Πολλά τα ερωτηματικά από την αδιαφορία της Πολιτείας για να στηριχτεί η 12χρονη και η οικογένεια της, την τιμωρητική στάση του κράτους και των επίσημων ΜΜΕ απέναντι στην ανήλικη, τη μητέρα της και συνολικά την οικογένεια αλλά και την έλλειψη διάθεσης από τις αρχές για να εξιχνιαστεί σε βάθος η υπόθεση
Τη Δευτέρα 10 Ιουλίου η «Επιτροπή Αλληλεγγύης στην 12χρονη» παραχώρησε συνέντευξη Τύπου στα γραφεία του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών, σχετικά με την υπόθεση του βιασμού και μαστροπείας της 12χρονης στον Κολωνό. Στη συνέντευξη Τύπου συμμετείχαν οι δικηγόροι του ανήλικου κοριτσιού, Ασπασία Ταραχοπούλου και Αντωνία Λεγάκη, ο Γιώργος Νικολαϊδης, ψυχίατρος και επικεφαλής της Διεύθυνσης Ψυχικής Υγείας και Κοινωνικής Πρόνοιας στο Ινστιτούτο Υγείας Παιδιού, ο Θόδωρος Μεγαλοοικονόμου, ψυχίατρος και μέλος της Επιτροπής Αλληλεγγύης και η Τατιάνα Χαλικιά, εκπαιδευτικός και, επίσης, μέλος της Επιτροπής Αλληλεγγύης. Τη συνέντευξη Τύπου τη συντόνισε η δημοσιογράφος Άννα Νίνη από το omniatv. Η συνέντευξη Τύπου ήταν αποκαλυπτική ως προς την αδιαφορία της Πολιτείας για να στηριχτεί η 12χρονη και η οικογένεια της, την τιμωρητική στάση του κράτους και των επίσημων ΜΜΕ απέναντι στην ανήλικη, τη μητέρα της και συνολικά την οικογένεια αλλά και την έλλειψη διάθεσης από τις αρχές για να εξιχνιαστεί σε βάθος η υπόθεση.
Ασπασία Ταραχοπούλου: «Τιμωρία η απαγόρευση επικοινωνίας με τη μητέρα»
Η μία εκ των δικηγόρων της 12χρονης, Ασπασία Ταραχοπούλου, ήταν η πρώτη που πήρε τον λόγο και τόνισε πως «από τότε που αποκαλύφθηκε η υπόθεση της σεξουαλικής κακοποίησης του 12χρονου κοριτσιού στον Κολωνό, το κράτος δεν έχει καταφέρει και δεν έχει φροντίσει επαρκώς να στηρίξει το παιδί και την οικογένεια του, ούτε ψυχολογικά ούτε οικονομικά. Εκτός από το ότι έχουν παραβιαστεί όλα τα δικαιώματα του παιδιού όπως προβλέπεται από τη Διεθνή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Παιδιού που έχει κυρωθεί με νόμο από το ελληνικό κράτος από το 1992, δεν έχει εφαρμοστεί τίποτα. Δεν έχουν ληφθεί τα αναγκαία μέτρα, ώστε αργότερα να πάει το παιδί στο σχολείο του, να μην είναι δακτυλοδεικτούμενο.» Επίσης αναφέρθηκε και στην κοινοποίηση των στοιχείων της 12χρονης από την πρώην υφυπουργό Δόμνα Μιχαηλίδου αφήνοντας την έτσι «απροστάτευτη».
Ακόμα ανέφερε χαρακτηριστικά ότι «ενώ υπάρχει παιδοψυχιατρική έκθεση από δημόσιο νοσοκομείο ότι το παιδί πρέπει να βλέπει τη μάνα του και θα του κάνει καλό. Η μόνη στήριξη που έχει το παιδί είναι ότι βλέπει την παιδοψυχίατρο μια φορά την εβδομάδα, 50 χιλιόμετρα μακριά. Ελλιπέστατο μέτρο, χρειάζεται καθημερινή παρακολούθηση με τόσο βαριά τραύματα που κουβαλάει.»
Τόνισε ότι «λειτουργεί σαν τιμωρία η απαγόρευση επικοινωνίας με τη μητέρα του, χωρίς αιτιολογία και νομικό έρεισμα. Από την αρχή της υπόθεσης έως σήμερα, το παιδί έχει δει δύο φορές τη μητέρα του. Μετά από πολλές προσπάθειες δικές μου και της Αντωνίας Λεγάκη, καταφέραμε να επιτραπεί στο παιδί να δει τη μητέρα του στην τελευταία του κατάθεση αυστηρά για 10 λεπτά, έχει γίνει αίτημα στην εισαγγελία των φυλακών από 17 Μαΐου, έχουμε ζητήσει το λόγο, γιατί το παιδί απαγορεύεται να δει τη μάνα του και να το αιτιολογήσει και μέχρι σήμερα δεν έχουμε καμία απάντηση. Έχουμε κάνει και διάβημα στο Συνήγορο του Πολίτη, ο οποίος έχει κάνει μεγάλες προσπάθειες και πάρα πολλές πιέσεις προς τις φυλακές για να έχει κάποια απάντηση».
Αντωνία Λεγάκη: «Κρίσιμη μάρτυρας δεν εκλήθη να καταθέσει»
Κατόπιν πήρε τον λόγο η Αντωνία Λεγάκη, επίσης δικηγόρος της 12χρονης, η οποία κατήγγειλε ότι δεν κλήθηκε να καταθέσει μια κρίσιμη μάρτυρας που φέρεται να σχετίζεται με το κύκλωμα μαστροπείας. Ακόμα τόνισε ότι η αστυνομία προσφάτως ανακοίνωσε την εξάρθρωση ενός κυκλώματος trafficking στο οποίο συμμετείχε αυτή η κρίσιμη μάρτυρας και ήταν ιδιοκτήτρια σε έναν από τους οίκους ανοχής που κατήγγειλε η 12χρονη ότι την εξέδιδε ο Ηλίας Μίχος. Χαρακτηριστικά είπε ότι «ο άνθρωπος που είχε τον οίκο ανοχής, ήταν γνωστός στις αρχές και ήδη από τότε που γινόταν η δίκη για την υπόθεση της Ηλιούπολης, στην οποία υπόθεση το εκεί αιχμάλωτο κορίτσι, είχε καταγγείλει τον ίδιο άνθρωπο αλλά ούτε η αστυνομία, ούτε η δικαιοσύνη κάλεσαν τον συγκεκριμένο άνθρωπο έστω για κατάθεση και σήμερα αυτός έχει συλληφθεί, κατηγορείται για διεθνείς απαγωγές γυναικών, αφού είχε αιχμάλωτες τουλάχιστον 50 κοπέλες κυρίως, από την Κολομβία».
Μάλιστα έθεσε το ερώτημα ότι «γιατί για άλλη μια φορά η αστυνομία δεν πίστεψε και δεν άκουσε το παιδί, γιατί η ανάκριση δεν άκουσε το παιδί; Γιατί δεν ερευνήθηκαν οι καταγγελίες του παιδιού; Πότε και με ποιο τρόπο η Πολιτεία θα προστατέψει αυτό το παιδί, ώστε όλα τα παιδιά που τυχόν βρίσκονται σε αυτή τη θέση να ενθαρρυνθούν να καταγγείλουν και να μην υπάρχει αυτό το παιδί ως παράδειγμα, ότι όποιος μιλάει αυτό που μπορεί να πάθει είναι να βρίσκεται κάπου μακριά χωρίς μάνα, χωρίς πατέρα, χωρίς οικογένεια και να του επιτίθενται και να ζει υπό το φόβο της επόμενης επίθεσης. Αυτό είναι το μήνυμα της Πολιτείας, ότι τίποτε άλλο δεν θα καταφέρετε αν μιλήσετε».
Κλείνοντας, τόνισε την αδιαφορία της Πολιτείας, λέγοντας ότι «το πρώτο πράγμα που θα σκεφτόταν κάθε λογικός πολίτης οποιασδήποτε χώρας, όταν ένα παιδί έχει υποστεί τέτοια τραγικά βασανιστήρια για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα, κάτω από τη μύτη όλων των αρχών, είναι τι έκανε η πολιτεία τη στιγμή της αποκάλυψης. Πρώτον, η φρούρηση του παιδιού μετά από τεράστιες δικές μας προσπάθειες είχε επιτευχθεί μετά από πολλαπλές προσπάθειες να χτυπηθεί, να σκοτωθεί, να τρομοκρατηθεί, και έχει καταστεί διακοσμητική. Όσες φορές αναζητείται ο αστυνομικός σε διάφορες ώρες της ημέρας, άλλοτε είναι άλλοτε δεν είναι. Ο φρουρός μένει στο σπίτι ακόμα και όταν φεύγει από το σπίτι το παιδί».
Γιώργος Νικολαΐδης: «Σαν το μήνυμα της Πολιτείας να είναι, καλύτερα να κρατάτε ραμμένο το στόμα σας»
Έπειτα πήρε τον λόγο ο Γιώργος Νικολαΐδης, ψυχίατρος και επικεφαλής της Διεύθυνσης Ψυχικής Υγείας Ινστιτούτου Υγείας Παιδιού, που είπε χαρακτηριστικά ότι είναι «σαν η Πολιτεία να θέλει να εκπέμψει το μήνυμα στα όποια θύματα, καλύτερα να το κρατάτε ραμμένο το στόμα σας, χειρότερα θα τα κάνετε εάν μιλήσετε. Και αυτό πρέπει να αλλάξει εδώ και τώρα», συμφωνώντας ουσιαστικά με τις τοποθετήσεις των δικηγόρων της 12χρονης.
Ακόμα είπε ότι «ένα παιδί θύμα χρειάζεται πρώτον να αισθανθεί ασφάλεια. Δεν έχει κανένα νόημα να γίνονται διαδικασίες, είτε δικανικές είτε θεραπευτικές, όταν το παιδί νιώθει ότι κινδυνεύει ανά πάσα στιγμή, τον ενεστώτα χρόνο. Το σύστημα έχει αποτύχει να παρέχει ένα αίσθημα ασφάλειας από τη στιγμή της αποκάλυψης μέχρι τώρα. Δεύτερον, λέει η θεωρία και η πρακτική σε πάρα πολλές χώρες του κόσμου, να γίνεται μία και μόνη δικανική συνέντευξη με όλους τους εμπλεκόμενους παρόντες, όσο το δυνατόν συντομότερα στην πρώτη αποκάλυψη του παιδιού και με ένα πρότυπο τρόπο με βάση διεθνή πρωτόκολλα δικανικής συνέντευξης ανηλίκων θυμάτων ή μαρτύρων. Τι έχουμε εδώ; Έξι ή εφτά. Είναι αμέτρητες, πολύωρες και εξαντλητικές πια οι καταθέσεις του παιδιού».
Πρόσθεσε ότι τα πράγματα έπρεπε και πρέπει να γίνουν εντελώς διαφορετικά, ότι δηλαδή χρειαζόταν μια «επανορθωτική εμπειρία, δηλαδή ένα παιδί θύμα με το που παίρνουμε τη μία και μόνο δικανική συνέντευξη, το πάμε κάπου ώστε να ζήσει την παιδική ηλικία όπως προβλέπεται ότι θα έπρεπε να είναι, όχι μέσα στη βία, μέσα στη θυματοποίηση, μέσα στο φόβο, μέσα στον κίνδυνο. Εδώ τα παραδείγματα δεν είναι λίγα ότι συμβαίνει το αντίθετο. Και τέλος χρειάζεται ένα συνεκτικό θεραπευτικό πρόγραμμα. Το πρόγραμμα πλαισίωσης δεν είναι μόνο μια στεγνή κλινική προσέγγιση. αλλά πρέπει να είναι ένα ολόπλευρο πρόγραμμα που να περιλαμβάνει τις κοινωνικές ανάγκες του παιδιού και της οικογένειας, τις εκπαιδευτικές ανάγκες, τις ανάγκες κοινωνικής επανένταξης του».
Θ. Μεγαλοοικονόμου: «Υπάρχει μια συμμαχία δυνάμεων, αστυνομίας και δικαιοσύνης, και τα πληρώνει η συγκεκριμένη οικογένεια»
Ο Θόδωρος Μεγαλοοικονόμου, ψυχίατρος, τόνισε ότι «η μητέρα είχε φτάσει στο σημείο να κρατάει μόνη της την οικογένεια, να δουλεύει, να τρέχει γύρω-γύρω και τελικά φτάνουμε στο σημείο να της λέμε “φταις για την αμέλεια που έδειξες”, ενώ έχει οκτώ παιδιά, το κάθε ένα με τα δικά του ιδιαίτερα προβλήματα, με ένα σύζυγο ο οποίος ήταν με πολύ σοβαρά προβλήματα, με διπλή διάγνωση, που δεν ήταν σε θέση να βοηθήσει την οικογένεια. Πρόκειται για μια οικογένεια πλήρως εγκαταλελειμμένη από ένα κράτος που ήταν αυτό που, από τη μία οδηγεί τις οικογένειες και ένα μέρος του πληθυσμού στον πάτο της κοινωνίας και από την άλλη οικοδομεί τα δίκτυα της μαστροπείας.»
Κατόπιν είπε πως «υπάρχει μια συμμαχία δυνάμεων, αστυνομίας και δικαιοσύνης, και τα πληρώνει η συγκεκριμένη οικογένεια. Κρατάνε τη μητέρα, ενώ έχουν αφήσει πίσω κανονικούς βιαστές, δολοφόνους αστυνομικούς κ.λπ., με την υποψία να ευθύνεται σε ένα μικρό βαθμό η μητέρα για αμέλεια. Την κρατάει μέσα ακριβώς σε μια λογική να μοιράσει τις ευθύνες ανάμεσα στον Μίχο και τη μητέρα, ότι σε κάποιο βαθμό υπήρχε και μια συνεργασία ανάμεσα τους».
Και τέλος, τόνισε για το πόσο σημαντική είναι η υποστήριξη από την Επιτροπή Αλληλεγγύης προς την οικογένεια λέγοντας χαρακτηριστικά ότι «αν δεν υπήρχε η βοήθεια που δίνει η επιτροπή αλληλεγγύης, τα χρήματα τα οποία μαζεύει για να ενισχύει την οικογένεια, θα ήταν αδύνατη η στοιχειώδης επιβίωση της».
Τατιάνα Χαλικιά: «Διαπομπεύουν την οικογένεια»
Τέλος μίλησε η Τατιάνα Χαλικιά, εκπαιδευτικός και μέλος της Επιτροπής Αλληλεγγύης, η οποία μίλησε για την πρώτη φόρα που τα μέλη της οικογένειας του θύματος ήρθαν σε επαφή με τα μέλη της Επιτροπή Αλληλεγγύης: «ακούσαμε τη σπαρακτική φωνή ενός από τα παιδιά της οικογένειας: “Θα μας διαλύσουν. Έχουν όλα τα μέσα”. Φόβοι που δυστυχώς δικαιώθηκαν». Ακόμα ανέφερε χαρακτηριστικά ότι «παρακολουθήσαμε το επόμενο διάστημα μια μεγάλη μερίδα από τα κανάλια να έχουν στρατοπεδεύσει έξω από το σπίτι της οικογένειας του θύματος και όχι έξω από το σπίτι του κατηγορούμενου για παιδοβιασμό. Να τροφοδοτούν με πιπεράτες λεπτομέρειες, από τις καταθέσεις του παιδιού, το κοινό και να διαπομπεύουν την οικογένεια, μια φτωχή, πολύτεκνη οικογένεια οκτώ παιδιών, απέναντι σε έναν κατηγορούμενο σε μαστροπεία και βιασμό, επιφανή άντρα της τοπικής κοινωνίας, φωτογραφημένο με ισχυρά πολιτικά πρόσωπα, με εμπλοκή στην τοπική αυτοδιοίκηση, επίτροπο της εκκλησίας».
Μ.Α.