Την ερχόμενη εβδομάδα συμπληρώνονται 40 χρόνια από τη μεταπολίτευση. Η εισβολή στην Κύπρο στις 20 Ιουλίου του 1974 ήταν το τελευταίο και πιο τραγικό επεισόδιο της χουντικής επταετίας. Λίγες μέρες μετά, η δικτατορία κατέρρεε.
Η μεταπολίτευση του 1974 σίγουρα δεν δικαίωσε τα οράματα για ελευθερία και ανεξαρτησία αλλά στο δικτατορικό καθεστώς μπήκε ένα τέλος, οι πραξικοπηματίες βρέθηκαν στη φυλακή, προχώρησε -υπό πίεση- μιας έκτασης αποχουντοποίηση, βγήκε από την παρανομία η Αριστερά, άλλαξε το συνταγματικό και πολιτικό πλαίσιο στη χώρα. Με την επικυριαρχία, βεβαίως, όχι του λαού, αλλά της μεγαλοαστικής τάξης και του ξένου παράγοντα.
Δεν ήταν ο μοναδικός δρόμος. Από τις αρχές της δεκαετίας του 70, οι συνταγματάρχες προωθούσαν μια ομαλή μετάβαση από την ανοιχτή δικτατορία σε ένα ενδιάμεσο καθεστώς. Σε συνεργασία με τον παλιό πολιτικό και επιχειρηματικό κόσμο, προετοίμαζαν μια «δημοκρατία» χωρίς πολύ δημοκρατία, με κάποιας μορφής συνύπαρξη του χουντικού μηχανισμού και της προδικτατορικής πολιτικής ελίτ.
Μια τέτοια «ομαλή» μετάβαση θα σήμαινε ότι το πλαίσιο που θα προέκυπτε μετά την όποια απόσυρση της χούντας, θα ήταν πολύ πιο ασφυκτικό για τους πολίτες, πιο ελεγχόμενο και σιδερόφραχτο σε σχέση με αυτό που τελικά προέκυψε. Στην εξέγερση του Πολυτεχνείου και το πολιτικό κλίμα που αυτή τροφοδότησε, οφείλεται σε μεγάλο βαθμό η ακύρωση αυτών των σχεδιασμών.
Στη χώρα, τα τελευταία χρόνια έχει επιβληθεί και πάλι ένα ειδικό καθεστώς. Όσο κι αν οποιαδήποτε τέτοιου είδους σύγκριση προξενεί… φρίκη σε ορισμένους. Στους δρόμους δεν υπάρχουν τανκς και τα ξερονήσια δεν λειτουργούν. Αλλά και η Βουλή δεν είναι… στα καλύτερά της, τα κόμματα ανεβαίνουν στην κυβέρνηση μόνο λέγοντας ψέματα, η τρόικα είναι στα υπουργεία και εκατοντάδες άδικοι νόμοι έχουν γίνει βραχνάς για την επιβίωση των πολιτών. Μια χούφτα μαφιόζοι επιχειρηματίες λύνουν και δένουν και κάθε αντίδραση αντιμετωπίζεται με κατασυκοφάντηση και βία.
Μπορεί να ξηλωθεί αυτό το καθεστώς; Ας δούμε την πραγματικότητα κατάματα: Η πίστη ότι Μπορούμε (ή Podemos στα ισπανικά…) ήταν πιο ριζωμένη στην ελληνική κοινωνία δυο χρόνια πριν. Σήμερα για πολλούς μοιάζει πιο ρεαλιστική η επένδυση σε μια κυβερνητική αλλαγή για να ελαφρυνθούν κάπως τα πράγματα. Αλλά καταλαβαίνουν ότι κι αυτή δεν είναι περίπατος, ενώ για να έχει αποτελέσματα πρέπει να βασιστεί σε άλλα δεδομένα.
Το καθεστώς επιχειρεί μια επιστροφή στην ομαλότητα χωρίς πολλές αναταράξεις και εκπλήξεις. Συνεχίζοντας τις αδόκιμες (;) συγκρίσεις με τα προ 40ετίας συντελεσθέντα, θα λέγαμε ότι υπόσχεται στην καλύτερη περίπτωση μια επίπλαστη φιλελευθεροποίηση χωρίς μεγάλες ανατροπές. Στη χειρότερη, ψάχνονται λύσεις σε διάφορες αποχρώσεις του γκρι ή του μαύρου, ενόσω και ο διεθνής περίγυρος σκοτεινιάζει. Ποιος άλλος πέρα από τον λαό μπορεί να επιβάλει μια άλλη διέξοδο;