Νέα εκτίναξη της αποχής και ενίσχυση των «μικρών»
Του Γιώργου Τζαφέρη
Χωρίς μεγάλες εκπλήξεις, σε σχέση με τις δημοσκοπήσεις των τελευταίων ημερών, ανακοινώθηκαν τα τελικά αποτελέσματα των βουλευτικών εκλογών της 22ας Μαΐου στην Κύπρο. Η έντονη δυσαρέσκεια των πολιτών προς το κατεστημένο πολιτικό σύστημα εκφράστηκε με διάφορους τρόπους. Πρώτον, με νέα μεγάλη αύξηση της αποχής (+12 ποσοστιαίες μονάδες από τις εκλογές του 2011 και +22 μονάδες από το 2006!), η οποία ήταν η υψηλότερη στην ιστορία της Κυπριακής Δημοκρατίας και καταγράφεται πλέον ως… η πρώτη δύναμη των εκλογών. Δεύτερον, με αποδοκιμασία, σε διαφορετικό βαθμό, των δύο παραδοσιακά μεγάλων πολιτικών παρατάξεων του νησιού, του ΔΗΣΥ και του ΑΚΕΛ. Τρίτον, με ενίσχυση των «μικρών» κομμάτων – κυρίως των νεοεμφανιζόμενων αλλά και παλαιότερων. Η αλλαγή του εκλογικού νόμου, με το διπλασιασμό του ορίου για την είσοδο στη βουλή (από 1,8% σε 3,6%), την οποία ΔΗΣΥ και ΑΚΕΛ αποφάσισαν από κοινού, δεν ανέκοψε αυτή την αποτύπωση της δυσαρέσκειας και στη νέα Βουλή, με αποτέλεσμα για δεύτερη μόλις φορά στην ιστορία της Κυπριακής Δημοκρατίας (το 2001 ήταν η πρώτη) να συμμετέχουν οκτώ κόμματα. Το ίδιο, κατά συνέπεια, και στο Εθνικό Συμβούλιο, το οποίο έχει σημαντικό ρόλο στη διαχείριση των εθνικών θεμάτων.
Ήττα των παλιών κομμάτων, και ιδίως του ΑΚΕΛ
Τα πρωτοσέλιδα των κυπριακών εφημερίδων, που είχαν ως κύριους τίτλους φράσεις όπως «Αμηχανία στα κόμματα» και «Άνω-κάτω τα κόμματα», δείχνουν με τον καλύτερο τρόπο τις κύριες τάσεις. Το ΑΚΕΛ είναι ο μεγάλος χαμένος των εκλογών. Αν και στην αντιπολίτευση, είναι ο κύριος αποδέκτης της αποδοκιμασίας: με πτώση 7,1%, σημείωσε το χειρότερο εκλογικό αποτέλεσμα στην ιστορία του. Πληρώνει έτσι και τη μνημονιακή ευθυγράμμισή του την περίοδο που κυβερνούσε, αλλά και τα μπρος-πίσω στη στάση του για το εθνικό ζήτημα, όπου δύσκολα κανείς τη διακρίνει από αυτήν της αντίπαλης παράταξης του κεντροδεξιού ΔΗΣΥ. Φυσικά οι δηλώσεις της ηγεσίας του ΑΚΕΛ είναι οι κλασικές: «Θα συνέλθουν τα όργανα του κόμματος και θα μελετήσουν τα αίτια της ήττας», «Λάβαμε το μήνυμα» κ.ο.κ. Δηλώσεις που δύσκολα πείθουν ότι θα αναπτυχθεί μια ουσιαστική προβληματική εντός αυτού του κόμματος που, σημειωτέον, διεκδικείται ως «αδελφό κόμμα» και από την ελληνική αριστερά – τόσο την κυβερνητική (ΣΥΡΙΖΑ), όσο και την αντιπολιτευόμενη (ΚΚΕ).
Το κεντροδεξιό ΔΗΣΥ, από την άλλη, αισθάνεται τη φθορά της κυβερνητικής εξουσίας αλλά και της διάψευσης των μεγάλων προσδοκιών για λύση στο εθνικό θέμα. Χάνει 3,7% και βλέπει τη σταθεροποίηση μιας νέας δύναμης που προέρχεται από τον ίδιο ιδεολογικό χώρο, της «Αλληλεγγύης», η οποία διαφοροποιείται έντονα από τον ΔΗΣΥ ιδίως στο θέμα του Κυπριακού. Όμως ο ΔΗΣΥ γλιτώνει τα χειρότερα λόγω της καθίζησης του ΑΚΕΛ. Ο τρίτος παραδοσιακός πολιτικός χώρος, το κεντρώο ΔΗΚΟ, φαίνεται να αποτελεί μια μικρή έκπληξη αφού δεν μπήκε στο κάδρο της απαξίωσης και κατάφερε, με μια πιο αυτόνομη πολιτική παρουσία, να μειώσει τις απώλειες (μόλις -1,3%) παρά το γενικότερο κλίμα καταδίκης του παραδοσιακού πολιτικού συστήματος. Έτσι, το ΔΗΚΟ αναδεικνύεται εκ νέου σε βασικό ρυθμιστικό παράγοντα στην προς αναζήτηση κοινοβουλευτική πλειοψηφία.
Η ΕΔΕΚ μπήκε σε περιπέτειες, αφού έχασε σημαντικές δυνάμεις εξαιτίας της αποχώρησης ή της αδράνειας παλιότερων στελεχών, ενώ ταυτόχρονα αποτέλεσε χώρο άντλησης ψήφων από το νέο σχηματισμό «Συμμαχία Πολιτών» του πρώην υποψήφιου προέδρου Γ. Λιλλήκα. Ο τελευταίος που, όπως και η ΕΔΕΚ, καταγράφεται στους αντιπάλους ενός νέου σχεδίου Ανάν, πέτυχε ένα σημαντικό αποτέλεσμα, το οποίο τον αναδεικνύει σε έναν ακόμη βασικό πολιτικό πόλο. Οι Οικολόγοι, επίσης πολέμιοι μιας άδικης και μη βιώσιμης λύσης του Κυπριακού, υπερδιπλασίασαν τις δυνάμεις τους. Το ακροδεξιό ΕΛΑΜ (οργάνωση συγγενής με τη Χ.Α. με αναφορές στην ΕΟΚΑ Β΄, η οποία είχε πρωτοστατήσει στο φασιστικό πραξικόπημα κατά του Μακάριου και σε πολλές ακόμη αθλιότητες) ενισχύθηκε σημαντικά: υπερτριπλασιάζοντας τις δυνάμεις του κατάφερε να ξεπεράσει οριακά το αναγκαίο ποσοστό για την είσοδο στη βουλή και εξέλεξε 2 βουλευτές.
Διακομματικά παζάρια στο φόντο πιέσεων για «λύση» του Κυπριακού
Οι συζητήσεις εντός των κομμάτων την επόμενη ημέρα περιορίζονται στις εσωκομματικές ισορροπίες, τις πιθανές αλλαγές ηγεσιών και βασικά την εκλογή του νέου προέδρου της βουλής στις 2 Ιουνίου, όπου θα αποτυπωθεί και η νέα κυβερνητική πλειοψηφία. Εκεί το ΑΚΕΛ θα προσπαθήσει, με πιθανή υποψηφιότητα του γενικού γραμματέα του κόμματος, να πάρει μια μικρή ρεβάνς ώστε και τις εντυπώσεις της ήττας να απαλύνει, αλλά και να κατακτήσει μια θεσμική θέση που σηματοδοτεί τη σταθερή προσήλωσή του στο επίσημο πολιτικό παιχνίδι. Όμως και οι επικεφαλής των μικρότερων κομμάτων αναμένεται να διεκδικήσουν τη θέση αυτή, ως αντάλλαγμα για τη συμμετοχή τους σε αυτήν ή την άλλη υπό διαμόρφωση πολιτική συμμαχία. Η έντονη δυσαρέσκεια και η μαζική αποδοκιμασία του παραδοσιακού πολιτικού κατεστημένου, που καταγράφηκε τόσο με την εκτίναξη της αποχής όσο και με την ενίσχυση των «μικρών», περνάει στα ψιλά στις ανακοινώσεις των περισσότερων κομμάτων.
Όπως γράφαμε και στο προηγούμενο φύλλο του Δρόμου, όμως, οι μεγάλοι παίκτες της γεωπολιτικής σκακιέρας λίγη σημασία δίνουν στα όποια αποτελέσματα των εκλογών. Για παράδειγμα, ο Τούρκος πρόεδρος Ερντογάν προχώρησε την επόμενη κιόλας μέρα των εκλογών σε μια προκλητική ενέργεια: τη μυστική πρόσκληση στον ηγέτη των τουρκοκυπρίων Ακιντζί να παρακαθίσει «αιφνιδιαστικά» στο επίσημο γεύμα που παρέθεσε στους αρχηγούς κρατών οι οποίοι συμμετείχαν στη Σύνοδο του ΟΗΕ για την Ανθρωπιστική Κρίση, όπου θα παρευρίσκονταν τόσο ο Κύπριος πρόεδρος Αναστασιάδης όσο και ο Έλληνας πρωθυπουργός. Έτσι, ο Κύπριος πρόεδρος αναγκάστηκε να αποχωρήσει από τη Σύνοδο και να ακυρώσει τη συνάντησή του με τον Ακιντζί, που είχε προγραμματιστεί για χθες Παρασκευή 27 Μαΐου.
Πάντως η αντίδραση αυτή του Αναστασιάδη μάλλον αποτελεί προσπάθεια κατευνασμού της έντονης δυσαρέσκειας του λαού, που παρακολουθεί τις εξελίξεις από μακριά, παρά αλλαγή στρατηγικής. Η οποία «στρατηγική» συνίσταται σε ολοένα και μεγαλύτερη διαλλακτικότητα και ενδοτισμό προς την τουρκική αδιαλλαξία και τις προσταγές των μεγάλων εγγυητριών δυνάμεων. Όσο για τον Έλληνα πρωθυπουργό, μάλλον δεν αντιλαμβάνεται τι ακριβώς συμβαίνει… Το μόνο που μπόρεσε να κάνει ήταν να αστειευθεί με τον Ερντογάν ότι θα φορέσει γραβάτα όταν λυθεί το Κυπριακό και να δηλώσει, μετά τη συνάντησή του με τον πρόεδρο Αναστασιάδη, ότι η επίλυση του Κυπριακού είναι θέμα αντοχής και όχι ταχύτητας. Ίσως θα ήταν καλύτερα να ρωτήσει τον κυπριακό λαό για τις αντοχές του…