Τι δείχνει το «φλερτ» του ΣΥΡΙΖΑ με την ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία
Του Γιώργου Παπαϊωάννου
Πληθαίνουν οι επαφές του Αλέξη Τσίπρα και του κυβερνητικού κόμματος με την ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία. Το περασμένο Σάββατο ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ πήρε μέρος, μετά από πρόσκληση του Φρ. Ολάντ, στη συνάντηση κυβερνητικών ηγετών των λεγόμενων σοσιαλιστικών κομμάτων της Ευρώπης. Κατά τη διάρκεια της Συνάντησης, ο Αλ. Τσίπρας επέμεινε στην ανάγκη για «ένα κοινό μέτωπο ευρύτερων προοδευτικών δυνάμεων, για την αντιμετώπιση των μεγάλων κοινών απειλών σήμερα στην Ευρώπη». Το γεγονός σχολιάστηκε στον ευρωπαϊκό Τύπο που αποσύρει σιγά-σιγά την «ρετσινιά» του λαϊκιστή-ταραξία από τον Αλ. Τσίπρα και τον συγκαταλέγει στους υπεύθυνους κεντροαριστερούς ηγέτες της Ευρώπης. Χαρακτηριστικός ο τίτλος του γαλλικού Nouvel Observateur που αναφέρει: «Τσίπρας, Ρέντσι και Γκάμπριελ. Οι Ευρωπαίοι σοσιαλδημοκράτες ηγέτες πραγματοποιούν συνάντηση στο Elysée, για να συζητήσουν για την ανάπτυξη».
Δεν ήταν, ωστόσο, αυτή η τελευταία επαφή του Αλ. Τσίπρα με την «σοσιαλιστική οικογένεια» της Ευρώπης. Προχθές, Πέμπτη, ο Έλληνας πρωθυπουργός συμμετείχε για πρώτη φορά, ως παρατηρητής, στη Σύνοδο των Ευρωπαίων σοσιαλιστών. Στη Σύνοδο πήρε μέρος, βεβαίως, και η Φώφη Γεννηματά εκπροσωπώντας το «επίσημο τέκνο της οικογένειας» που παραμένει το ΠΑΣΟΚ. Ξεκίνησε, εξάλλου, την Παρασκευή και ολοκληρώνεται αύριο, μια ακόμα συνάντηση, αυτή τη φορά σε ελληνικό έδαφος. O ΣΥΡΙΖΑ, το Κόμμα της Ευρωπαϊκής Αριστεράς, το Ινστιτούτο Νίκος Πουλαντζάς και το Transform! Europe, συνδιοργανώνουν σε κεντρικό ξενοδοχείο της Αθήνας διεθνές συνέδριο με θέμα Συμμαχία ενάντια στη λιτότητα για τη δημοκρατία στην Ευρώπη. Στο συνέδριο, που συνεχίζεται σήμερα με εκδήλωση στην οποία θα μιλήσει και ο Αλ. Τσίπρας, έχουν προσκληθεί στελέχη τόσο της Αριστεράς, όσο και της σοσιαλδημοκρατίας από την Ευρώπη.
Η μικρή προϊστορία
Δεν πρόκειται για κινήσεις τακτικής σημασίας, προκειμένου το κυβερνών κόμμα να δημιουργήσει κάποιες συμμαχίες για τα ελληνικά θέματα, σπάζοντας την απομόνωση στην Ευρώπη. Η ερμηνεία αυτή είναι αρκετά «βολική» και λανσάρεται συχνά για να δικαιολογήσει τη στροφή του ΣΥΡΙΖΑ σε ένα ακόμα θέμα. Δεν έχει περάσει πολύς καιρός από τότε που ο Δρόμος έκανε λόγο για την κεντροαριστερή στροφή και στη συνέχεια μετάλλαξη του ΣΥΡΙΖΑ. Οι πιο προσεκτικοί αναγνώστες μας θα θυμούνται ίσως ότι ήδη πριν από την ανάληψη της διακυβέρνησης, από την εποχή των διαπραγματεύσεων με την ΔΗΜΑΡ και με στελέχη του ΠΑΣΟΚ για μη εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας που θα οδηγούσε σε πτώση του Α. Σαμαρά και εκλογές, από τις στήλες της εφημερίδας γίνονταν λόγος για «κεντροαριστεροποίηση» τόσο του ΣΥΡΙΖΑ όσο και γενικότερα του πολιτικού σκηνικού.
Η θέση αυτή είχε τότε ξενίσει και φάνταζε αστήριχτη, αφού το κόμμα της Αριστεράς ανέβαζε τους αντιδεξιούς τόνους και έδειχνε να επιμένει στις αντιμνημονιακές δεσμεύσεις του. Ωστόσο, είχε στην πραγματικότητα ήδη μπει σε τροχιά εξομάλυνσης των σχέσεών του με το πολιτικό σύστημα, έστηνε γέφυρες με τον οικονομικό και πολιτικό κόσμο της Ελλάδας και με διεθνείς παράγοντες για την επικείμενη άνοδό του στην εξουσία και ετοιμάζονταν να ολοκληρώσει τη στροφή, μετατοπίζοντας τη θέση του. Από παράγοντας αστάθειας για το πολιτικό σύστημα και τους δανειστές, θα έπαιρνε θέση εντός του μνημονιακού πλαισίου. Και για να συνεχίσει να ασκεί πολιτική, θα έπρεπε να ανασυστήσει την αντίθεση ανάμεσα στη «Δεξιά» και τον υπό εκκόλαψη «κεντροαριστερό πόλο», αφού πλέον θα εξέλειπε ο διαχωρισμός μνημονιακών και αντιμνημονιακών δυνάμεων. Όλα αυτά, βεβαίως, δεν ήταν συνέπεια κάποιας στιγμιαίας «προδοσίας», όπως αρκετοί σήμερα υποστηρίζουν. Ούτε έγιναν χωρίς αναταράξεις, αφού η εμπλοκή του λαϊκού παράγοντα στην ανάδειξη του ΣΥΡΙΖΑ στη διακυβέρνηση δεν ήταν αντικείμενο εύκολων χειρισμών.
Ελληνικά καβγαδάκια…
Η μικρή αυτή αναδρομή γίνεται ακριβώς για την υποστήριξη της άποψης που διατυπώθηκε αρχικά: Το «φλερτ» του ΣΥΡΙΖΑ με την ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία δεν είναι τακτικού χαρακτήρα αλλά συνδέεται με την συντελεσμένη ήδη μετάλλαξη του κόμματος και τις εξελίξεις στο εσωτερικό της χώρας. Ενδεικτικό ήταν το πρόσφατο «επεισόδιο Μουζάλα». ΠΑΣΟΚ και Ποτάμι στήριξαν τον υπουργό Μεταναστευτικής Πολιτικής, όχι φυσικά από διάθεση αβρότητας αλλά δίνοντας μια πιθανή εικόνα από το μέλλον όπου η ελληνική Κεντροαριστερά θα μπορούσε να βρει ευρύτερα πεδία σύγκλισης. Γιατί, λοιπόν, ο ΣΥΡΙΖΑ να επιμένει στη συμμαχία με τον «εθνολαϊκιστή» Καμμένο και όχι με τους φυσικούς του «γείτονες», τα κόμματα των Φ. Γεννηματά και Στ. Θεοδωράκη;
Φυσικά, ούτε και σε αυτό το πεδίο λείπουν τα προβλήματα και οι αναταράξεις. ΠΑΣΟΚ και Ποτάμι είναι υποχρεωμένα να κοιτούν προς τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά σε καμιά περίπτωση δεν έχουν συμφέρον να αποδεχτούν τον ηγεμονικό του ρόλο σε μια κεντροαριστερή συμμαχία. Ούτε, βεβαίως, βλέπουν με καλό μάτι την προσέγγιση Τσίπρα-Ευρωπαίων σοσιαλιστών, αφού και το Ποτάμι διατηρεί δεσμούς μαζί τους και κυρίως το ΠΑΣΟΚ επιθυμεί διακαώς να παραμείνει η «επίσημη αντιπροσωπεία» στην Ελλάδα. Λογικό, αφού το εδώ μαγαζί έχει μικρύνει αλλά η «μητρική εταιρία» παραμένει δεύτερη πολιτική δύναμη στην Ευρώπη. Έτσι, η πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ δήλωσε σε συνέντευξή της την προηγούμενη βδομάδα στην Εφ.Συν. ότι «ο ΣΥΡΙΖΑ είναι ένα λαϊκιστικό κόμμα που προέρχεται από τον χώρο της κομμουνιστικής Αριστεράς, με πολλές και ασύμβατες συνιστώσες», συμπληρώνοντας ότι το κόμμα του Αλ. Τσίπρα «ούτε αυτοπροσδιορίζεται ούτε είναι ένα σοσιαλδημοκρατικό-σοσιαλιστικό ευρωπαϊκό κόμμα». Η Φ. Γεννηματά βεβαίως και γνωρίζει ότι ο τρόπος που περιγράφει τον ΣΥΡΙΖΑ ανήκει στο παρελθόν, είναι όμως υποχρεωμένη να οριοθετήσει κάπως το δικό της κόμμα.
…και ευρωπαϊκά προξενιά
Και οι Ευρωπαίοι Σοσιαλιστές; Που αποσκοπεί για αυτούς το «φλερτ» με τον ΣΥΡΙΖΑ που μέχρι πριν λίγους μήνες αντιμετώπιζαν με καχυποψία ή και εχθρότητα; Οι απαντήσεις στο ερώτημα φαίνονται σχετικά απλές. Πρώτα απ’ όλα, η αποδοχή από τη μεριά του ΣΥΡΙΖΑ της «ευρωπαϊκής αρχιτεκτονικής» αφαιρεί τα εμπόδια που υπήρχαν για την προσέγγιση των δύο πλευρών. Ένα κυβερνητικό κόμμα φαντάζει μεγάλο για να χωρέσει στη μικρή «οικογένεια» της Ευρωπαϊκής Αριστεράς και οι λεγόμενοι σοσιαλιστές έχουν κάθε συμφέρον από μια σύμπραξη μαζί του, από τη στιγμή που δείχνει να έχει οριστικά εγκαταλείψει τη «λαϊκιστική χίμαιρα» μιας σημαντικής αλλαγής στην Ευρώπη σε ρήξη με την Γερμανία της Μέρκελ. Η φραστική αντίθεση στη λιτότητα και η εξίσου φραστική υπεράσπιση της Δημοκρατίας, δεν εμποδίζουν τη σύγκλιση, αφού και οι σοσιαλδημοκράτες ηγέτες επιμένουν σε μια τέτοια ρητορική, προσπαθώντας να οριοθετηθούν κάπως από τις παραδοσιακές δεξιές δυνάμεις της Ευρώπης. Βεβαίως, άλλα εφαρμόζουν σε όποια χώρα βρίσκονται στην κυβέρνηση, αλλά ούτε και σε αυτό διαφέρουν πλέον από τον ΣΥΡΙΖΑ.
Αμοιβαία τα αισθήματα, λοιπόν, για προφανείς λόγους αλλά και με ορισμένα πρακτικά οφέλη. Στην περίπτωση της Ισπανίας, για παράδειγμα, η άνοδος των σοσιαλιστών στην εξουσία σε μια σημαντική ευρωπαϊκή χώρα, περνά μέσα από την κάμψη των αντιστάσεων των Podemos και τη συνεννόηση μαζί τους. Δεν είναι, λοιπόν, παράξενο που στα περιθώρια της σοσιαλιστικής Συνόδου, σύμφωνα με όσα δήλωσε στους δημοσιογράφους ο πρόεδρος του Σοσιαλιστικού Κόμματος της Ισπανίας Πέδρο Σάντσεθ, συζητήθηκε και ο ρόλος που θα μπορούσε να έχει ο Αλ. Τσίπρας σε αυτό το σημαντικό αλλά δύσκολο προξενιό.
Ξεφεύγοντας από τα επιμέρους επεισόδια και γενικεύοντας, εκείνο που δεν χωρά αμφισβήτηση είναι ότι η λεγόμενη Κεντροαριστερά δεν αποτελεί την μετριοπαθή ή συμβιβαστική πτέρυγα της Αριστεράς. Στην περίπτωση της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας αυτό είναι γνωστό, αφού σοσιαλιστές και σοσιαλδημοκράτες έχουν πρωταγωνιστήσει τόσο στις πολιτικές λιτότητας και αφαίμαξης των λαϊκών στρωμάτων, όσο και στις πολεμικές εξορμήσεις της Ε.Ε. Το ίδιο, όμως, ισχύει πλέον και στην ελληνική περίπτωση του ΣΥΡΙΖΑ αφού το κυβερνητικό κόμμα δεν είναι παρά ο τοποτηρητής αυτών των πολιτικών στη χώρα. Δεν ανήκει στην «ρεφορμιστική» έστω πτέρυγα της Αριστεράς αλλά αποτελεί την υποτιθέμενη «κοινωνικά ευαίσθητη» και «αριστερίζουσα» πτέρυγα του πολιτικού συστήματος κάτω από τη μπαγκέτα των τροϊκανών «θεσμών» και της ευρωκρατίας.