότια ακτή της Κριμαίας και ίδρυσαν την πόλη της Μαριούπολης και 24 χωριά.»
Και, βέβαια, ως μία από τις μεγαλύτερες μορφές της ρώσικης ζωγραφικής, θεωρείται παγκοσμίως Ρώσος ελληνικής καταγωγής.
Και είναι πολύ επίκαιρο, για λόγους πολιτικής εκμετάλλευσης, να αναφέρεται ως Ουκρανός όχι μόνο από τους εθνικιστές Ουκρανούς, που επικαλούνται σημαντικά έργα του με ουκρανικά τοπία, αλλά και από τους φιλοπόλεμους Αμερικάνους του Metropolitan Museum of Art στη Νέα Υόρκη που άλλαξαν την εθνικότητα του ζωγράφου κάτω από ένα πίνακα κάνοντάς τον αυθαίρετα από «Ρώσο» «Ουκρανό»!
Τιμή
Η σύνδεση του ονόματος του Κουιντζή με το Κρατικό Πανεπιστήμιο της Μαριούπολης είναι, σε μια πολύ κρίσιμη ιστορική στιγμή που όλα έχουν ρευστοποιηθεί, πολύ μεγάλη τιμή και δικαίωση για τον Ελληνισμό, που έβγαλε σπουδαίους διανοούμενους και καλλιτέχνες οι οποίοι κοσμούν με την ιστορία και τα έργα τους τη Μαριούπολη και όλη την αζοφική περιοχή. Και είναι μια πολύ χειροπιαστή ένδειξη ότι οι νέες αρχές θα προσπαθήσουν να στηρίξουν έμπρακτα την ανασυγκρότηση του Ελληνισμού στη Μαριούπολη. Δηλαδή, αυτή η επιλογή έχει πολύ μεγάλο συμβολισμό σε θετική κατεύθυνση που ελπίζω και εύχομαι να είναι μόνο η αρχή.
Γιατί στη Μαριούπολη, το Πανεπιστήμιο είναι ο μεγάλος μορφωτικός, ιστορικός και πολιτιστικός φάρος της πόλης και της ευρύτερης περιοχής. Ήταν το καμάρι όχι μόνο των Ελλήνων, αλλά και όλων των κατοίκων ανεξαρτήτως εθνικότητας. Ένας μεγάλος πυλώνας για τη στήριξη και εδραίωση της ελληνικότητας της πόλης. Το Πανεπιστήμιο έπαθε πολύ σοβαρές ζημιές από τις εχθροπραξίες, αλλά ξαναφτιάχνεται και ήδη επαναλειτουργεί.
Δυστυχώς, μετά το 2014 που άρχισε η εντατική ουκρανοποίηση, αποχώρησε ο ιδρυτής και πρύτανης του Πανεπιστημίου Κωνσταντίνος Μπαλαμπάνοφ, αντιπρόεδρος της Ομοσπονδίας των Ελληνικών Συλλόγων της Ουκρανίας, και σταδιακά συρρικνώθηκε το ακμαιότατο τμήμα των ελληνικών σπουδών, το μεγαλύτερο στον κόσμο, που είχε 400 φοιτητές στο τμήμα ελληνικής γλώσσας και λογοτεχνίας, και πολλούς άλλους φοιτητές σε άλλα τμήματα που μάθαιναν ελληνικά ως ξένη γλώσσα, με 40 διδάσκοντες, ντόπιους, ελληνικής, ουκρανικής και ρώσικης καταγωγής, που έγιναν από αγάπη Ελληνιστές.
Πηγές
Архип Иванович Куинджи (1841-1910), Лев Яруцкий, Марыуполь, 1998
Alina Yefimova, Tretyakov Gallery Magazine, 2018
Николай Константинович Рерих, Συλλεκτικά έργα, 1914
Смех и грех, Мир искусства, 1904
Архип Иванович Куинджи, Википедии, 2023
The Great Russian Encyclopedia