του Κώστα Μελά*

Η Ευρώπη βρίσκεται αντιμέτωπη με την αύξηση της ενεργειακής φτώχειας. Ως ενεργειακή φτώχεια ορίζεται η αδυναμία πρόσβασης των νοικοκυριών στις σύγχρονες υπηρεσίες ενέργειας.

Η ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΗ φτώχεια, ή ενεργειακή ένδεια όπως αναφέρεται επίσης, είναι η κατάσταση ενός νοικοκυριού που αδυνατεί να έχει πρόσβαση στις πλέον βασικές υπηρεσίες ενέργειας για επαρκή θέρμανση, μαγείρεμα, φωτισμό και τη χρήση οικιακών συσκευών.

Οι συνέπειες της ενεργειακής φτώχειας περιλαμβάνουν την περιορισμένη χρήση θέρμανσης, κρύα και με υγρασία σπίτια, χρέη σε λογαριασμούς κοινής ωφελείας και τη μείωση εξόδων των νοικοκυριών σε άλλα είδη πρώτης ανάγκης. Επιπλέον, η ενεργειακή φτώχεια σχετίζεται με ένα ευρύ φάσμα φυσικών και ψυχικών ασθενειών υγείας, όπως η κατάθλιψη, το άσθμα και η καρδιακή ασθένεια.

Ένα νοικοκυριό θεωρείται ότι βιώνει ενεργειακή φτώχεια, όταν τα μέλη του δεν μπορούν να το κρατήσουν επαρκώς θερμαινόμενο σε λογικό κόστος βάσει του εισοδήματός τους.

Η ενεργειακή φτώχεια προκαλείται από τη σύγκλιση πέντε παραγόντων: το χαμηλό εισόδημα, τις υψηλές τιμές καυσίμων, την αναποτελεσματική ενεργειακή απόδοση ενός σπιτιού, την υπό μερική κατάληψη (χρήση) κατοικία, τη μεγάλη ηλικία.

Ιστορικά η απότομη αύξηση στις τιμές των καυσίμων από το 2006 ως το 2008 εκτιμάται ότι οδήγησε σε μια διπλάσια αύξηση ενεργειακής φτώχειας.

Σήμερα με τη μεγάλη αύξηση των τιμών ενέργειας εκατομμύρια άνθρωποι σε όλη την Ευρώπη ενδέχεται να μην έχουν τη δυνατότητα να ζεστάνουν τα σπίτια τους αυτόν το χειμώνα, λόγω της αύξησης των τιμών του φυσικού αερίου και του ηλεκτρικού ρεύματος.
Εμπειρογνώμονες και οργανώσεις κατά της φτώχειας προειδοποιούν ότι η πανδημία και οι αυξανόμενες τιμές ενέργειας έχουν εντείνει ένα μακροχρόνιο πρόβλημα που έχει να κάνει με τον συνδυασμό υψηλού ενεργειακού κόστους, χαμηλού εισοδήματος των νοικοκυριών και σπίτια που δεν είναι ενεργειακά αποδοτικά. Οι αυξήσεις των τιμών εκθέτουν ακόμη περισσότερα νοικοκυριά στον κίνδυνο να διακόψουν την παροχή ρεύματος και φυσικού αερίου λόγω οικονομικής δυσχέρειας. Πολλά νοικοκυριά είναι ευάλωτα, επειδή τα εισοδήματά τους μειώθηκαν και οι λογαριασμοί αυξήθηκαν κατά τη διάρκεια της πανδημίας.
Ο κίνδυνος να περιέλθει κανείς σε ενεργειακή φτώχεια εντός του ευρωπαϊκού πληθυσμού είναι διπλάσιος από τη γενική φτώχεια. Μεταξύ 20% και 30% του πληθυσμού της Ευρώπης αντιμετωπίζει γενική φτώχεια, ενώ έως και 60% υποφέρει από ενεργειακή φτώχεια σε ορισμένες χώρες. Η Βουλγαρία έχει το υψηλότερο ποσοστό στην Ευρώπη, με 31% του πληθυσμού, ακολουθούμενη από τη Λιθουανία με 28%, με τη σχετικά θερμότερη Κύπρο στο 21% και την Πορτογαλία με 19%. Ο πληθυσμός της Ελβετίας είναι ο λιγότερο ευάλωτος στην ενεργειακή φτώχεια με 0,3%, ακολουθούμενος από το 1% της Νορβηγίας.

ΕΙΝΑΙ ΤΡΑΓΙΚΟ το γεγονός ότι σε μια από τις πλουσιότερες ηπείρους του κόσμου, ένα στα τέσσερα ευρωπαϊκά νοικοκυριά και πλέον φέτος τον χειμώνα, θα πρέπει να πάρουν την απόφαση μεταξύ της θέρμανσης των σπιτιών τους και του να έχουν φαγητό στο τραπέζι.
Περίπου 31 εκατομμύρια Ευρωπαίοι ζούσαν κάτω από συνθήκες ενεργειακής φτώχειας και δεν μπορούσαν να κρατήσουν τα σπίτια τους επαρκώς ζεστά, σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat που επικαλείται η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στην έκθεση για την κατάσταση της Ενεργειακής Ένωσης το 2021.

Στην Ελλάδα δυστυχώς δεν υπάρχουν στοιχεία για το μέγεθος της ενεργειακής φτώχειας. Όμως τα δέκα χρόνια μνημονίων και τα δύο χρόνια πανδημίας είναι βέβαιον ότι έχουν αυξήσει κατακόρυφα το ποσοστό του πληθυσμού που υφίσταται το φαινόμενο της ενεργειακής φτώχειας

Ωστόσο, πολλοί λένε ότι ο αριθμός αυτός μπορεί να είναι υποτιμημένος επειδή δεν υπάρχει κοινός ορισμός της «ενεργειακής φτώχειας» σε όλη την Ευρώπη, γεγονός που καθιστά δύσκολη την αξιολόγηση της έκτασης του προβλήματος.

Για παράδειγμα, το Κοινό Κέντρο Ερευνών της Ευρωπαϊκής Επιτροπής υπολόγισε το 2019 ότι 50 εκατομμύρια άνθρωποι ζουν υπό συνθήκες ενεργειακής φτώχειας – σχεδόν 20 εκατομμύρια περισσότεροι από τις τελευταίες εκτιμήσεις της ΕΕ.

Άλλοι αναλυτές προειδοποιούν ότι ο αριθμός αυτός θα μπορούσε να αυξηθεί σε 80 εκατομμύρια λόγω της τρέχουσας κρίσης των ενεργειακών τιμών σε συνδυασμό με τις επιπτώσεις της κρίσης της πανδημίας.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αναγνώρισε τον κίνδυνο αύξησης της ενεργειακής φτώχειας στην πρόσφατη «εργαλειοθήκη» που εξέδωσε για να βοηθήσει τα κράτη μέλη της ΕΕ να αντιμετωπίσουν τις υψηλές τιμές της ενέργειας.

«Ενώ οι πρόσφατες αυξήσεις των τιμών επηρεάζουν όλους, οι ενεργειακά φτωχοί και τα νοικοκυριά με χαμηλό μέσο εισόδημα επηρεάζονται περισσότερο, επειδή δαπανούν σημαντικά μεγαλύτερο μέρος του εισοδήματός τους για ενέργεια», δήλωσε το εκτελεστικό όργανο της Ε.Ε.

Αν και το ποσοστό της ενεργειακής φτώχειας ποικίλλει από χώρα σε χώρα, οι ερευνητές λένε ότι η συνεχιζόμενη αύξηση των τιμών ενέργειας επιδεινώνεται από την κρίση COVID-19, η οποία έχει ωθήσει ορισμένα νοικοκυριά πιο κοντά στο χείλος του γκρεμού.

Αυτό που θα μπορούσαμε να περιμένουμε είναι η επιδείνωση της υφιστάμενης ενεργειακής φτώχειας.

ΗΔΗ ΠΡΙΝ από την πανδημία, ένας στους πέντε ανθρώπους στην Ε.Ε. κινδύνευε από τη φτώχεια και τον κοινωνικό αποκλεισμό –ή περίπου 110 εκατομμύρια άνθρωποι– σύμφωνα με τον πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής.

Στην Ελλάδα δυστυχώς δεν υπάρχουν στοιχεία για το μέγεθος της ενεργειακής φτώχειας. Όμως τα δέκα χρόνια μνημονίων και τα δύο χρόνια πανδημίας είναι βέβαιον ότι έχουν αυξήσει κατακόρυφα το ποσοστό του πληθυσμού που υφίσταται το φαινόμενο της ενεργειακής φτώχειας. Οι μαρτυρίες είναι πολλές που οδηγούν στην επιβεβαίωση αυτής της διαπίστωσης. Όμως μια πιο συστηματική διερεύνηση της κατάστασης κρίνεται απολύτως αναγκαία.

* Ο Κώστας Μελάς είναι οικονομολόγος και πανεπιστημιακός

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!