Τα όρια των «αγωνιστικών κινητοποιήσεων», ο λαϊκός παράγοντας και η ανάγκη για μία νέα συνείδηση και πιο συνολική πρόταση

Του Μανόλη Μούστου

 

Ένας πρώτος γύρος κινητοποιήσεων ενάντια στην κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ κλείνει. Από την αρχή της χρονιάς πραγματοποιήθηκαν πολλές απεργίες (24ωρες, 48ωρες, διαρκείας, στάσεις διαρκείας, διαμαρτυρίες έξω από υπουργεία, συγκεντρώσεις) σε μία πληθώρα εργασιακών χώρων. Η μεγάλη πλειοψηφία αυτών ήταν σχετικά «αφανείς», πέρασαν στα ψιλά και δεν συγκίνησαν ευρύτερα τμήματα της κοινωνίας. Σε πολλές περιπτώσεις δεν συσπείρωσαν ακόμα και την πλειοψηφία των άμεσα ενδιαφερόμενων/θιγόμενων.

 

Ένα ελπιδοφόρο ξεκίνημα

 Κι όμως, ο Γενάρης μπήκε με αρκετά ελπιδοφόρο τρόπο, δείχνοντας ότι υπάρχουν δυνατότητες για μία πορεία πέρα από τα «κλασικά εικονογραφημένα». Δύο κοινωνικές κατηγορίες, οι αγρότες και οι ελεύθεροι επαγγελματίες εισέβαλαν δυναμικά στην πολιτική κονίστρα. Τα «τρακτέρ και οι γραβάτες» συνάντησαν την απαξίωση των κυβερνητικών παραγόντων και την ευθεία συκοφάντηση («οι κινητοποιήσεις υποκινούνται από τη Ν.Δ.», ήταν η μόνιμη καραμέλα των ΣΥΡΙΖΑίων στα ΜΜΕ). Μπόρεσαν με τη μορφή μαζικών, ακηδεμόνευτων και σε πολλές περιπτώσεις ευφάνταστων κινητοποιήσεων να χαλάσουν τις φιέστες του ΣΥΡΙΖΑ για τον «ένα χρόνο κυβέρνηση Αριστεράς», να αποκαλύψουν την αναξιοπιστία των υπουργών, ενώ στοχοποίησαν τα κυβερνητικά στελέχη σε εκδηλώσεις ανά την Ελλάδα.

Η συνέχεια ήταν εξίσου ελπιδοφόρα με τη γενική απεργία ενάντια στο Ασφαλιστικό στις 4 Φλεβάρη. Η συμμετοχή εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων πανελλαδικά καταγράφηκε σαν ένα σημαντικό πολιτικό και κοινωνικό γεγονός, αντανακλώντας σε μεγάλο βαθμό την οργή και την αποστροφή προς το σύνολο του πολιτικού συστήματος αλλά και τη σύγχυση και το μούδιασμα που υπάρχει μέσα στον λαϊκό παράγοντα. Και πάλι τον τόνο δίνουν τα «ακομμάτιστα» μπλοκ και ο πολύς κόσμος που δεν μπαίνει κάτω από τα πανό της πολιτικής Αριστεράς. Όμως, η έλλειψη προσανατολισμού και πολιτικού στόχου είναι ολοφάνερο ότι «βοούν». Η εμμονή εκ μέρους των ηγεσιών στο έδαφος του οικονομισμού και στην «πάλη ενάντια στο ασφαλιστικό έκτρωμα» είναι σαφέστατα περιοριστική και αδυνατεί να εκφράσει ευρύτερες διαθέσεις που υπάρχουν μέσα στην κοινωνία.

 

Συνέχεια με μία από τα ίδια

 Από τον Μάρτη μέχρι και τον Ιούλη η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ συνέχισε να βλέπει τη δημοτικότητά της να καταρρέει. Με νέο μνημόνιο χιλιάδων σελίδων προχώρησε αποφασιστικά το ολοκληρωτικό ξεπούλημα δημόσιας και ιδιωτικής περιουσίας για τα επόμενα 99 χρόνια (μεταξύ άλλων τα λιμάνια, τους σιδηρόδρομους και τα περιφερειακά αεροδρόμια). Ταυτόχρονα, παρέδωσε το Αιγαίο στο ΝΑΤΟ και τους πολεμοχαρείς σχεδιασμούς του και οδήγησε τη χώρα βαθύτερα στη δίνη των γεωπολιτικών αναστατώσεων της περιοχής με την πολιτική του «ναι σε ό,τι υπαγορεύσουν οι ισχυροί».

Μακριά από αυτό το κλίμα κινήθηκαν οι αγωνιστικές εκδηλώσεις της επόμενης περιόδου. Ενώ η σφοδρή επικαιρότητα αλλά και η συμμετοχή και ο προβληματισμός του κόσμου το προηγούμενο διάστημα ανέδειξαν μία σειρά από ανάγκες και δυνατότητες, τα πράγματα άρχισαν να επιστρέφουν στα γνωστά καθιερωμένα.

Μόνο η ΠΝΟ πραγματοποίησε δύο 48ωρες και μια 4ημερη απεργία σε διάστημα τεσσάρων μηνών ενάντια στο ασφαλιστικό, οι εμποροϋπάλληλοι κάλεσαν επανειλημμένα σε απεργίες και διαμαρτυρίες για την υπεράσπιση της κυριακάτικης αργίας και η ΠΟΕΔΗΝ διοργάνωσε σε μηνιαία σχεδόν βάση στάσεις εργασίας και συγκεντρώσεις έξω από το Υπουργείο Υγείας. Η ΠΟΣΔΕΠ κάλεσε σε 24ωρη απεργία τους πανεπιστημιακούς για τις αποδοχές τους στις 15 Ιούνη, οι οδηγοί ταξί πραγματοποίησαν απεργία μέσα στον Απρίλη και οι δημοσιογράφοι προχώρησαν σε 48ωρες και 24ωρες απεργίες επίσης για το ασφαλιστικό. Οι λιμενεργάτες σε ΟΛΠ και ΟΛΘ έκαναν απεργία σχεδόν όλο τον Ιούνη αναστέλλοντας τις κινητοποιήσεις τους με αγωγές από τους επιχειρηματίες της Θεσσαλονίκης, η ΑΔΕΔΥ κάλεσε σε μία 24ωρη απεργία τον Απρίλη και οι εργαζόμενοι στους σιδηροδρόμους ανακοίνωσαν 4ημερη απεργία (που τελικά δεν έγινε λόγω συνάντησης με το ΤΑΙΠΕΔ) στις αρχές Ιούλη. Οι συνδικαλιστικές ηγεσίες δασκάλων και νηπιαγωγών δεσμεύονται για «αγωνιστική έναρξη της σχολικής χρονιάς» με απεργίες διαρκείας, ενώ αναρίθμητες ήταν οι διαμαρτυρίες και οι ακτιβισμοί που πραγματοποίησαν πρωτοβάθμια σωματεία και συντονιστικά εργαζομένων με την παρουσία τις περισσότερες φορές μόνο του Δ.Σ. ή κάποιων μελών του. Αποκορύφωμα σε αυτό το σκηνικό «αγωνιστικών δράσεων» αποτέλεσε ο διήμερος φετινός εορτασμός της Πρωτομαγιάς.

Κάποιες από τις παραπάνω κινητοποιήσεις ήταν περισσότερο και άλλες λιγότερο «αφανείς». Ωστόσο, κοινό χαρακτηριστικό όλων είναι ότι δεν αποτέλεσαν ούτε καν στοιχειώδη απάντηση σε όσα φοβερά εξυφαίνονται για τον λαό και τη χώρα. Οι περισσότερες συγκεντρώσεις δεν είχαν μαζικότητα, δεν είχαν παλμό και δεν είχαν πολιτικό στόχο. Αφορούσαν ένα στενό κομματικό και συνδικαλιστικό δυναμικό, ενώ η μεγάλη πλειοψηφία ήταν απούσα. Οι περισσότερες κινητοποιήσεις ήταν πολύ πρόχειρα οργανωμένες, είχαν μία γεύση «να γίνουν απλά για να λέμε ότι έγιναν» και έμοιαζαν με μάχες για την τιμή των όπλων.

Κι ενώ οι περισσότερες κινητοποιήσεις αφορούσαν μία «παρέα» γνωστών μεταξύ τους στελεχών του συνδικαλισμού και της Αριστεράς ανά πόλη, αν πρόσεχε κανείς τα συνθήματα θα νόμιζε ότι ο καπιταλισμός όπου να ‘ναι γκρεμίζεται. Αντί να διαπιστωθεί η μικρή συμμετοχή και αντί να υπάρξει προβληματισμός για το πάγωμα του κόσμου, ο σουρεαλισμός κυριάρχησε στα δελτία Τύπου και τις ανακοινώσεις: «μαζική υπήρξε η συμμετοχή», «οι εργαζόμενοι δεν αιφνιδιάστηκαν απ’ την κυβέρνηση», «ήρθε η ώρα της μάχης» κ.λπ…

 

Η κοινωνία στο περιθώριο

 Με την οριστική ενσωμάτωση της κυβερνώσας Αριστεράς κατέρρευσαν και οι λύσεις ευκολίας και οι σχετικές αυταπάτες. Τα γεωπολιτικά ζητήματα έχουν κρούσει τον κώδωνα του κινδύνου και όλοι διαπιστώνουν ότι η Ελλάδα βρίσκεται στη ζώνη του πολέμου.

Μπορεί να υπάρξει διέξοδος; Μπορεί να σωθεί η χώρα μετά τη συνθηκολόγηση του ΣΥΡΙΖΑ μέσα σε αυτό το σκοτεινό γεωπολιτικό περιβάλλον; Ποιανού έργο θα είναι αυτό; Τέτοια ερωτήματα δεν πολυβασανίζουν τα διάφορα κομματικά και συνδικαλιστικά επιτελεία. Η αλήθεια είναι ότι ο νους τους δεν βρίσκεται σε κάποιον συνδικαλιστικό αγώνα, αλλά μάλλον στις εκλογές. Πότε θα γίνουν, τι ποσοστό θα πάρει η παράταξή μου, πώς θα κατανεμηθούν οι έδρες στο Δ.Σ., τι θα πάρει ο κάθε υποψήφιος. Και όλα αυτά με το βλέμμα καρφωμένο στις κοινοβουλευτικές κάλπες. Πλήρης μιζέρια…

Έτσι, υπάρχει ένα δυναμικό κόσμου εκατοντάδων χιλιάδων προβληματιζόμενων ανθρώπων στη χώρα που δεν μπορεί να συγκινηθεί από αυτά που του προσφέρουν οι συνδικαλιστικοί φορείς και οι κομματικές παρατάξεις, στους διάφορους χώρους. Αδιαφορεί για τα επαναλαμβανόμενα αγωνιστικά ραντεβού και δεν δίνει σημασία στα μεγάλα συνθήματα για ανατροπές. Δεν ενδιαφέρεται για τη «μάχη του Ασφαλιστικού» και για τους οικονομικούς αγώνες των συνδικάτων, καθώς ζει μία πραγματικότητα ήδη πολύ άσχημη, χωρίς μέλλον, χωρίς κανένα δικαίωμα, χωρίς ασφάλιση και χωρίς πολλά περιθώρια για να προκόψει, να κάνει οικογένεια ή να ζήσει την οικογένειή του. Και κάπως έτσι ένα μεγάλο τμήμα της κοινωνίας δεν αποτελεί δεξαμενή ψηφοφόρων του κόμματος ή της παράταξης, οπότε θα περιπέσει στην αδιαφορία τόσο του πολιτικού και όσο και του συνδικαλιστικού κόσμου.

 

Η ανάγκη να τεθούν στο επίκεντρο οι υποκειμενοποιητικές διαδικασίες

Τα στερεότυπα και οι κατεστημένες λογικές που κυριαρχούν στο χώρο της Αριστεράς δεν αφήνουν ένα μεγάλο δυναμικό κόσμου να συμμετέχει και να εκφραστεί. Ξεχωριστές συγκεντρώσεις, διεκδικητισμός και οικονομισμός, μετάθεση των λύσεων στη στιγμή μιας επανάστασης που κάποτε θα γίνει, καλλιέργεια ανάθεσης σε μία αγωνιστική πρωτοπορία, υποτίμηση για την κοινωνία που «δεν καταλαβαίνει την επίθεση και κάθεται στον καναπέ», πολιτικαντισμός για αναπαραγωγή γραφειοκρατιών, αδιαφορία για τον πολιτικό αγώνα και την σύνδεση των επιμέρους αιτημάτων σε μία πιο συνολική γραμμή διεξόδου (κραυγαλέο πρόσφατο παράδειγμα οι συνδικαλιστές της ΤΡΑΙΝΟΣΕ που συζητούν με το ΤΑΙΠΕΔ τη διασφάλιση των συλλογικών τους συμβάσεων).

Κι ενώ αυτή είναι η κατάσταση πνευμάτων στο επίπεδο των «ηγεσιών», υπάρχει η κοινωνική βάση για ένα συνολικό πολιτικό κίνημα διεξόδου μακριά από τις παραπάνω αντιλήψεις. Παρά τη μίζερη κατάσταση που ευδοκιμεί στα επιτελεία, υπάρχουν ενδείξεις πως στις αναταράξεις που έρχονται, δημιουργούνται όροι να εκδηλωθούν όχι μόνο στοιχειακές αντιδράσεις όπως όλο το προηγούμενο διάστημα αλλά και ενδιαφέροντα εγχειρήματα με εμβέλεια κατά πολύ μεγαλύτερη από τα σημερινά δεδομένα. Αλλά αυτό δεν θα γίνει ούτε εύκολα ούτε αυτόματα.

Το κύριο ερώτημα σήμερα είναι το πώς ο λαός θα συγκροτηθεί σε ενεργό υποκείμενο. Γύρω από ποιους γενικούς στόχους και αξίες θα κινητοποιηθεί ο κόσμος για την καθολική σωτηρία της χώρας; Μέσα από ποιές πολύπλευρες διαδικασίες θα εκφραστεί ένα μαζικό λαϊκό κίνημα κρατώντας απόσταση από τα στερεοτυπικά σχήματα του παρελθόντος χωρίς ποδηγετήσεις και καπελώματα, με τρόπο άμεσο και ανόθευτο; Αυτό το ζήτημα πρέπει να ανοίξει άμεσα με σχετικές πρωτοβουλίες και να εισβάλει σε όλους τους κοινωνικούς χώρους. Διαφορετικά η χώρα βυθίζεται και η μακαριότητα συνεχίζεται…

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!