Χρειάζεται πιο επιθετική διαχείριση από τον ΣΥΡΙΖΑ

 

Οι εκτιμήσεις λίγες μέρες πριν από τις εκλογές μοιάζουν πάντα μάταιες. Μπορεί κανείς απλώς να περιμένει λίγες μέρες όταν τα εκλογικά αποτελέσματα, τα ποιοτικά ευρήματα των exit polls, οι ανατροπές και οι εκπλήξεις (που δεν λείπουν από καμιά εκλογική διαδικασία) θα αποτελούν το σίγουρο έδαφος το οποίο πλέον θα «επιβεβαιώνει» κάθε εκτίμηση – όσες δεν επιβεβαιώνονται απλώς δεν γράφονται… Ωστόσο, η προεκλογική άσκηση βοηθά.

Ο σαματάς που ξεσήκωσε η Νέα Δημοκρατία σχετικά με την υποτιθέμενη προσπάθεια του ΣΥΡΙΖΑ να κερδίσει ψηφοφόρους της Χρυσής Αυγής στο δεύτερο γύρο, σχετίζεται με ένα πραγματικό, υπαρκτό μέγεθος που προοπτικά μπορεί να γείρει πλάστιγγες. Η Δεξιά μπορεί να τους κερδίσει μονάχα ως δεξιούς που δεν είναι πολύ αντιμνημονιακοί, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ μονάχα ως αντιμνημονιακό ακροατήριο που δεν είναι στο σύνολό του ακροδεξιό, ακόμη κι αν ψηφίζει Χρυσή Αυγή. Οι πλευρές απόσπασης επιρροής κείνται διαμετρικά αντίθετες. Για τη μεν Δεξιά αυτό προϋποθέτει μια διπλή τακτική χαϊδέματος των χρυσαυγιτών και της ιδεολογίας τους, την ίδια στιγμή που κραδαίνει τον πέλεκυ της Δικαιοσύνης για την ηγεσία τους (στους δυο αντίθετους ρόλους πρωτοστατούν Φαήλος και Βορίδης αντίστοιχα).

Για τον δε ΣΥΡΙΖΑ η ταυτόχρονη κάθετη αντίθεση με το καθεστώς του μνημονίου αλλά και με τον φασισμό και η αποκάλυψη του συστημισμού της Χρυσής Αυγής, δεν πρέπει να συμβαδίζει με τη συλλήβδην προσβολή των απλών ψηφοφόρων της και κυρίως τις ευαισθησίες τους. Ψηφοφόρων που μπορεί να μην είναι όχι νεοναζί, αλλά ούτε καν δεξιοί. Όσο κι αν φαίνεται παράδοξο ή δεν θα το ήθελε η Δεξιά, για ένα σημαντικό τμήμα ψηφοφόρων της Χρυσής Αυγής η απόσταση που τους χωρίζει από την υποστήριξη του ΣΥΡΙΖΑ είναι μικρότερη από την απόσταση μέχρι την υποστήριξη μιας μνημονιακής κυβέρνησης.

Το πραγματικό, υπαρκτό αυτό μέγεθος θα συνεχίσει να κρίνει το μετεκλογικό τοπίο, η περιφρόνησή του θα είναι πολιτικά επικίνδυνη και μόλις τώρα η Αριστερά αρχίζει να αντιμετωπίζει πιο σοβαρά το γεγονός ότι αφορά κόσμο που πρέπει να κερδίσει. Η επίθεση Βορίδη στον Αλέξη Τσίπρα που «θυμήθηκε τους ψηφοφόρους της Χρυσής Αυγής» δεν σχετίζεται μόνο με το δεύτερο γύρο των αυτοδιοικητικών εκλογών, αλλά κυρίως αποσκοπεί να προλάβει μια τέτοια αλλαγή πορείας και προσπάθεια του ΣΥΡΙΖΑ.

Ακόμη και στον ενδεχόμενο καταποντισμό της Νέας Δημοκρατίας, δεν είναι καθόλου βέβαιο πως όσοι έφεραν (σύμφωνα με τους Financial Times) τους Σαμαρά και Βενιζέλο στην εξουσία θα αποδεχτούν μια απόδρασή τους από τα καθήκοντα που έχουν αναλάβει. Έτσι, ακόμη κι αν θελήσουν να παραιτηθούν, δεν είναι βέβαιο πως οι παραιτήσεις τους θα γίνουν δεκτές. Σε κάθε περίπτωση, οι επιδόσεις των μνημονιακών κυβερνήσεων σε επίπεδο δημοκρατικής ευαισθησίας, και ειδικά του Σαμαρά, δεν αφήνουν αμφιβολίες πως, αν ο μόνος τρόπος επιβίωσης είναι η παράταση στην εξουσία, αυτό θα επιδιωχθεί με κάθε κόστος.

Ο παράγοντας που σε αυτό το επίπεδο θα κρίνει πράγματα δεν είναι μόνο η διαφορά του ΣΥΡΙΖΑ από τη Νέα Δημοκρατία αλλά, ίσως και πιο καθοριστικά, ο ενδεχόμενος καταποντισμός νυν και πρώην συμμάχων (ΠΑΣΟΚ, Ελιάς και ΔΗΜΑΡ) και τυχόν αφλογιστία από το νέο παρασκεύασμα που δοκιμάζεται, το Ποτάμι. Αν και όλα αυτά μαζί, Ελιά, ΔΗΜΑΡ και Ποτάμι, δεν προβλέπεται σε καμιά δημοσκόπηση να πέφτουν αθροιστικά κάτω από 15%, το πόσο θα καταποντιστούν ξεχωριστά οι δύο πρώτοι και πόσο… δεν θα φτουρήσει ο τρίτος, θα κρίνει το αν η κυβέρνηση Σαμαρά θα μπορεί να καμώνεται πως αν και μειοψηφία διαθέτει συμμάχους, και το τι δυνατότητες ανάπλασης του πολιτικού σκηνικού υπάρχουν.

Σχετικά με το τελευταίο, μια σημαντική διαπίστωση από όλες τις εξελίξεις από το 2012 μέχρι σήμερα είναι ακριβώς ότι έχουν γενικότερα στενέψει για τις μνημονιακές δυνάμεις, της Δεξιάς συμπεριλαμβανομένης, οι δυνατότητες ελιγμών, μεταμφιέσεων, διεμβολισμών και πολιτικών ανατροπών. Οι εξελίξεις ιδιαίτερα με τη Χρυσή Αυγή ματαίωσαν το ενδεχόμενο «σοβαροποίησης» της νεοναζιστικής οργάνωσης και της με κάποιο τρόπο διάσωσης της Δεξιάς στο μέλλον, ενώ ταυτόχρονα δεν βοήθησαν, όπως υπολόγιζε το επιτελείο Σαμαρά, τον επαναπατρισμό ψήφων και τη διαχείριση του ακροδεξιού χώρου.

Παρ’ όλα αυτά, αν αυτή η στενότητα κινήσεων και περιθωρίων δεν αξιοποιηθεί επιθετικά στο διάστημα μετά τις εκλογές (όπως είχε διακηρυχθεί από τον ίδιο τον Αλέξη Τσίπρα ότι θα αξιοποιηθεί και το αποτέλεσμα των εκλογών του 2012, κάτι που μάλλον δεν έγινε), ο χρόνος δεν θα λειτουργεί εσαεί σε όφελος του ΣΥΡΙΖΑ…

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!