Κώστας Βάρναλης (1884 – 1974). Ανθολόγος ο Λουκάς Αξελός
Πρωτοχρονιάτικο
Σαράντα σβέρκοι βωδινοί με λαδωμένες μπούκλες,
σκεμπέδες σταβροθόλωτοι και βρώμιες ποδαρούκλες
ξετσίπωτοι, ακαμάτηδες, τσιμπούρια και κορέοι
ντυμένοι στα μαλάματα κ’ επίσημοι κι ωραίοι.
Σαράντα λύκοι με προβιά (γι’ αυτούς βαρά η καμπάνα)
καθένας γουρουνόπουλο, καθένας νταμιτζάνα!
Κι απέ ρεβάμενοι βαθιά ξαπλώσανε στο τζάκι,
κι αβάσταγες ενιώσανε φαγούρες στο μπατζάκι.
Όξ’ ο Κοσμάκης φώναζε: «Πεινάμε τέτιες μέρες»
γερόντοι και γερόντισσες, παιδάκια και μητέρες
κ’ οι των επίγειων αγαθών σφιχτοί νυκοκυρέοι
άνοιξαν τα παράθυρα και κράξαν: «Είστε αθέοι».
Το πέρασμά σου
Στη ζήση αυτή που τη μισούμε,
στη γης αυτή που μας μισεί,
κι όσο να πιούμε δε σε σβηούμε,
πόνε πικρέ και πόνε αψύ,
που μας κρατάς και σε κρατούμε·
σ’ αυτήν τη μαύρη γης και ζήση,
που περπατούσαμε τυφλά
κι ανθός για μας δεν είχε ανθίσει
κι ούτε σε δέντρον αψηλά
κρυμμένο αηδόνι κελαηδήσει,
ήρθες Εσύ μιαν άγιαν ώρα,
όραμα θείο και ξαφνικό,
και γέμισε ήλιο ανθόν, οπώρα,
κελαηδισμόν παθητικό
όλ’ η καρδιά μας, όλ’ η χώρα.
Αχ! τόσο λίγο να βαστάξει
τούτη’ η γιορτή κ’ η Πασκαλιά!..
Έφυγες κ’ έχουμε ρημάξει
ξανά και παλ’ η Πασκαλιά
γιατ’ έτσι λίγο να βαστάξει!
Κώστα Βάρναλη, Ποιητικά,
εκδ, «Κέδρος», Αθήνα 1956.