Του Βασίλη Ξυδιά
Η επικείμενη μετωπική αναμέτρηση των εκπαιδευτικών και των άλλων συνδικαλιστικών κινημάτων με την κυβέρνηση καθιστά επιτακτική την ανάγκη μιας ταχύτατης, εν κινήσει, αντιμετώπισης χρόνιων αδυναμιών του συνδικαλισμού και της Aριστεράς.
Η διαρκής αυτοκριτική εγρήγορση δεν είναι ούτε πολυτέλεια, ούτε κίνδυνος. Είναι προϋπόθεση για μια στοιχειώδη αποτελεσματικότητα. Προφανώς δεν είναι ώρα αναλύσεων· είναι ώρα μάχης. Όμως ακριβώς γι’ αυτό θα πρέπει, παράλληλα με τη διεξαγωγή των συγκρούσεων, να καλυφθούν κατά το δυνατόν τα κρίσιμα κενά που χαρακτηρίζουν το «σχέδιο μάχης» που έχει εκπονηθεί από την ηγεσία του κινήματος
Το πρώτο ζήτημα είναι ο στόχος. Ποιος είναι ο στόχος όλης αυτής της κινητοποίησης; Το βασικό αίτημα είναι να μπει φρένο στην κατεδάφιση των κοινωνικών υποδομών (Παιδεία, Υγεία κ.λπ.). Ορθώς, κατά τη γνώμη μου, εστιάζουμε σ’ αυτό το «ενδιάμεσο» επίπεδο, που ξεπερνά το στενά κλαδικό, χωρίς απ’ την άλλη να μετατρέπεται αυτομάτως σε αμιγώς πολιτικό. Όμως, από επιχειρησιακή-πρακτική άποψη το ερώτημα παραμένει. Τι ακριβώς επιδιώκουμε; Με προεξοφλημένη την απόλυτη άρνηση της κυβέρνησης να κάνει πίσω στα βασικά μέτρα ο στόχος είναι –ή θα έπρεπε να είναι– απολύτως σαφής (να τους ρίξουμε, να αναγκάσουμε την κυβέρνηση να παραιτηθεί). Εντούτοις στις συνδικαλιστικές του διατυπώσεις ο στόχος αυτός περιπλέκεται. Αποσκοπούμε, λέει, στην «ανατροπή των μνημονιακών πολιτικών». Τι θα πει αυτό; Για άλλους μπορεί να σημαίνει να ληφθούν πίσω τα κυβερνητικά μέτρα, χωρίς κατ’ ανάγκη να πέσει η κυβέρνηση. Αντιθέτως, για άλλους μπορεί να σημαίνει ότι δεν αρκεί απλώς να πέσει αυτή η συγκεκριμένη κυβέρνηση, αν είναι η επόμενη να ακολουθήσει τα ίδια.
Αυτή η ασάφεια δεν είναι τυχαία. Υπηρετεί τις ανάγκες συμμαχιών στο επίπεδο της συνδικαλιστικής ηγεσίας, παραμερίζοντας όμως με τον τρόπο αυτό τη βασική προϋπόθεση για τη συγκρότηση ενός πραγματικού κινήματος πολιτικής ανατροπής στο επίπεδο της βάσης. Διότι, ας μην κρυβόμαστε πίσω απ’ το δάχτυλό μας, χωρίς την προοπτική μιας αντιμνημονιακής κυβέρνησης με κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ, όλο αυτό το κίνημα μένει έωλο.
Υπάρχει λοιπόν εδώ ένα κενό, που κατ’ αρχάς έχει να κάνει με τη θετική αποσαφήνιση της επιζητούμενης εναλλακτικής λύσης στο πολιτικό επίπεδο, και κατά δεύτερον έχει να κάνει με τη συμπλήρωση των βασικών αιτημάτων του κινήματος με μια ευρύτερη θεματική που να αφορά τη δημοκρατία (ως ανατροπή του σημερινού πολιτικού συστήματος) και ένα άλλο μοντέλο δημόσιας διαχείρισης των κοινωνικών υποδομών. Δεν είναι θέμα διατυπώσεων στις συνδικαλιστικές ανακοινώσεις. Είναι θέμα μιας ουσιαστικής ζύμωσης που μένει να γίνει στο επίπεδο της βάσης του κινήματος, και επίσης είναι θέμα του ίδιου του ΣΥΡΙΖΑ να αναδειχθεί όχι απλώς υποστηρικτής των συνδικαλιστικών κινητοποιήσεων, αλλά ουσιαστικός παράγων πολιτικής ολοκλήρωσής τους.
Ερωτήματα με σημασία
Το άλλο ζήτημα είναι αυτό των μέσων· των μορφών πάλης. Για την ώρα ο κύβος έχει ριφθεί, καθώς η απόφαση για απεργία διαρκείας είναι δεδομένη και με μεγάλη μάλιστα πλειοψηφία των συνελεύσεων. Όμως τα ερωτήματα παραμένουν. Ένα ερώτημα είναι τι μπορεί να πετύχει η απεργία μέσα σε μια βδομάδα. Το άλλο είναι πόσο μπορεί να διαρκέσει η απεργία· πόσο «διαρκείας» μπορεί να είναι. Κι αν δεν μπορεί να διαρκέσει πάρα πολύ (όσο χρειάζεται για την πτώση της κυβέρνησης), τότε ποια θα πρέπει να είναι η επόμενη κίνησή μας.
Ας τα πάρουμε, όμως, με τη σειρά. Τι μπορούμε να προσδοκούμε μέσα στη βδομάδα; Η απάντηση είναι απλή: Την ταχεία επέκταση του απεργιακού ρεύματος και σε άλλους κλάδους και κοινωνικές ομάδες έτσι ώστε να δημιουργηθεί και να παγιωθεί ένα κλίμα γενικευμένου ξεσηκωμού. Δεν είναι ανέφικτο, αλλά δεν μπορεί να θεωρείται ως το πλέον πιθανό.
Κρίσιμη από την άποψη αυτή θα είναι η στάση των φοιτητών στα πανεπιστήμια και των μαθητών και των γονιών στα σχολεία, ενώ δεν αποκλείονται εξελίξεις και στους εργάτες και τους εργαζόμενους του ιδιωτικού τομέα. Υπάρχουν ήδη κάποια ενθαρρυντικά δείγματα, αλλά πρέπει να περιμένουμε να δούμε την έκταση που θα πάρουν την επόμενη βδομάδα. (Σ’ αυτή βέβαια την περίπτωση οι εξελίξεις θα είναι ραγδαίες, και εκεί τα προβλήματα που θα έχουμε να αντιμετωπίσουμε θα είναι άλλου είδους, με πιο σημαντικό το ενδεχόμενο μιας μεγάλης προβοκάτσιας –είτε απ’ τη Χρυσή Αυγή είτε απ’ αλλού– που θα επιτρέψει στο σύστημα να ανατρέψει την ατζέντα).
Αν, όμως, δεν υπάρξει άμεση επέκταση των απεργιών, τότε το κρίσιμο ερώτημα που θα μας απασχολήσει θα είναι «αποδοχή της ήττας και υποχώρηση» ή «αναδίπλωση σε νέες μορφές αγώνα»;
Το ζήτημα τούτη την ώρα δεν τίθεται τόσο ως ανάγκη για ένα «Plan Β», όσο για την ανάγκη εμπλουτισμού του «Plan A» με εκείνες τις εναλλακτικές κινήσεις που θα δώσουν στο κίνημα μεγαλύτερη ευελιξία σε σχέση με τις επόμενες επιλογές του. Ας μείνουμε, όμως, για την ώρα εδώ και –πρώτα ο Θεός– τα ξαναλέμε την άλλη βδομάδα.
ΥΓ. Μέχρι τότε θα ήθελα απλώς να επιστήσω την προσοχή σας στην κατάληψη που έκαναν οι γονείς στο 1ο ΕΠΑΛ Νέας Ιωνίας, στη λειτουργική κατάληψη που έκαναν επίσης οι γονείς στο 7ο Δημοτικό Παλλήνης και στην κατάληψη του κτιρίου της Αντιπεριφέρειας στη Χαλκίδα από το Εργατικό Κέντρο Εύβοιας και άλλα εργατικά σωματεία.