Η κυβέρνηση παγιδευμένη στο φαύλο κύκλο – Η Αριστερά αναζητεί ώθηση απεμπλοκής
του Δημήτρη Υφαντή
Συμπληρώνοντας ένα μήνα από την τριπλή εκλογική μάχη, θα μπορούσε κανείς, παρακολουθώντας τα τεκταινόμενα στο πολιτικό επίπεδο, αλλά και βιώνοντας την ασφυκτική καθημερινότητα, χωρίς μεγάλη δόση ειρωνείας να προβεί στην πικρή διαπίστωση: «Σαν να μη συνέβη τίποτε»… Αλλά, πάλι, μάλλον θα ήταν πιο πιστή αποτίμηση όσων λαμβάνουν χώρα, η συμπλήρωση ενός ερωτηματικού που μετατοπίζει αρκετά το χρωματισμό και το ίδιο το νόημα: «Σαν να μη συνέβη τίποτε;».
Το πραξικοπηματικό κλείσιμο της Βουλής, ακολουθεί ήδη μια καταιγιστική νομοθετική επέλαση των περίφημων «προαπαιτούμενων» και μάλιστα με το πανομοιότυπο απεχθές τελετουργικό του «κατεπείγοντος». Σαμαράς και Βενιζέλος, από το βράδυ των Ευρωεκλογών, μετέφρασαν τη σαρωτική λαϊκή αποδοκιμασία στο στερεότυπο «λάβαμε το μήνυμα». Παρά τον πειρασμό του σχολιασμού εν είδει μαύρου χιούμορ, «δηλαδή τι χειρότερο είχαν σκοπό να κάνουν αν δεν είχαν λάβει το μήνυμα;», η ουσία περισσότερο εστιάζεται στο ότι όχι μόνο δεν έχουν απολύτως κανένα περιθώριο αυτόβουλης άσκησης πολιτικής, αλλά και εθελούσια έσπευσαν προκαταβολικά να δηλώσουν διαθέσιμοι και πειθήνιοι σε «ό,τι απαιτηθεί», αν οι στόχοι του Μνημονίου δεν επιτευχθούν μεσοπρόθεσμα. Αυτό επιβεβαιώθηκε πανηγυρικά και για τους πιο δύσπιστους, με την αποκάλυψη του αυθεντικού κειμένου της επικαιροποιημένης «παρτίδας» του Μνημονίου που ψηφίστηκε προεκλογικά, όπως επίσης και με τις επιστολές προς το ΔΝΤ που υπέγραψαν φαρδιά- πλατιά πρωθυπουργός και αντιπρόεδρος, αναλαμβάνοντας τις επιβαλλόμενες δεσμεύσεις.
Συνεπώς, δεν υφίσταται κανένας λόγος απορίας για την ξαφνική αφωνία που παθαίνουν οι κυβερνητικοί ιθύνοντες, όταν λαμβάνουν μέρος στις συνόδους κορυφής στα υποτιθέμενα κέντρα των αποφάσεων. Κι ενώ ακόμη και το αρτηριοσκληρωτικό διευθυντήριο της Ε.Ε. αναμοχλεύεται μετά τα πανευρωπαϊκά εκλογικά αποτελέσματα, υπό τη ρητορική του Ιταλού πρωθυπουργού Ρέντσι περί χαλάρωσης της λιτότητας, στη σκιά των διεργασιών ανακατανομής συσχετισμών ισχύος στα όργανα της γραφειοκρατίας των Βρυξελλών, ο Α. Σαμαράς -καθόλου παράξενο- τυρβάζει περί άλλων. Η δική του πολιτική υπεραξία πιστώνεται στην εκδούλευση στη διαπλοκή (τελευταία πράξη το εθνικό έγκλημα στη ΔΕΗ), στο ξεπούλημα της χώρας (ελεεινός ντήλερ στις ορέξεις των Κινέζων «επενδυτών») και στον εξανδραποδισμό του λαού του (σε εξέλιξη η φορολογική λεηλασία και επίκεινται η αρπαγή της υποθηκευμένης λαϊκής ιδιοκτησίας και η ολοσχερής εργασιακή διάλυση).
Είναι αναμενόμενο, σε αυτό το δυσοίωνο φόντο, να υποχωρεί ο δημόσιος παραπολιτικός θόρυβος γύρω από την εξασφάλιση της προεδρικής πλειοψηφίας. Επί του παρόντος η κυβερνητική υπαλληλία αγχώνεται να περάσει τις θερινές εξετάσεις μπροστά στα ξένα αφεντικά, η τρόικα αναμένεται για επιθεώρηση. Είπαμε, σαν να μη συνέβη τίποτα;
Το πολιτικό σύστημα, η δικομματική συγκυβέρνηση ειδικότερα, ο κάθε κυβερνητικός εταίρος με τις ιδιαίτερες στοχεύσεις του επίσης, και αντιλαμβάνονται τι συνέβη και εκτυλίσσουν αναλόγως τις προτεραιότητές τους. Όσο η ηχώ της απόγνωσης της κοινωνίας δεν ξεσπάει ενεργητικά, παριστάνουν πως απολαμβάνουν τη θερινή νηνεμία. Υπό αυτή την έννοια, η παρατεινόμενη εμπλοκή στο πολιτικό σκηνικό, εξασφαλίζει πολύτιμο περιθώριο στην κυβερνητική πρωτοβουλία. Κι ίσως η πολυπόθητη παράταση ζωής στο κυβερνητικό σχήμα, με όχημα τους 180 της προεδρικής εκλογής, συσκοτίζει μία ουσιαστικότερη και απώτερη επιδίωξη, σε ορατό όμως πολιτικό χρόνο. Την ευόδωση, δηλαδή, των ποικίλης προέλευσης διεργασιών ανασυγκρότησης του πολιτικού και οικονομικού συστήματος που λυμαίνεται τη χώρα. Διεργασίες που, από ό,τι προκύπτει, δεν εξαντλούνται στον άξονα της πολύφερνης, εσχάτως, Κεντροαριστεράς. Τα… είδη Μώραλης και Μπέος, αλλά και όσα διαδραματίζονται στη Νέα Φιλαδέλφεια, μάλλον πρέπει να αναλυθούν και να αντιμετωπιστούν ως προανακρούσματα γενικότερων αποπειρών.
Εδώ ακριβώς το νήμα περνάει απέναντι. Στην κοινωνία που επιβιώνει στα όριά της και άρα στον πολιτικό αστερισμό που επαγγέλλεται την αντίσταση και την εναλλακτική προοπτική, στην Αριστερά κατά κύριο λόγο. Η εκλογική μάχη δεν εξασφάλισε δύναμη ώθησης και απεμπλοκής. Ανέδειξε όμως αδιαμφισβήτητα τον ΣΥΡΙΖΑ, ως τον πόλο που καλείται να ανταποκριθεί σε αυτήν ακριβώς την επείγουσα και ζωτική πρόκληση. Η πρόκληση δεν είναι άλλη, ασφαλώς, από την ανάταξη της κοινωνικής δυναμικής που παραλύει σε ένα τέλμα αποσύνθεσης, σε κάθε πόρο των σχέσεων και των συνειδήσεων του λαϊκού κόσμου, όσο εμπεδώνεται ο βαθύτερος πυρήνας της μνημονιακής συνθήκης. Η κεντρική πολιτική μάχη θα καθοριστεί από το βαθμό αλληλεπίδρασης με την πλατιά πλειοψηφία που χειμάζεται. Πολλά θα κριθούν από το βαθμό στον οποίο αυτό γίνεται συνείδηση και μετουσιώνεται αναλόγως σε πράξη, σε κάθε επίπεδο του οργανισμού, σε κάθε διάσταση του χάρτη του ΣΥΡΙΖΑ. Είναι η ποιότητα και το άπλωμα αυτής της σχέσης που θα τροφοδοτήσει με «δύναμη πυρός» την Αριστερά, προκαλώντας ρήγματα στους καθεστωτικούς σχεδιασμούς. Μιμητισμοί και καμώματα αναπαραγωγής κλασικών εικονογραφημένων «σκληρής αντιπολίτευσης» δεν πρόκειται να εξασφαλίσουν, ούτε καν τα εχέγγυα των υποκατάστατων.