των Ρόντα Ραμίρο και Σάρα Ραϊμούντο*
Στις 6 Αυγούστου 1945, οι Ηνωμένες Πολιτείες έριξαν μια ατομική βόμβα στη Χιροσίμα. Η πυρηνική έκρηξη, η ακτινοβολία και οι πυρκαγιές που προκλήθηκαν σκότωσαν αμέσως 90.000 ανθρώπους, με τον αριθμό των νεκρών να ξεπερνά τις 100.000 μέχρι το τέλος του 1945. Μόλις τρεις ημέρες αργότερα, στις 9 Αυγούστου, οι ΗΠΑ χτύπησαν ξανά, καταστρέφοντας το Ναγκασάκι. Η έκρηξη σκότωσε αμέσως 40.000 άτομα, ενώ άλλα 70.000 πέθαναν μέχρι το τέλος του έτους από εγκαύματα, τραύματα και δηλητηρίαση από ακτινοβολία. Δεκάδες χιλιάδες ακόμη υπέκυψαν αργότερα από ασθένειες που προκλήθηκαν από τη ραδιενέργεια. Ακόμη και 80 χρόνια μετά, οι επιζώντες και οι απόγονοί τους συνεχίζουν να υποφέρουν από τις φρικτές συνέπειες των βομβαρδισμών: καρκίνους, γενετικές ανωμαλίες…
Οι βομβαρδισμοί της Χιροσίμα και του Ναγκασάκι δεν ήταν πράξεις πολέμου, αλλά αδίστακτα πειράματα μαζικής δολοφονίας. Οι ΗΠΑ σκόπιμα επέλεξαν αυτές τις πόλεις, που είχαν μείνει σχετικά ανεπηρέαστες από προηγούμενους βομβαρδισμούς, για να δοκιμάσουν τη καταστροφική δύναμη του νέου τους όπλου σε έναν άμαχο πληθυσμό. Αυτή παραμένει μια από τις πιο ακραίες πολεμικές επιθέσεις στην ιστορία, ένα κραυγαλέο παράδειγμα της βάρβαρης ιμπεριαλιστικής βούλησης των ΗΠΑ.
Από το 1945, ο μεγαλύτερος μοχλός της πυρηνικής διάδοσης είναι ο ίδιος ο αμερικανικός ιμπεριαλισμός. Από τον ψυχρό πόλεμο με τη Σοβιετική Ένωση μέχρι τα τρία μέτωπα του σημερινού πολέμου, οι ΗΠΑ έχουν επανειλημμένα χρησιμοποιήσει το πυρηνικό τους οπλοστάσιο ως μέσο εκφοβισμού για να καταστείλουν τους αντιπάλους τους. Αυτή η στρατηγική έχει μόνο ενισχύσει την πεποίθηση ότι η πυρηνική αποτροπή μπορεί να είναι η μόνη αξιόπιστη εγγύηση ενάντια στην αμερικανική επιθετικότητα. Η πρόσφατη ιστορία υπογραμμίζει αυτή την πραγματικότητα, από την καταστροφή της Λιβύης (μιας χώρας που εγκατέλειψε το πυρηνικό της πρόγραμμα το 2003) από τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ το 2011, έως τις πρόσφατες επιθέσεις των ΗΠΑ και του Ισραήλ εναντίον ιρανικών πυρηνικών εγκαταστάσεων πολιτικής χρήσης.
Τα σημερινά πυρηνικά σημεία ανάφλεξης αντανακλούν την ευρύτερη στρατιωτική στρατηγική των ΗΠΑ και τον αγώνα τους να είναι η μοναδική ηγεμονική ιμπεριαλιστική δύναμη στον κόσμο. Και τα τρία μέτωπα χαρακτηρίζονται από την απειλή των πυρηνικών όπλων: η Ανατολική Ευρώπη εναντίον της Ρωσίας, η συμμαχία ΗΠΑ-Ισραήλ-Κόλπου-Τουρκίας εναντίον του Ιράν, και ένα σιδηρούν δίκτυο συμμαχιών των ΗΠΑ στον Ειρηνικό με στόχο την Κίνα και τη Λ.Δ. Κορέας…
Οι ΗΠΑ και το Ισραήλ εναντίον του Ιράν
Πουθενά δεν είναι πιο κραυγαλέα αυτή η στρατηγική από την εκστρατεία των ΗΠΑ και του Ισραήλ εναντίον του Ιράν. Παρά την τήρηση των διεθνών πυρηνικών συμφωνιών από το Ιράν, η Ουάσιγκτον και το Τελ Αβίβ έχουν επανειλημμένα σαμποτάρει το πολιτικό πυρηνικό πρόγραμμα της χώρας μέσω δολοφονιών επιστημόνων και ανοιχτών στρατιωτικών επιθέσεων, ενώ ταυτόχρονα παρουσιάζουν ψευδώς το Ιράν ως τον επιτιθέμενο. Αυτές οι ενέργειες αποκαλύπτουν τον πραγματικό στόχο: τη συντριβή κάθε έθνους που αμφισβητεί την ηγεμονία των ΗΠΑ και του σιωνισμού στη Δυτική Ασία.
Οι πυρηνικές διαπραγματεύσεις μεταξύ του Ιράν και των δυτικών δυνάμεων έχουν αποτύχει συστηματικά να αντιμετωπίσουν τη θεμελιώδη ανισορροπία στην εφαρμογή της πυρηνικής πολιτικής. Ενώ το Ιράν έχει τηρήσει τις δεσμεύσεις του στο πλαίσιο της Συνθήκης για τη Μη Διάδοση των Πυρηνικών Όπλων (NPT), συμπεριλαμβανομένης της πλήρους συνεργασίας με τις επιθεωρήσεις του Διεθνούς Οργανισμού Ατομικής Ενέργειας, οι διαπραγματεύσεις έχουν επικεντρωθεί κυρίως στον περιορισμό του πολιτικού πυρηνικού προγράμματος του Ιράν. Είναι αξιοσημείωτο ότι, ενώ οι ειρηνικές πυρηνικές δραστηριότητες του Ιράν υπόκεινται σε εντατική επιτήρηση, το πυρηνικό οπλοστάσιο του Ισραήλ παραμένει εκτός οποιουδήποτε ελέγχου.
Η αποχώρηση των ΗΠΑ από το Κοινό Ολοκληρωμένο Σχέδιο Δράσης (JCPOA) το 2018 και το επακόλουθο καθεστώς κυρώσεων καταδεικνύουν τον τρόπο με τον οποίο τα διπλωματικά πλαίσια, υπό την ηγεσία των ιμπεριαλιστών, χρησιμοποιούνται για ιδιοτελείς πολιτικούς στόχους αντί να λειτουργούν ως γνήσιοι μηχανισμοί για τη μη διάδοση των πυρηνικών όπλων. Αυτή η ασύμμετρη επιβολή των κανόνων μη διάδοσης υπονομεύει την αξιοπιστία των διεθνών θεσμών και ενισχύει την αντίληψη ότι η εφαρμογή τους είναι επιλεκτική και βασίζεται σε γεωπολιτικές συμμαχίες. Οι υποκριτικές προειδοποιήσεις για «διάδοση των πυρηνικών όπλων» ακούγονται κενές όταν απευθύνονται στο Ιράν και όχι στις ΗΠΑ, που δημιούργησαν και διέδωσαν αυτά τα όπλα για να επιβάλουν την παγκόσμια κυριαρχία τους.
Οι ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ κατά της Ρωσίας
Στο αποκορύφωμα του Ψυχρού Πολέμου, οι ΗΠΑ και η ΕΣΣΔ υπέγραψαν τη Συνθήκη για τις Πυρηνικές Δυνάμεις Μεσαίου Βεληνεκούς (INF) το 1987 και τη Συνθήκη για τη Μείωση των Στρατηγικών Όπλων (START I) το 1991, μειώνοντας δραστικά τη διάδοση των αμερικανικών και σοβιετικών πυρηνικών όπλων.
Σήμερα, στο μέτωπο της Ανατολικής Ευρώπης, όπως και στην εποχή της αντιπαράθεσης του Ψυχρού Πολέμου μεταξύ της Σοβιετικής Ένωσης και των ΗΠΑ, η κρίση είναι εξίσου ασταθής. Οι ΗΠΑ έχουν τοποθετήσει περίπου 200 τακτικά πυρηνικά όπλα σε Ιταλία, Γερμανία, Τουρκία, Βέλγιο και Ολλανδία, ενώ η Ρωσία έχει αναπτύξει περίπου 2.000 πυρηνικές κεφαλές, αυξάνοντας δραματικά τον κίνδυνο κλιμάκωσης της τρέχουσας σύγκρουσης στην Ουκρανία σε πυρηνικό πόλεμο. Αυτά τα «τακτικά πυρηνικά όπλα» έχουν σχεδιαστεί για χρήση μικρής εμβέλειας με μικρότερη εκρηκτική ισχύ, αλλά εξακολουθούν να είναι εξαιρετικά καταστροφικά.
Η κυβέρνηση Τραμπ αποχώρησε μονομερώς από τη Συνθήκη INF το 2017, καταργώντας ένα σημαντικό μέτρο ελέγχου των όπλων που συνέβαλε στην επιβράδυνση της κούρσας των εξοπλισμών. Τώρα, ο Τραμπ απειλεί να μην ανανεώσει τη νέα συνθήκη START όταν λήξει το 2026, γεγονός που θα αφήσει τις ΗΠΑ και τη Ρωσία χωρίς μέτρα ελέγχου των όπλων για να συγκρατήσουν την αμερικανική πυρηνική επιθετικότητα για πρώτη φορά από τον Ψυχρό Πόλεμο.
Οι συμμαχίες των ΗΠΑ και του Ειρηνικού κατά της Κίνας και της Λ.Δ. Κορέας
Το πυρηνικό πρόγραμμα της ΛΔΚ είναι μια άμεση απάντηση σε δεκαετίες εχθρότητας των ΗΠΑ, ένα μέσο αποτροπής που σφυρηλατήθηκε στη φωτιά των απειλών και του άμεσου πολέμου κατά του λαού της. Κατά τη διάρκεια του Πολέμου της Κορέας (1950-53), οι βομβαρδισμοί των ΗΠΑ σκότωσαν το 20% του πληθυσμού της Βόρειας Κορέας και κατέστρεψαν περισσότερες πόλεις από ό,τι στην Ιαπωνία ή τη Γερμανία κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου – σε σημείο ώστε οι Αμερικανοί στρατηγοί παραδέχτηκαν ότι «δεν υπάρχουν πλέον στόχοι στην Κορέα»…
Σήμερα, οι ΗΠΑ κλιμακώνουν τις εντάσεις με απερίσκεπτες στρατιωτικές ασκήσεις κοντά στα σύνορα της ΛΔΚ, αναπτύσσοντας ακόμη και βομβαρδιστικά αεροσκάφη B-1B ικανά για πυρηνικές επιθέσεις. Η ΛΔΚ έχει επανειλημμένα προσφερθεί να σταματήσει τις δοκιμές πυραύλων, τις οποίες έχει αυξήσει από το 2022, σε αντάλλαγμα για τον τερματισμό αυτών των προκλήσεων, αλλά αγνοήθηκε και δέχτηκε περισσότερες απειλές. Από την ανακωχή του πολέμου της Κορέας το 1953, οι ΗΠΑ αρνούνται να υπογράψουν ειρηνευτική συνθήκη ή να ομαλοποιήσουν τις σχέσεις τους με την ΛΔΚ. Δεκάδες χιλιάδες αμερικανικά στρατεύματα, πύραυλοι με πυρηνική ικανότητα και όπλα μαζικής καταστροφής παραμένουν σταθμευμένα σε 15 βάσεις της Νότιας Κορέας, ένα μόνιμο μαχαίρι στραμμένο προς τη Βόρεια Κορέα. Είναι σαφές ότι η ΛΔΚ δεν θα μειώσει την ικανότητά της να κατασκευάζει και να χρησιμοποιεί πυρηνικά όπλα χωρίς σοβαρές παραχωρήσεις από τις ΗΠΑ…
Με τη στρατιωτική «στροφή προς τον Ειρηνικό» που ανακοίνωσε ο Ομπάμα το 2012, οι ΗΠΑ έχουν επίσης χαρακτηρίσει την οικονομική και στρατιωτική ανάπτυξη της Κίνας ως «επιθετική», τροφοδοτώντας έναν νέο Ψυχρό Πόλεμο που ενέχει τον κίνδυνο καταστροφικής και πυρηνικής σύγκρουσης. Εξοπλίζοντας την Ταϊβάν, επεκτείνοντας τις στρατιωτικές συμμαχίες με την Ιαπωνία, τη Νότια Κορέα, την Αυστραλία και τις Φιλιππίνες και διεξάγοντας προκλητικές πολεμικές ασκήσεις στη Νότια Σινική Θάλασσα, η Ουάσιγκτον κλιμακώνει συστηματικά τις εντάσεις. Αυτές οι ενέργειες, από την ανάπτυξη στρατευμάτων έως τις κοινές ασκήσεις κοντά στα σύνορα της Κίνας, δεν είναι αμυντικές αλλά εμπρηστικές, ωθώντας τον κόσμο προς έναν πιθανό παγκόσμιο πόλεμο.
Συμπέρασμα
Οι ΗΠΑ έφεραν τα πυρηνικά όπλα στον κόσμο, και στη συνέχεια αποφάσισαν να οπλίσουν με αυτά τους συμμάχους τους και να προσπαθήσουν να τα χρησιμοποιήσουν για να επιβάλουν τη βούλησή τους όπου θέλουν. Η ιστορία των πυρηνικών όπλων, από τη Χιροσίμα και το Ναγκασάκι μέχρι τα τρία σύγχρονα μέτωπα του πολέμου υπό την ηγεσία των ΗΠΑ, αποκαλύπτει τη θεμελιώδη αντίφαση του πυρηνικού πολέμου: ενώ οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις χρησιμοποιούν τα ατομικά όπλα για να απειλούν και να κυριαρχούν, τα αντιιμπεριαλιστικά κράτη τα έχουν αναπτύξει για να αποτρέψουν περαιτέρω πόλεμο εναντίον του λαού τους.
Η πολεμική μηχανή υπό την ηγεσία των ΗΠΑ βρίσκεται στην κορυφή του ιμπεριαλιστικού συστήματος εδώ και δεκαετίες, αποτελώντας έτσι τον κύριο υπεύθυνο και υποκινητή της πυρηνικής διάδοσης. Η λύση δεν είναι να επιβληθεί ο αφοπλισμός των καταπιεσμένων εθνών, αλλά η πλήρης διάλυση της ιμπεριαλιστικής πολεμικής μηχανής και του μηχανισμού πυρηνικού τρόμου, η οποία πρέπει να ξεκινήσει από τις ΗΠΑ. Επειδή οι ΗΠΑ δεν θα εγκαταλείψουν ποτέ οικειοθελώς τα μεγαλύτερα όπλα τους, η πραγματική ειρήνη μπορεί να επιτευχθεί μόνο με την πλήρη ήττα του αμερικανικού ιμπεριαλισμού και των συμμάχων του, μια νίκη που θα απαιτήσει παγκόσμια αλληλεγγύη και αδιάκοπο αγώνα για δίκαιη ειρήνη.
* Η Ρόντα Ραμίρο είναι επικεφαλής του βορειοαμερικανικού αντιπολεμικού κινήματος Resist US-Led War. Η Σάρα Ραϊμούντο είναι καθηγήτρια στο Κέντρο Διεθνών Σπουδών των Φιλιππίνων και στέλεχος της συμμαχίας BAYAN. Εδώ δημοσιεύονται αποσπάσματα από άρθρο τους στο ηλεκτρονικό ΜΜΕ Mondoweiss (mondoweiss.net, 6/8/2025).