Μια κατατοπιστική και άκρως χρήσιμη ανακοίνωση της Εναλλακτικής Παρέμβασης Δικηγόρων Αθήνας.

Τα ψέματα που σχετίζονται με τα διάφορα τέλη αρχίζουν από το ίδιο το όνομά τους. Ένα τέλος επιβάλλεται ως αντιστάθμισμα για μια υπηρεσία που προσφέρει το Δημόσιο ή ένας ΟΤΑ (π.χ. τέλη καθαριότητας, ηλεκτροφωτισμού κ.λπ.).
Τα ψευδεπίγραφο τέλος επιτηδεύματος είναι απλά ένας κεφαλικός φόρος που δεν έχει καμία σχέση με προσφερόμενες υπηρεσίες. Εξίσου ψευδεπίγραφη είναι και η εισφορά αλληλεγγύης, αφού τα ποσά που συλλέγονται γι’ αυτήν θα καταλήξουν στις τσέπες των τοκογλύφων δανειστών-ντόπιων και ξένων.
Η επιβολή των μέτρων αυτών είναι αντικοινωνική, αφού καταληστεύουν τα χαμηλά εισοδήματα, βαθαίνουν την ύφεση και οδηγούν τη χώρα στη χρεοκοπία. Είναι επιπλέον αντισυνταγματική: το τέλος επιτηδεύματος είναι ένας κεφαλικός φόρος που επιβάλλεται σε μια κατηγορία φορολογουμένων (κατά παράβαση του άρθρου 78§1 Σ.-με την ίδια λογική αύριο π.χ. θα μπορούσε να επιβληθεί κεφαλικός φόρος 300 ευρώ για τους κατοίκους της Κρήτης) και μάλιστα ανεξάρτητα από τη φοροδοτική τους ικανότητα (κατά παράβαση του άρθρου 4§5 Σ.: ίδιο ποσό ο μεγαλοδικηγόρος με τον μαχόμενο, ίδιο ποσό ο εργοδότης με τον εργαζόμενό του- π.χ. ο εργοδότης δικηγόρος με τον μισθωτό του συνεργάτη).
Αντίστοιχα αντισυνταγματική είναι και η εισφορά αλληλεγγύης, αφού καταβάλλεται μόνο από τα φυσικά και όχι από τα νομικά πρόσωπα (που έχουν και μεγαλύτερη φοροδοτική ικανότητα), επιβαρύνει τους πιο συνεπείς φορολογούμενους και όχι τους κατά συνήθεια φοροδιαφεύγοντες, ενώ επιπλέον υπολογίζεται και επί αυτοτελώς φορολογούμενων εισοδημάτων (π.χ. τόκων, μερισμάτων κ.λπ.) που μόνο προαιρετικά δηλώνονται με τη φορολογική δήλωση.
Για όλους αυτούς τους λόγους έχουμε κάθε δικαίωμα να αρνηθούμε την πληρωμή των τελών. Και για έναν ακόμα σημαντικότερο. Η κυβέρνηση και το Μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα στηρίζονται πάνω στην είσπραξη αυτών των τελών (και γι’ αυτό προσπαθούν να την επιβάλλουν με κάθε μέτρο, όπως με το συμψηφισμό της επιστροφής φόρων ή την απ’ ευθείας παρακράτηση από τους μισθούς). Ένα μαζικό κίνημα πολιτικής ανυπακοής μπορεί να τους κλυδωνίσει και σε συνδυασμό με τις απεργίες και τις καταλήψεις στους χώρους δουλειάς να τους ανατρέψει.
H κυβέρνηση προσπαθεί να αποφύγει αυτό το ενδεχόμενο κατατρομοκρατώντας τον κόσμο. Η τερατολογία που διαδίδεται από διάφορα παπαγαλάκια είναι ενδεικτική.
Ψέμα 1o: Εάν δεν πληρώσουμε τα τέλη θα μας κλείσουν φυλακή.
Σύμφωνα με το άρθρο 25 ν.1882/90, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 3 ν.3943/2011 αδίκημα πλημμεληματικού χαρακτήρα θεωρείται η μη καταβολή βεβαιωμένων χρεών άνω των 5.000 ευρώ πέραν των 4 μηνών. H πράξη παραμένει ατιμώρητη αν εξοφληθεί το χρέος. Η διάταξη που θεωρεί Aυτόφωρο το αδίκημα είναι αντισυνταγματική (αντίθετη στα άρθρα 2§1 και 7§1 Σ), ενώ και με την εγκύκλιο 1/2011 του Εισαγγελέα ΑΠ συνιστάται η εφαρμογή του Aυτοφώρου μόνο στις κακουργηματικές πράξεις (φοροδιαφυγή άνω των 150.000 ευρώ, για τον ΦΠΑ 75.000 ευρώ).

Ψέμα 2ο: Όσοι είμαστε επαγγελματίες δεν θα μπορούμε να δουλέψουμε, αφού δεν θα μας θεωρούν φορολογικά στοιχεία.
Σύμφωνα με το άρθρο 36 παράγραφος 8α του ΚΒΣ ο προϊστάμενος της ΔΟΥ δεν θεωρεί στοιχεία όταν υφίσταται ληξιπρόθεσμη οφειλή άνω των 6.000 ευρώ. Για τον υπολογισμό της οφειλής δεν λαμβάνονται υπ’ όψιν οι προσαυξήσεις.

Ψέμα 3ο: Εάν δεν πληρώσουμε θα μας πάρουν τους μισθούς
και τις συντάξεις και
δεν θα ’χουμε να φάμε.
Σύμφωνα με το άρθρο 31 του ΚΕΔΕ (Κώδικας Εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων) δεν επιβάλλεται κατάσχεση σε μισθό, σύνταξη ή άλλη περιοδική παροχή που είναι κατώτερη των 1.000 ευρώ. Είναι δυνατή η κατάσχεση μέχρι του 1/4 μισθού ή σύνταξης, εφόσον αυτό που απομένει δεν είναι κατώτερο από 1.000 ευρώ.

Ψέμα 4ο: Εάν δεν πληρώσουμε τα τέλη θα μας πάρουν τα σπίτια.
Σύμφωνα με την συνταγματική αρχή της αναλογικότητας (άρθρο 25 Σ.), δεν μπορεί να ληφθεί το επαχθές μέτρο της κατασχέσεως ακινήτου μεγάλης αξίας για την εξόφληση μικρής απαιτήσεως, αν ο σκοπός αυτός μπορεί να επιτευχθεί με ηπιότερα και αποτελεσματικότερα μέτρα.

Ποια, εντέλει, είναι η συνέπεια της μη πληρωμής:
1η συνέπεια:
Όποιος δεν πληρώσει επιβαρύνεται με 1% προσαύξηση το μήνα επί του ποσού (άρθρο 6 ΚΕΔΕ). Δηλαδή, αν οφείλει τέλος επιτηδεύματος (και αυτό δεν κριθεί αντισυνταγματικό) επιβαρύνεται με 3 ευρώ μηνιαίως
2η συνέπεια: Όποιος δεν πληρώσει, δεν μπορεί να πάρει φορολογική ενημερότητα προκειμένου να εισπράξει χρήματα από το Δημόσιο, ΝΠΔΔ, ΟΤΑ για ποσά άνω των 1.500 ευρώ. Για την ακρίβεια, σύμφωνα με την ΠΟΛ 1124/27-5-11 στην περίπτωση αυτή εκδίδεται βεβαίωση οφειλής και είτε το οφειλόμενο ποσό συμψηφίζεται, είτε καταβάλλεται από τον οργανισμό πληρωμής στην εφορία. Σε περίπτωση που τα χρήματα εισπράττονται μέσω της εφορίας, αυτή προβαίνει σε συμψηφισμό και για οφειλές που είναι κατώτερες των 1.500 ευρώ (ΑΥΟ 1109793/6134-11/0016/ΠΟΛ 1223/24-11-99). Στην κατηγορία αυτή δεν υπάγονται μισθωτοί ή συνταξιούχοι των ανωτέρω φορέων ή αγρότες για την είσπραξη αποζημιώσεων ή επιχορηγήσεων και επιδοτήσεων.
3η συνέπεια: Όποιος δεν πληρώσει, δεν μπορεί να πάρει φορολογική ενημερότητα για να πουλήσει το ακίνητό του (ΠΟΛ 1223/24-11-99). Για την ακρίβεια, σύμφωνα με την ΠΟΛ 1124/27-5-11 στην περίπτωση αυτή εκδίδεται βεβαίωση οφειλής και το ποσό που οφείλεται παρακρατείται από το τίμημα του ακινήτου. Ο αγοραστής δεν υποχρεούται να προσκομίσει φορολογική ενημερότητα.
Σε κάθε περίπτωση, αν το χρέος ρυθμισθεί και καταβληθεί η πρώτη δόση, εκδίδεται φορολογική ενημερότητα ισχύος ενός μηνός (ΠΟΛ 1047/28-2-2008) και θεωρούνται φορολογικά στοιχεία. Συνεπώς, ακόμα κι αν κάποιος δεν πληρώσει, η τυχόν οφειλή θα καταβληθεί στις ανωτέρω περιπτώσεις είτε μέσω του τιμήματος του ακινήτου, είτε μέσω συμψηφισμού. Η αλήθεια είναι ότι όσοι δεν θα πληρώσουν δεν είναι υποχρεωμένοι ούτε προσφυγή να κάνουν, ούτε να υποβάλουν δήλωση αδυναμίας πληρωμής στην εφορία (την οποία μάλιστα δεν είναι υποχρεωμένη να δεχθεί η εφορία).
Κανονικά, εάν ήμασταν σε ένα πραγματικό κράτος δικαίου η απόφαση ενός δικαστηρίου ότι ένα τέλος είναι αντισυνταγματικό θα έπρεπε να ενεργεί υπέρ όλων και με νεότερη νομοθετική ρύθμιση να επιστρέφονται σε όσους κατέβαλαν τα ποσά ως αχρεωστήτως καταβληθέντα ή να συμψηφίζονται με νεότερες οφειλές.
Επειδή όμως βρισκόμαστε στην Ελλάδα, το κράτος επικαλείται συνήθως ότι η δικαστική απόφαση ενεργεί μόνο υπέρ του διαδίκου που την κέρδισε και αρνείται την επιστροφή των ποσών ή σε εξαναγκάζει σε καινούργιες δικαστικές ενέργειες.
Θα ήταν συνεπώς χρήσιμο όσοι έχουν τη δυνατότητα να καταθέσουν τουλάχιστον προσφυγή κατά του επιβαλλόμενου τέλους. Μαζί με τα ανωτέρω ψέματα κυκλοφορούν λοιπόν και διάφορες άλλες τερατωδίες που προσπαθούν να αποτρέψουν όσους θέλουν να μην πληρώσουν από το να κάνουν προσφυγή.
Ψέμα 1ο: Για να καταθέσω προσφυγή πρέπει να πληρώσω το τέλος (ή το ½ αυτού).
Ουδέν αναληθέστερο: Η άσκηση της προσφυγής δεν αναστέλλει μεν την υποχρέωση καταβολής του ποσού (για να ανασταλεί η υποχρέωση καταβολής πρέπει κάποιος να καταθέσει σχετική αίτηση αναστολής και να του χορηγηθεί).
Πλην, όμως, η καταβολή του ποσού ή μέρους αυτού δεν αποτελεί αναγκαία προϋπόθεση για την κατάθεση ή την εκδίκαση της προσφυγής (η καταβολή του ½ του ποσού αποτελεί προϋπόθεση μόνο για την άσκηση έφεσης κατά της απόφασης που θα εκδοθεί και φυσικά μόνο επί του ποσού που θα καθορίζεται ως καταβλητέο με τη δικαστική απόφαση – άρθρο 93§3 Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας, όπως τροποποιήθηκε με τον ν.3900/2010)
Ψέμα 2ο: Η προσφυγή είναι πανάκριβη.
Η αλήθεια είναι ότι η προσφυγή είναι πάμφθηνη. Το παράβολο για την προσφυγή είναι 2% επί του ποσού του φόρου που προσβάλλεται. Το 1/3 του ποσού του παραβόλου καταβάλλεται με την κατάθεση της προσφυγής και τα 2/3 κατά την εκδίκαση (άρθρο 277§3-4 ΚΔΔ). Κατώτατο όριο παραβόλου δεν προβλέπεται. Συνεπώς, εάν κάποιος οφείλει τέλος επιτηδεύματος πρέπει να καταβάλει παράβολο 6 ευρώ (2%x300 ευρώ) από τα οποία 2 ευρώ με την κατάθεση και 4 ευρώ κατά την εκδίκαση.
Η προσφυγή κατατίθεται στο αρμόδιο δικαστήριο (Διοικητικό Πρωτοδικείο) και πρέπει, απαραίτητα, να επιδοθεί με δικαστικό επιμελητή εντός προθεσμίας 20 ημερών από τη λήξη της προθεσμίας άσκησής της και στην εφορία (άρθρο 126§1 ΚΔΔ).
Ψέμα 3ο: Πρέπει να πληρώσω αμοιβή δικηγόρου.
Για ποσά μέχρι 580 ευρώ δεν απαιτείται παράσταση δικηγόρου (άρθρο 27§2α ΚΔΔ).
Ψέμα 4ο: Η προθεσμία άσκησης της προσφυγής έχει λήξει.
Κυκλοφορεί η ψευδής φήμη ότι όποιος ήθελε να κάνει προσφυγή έπρεπε να την ασκήσει μέχρι την προθεσμία πληρωμής της πρώτης δόσης. Η προθεσμία για την άσκηση προσφυγής είναι 60 ημέρες από την ημέρα που θα λάβει κανείς το σχετικό πολυεκκαθαριστικό (άρθρο 66 ΚΔΔ).
Περαιτέρω, όποιος έχει την οικονομική δυνατότητα μπορεί να καταθέσει και αίτηση αναστολής της καταβολής του φόρου (το παράβολο στοιχίζει 100 ευρώ) αρκεί να μην έχει καταβάλει το φόρο (άρθρο 202 ΚΔΔ).
Σε κάθε περίπτωση, βέβαια, επισημαίνουμε ότι το ζήτημα δεν είναι πρωτίστως δικαστικό, αλλά πολιτικό.
Η ανατροπή της κυβέρνησης και της πολιτικής του Μνημονίου είναι η αναγκαία προϋπόθεση για να μπει φραγμός στην αναίρεση των κοινωνικών κατακτήσεων και συμβιβασμών μιας προηγούμενης περιόδου και στην καταβαράθρωση των λαϊκών στρωμάτων. Αποτελεί συνεπώς καθήκον όλων μας, δικηγόρων, δικαστικών επιμελητών, δικαστικών υπαλλήλων να συστρατευτούμε με τις απεργίες και τις καταλήψεις των εργαζομένων, να συσπειρωθούμε σε λαϊκές συνελεύσεις και επιτροπές γειτονιάς που θα δημιουργήσουν ένα ευρύ δίκτυο αλληλεγγύης, αντίστασης και ανατροπής.

 

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!