Η συνειδητοποίηση του κινδύνου απαιτεί πολιτική προετοιμασία
Του Σπύρου Παναγιώτου
Εξετάζοντας τη συμπεριφορά και τη στάση της Τουρκίας απέναντι στην Ελλάδα, αλλά και συνολικά στα γειτονικά κράτη και λαούς, χρειάζονται σαφείς εκτιμήσεις και πολιτικοί στόχοι.
Η τουρκική επιθετικότητα και η πολιτική επεκτατισμού στον άξονα Θράκη – Αιγαίο – Κύπρος, δεν είναι κάτι καινούργιο. Αποτελεί συστατικό, διαχρονικό στοιχείο, του τουρκικού κράτους και μάλιστα ανεξάρτητα από την πτέρυγα, νεο-οθωμανική ή κεμαλική, που βρίσκεται στην εξουσία.
Το καινούργιο στοιχείο είναι η κλιμάκωση των επεκτατικών επιδιώξεων της Τουρκίας μπροστά στη συντελούμενη αναδιαμόρφωση ολόκληρης της περιοχής της Μέσης Ανατολής. Ο πόλεμος που κήρυξε η Δύση στη Συρία, όπως και οι προηγούμενοι σε Ιράκ, Λιβύη κ.λπ. και η δραστική παρέμβαση της Ρωσίας, έχουν δημιουργήσει νέα δεδομένα και διαμορφώνουν, έστω ρευστά, νέες προοπτικές. Καθώς τα σύνορα επαναχαράσσονται και νέες κρατικές οντότητες σχεδιάζεται να δημιουργηθούν σαν «σταθεροποιητικοί» παράγοντες αμερικανικών ή ρωσικών συμφερόντων, δεν έχει γύρει ακόμα οριστικά η πλάστιγγα. Δημιουργούνται ευκαιρίες που δεν αφήνουν αδιάφορους μεγάλους περιφερειακούς παίκτες που αναζητούν τη δική τους αναβάθμιση.
Η πολιτική Ερντογάν αντλεί δύναμη και επιχειρήματα στη βάση αυτών των εξελίξεων. Είναι περιοριστικό να θεωρείται ότι η Τουρκία αρκείται στη διεκδίκηση μεριδίου από τα κέρδη της «ανασυγκρότησης» που ακολουθεί κάθε πόλεμο. Είναι λίγο να θεωρείται ότι πιέζεται από τους πρόσφυγες που συνωστίζονται στο έδαφός της και εκβιάζει για οικονομικές ενισχύσεις από την Ε.Ε.
Η τουρκική διπλωματία διεκδικεί γεωπολιτικές παραχωρήσεις στη βάση των γενικότερων ανακατατάξεων στην περιοχή. Αμφισβητεί τη Συνθήκη της Λωζάννης και εισπράττει σιωπή από τη «διεθνή κοινότητα», γιατί είναι οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους έχουν ήδη τινάξει την περιοχή στο αέρα.
Λέει ο Ερντογάν μεγάλα λόγια; Θεωρείται από Δύση και Ανατολή απρόβλεπτος και ασταθής παράγοντας; Αναμφισβήτητα, ναι. Δεν λέει, όμως, μόνο λόγια. Φιλοδοξεί και διεκδικεί ρόλο στη μεταπολεμική Συρία με στρατηγικό στόχο την αποτροπή δημιουργίας κουρδικού κρατιδίου στα νότια σύνορα της χώρας. Διεκδικεί ρόλο και πρόσβαση στις πλουτοπαραγωγικές πηγές της περιοχής. Η απειλή στρατιωτικής επέμβασης στο Ιράκ εγγράφει τις επιδιώξεις του. Η μη πραγμάτωση της απειλής δεν συνιστά παραίτηση από τον στόχο.
Υπάρχει σημαντική απειλή προς την Ελλάδα
Κατά τον ίδιο τρόπο οι προκλητικοί εκβιασμοί σε Κύπρο και Αιγαίο πιστοποιούν ότι το συνολικό πολιτικό σύστημα της Τουρκίας δεν αρκείται σε όσα μέχρι σήμερα έχει κατακτήσει. Το γκριζάρισμα ζωνών, το ειδικό καθεστώς μειωμένης κυριαρχίας στα νησιά, το de facto μοίρασμα του Αιγαίου στο 25ο Μεσημβρινό, η συμφωνημένη συνεκμετάλλευση, υπό την κυριαρχία των μεγάλων πολυεθνικών, του ορυκτού του πλούτου δεν είναι αρκετά. Οι δηλώσεις και η πολιτική Ερντογάν αμφισβητούν ευθέως την εδαφική κυριαρχία της Ελλάδας στο Αιγαίο, επιδιώκοντας επέκταση του ζωτικού χώρου της Τουρκίας. Επίδικο της τουρκικής πολιτικής είναι η απόσπαση δημόσιου πλούτου, περιοχών, o κυρίαρχος ρόλος στις ενεργειακές πηγές με επανακαθορισμό της ΑΟΖ στην Ανατολική Μεσόγειο, η αλλαγή του χάρτη και του ρόλου της Ελλάδας στην περιοχή. Η πολιτική Ερντογάν επιδιώκει την ένταξη ολόκληρης της Κύπρου στην τουρκική επιρροή.
Αυτές οι κινήσεις δεν γίνονται για εσωτερική κατανάλωση. Αποτελούν επιδιώξεις μιας μεγάλης πληθυσμιακά, οικονομικά και στρατιωτικά χώρας που αισθάνεται ότι ασφυκτιά από διεθνείς συμφωνίες του περασμένου αιώνα που σήμερα έχουν ανατιναχθεί. Οι οικονομικές της σχέσεις με Ε.Ε. και ΗΠΑ, το γεγονός ότι αποτελεί για αυτές «μεγάλο πελάτη», προσδίδει πλεονεκτήματα που δεν μπορούν να αγνοηθούν.
Με αυτή την έννοια, η τουρκική επεκτατική πολιτική δεν μπορεί να αξιολογείται ως «φλυαρία» χωρίς σημασία. Πολύ περισσότερο όταν οι αδυναμίες της Ελλάδας υπό το βάρος των μνημονιακών πλαισίων εκτιμώνται από την πολιτική και στρατιωτική ηγεσία της Τουρκίας σαν μια ορισμένη ευκαιρία.
Για μια πολιτική εθνικής κυριαρχίας
Ο περιορισμός της εθνικής κυριαρχίας της χώρας επιτυγχάνεται τόσο με τη μνημονιακή πολιτική που επιβάλλουν Ε.Ε. και ΔΝΤ όσο και με τις απειλές της Τουρκίας.
Σε κάθε περίπτωση, κάθε προσπάθεια αμφισβήτησης των συνόρων, κάθε μορφή συρρίκνωσης της εθνικής κυριαρχίας, συνοδεύεται πάντα από περιορισμό της ελευθερίας, της δημοκρατίας, των δικαιωμάτων, της ευημερίας, των παραγωγικών δυνατοτήτων, σκοπεύει και καταλήγει σε νέα δεινά για το λαό.
Έτσι, για όποιον ενδιαφέρεται για την πολιτική, οικονομική, κοινωνική διέξοδο της χώρας, γίνεται αντιληπτό πως η επανακατάκτηση της εθνικής κυριαρχίας αποτελεί βασική προϋπόθεση. Τόσο απέναντι στον οδοστρωτήρα του δυτικού χρηματιστικού κεφαλαίου και τις μνημονιακές πολιτικές, όσο και απέναντι στις επιβουλές της τουρκικής επιθετικότητας.
Η συνειδητοποίηση αυτής της διπλής απειλής, η επίγνωση της σημασίας που έχει για τη χώρα και το λαό η συνάντηση της οικονομικής και κοινωνικής καταστροφής με τις απειλές και τους κινδύνους για την ίδια την υπόσταση της χώρας, χρειάζεται να συνοδευτεί από μια σαφή πολιτική στόχευση που να αφορά τον ίδιο το λαό.
Η υπεράσπιση της ειρήνης αποτελεί έργο κυρίως των απλών ανθρώπων, του λαού και αυτό με τη σειρά του απαιτεί μια πολιτική προετοιμασία.
– Το πρώτο ζητούμενο είναι να αναγνωρισθεί, χωρίς περιστροφές και διφορούμενα, η απειλή. Αν κάποιος δεν τη βλέπει, αδιαφορεί ή την υποτιμά, είναι αδύνατη κάθε προσπάθεια αντιμετώπισής της.
– Αποφασιστικός διαχωρισμός από την πολιτική των κυρίαρχων, συστημικών πολιτικών δυνάμεων. Οι εκκλήσεις και οι αναμονές για μια δήθεν φιλειρηνική στάση από τους ιθύνοντες του ευρωατλαντισμού είναι καταστροφική και ανιστόρητη.
– Οι πολιτικές «εξευμενισμού του θηρίου» και διατεταγμένης «πολιτικής φιλίας» είναι αδύνατο να αντιμετωπίσουν τις γεωστρατηγικές επιδιώξεις της Τουρκίας στο νέο περιβάλλον που δημιουργείται. Αντίθετα η στάση «ραγιαδισμού» υπονομεύει και την εθνική – λαϊκή κυριαρχία και την ειρήνη.
– Απαιτείται μια πολιτική που θα διακηρύσσει δημόσια και με σαφήνεια ότι η κυριαρχία και η ακεραιότητα της χώρας δεν παζαρεύονται.
– Η Ελλάδα επιδιώκει τη φιλία και τη συνεργασία με όλες τις χώρες στη βάση των διεθνών συμφωνιών και το αμοιβαίο όφελος των λαών. Καμιά τέτοια συνεργασία δεν μπορεί να υπάρξει υπό την απειλή της εθνικής κυριαρχίας της χώρας.
– Σύνδεση της πάλης απέναντι στη δυτική απειλή, τα μνημόνια και το χρέος, με την καταγγελία των επιδιώξεων της Τουρκίας στο τόξο Θράκη-Αιγαίο-Κύπρος.
– Ανάκτηση της πλήρους κυριαρχίας στο Αιγαίο. Δεν είναι «ΝΑΤΟϊκή θάλασσα», ούτε χωρίζεται στο 25ο Μεσημβρινό. Να σταματήσει το καθεστώς περιορισμένης κυριαρχίας στα νησιά, με τη δράση Frontex και ΜΚΟ, με πρόσχημα το προσφυγικό πρόβλημα.
– Καταγγελία της πολιτικής της Τουρκίας σε όλους τους διεθνείς οργανισμούς ως επικίνδυνης και απειλητικής για την ειρήνη στην περιοχή.
– Οικοδόμηση συνεργασιών μεταξύ των κυβερνήσεων και των λαών που αντιλαμβάνονται αυτή την πολιτική ή απειλούνται οι ίδιες από την Τουρκία.
– Αποφασιστική στάση και πάγωμα όλων των διεργασιών για τις ενταξιακές διαπραγματεύσεις σε επίπεδο Ε.Ε.
– Να δοθούν στη δημοσιότητα οι μυστικές συνομιλίες ανάμεσα σε επιτροπές των δύο χωρών
– Συμπαράσταση στον αγώνα των λαών της Τουρκίας απέναντι στο καθεστώς τρομοκρατίας και διώξεων σε κόμματα, δημοκρατικές ελευθερίες και εθνότητες.
– Υποστήριξη του αγώνα του κουρδικού λαού, του πραγματικού φίλου των προοδευτικών δυνάμεων στην περιοχή.
– Να σταματήσει η Ελλάδα να διευκολύνει στρατιωτικά τη σταυροφορία της Δύσης στη Μ. Ανατολή και τη μετατροπή της σε μετόπισθεν στρατιωτικών συρράξεων.
– Ενδυνάμωση των σχέσεων μεταξύ των φιλειρηνικών δυνάμεων και κινημάτων στην περιοχή και σε όλο το κόσμο.
Είναι αναγκαίο να αποκτηθεί η επίγνωση ότι η υπεράσπιση της ειρήνης, της εθνικής και λαϊκής κυριαρχίας είναι έργο, πρώτα και κύρια, αποφασισμένων και με φρόνημα, λαών. Το πρόβλημα της άμυνας πρέπει να αντιμετωπισθεί έξω από μίζες και ρεμούλες, με γνώμονα το συμφέρον της χώρας και του λαού και όχι με τα γνωστά παιχνίδια των ισορροπιών απέναντι στις αντιμαχόμενες μεγάλες δυνάμεις στην περιοχή.
Αυτά είναι ορισμένα από τα μέτρα που μπορούν να καθορίσουν το περιεχόμενο και την κατεύθυνση ενός αγώνα.