Της Ιφιγένειας Καλαντζή*

«Ήρθα σε επαφή με έναν ”επώνυμο”, αλλά αυτός ζούσε από τις δάφνες του μύθου του κι εγώ σκέφτηκα:Τι δουλειά έχω με τέτοιους ανθρώπους; Καμιά. Εγώ είμαι πάντα με τους ξυπόλητους. Και κίνησα γη και ουρανό για να τους βρω…».

Αυτά τα λόγια της Αλίντας Δημητρίου, σε μια συνέντευξη στα Νέα, χαρακτηρίζουν με μοναδικό τρόπο τη στάση μιας ολόκληρης ζωής της ίδιας και του συντρόφου της, Σωτήρη Δημητρίου, σημαντικού ανθρωπολόγου. Σ’ αυτούς τους «ξυπόλητους», λοιπόν, που αφήνει στο περιθώριο η επίσημη ιστορική καταγραφή, δίνει φωνή μέσα από τα ντοκιμαντέρ της η 80χρονη Αλίντα Δημητρίου, μια σπουδαία κινηματογραφίστρια που έφυγε από κοντά μας την περασμένη Τρίτη, αφήνοντας ένα έργο ανυπολόγιστης σημασίας.

Η θητεία της στο χώρο του κινηματογράφου ξεκινάει στα μέσα του ’70, με ντοκιμαντέρ που διασώζουν εικόνες, έθιμα και επαγγέλματα που σβήνουν, ενώ συνέβαλε καθοριστικά στην ανάδειξη και καθιέρωση υποδομών για την ταινία μικρού μήκους, που υπερασπίστηκε με πάθος. Κορυφαίο, όμως, έργο της αποτελεί αναμφισβήτητα η τριλογία, στην οποία αφιέρωσε τα τελευταία χρόνια της ζωής της, Κινώντας γη και ουρανό, δίχως οικονομική ενίσχυση, για να ανακαλύψει παλιές αντάρτισσες που επιβεβαιώνουν με τις μαρτυρίες τους την ισότιμη συμμετοχή των γυναικών στην πρόσφατη ιστορία του τόπου μας.

Στα πολυβραβευμένα Πουλιά στο βάλτο (2008), εστιάζει στις γυναίκες της Εθνικής Aντίστασης, καθώς και στις συνέπειες που υπέστησαν. Μέσα από βιώματα φανερώνεται η γενναία στάση πολλών γυναικών, σε πράξεις που είχαν προβληθεί μονάχα από άντρες.

Στη Ζωή στους Βράχους (2009) οι αντάρτισσες, μετά τη Συμφωνία της Βάρκιζας, βρίσκονται αντιμέτωπες μ’ ένα καθεστώς διαρκούς τρομοκρατίας που τις αναγκάζει να καταφύγουν στα βουνά, ενάντια στη συντονισμένη πλέον προσπάθεια θόλωσης των αιτίων και της σημασίας του Εμφυλίου. Ακολουθούν περιγραφές από τις εξορίες, σε δύσβατες περιοχές όλο βράχια, αλλά και στο κολαστήριο της Μακρονήσου.

Την τριλογία σφραγίζουν τα Κορίτσια της βροχής (2011), με τις καθηλωτικές αφηγήσεις γυναικών στη χούντα, για τις απάνθρωπες συνθήκες στα κρατητήρια της Ασφάλειας και τα απίστευτα βασανιστήρια στα μπουντρούμια του ΕΑΤ-ΕΣΑ. Η κίνηση της υπέργηρης μητέρας μιας αγωνίστριας, που σκεπάζει τρυφερά την πλάτη της κόρης με ένα σάλι, τη στιγμή που η φωνή της ραγίζει από τις μνήμες, είναι στιγμή που δεν καταγράφεται σε γραπτό κείμενο, μόνο σε εικόνα.

Με μια απλή, κόντρα στη φούρια της τηλεοπτικής αισθητικής, δομή σ’ αυτό το εξαιρετικό τρίπτυχο, η Αλίντα έδωσε έμφαση στην προφορική μαρτυρία και την ανθρώπινη έκφραση, ως ιστορικά τεκμήρια, φορτισμένα με συναισθήματα, που συναντάμε μονάχα στα ποιήματα και στα τραγούδια.

Ο τρόπος αφήγησης, τα τρεμάμενα χέρια, μα πάνω απ’ όλα το βλέμμα αυτών των γυναικών, προδίδουν κάτι συνταρακτικό, πολύ βαθύτερο απ’ αυτό που περιγράφουν, ικανό να διαφωτίσει τις επόμενες γενιές, για τη μεταπολεμική περίοδο, που παραμένει «εκτός διδακτέας ύλης».

Υπάρχουν, όμως, και άλλα θέματα που αναδείχτηκαν μέσα από τις ιστορίες των γυναικών της Αλίντας, όπως το πρόβλημα της ανατροφής και μόρφωσης των παιδιών που ζούσαν μαζί τους, που συχνά χρησιμοποιούνταν ως μέσο εκβιασμού, για να καμφθεί το φρόνημά τους, αλλά και η συμβολή των «μετόπισθεν», των συγγενών που έμειναν πίσω να τις συντρέξουν και να αναπληρώσουν την απουσία τους. Μακριά από μια ηρωοποιημένη προσέγγιση μιας αντίστασης στη σφαίρα του φανταστικού, οι διηγήσεις καθημερινών ανθρώπων τοποθετούν τους απελευθερωτικούς και ταξικούς αγώνες στον πυρήνα των κοινωνιών.

Η θερμή υποδοχή του κοινού είχε ήδη φανεί από τις γεμάτες αίθουσες στα φεστιβάλ, με τον κόσμο να χειροκροτεί κατασυγκινημένος τις αγωνίστριες που ήταν παρούσες και την Αλίντα να απαντά στις ανεξάντλητες ερωτήσεις.

Η αξία των ντοκιμαντέρ δικαιώθηκε, όταν ταξίδεψαν μέσα από ανεξάρτητες προβολές, σε κάθε λογής πολιτικά στέκια, με συζητήσεις που όρθωσαν εκ νέου ένα δυναμικό πολιτικό λόγο και μια προβληματική γύρω απ’ τη σημασία του πολιτικού ντοκιμαντέρ.

Η τριλογία της Αλίντας Δημητρίου δεν προβάλλει μονάχα μια πολιτική σκέψη, αλλά και μια υπεύθυνη πολιτική στάση, προτάσσοντας ένα αγωνιστικό χρέος, τόσο προς τις προηγούμενες, όσο και στις μελλοντικές γενιές. Λες και είχε αφουγκραστεί την επερχόμενη λαίλαπα, τα δυο πρώτα ντοκιμαντέρ της σκάσανε στα γεγονότα του Δεκέμβρη του 2008 και τον απόηχό τους, ενώ το τρίτο συνέπεσε με την καταστροφική κρίση, συγκυρίες που κινητοποίησαν τις νέες γενιές να αναζητήσουν το νήμα της αντίστασης στις γενιές των παππούδων τους.

Η σύνδεση παλιάς και νέας γενιάς σφυρηλατεί μια συλλογική μνήμη αγώνων στη βάση μιας ενωτικής διάστασης αυτής της Αριστεράς που, όπως έχει αναφέρει και η ίδια σε συνέντευξη στην Αυγή, «… έχει στο ποινικό της μητρώο την Αντίσταση κατά των Γερμανών… και συνιστά το αντίπαλο δέος στην αλαζονεία της εξουσίας».

 * Η Ιφιγένεια Καλαντζή είναι κριτικός κινηματογράφου

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!