Ο μέχρι στιγμής απολογισμός των αντικυβερνητικών διαδηλώσεων στο Ιράν είναι τουλάχιστον 21 νεκροί (με την ιρανική κυβέρνηση να χρεώνει τους περισσότερους σε «τρομοκράτες» και «εγκληματικά στοιχεία» κι όχι στις δυνάμεις καταστολής) και 530 συλληφθέντες (στη συντριπτική πλειοψηφία τους νέοι κάτω των 25 ετών). Τις τελευταίες δύο μέρες οι διαμαρτυρίες φαίνεται να κοπάζουν, και τη σκυτάλη παίρνουν φιλοκυβερνητικοί διαδηλωτές. Ποιες είναι όμως οι αιτίες των λαϊκών αντιδράσεων και η έκτασή τους; Υπήρξε «ξένος δάκτυλος»; Πώς εξηγείται η ενεργητική συμμετοχή σκληροπυρηνικών, που αντιτίθενται στον θεωρούμενο μετριοπαθή πρόεδρο Ρουχανί, στις αρχικές κινητοποιήσεις; Τι θα σημάνει αυτή η αντιπαράθεση για την ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής; Με αυτά και άλλα ερωτήματα θα ασχοληθούμε στο κείμενο που ακολουθεί, επιχειρώντας να κατανοήσουμε τι πραγματικά συμβαίνει – δίχως τα παραμορφωτικά φίλτρα των κυρίαρχων ΜΜΕ.

Οι αντικυβερνητικές κινητοποιήσεις ξεκίνησαν στην πόλη Μασάντ, όπου βρίσκεται το σημαντικότερο σιιτικό τέμενος του Ιράν και η οποία θεωρείται «ιερή πόλη» και είναι προπύργιο των συντηρητικών. Σύντομα επεκτάθηκαν σε πολλές ιρανικές πόλεις αλλά, σε αντίθεση με το προηγούμενο μεγάλο κύμα αντικαθεστωτικής διαμαρτυρίας, του 2009, η Τεχεράνη δεν ήταν το επίκεντρο. Διαφορά με το 2009 υπήρχε επίσης στον αριθμό των διαδηλωτών (στη μεγαλύτερη διαδήλωση τότε συμμετείχαν 2-3 εκατομμύρια άνθρωποι στην Τεχεράνη, ενώ τώρα η μαζικότητα ήταν σαφώς μικρότερη), στην κοινωνική σύνθεσή τους (τότε επρόκειτο κυρίως για μεσαία στρώματα, ενώ τώρα τον τόνο έδινε η φτωχολογιά), αλλά και στα αιτήματα – ή μάλλον, στο πώς αυτά εξελίχθηκαν γρήγορα από οικονομικά σε αντικαθεστωτικά.

Οι βασικές αιτίες της λαϊκής διαμαρτυρίας πρέπει βασικά να αναζητηθούν στη διάψευση των προεκλογικών υποσχέσεων του προέδρου Ρουχανί, να καταπολεμήσει την ανεργία, ιδίως των νέων, και να βελτιώσει το βιοτικό επίπεδο των Ιρανών. Τα αντιπληθωριστικά και νεοφιλελεύθερα μέτρα που πήρε, περιλαμβανομένων περικοπών στην κοινωνική πολιτική (ιδίως περικόπηκαν τα επιδόματα στους φτωχότερους), δεν κατάφεραν να «επανεκκινήσουν» την οικονομία, ούτε φυσικά να αποσοβήσουν τη διαρκή αύξηση των τιμών σε βασικά αγαθά. Την ίδια στιγμή, δεν μπήκε χέρι στην πλούσια επιχορήγηση των θρησκευτικών ιδρυμάτων, ούτε στον ανεξέλεγκτο προϋπολογισμό των (και) οικονομικά πανίσχυρων Φρουρών της Επανάστασης –οι επίσημες και ανεπίσημες επιχειρήσεις των οποίων αντιστοιχούν στο 30% περίπου της συνολικής ιρανικής οικονομίας– και συνεχίστηκε η αντιδημοφιλής πολιτική αποκρατικοποιήσεων.

Αυτά, σε συνδυασμό με τη ματαίωση των προσδοκιών ότι θα ξεκινήσει περίοδος ξένων επενδύσεων (άρα και δημιουργίας θέσεων εργασίας) μετά τη διεθνή συμφωνία του 2015 για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν και τη λήξη του δυτικού εμπάργκο, τροφοδοτούσαν εδώ και μήνες την ενδυνάμωση και εξάπλωση της δυσαρέσκειας. Τα σημάδια της πολλαπλασιάζονταν τους προηγούμενους μήνες, με τις όλο και συχνότερες κινητοποιήσεις κλάδων όπως οι εκπαιδευτικοί, τις απεργίες σε βιομηχανίες-κλειδιά (πετρέλαιο, ζάχαρη, αυτοκινητοβιομηχανία), τις εργατικές διαδηλώσεις για τη μη καταβολή δεδουλευμένων, ακόμη και τις μαχητικές διαμαρτυρίες μικροκαταθετών ενάντια σε τράπεζες που εξαέρωσαν τις οικονομίες τους.

Διαφορετική αυτή τη φορά η θρυαλλίδα

Η σαφής τοποθέτηση του Τραμπ υπέρ της ακύρωσης της διεθνούς συμφωνίας, συνοδευόμενη από νέες απειλές της Ουάσιγκτον κατά του Ιράν, και η συνακόλουθη διατήρηση μιας αβεβαιότητας αποτρεπτικής για δυτικές επενδύσεις, οπωσδήποτε επηρέασε την κατάσταση. Η κυβέρνηση Ρουχανί είχε «πουλήσει» στην ιρανική κοινωνία τη διεθνή συμφωνία του 2015 ως χειροπιαστή ελπίδα οικονομικής ανάκαμψης, κι όσο αυτή δεν παίρνει σάρκα και οστά (κυρίως εξαιτίας της υπονόμευσής της από την αμερικανική κυβέρνηση) η δυσαρέσκεια ανατροφοδοτείται διαρκώς.

Γι’ αυτό, ακόμη κι αν έχει περιοριστεί σήμερα ο πληθωρισμός σε διψήφια ποσοστά (55-60%, ενώ την εποχή του Αχμαντινετζάντ έτρεχε με 400%), αυτή τη φορά ήταν τα «οικονομικά» αιτήματα που λειτούργησαν ως θρυαλλίδα της έκρηξης και στοιχείο που ενοποιούσε διαφορετικά κοινωνικά στρώματα. Σε αντίθεση με το 2009, όταν –παρά τη σαφώς χειρότερη οικονομική κατάσταση– οι κινητοποιήσεις είχαν εξαρχής πολιτικό χαρακτήρα, που δεν αμφισβητούσε όμως τα θεμέλια του καθεστώτος: περιορίζονταν σε αιτήματα φιλελευθεροποίησης και υποστήριξης των «μετριοπαθών».

Η μόνη απτή θετική επίπτωση από την αναστολή του εμπάργκο ήταν η αύξηση των εξαγωγών πετρελαίου. Αλλά αυτή δεν αρκούσε από μόνη της να αλλάξει το κλίμα, και φυσικά δεν μείωσε την ανεργία. Ούτε η αίγλη των στρατιωτικών επιτυχιών στη Συρία και αλλού (που κοστίζουν ακριβά στην ιρανική οικονομία) άρκεσαν για την αποτροπή των διαμαρτυριών, αφού δεν συντέλεσαν στη βελτίωση των συνθηκών ζωής. Κι αυτό παρόλο που σχετικά πρόσφατα ακόμη, ιδίως όσο ήταν νωπή η τζιχαντιστική απειλή και οι βομβιστικές επιθέσεις στην Τεχεράνη, η εξωτερική πολιτική της κυβέρνησης και η στρατιωτική παρέμβασή της εκτός συνόρων είχε ευρεία συναίνεση, παρά το οικονομικό κόστος της. Τώρα όμως μπήκε κι αυτή στο στόχαστρο πολλών διαδηλωτών.

Οι βασικές αιτίες της λαϊκής διαμαρτυρίας πρέπει βασικά να αναζητηθούν στη διάψευση των προεκλογικών υποσχέσεων του προέδρου Ρουχανί, να καταπολεμήσει την ανεργία, ιδίως των νέων, και να βελτιώσει το βιοτικό επίπεδο των Ιρανών

Το σύνθημα έδωσαν οι σκληροπυρηνικοί

Οι πρώτες διαμαρτυρίες ξεκίνησαν, όπως προαναφέραμε, από την Μασάντ – γεγονός από πρώτη ματιά περίεργο με δεδομένη τη «σκληροπυρηνική» φήμη της. Ιδίως τις πρώτες δύο ημέρες οι κινητοποιήσεις υποκινούνταν από συντηρητικές φράξιες του ισλαμικού «βαθέος κράτους» με στόχο να πληγεί ο Ρουχανί προτάσσοντας οικονομικά αιτήματα. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι αρχικές διαδηλώσεις, με τη συμμετοχή και βετεράνων μαχητών που πολέμησαν στη Συρία κατά των αντικαθεστωτικών, δεν στρέφονταν εναντίον του ιερατείου, και συνάντησαν την έως και ευμενή ουδετερότητα των Φρουρών της Επανάστασης. Σύντομα όμως ξέφυγαν από τον έλεγχο των συντηρητικών, αφού η δυσαρέσκεια για την οικονομική, κυρίως, κατάσταση αφορά μεγάλο μέρος του πληθυσμού. Και πολύ γρήγορα έβαλαν στο στόχαστρο όχι μόνο την κυβέρνηση του Ρουχανί, αλλά συνολικά το κατεστημένο, περιλαμβανομένων των πιο συντηρητικών πτερύγων του. Στις πιο «ακραίες» περιπτώσεις, οι διαδηλωτές επιτέθηκαν σε αστυνομικά τμήματα και πυρπόλησαν κυβερνητικά κτίρια.

Σ’ αυτή την εξέλιξη έπαιξε ρόλο και η κοινωνική σύνθεση όσων βγήκαν στους δρόμους, που στην πλειοψηφία τους ανήκαν στο φτωχότερο τμήμα του πληθυσμού – το οποίο δεν είχε πρωταγωνιστήσει στις κινητοποιήσεις του 2009, σε αντίθεση με τα μεσαία στρώματα. Στην πραγματικότητα, οι «φιλελεύθεροι» πρωταγωνιστές των κινητοποιήσεων του 2009 ενάντια στην εκλογική βία και νοθεία από τον σκληροπυρηνικό τότε πρόεδρο Αχμαντινετζάντ, όχι μόνο δεν συμμετείχαν στον τωρινό «πληβειακό» ξεσηκωμό, αλλά εξεπλάγησαν από αυτόν. Άλλωστε ήταν οι σκληροπυρηνικοί που τις πρώτες μέρες εκφράζονταν θετικά για τις διαδηλώσεις – στάση που άλλαξε βέβαια όταν τα οικονομικά αιτήματα μετατράπηκαν σε πολιτικά και άρχισαν οι επιθέσεις ενάντια και στα συμφέροντα του ισλαμικού ιερατείου και των συμμάχων του.

Οι «φιλελεύθεροι» πρωταγωνιστές των κινητοποιήσεων του 2009 ενάντια στην εκλογική βία και νοθεία από τον σκληροπυρηνικό τότε πρόεδρο Αχμαντινετζάντ, όχι μόνο δεν συμμετείχαν στον τωρινό «πληβειακό» ξεσηκωμό, αλλά εξεπλάγησαν από αυτόν

Εσωτερικές οι βασικές αιτίες

Έτσι η προσπάθεια διαφόρων αντιμαχόμενων φραξιών του καθεστώτος να εκμεταλλευθούν τη λαϊκή δυσαρέσκεια η καθεμιά προς όφελός της απέτυχε. Και ακολούθησε μια γοργή και ανεξέλεγκτη «πολιτικοποίηση» των αιτημάτων. Τελικό συμπέρασμα; Θα ήταν λάθος να εξηγηθεί η αναταραχή ως υποκινούμενη από τις ΗΠΑ, όπως δήλωσε προχθές (σε αντίθεση με τον Ρουχανί) ο ανώτατος πνευματικός ηγέτης του Ιράν, και επικεφαλής των σκληροπυρηνικών, ο Αγιατολάχ Αλί Χαμενεΐ. Έχει βασικά εσωτερικές αιτίες (ανεργία, διάψευση προσδοκιών για βελτίωση του βιοτικού επιπέδου, διαφθορά, καταπίεση κ.λπ.), παρόλο που η πολιτική της Ουάσιγκτον τις εντείνει συνειδητά και φυσικά τις εκμεταλλεύεται στο έπακρο.

Το σταδιακό καταλάγιασμα των αντικαθεστωτικών κινητοποιήσεων, όπως και η σαφώς μικρότερη μαζικότητά τους σε σχέση με το 2009, φαίνεται να οφείλεται όχι μόνο στην καταστολή αλλά και στην αμφίπλευρη «απομόνωση» των διαδηλωτών τόσο από τα φιλελεύθερα μεσαία στρώματα (τμήμα μόνο των οποίων συμμετείχε) όσο και από τους σκληροπυρηνικούς – από τη στιγμή που είδαν ότι η διαμαρτυρία δεν περιορίζεται ενάντια στο περιβάλλον του Ρουχανί. Οπωσδήποτε, έπαιξε ρόλο και η σταδιακή συνειδητοποίηση ότι οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους εκμεταλλεύονται την κοινωνική αναταραχή για να ασκήσουν νέα ασφυκτική πίεση στο Ιράν και ενδεχομένως να προετοιμάσουν μια ευθεία επίθεση εναντίον του.

 

Μια παράδοξη «συμμαχία»

Η τωρινή αναταραχή έκανε και πάλι ορατή μια «ανίερη» σύμπτωση των επιδιώξεων των πλέον ακραίων φιλοπόλεμων κύκλων της Ουάσιγκτον και των Ιρανών σκληροπυρηνικών. Φαίνεται ότι και οι δύο πλευρές επιθυμούν την επιστροφή στον «παλιό καλό καιρό» που αλληλοαποκαλούνταν σατανάδες. Εντυπωσιακό παράδειγμα είναι ένα σχετικό άρθρο του εβραϊκής καταγωγής ακροδεξιού «γερακιού» Έλιοτ Άμπραμς [βλ. φωτό, επάνω], συμβούλου των Ρίγκαν και Μπους ανακατεμένου σε όλες τις βρώμικες δουλειές της Ουάσιγκτον: από τις σφαγές αμάχων στο Ελ Σαλβαδόρ ως το σκάνδαλο Ιράν-Κόντρας (για την εμπλοκή του στο οποίο καταδικάστηκε). Αυτός, λίγο πριν τις τελευταίες προεδρικές εκλογές στο Ιράν, δήλωσε ότι απεχθάνεται τον «δήθεν μετριοπαθή» Ρουχανί και υποστήριξε ότι «θα ήταν καλύτερα για όλους μας να εκλεγεί πρόεδρος του Ιράν ο Εμπραχίμ Ραϊσί» – ένας σκληροπυρηνικός μουλάς που ήταν ο εκλεκτός των Φρουρών της Επανάστασης [βλ. φωτό, κάτω].

Κι εξηγούσε ως εξής γιατί: «Ο Ραϊσί είναι το πραγματικό πρόσωπο της Ισλαμικής Δημοκρατίας του Ιράν, ενώ ο Ρουχανί είναι μια καλλωπιστική βιτρίνα. Ο Ρουχανί αδυνατεί να επιβάλει οποιαδήποτε αλλαγή στη στάση του καθεστώτος, κι ο μοναδικός ρόλος του είναι να αποπροσανατολίσει τη Δύση, κάνοντάς την να πιστέψει ότι οι δήθεν μετριοπαθείς βρίσκονται στην εξουσία. Θα είμαστε πολύ καλύτερα με πρόεδρο τον Ραϊσί. Όπως ήμασταν πολύ καλύτερα όταν ήταν πρόεδρος ο Αχμαντινετζάντ. Τότε δηλαδή που δεν υπήρχαν ψευδαισθήσεις για τη φύση του ιρανικού καθεστώτος και το ποιόν των ηγετών του»*. Είναι με αυτή τη λογική που κάθε άνοιγμα του Ιράν προς τον υπόλοιπο κόσμο, κάθε συμφωνία που ρίχνει την ένταση, κάθε βήμα ή έστω και προοπτική εκδημοκρατισμού του καθεστώτος του, συναντούν τη λυσσώδη αντίδραση των ΗΠΑ και του Ισραήλ. Δεν το ομολογούν τόσο ανοιχτά όσο ο Άμπραμς, αλλά σαφώς προτιμούν να έχουν να κάνουν με τις πιο αντιδραστικές πτέρυγες του ιρανικού βαθέος κράτους.

Στην αντίπαλη πλευρά, οι σκληροπυρηνικοί επίσης αναπολούν την εποχή που κυβερνούσαν με σιδηρά πυγμή το Ιράν, έχοντας επιβάλει μια απόλυτη και διεφθαρμένη θεοκρατία, κι έλεγχαν πλήρως την οικονομία επισείοντας την απειλή των ΗΠΑ. Δεν πρόκειται μονάχα για τους μουλάδες και τους Φρουρούς της Επανάστασης, αλλά για ολόκληρα στρώματα (όπως οι έμποροι του παζαριού) που έχτισαν αμύθητες περιουσίες εκμεταλλευόμενα το δυτικό εμπάργκο και την «πολεμική οικονομία». Είναι οι ίδιοι που πρωταγωνιστούν στην άνευ προηγουμένου διαφθορά και κερδοσκοπία (πρόσθετες πηγές λαϊκής δυσαρέσκειας) με πρόσχημα την αντίσταση στους «δυτικούς σατανάδες». Και το τελευταίο που επιθυμούν είναι μια εξομάλυνση της κατάστασης, η οποία θα θέσει σε κίνδυνο τα «κεκτημένα» τους: για παράδειγμα οι Φρουροί της Επανάστασης, ως εγγυητές της ασφάλειας του καθεστώτος, απαλλάσσονται από φόρους και κρατικούς ελέγχους για τις οικονομικές δραστηριότητές τους, ενώ διατηρούν το δικό τους, μυστικό προϋπολογισμό…

*www.politico.com, 15/5/2017

 

Υποκρισία και ευρύτερες επιπτώσεις

Οι ΗΠΑ, δια στόματος Τραμπ, αρπάχτηκαν από το κύμα διαμαρτυρίας και έθεσαν ψηλά τον πήχη: «Αλλαγή καθεστώτος». Από κοντά βέβαια και το Ισραήλ, η Σαουδική Αραβία και άλλοι πρωτοπόροι της… δημοκρατίας και των δικαιωμάτων. Κανοναρχούμενα από τις αμερικανικές έντυπες, τηλεοπτικές και ηλεκτρονικές ναυαρχίδες, πολλά δυτικά ΜΜΕ (μαζί και τα «δικά μας» βέβαια, εκφράζοντας την πλήρη ευθυγράμμιση της ελληνικής πολιτικής τάξης με τις ΗΠΑ) πρόσφεραν ερμηνείες φιλτραρισμένες στην Ουάσιγκτον. Πρώτοι-πρώτοι εκδήλωσαν τη συμπάθειά τους στον ιρανικό λαό αυτοί που εδώ και χρόνια προτείνουν τον… βομβαρδισμό του ακόμη και με πυρηνικά όπλα. Φυσικά έχει παρέλθει προ πολλού η εποχή που οι ΗΠΑ υπαγόρευαν αυτολεξεί την πολιτική τους στον υπόλοιπο δυτικό κόσμο, ο οποίος εμφανίζεται με κάθε άλλο παρά ενιαία στάση απέναντι στο Ιράν. Οι σημαντικότερες δυνάμεις της Ε.Ε., με πρώτες τη Γαλλία και τη Γερμανία, είχαν ήδη καταδικάσει την πρόθεση του Τραμπ να ανατινάξει τη διεθνή συμφωνία με το Ιράν*. Ούτε τώρα ενστερνίζονται το σχέδιο των ΗΠΑ για ανατροπή του καθεστώτος. Το ίδιο ισχύει βέβαια και για τη Ρωσία και την Κίνα.

Έτσι, ενώ ο Τραμπ διαβεβαιώνει τους Ιρανούς διαδηλωτές ότι… «την κατάλληλη στιγμή θα σας παράσχουμε τεράστια βοήθεια»(!), η ευρωπαϊκή διπλωματία εμφανίζεται πολύ προσεκτική και απορρίπτει τη γραμμή των ΗΠΑ για ανατροπή του καθεστώτος. Τον τόνο έδωσε η «ΥΠΕΞ» της Ε.Ε. Φεντερίκα Μογκερίνι: «Παρακολουθούμε τις διαδηλώσεις των Ιρανών πολιτών και είμαστε σε επαφή με τις ιρανικές αρχές, ελπίζοντας ότι θα γίνει σεβαστό το δικαίωμα στην ειρηνική διαδήλωση και στην ελευθερία της έκφρασης, όπως εξάλλου διακήρυξε ο πρόεδρος Ρουχανί». Σε παρόμοιο κλίμα είναι και οι δηλώσεις του Βερολίνου, του Παρισιού και του Λονδίνου, ενώ τα συστημικά γαλλικά ΜΜΕ βρίθουν ανοιχτών επιθέσεων στην «αντιπαραγωγική στάση του προέδρου των ΗΠΑ», εγκωμιάζοντας το ρόλο της ευρωπαϊκής διπλωματίας: «Με αποφασιστικότητα αλλά χωρίς προκλητικότητα, χωρίς ανεύθυνα και εμπρηστικά τουίτ, διαβεβαιώνουμε τον λαό του Ιράν ότι ακούμε τη φωνή του», γράφει χαρακτηριστικά η Λιμπερασιόν…

Έτσι, είναι κυρίως σε περιφερειακό επίπεδο που θα γίνουν καταρχήν αισθητές οι επιπτώσεις της αναταραχής, σε περίπτωση που αυτή δεν κοπάσει σύντομα. Διακυβεύεται η απρόσκοπτη στήριξη των φιλοϊρανικών δυνάμεων και της επιρροής της Τεχεράνης στη Συρία, το Ιράκ, το Λίβανο κ.λπ., ενώ στο κάδρο μπαίνουν και άλλες χώρες. Η πρόσφατη στοχοποίηση του Πακιστάν, πάλαι ποτέ στενού συμμάχου των ΗΠΑ, από τον Τραμπ σχετίζεται και με τα όσα συμβαίνουν στο Ιράν, αφού η Ισλαμαμπάντ αρνήθηκε να «διευκολύνει» τη διείσδυση ένοπλων φιλοαμερικανικών τζιχαντιστικών οργανώσεων σε ιρανικό έδαφος. Η νέα αντιπαράθεση που άνοιξε η Ουάσιγκτον, αυτή τη φορά με το Πακιστάν, αποτελεί εξάλλου πρόσθετη ένδειξη της αδυναμίας της να επιβάλει τη θέλησή της σε κυβερνήσεις που κάποτε ήταν πειθήνιοι συνεργάτες της. Όλα αυτά επιτείνουν τον κίνδυνο σπασμωδικής αντίδρασης του Τραμπ, δηλαδή ανεξέλεγκτης γενικευμένης πολεμικής ανάφλεξης…

* Βλ. φύλλο 378, σελ. 18.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!