Σημαντικές προβολές στο 56ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης

Ανταπόκριση: Ιφιγένεια Καλαντζή

 

Αξιόλογες ανεξάρτητες παραγωγές νεαρών σκηνοθετών στο Διαγωνιστικό Tμήμα, αλλά και οι 20 εξαιρετικά ενδιαφέρουσες ελληνικές ταινίες προσέλκυσαν το κοινό που κατέκλυσε τις προβολές, στο φετινό 56ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης.

Η τέχνη στα χέρια ικανών δημιουργών αποκτά το χάρισμα προφητικής δύναμης. Πολύ πριν εμπεδώσουμε την εικόνα άστεγων ημεδαπών και αλλοδαπών να σέρνουν καρότσια σούπερ μάρκετ, ο Γιώργος Ζώης κατέδειξε στο Casus Belli τι πρόκειται να ακολουθήσει τη γκλαμουριά των Ολυμπιακών Αγώνων, με τις ουρές στα συσσίτια και στις τράπεζες. Και όταν η ραγδαία πτώχευση κάλυψε ξαφνικά τα πάντα, οι Τίτλοι Τέλους εμφάνισαν ένα ερειπωμένο τοπίο, δίχως ανθρώπινη παρουσία, γιατί αυτός ο βουβός πόλεμος που ζούμε αφήνει μονάχα κατεστραμμένη γη.

Πρωτοποριακή αισθητική αναστοχασμού με το κινηματογραφικό μέσο, ακολουθεί και στο Interruption, την πρώτη του μεγάλου μήκους ταινία, που μετά από τη Βενετία έκανε ελληνική πρεμιέρα στη Θεσσαλονίκη, συμμετέχοντας στο Διαγωνιστικό. Εμπνευσμένη από την πριν μερικά χρόνια εισβολή Τσετσένων αυτονομιστών σε Θέατρο της Μόσχας, με όμηρους θεατές και ηθοποιούς, η υπόθεση διαδραματίζεται κατά τη διάρκεια παράστασης μιας πρωτοποριακής διασκευής της Ορέστειας του Αισχύλου, όταν μια παρέα ένοπλων μαυροντυμένων νέων ανεβαίνει ξαφνικά στη σκηνή και δίχως να αποκαλύψει τις προθέσεις της, πείθει το κοινό να συμμετάσχει σε όσα θα ακολουθήσουν. Εκλαμβάνοντας αυτή την τροπή ως νεωτεριστική θεατρική αλληλεπίδραση, το κοινό ανταποκρίνεται και σχολιάζει το έργο, σύμφωνα με λεπτομερείς οδηγίες, αναζητώντας μια πιο σύγχρονη ερμηνεία στο μύθο. Ανάμεσα σε ένα θεατρικό παιχνίδι και μια ρεαλιστική, χιτσκοκικής αγωνίας απόδοση, εγείρονται ερωτήματα για τη σημερινή αποδοχή της αυτοδικίας, μέχρι και τη μητροκτονία, την αναγκαιότητα της βίας αλλά και το νόημα να συντηρείται όχι μόνο ο μύθος, αλλά και η τάξη πραγμάτων που αυτός υπηρετεί.

Σε ένα κατάμεστο Ολύμπιον, με ενθουσιώδη χειροκροτήματα, ο Ζώης δήλωσε πως δεν στόχευε, απαραίτητα, σε αλληγορική μεταφορά της σύγχρονης συγκυρίας, αλλά πρωτίστως στη σύγχρονη ανάδειξη, μέσα από τον μύθο του Ορέστη εννοιών όπως η εξουσία, η εκδίκηση, η κάθαρση και η δικαιοσύνη. Πιάνοντας το νήμα από τον Αγγελόπουλο, που πρώτος αξιοποίησε την αναπαραστατική δυνατότητα του σινεμά για να μιλήσει για τη νεότερη και μη αναγνωρισμένη, τότε ακόμη, Ελληνική Ιστορία, μέσα από τους αρχέγονους μύθους, ο Ζώης άφησε άφωνο το κοινό του φεστιβάλ, με την εξαιρετική αισθητικά και πολυδιάστατη σκηνοθετικά ταινία του. Μέσα από τις αξεπέραστες αξίες της αρχαίας τραγωδίας και σε συνδυασμό με τις θεωρητικές προφητείες του Γκι Ντεμπόρ, επαναφέρει στο προσκήνιο τη σημασία της αναπαράστασης στη θεατρική και κινηματογραφική συνθήκη, καταστασιακά κατάλοιπα της θεωρητικής προσέγγισης των προηγούμενων γενιών, στην τότε διαφαινόμενη απολυταρχική χειραγώγηση μιας κοινωνίας εθισμένης στο θέαμα. Μεταξύ κινηματογραφημένου θεατρικού και αβάν γκαρντ χοροθεατρικής παράστασης, με δυσδιάκριτα τα όρια ανάμεσα στη μυθοπλασία και την πραγματικότητα, τη λογική και το παράλογο, έντονη είναι η παρουσία ενός ιθύνοντος νου (μάστερ μάιντ) που κινεί τα νήματα προστάζοντας, ως ένας θνητός θεός, όπως ο σκηνοθέτης στο Ζωντανή μετάδοση: Τρούμαν Σόου (1998) του Πίτερ Γουίαρ, ταινία-σταθμό στην εποχή καθιέρωσης του «Μεγάλου αδερφού», με ένα κοινό, πρόθυμο να ανταποκριθεί δημόσια σε διαταγές.

Σε μια κοινωνία, όπου τα πάντα λειτουργούν με τις συμβάσεις του θεάματος, ο Γιώργος Ζώης στοχάζεται κινηματογραφικά και μας καλεί να αναλογιστούμε, τι σημαίνει σήμερα αυτοδικία και φόνος και κατά πόσο μπορεί να ανατραπεί η παθητικότητα, όταν δίχως θεατές δεν υπάρχει ούτε θεατρική συνθήκη.

Δίχασε η νέα εκρηκτική ταινία του Κωνσταντίνου Γιάνναρη Το ξύπνημα της άνοιξης, από τις πιο αξιόλογες του φετινού ελληνικού τμήματος. Ο τίτλος, όπως δήλωσε, παραπέμπει «ειρωνικά» στο ομώνυμο γερμανικό θεατρικό του Φρανκ Γουέντενκιν, για την καταπίεση της εφηβικής σεξουαλικότητας, ως ηθικό θέσφατο της πάσχουσας κοινωνίας.

Επιστρέφοντας στην πειραματική αβάν γκαρντ διάθεσή του, ο σκηνοθέτης εμπλουτίζει τη ροή της φιλμικής αφήγησης με στατικές φωτογραφίες από πορτρέτα και στιγμιότυπα των πρωταγωνιστών του, επιρροή του Κρις Μαρκέρ, όπως ομολογεί, σε μια συναρπαστική ιστορία για μια παρέα εξεγερμένων εφήβων, που καταλήγει στην παρανομία με ένοπλες ληστείες. Η δομή της αφήγησης ξετυλίγεται σε μια αναδρομή στο παρελθόν, με αναπαρασταστικά στιγμιότυπα της ανάκρισης στην Ασφάλεια.

Ο σκηνοθέτης που κατεξοχήν δόξασε, εδώ και μια δεκαπενταετία, την εφηβική ομορφιά, δίνοντας κινηματογραφική οντότητα στους αφανείς, ακόμη τότε, γόνους μεταναστών, ανακαλύπτει νέα όμορφα πρόσωπα και δημιουργεί μια συναρπαστική και πολύ σαγηνευτική νεανική γκανγκστερική ταινία, με έντονο τόσο το στοιχείο του ερωτισμού ανάμεσα στους έφηβους πρωταγωνιστές, όσο και το ψυχαναλυτικό υπόστρωμα του παραβατικού χαρακτήρα τους. Με κατεστραμμένες ψυχές από πολύπλοκα οικογενειακά δράματα, εγκαταλείπουν τη ρομαντική εναντίωση στο κατεστημένο, περνώντας στο μηδενισμό και σε ένα παρανάλωμα βίας, απότοκο των αδιέξοδων μιας «καμένης» από την υπάρχουσα κρίση νεολαίας, σε μια χώρα που έχει καταρρεύσει, όπως επεσήμανε ο Γιάνναρης. Αξιοσημείωτη αίσθηση εξεγερσιακής εφηβικής ζωντάνιας αντλείται από την εύστοχη χρήση συνθημάτων του Δεκέμβρη του 2008.

Ο σκηνοθέτης μοιράστηκε ανοιχτά με το κοινό την επιφύλαξή του για τον κύκλο της βίας, στον οποίο οδηγείται τελεσίδικα η κοινωνία, θέτοντας με την ταινία του το δίλημμα, αν μπορεί να αποτελεί απάντηση στη βία του υπάρχοντος συστήματος μια βία χειρότερη από αυτήν.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!