Το παράδειγμα της Σαμπιχά
Του Απόστολου Αποστολόπουλου
Η Αριστερά μεταπολεμικά, σε όλη την Ευρώπη, είχε τεθεί εκτός εξουσίας. Ειδικά στην Ελλάδα ήταν υπό διωγμό εξαιτίας του Εμφυλίου. Στην Ιταλία επιχείρησε με χίλιους δυο τρόπους να μετάσχει στην κυβέρνηση και απέτυχε. Μετά την πτώση της ΕΣΣΔ τόσο τα «δογματικά» Κ.Κ. (π.χ. το Γαλλικό) όσο και τα «αναθεωρητικά» (π.χ. το Ιταλικό) διαλύθηκαν είτε τυπικά είτε ουσιαστικά ή ζουν στο περιθώριο μαζί με την υπόλοιπη Αριστερά.
Αποκλεισμένη από την κεντρική, κρατική, εξουσία, η Αριστερά στράφηκε στους κοινωνικούς αγώνες εγκαταλείποντας ό,τι είχε σχέση με την κυβέρνηση αυτή καθεαυτή, π.χ. την εξωτερική πολιτική της χώρας. Αυτή η μοιραία στροφή ήταν ο δίαυλος για να εισδύσει το ιδεολόγημα περί «Αριστεράς των (ανθρωπίνων) δικαιωμάτων», όπως το διαμόρφωσαν τα μητροπολιτικά κέντρα για να αποδυναμώσουν την Αριστερά/διεκδικητή της εξουσίας.
Οι πρώτες μορφές αυτής της άποψης εμφανίστηκαν τη δεκαετία του ’70, με την προβολή μιας «ανθρωπιστικής» ανάγνωσης του Μαρξ και, στις μέρες μας, με θεωρίες ότι δεν είναι καν αναγκαία η κατάκτηση της εξουσίας, αρκεί να κυριαρχήσει η Αριστερά στην κοινωνία. Συνεπαγόμενο ήταν ότι κάθε τι που υπονοούσε ή οδηγούσε στην εξουσία, όπως η αίσθηση του κράτους και του έθνους, ήταν καταδικαστέο.
Άλλο, συναφές, συνεπαγόμενο ήταν η αποξένωση από την εξωτερική πολιτική, όπου η παρουσία του κράτους/έθνους είναι κυριαρχικά απόλυτη. Το διεθνές περιβάλλον παραμένει ένας πελώριος άγνωστος, εκτός αν είναι να καταγγελθεί γενικά ο «ιμπεριαλισμός». Περισπούδαστες, υποτίθεται, «ταξικές» αναφορές νομίζουν ότι υποκαθιστούν τις δράσεις του κράτους και της κυβέρνησης, μια –υποτίθεται- συνεπής «μαρξιστική» άποψη περί τάξεων ταυτίζεται με το ιδεολόγημα/στόχο του αντίπαλου να αποδυναμωθούν τα μικρά και αδύναμα έθνη/κράτη ως εστίες αντίστασης. Εξιδανικεύθηκε το «εργατικό κίνημα», λησμονήθηκε ότι τις αποφάσεις στο κρατικό επίπεδο λαμβάνουν οι κυβερνήσεις, όχι οι λαοί. Η λαϊκή ψήφος γίνεται, άλλωστε, όλο και πιο διακοσμητικό και όχι ουσιαστικό στοιχείο του πολιτεύματος, δημοκρατικού υποτίθεται. Κάποιοι μιλούν με περίσσευμα ενθουσιασμού για σοσιαλισμό και επανάσταση χωρίς -έστω- μια στοιχειώδη αναφορά και γνώση του τι γίνεται «εκεί έξω». Μας διαφεύγει πως όσοι λένε ότι η Ελλάδα είναι μια ασήμαντη κηλίδα, αδιάφορη, στον παγκόσμιο χάρτη, δικαιολογούν την υποτέλεια. Ενώ η Ελλάδα είναι κρίσιμος κρίκος σε μια περιοχή όπου διεξάγεται λυσσώδης σύγκρουση πλανητικής εμβέλειας.
Κάθε φορά που έρχεται στην επιφάνεια ένα «εθνικό» θέμα, επιχειρείται να επιστρέψει στο βυθό επειδή «δεν είναι η ώρα». Μιλάμε για λάθη και παραλείψεις. Αλλά τα «λάθη» προϋποθέτουν ότι υπάρχει ήδη στρατηγική, και κάτι στράβωσε στην εφαρμογή. Αλλά ποια είναι η στρατηγική; Η πρώτη απαραίτητη προϋπόθεση είναι να καθοριστεί ποιος είναι φίλος και ποιος αντίπαλος, εχθρός. Στην περίπτωση π.χ. της Σαμπιχά το πρόβλημα δεν βρίσκεται ούτε στο προξενείο ούτε στον εθνικισμό ούτε στις εκλογές. Το πρόβλημα είναι η Τουρκία με το ερώτημα: Είναι φίλος ή αντίπαλος;
Μια άποψη, ισχυρή ως φαίνεται, στην Αριστερά, όχι αποκλειστικά στον ΣΥΡΙΖΑ, αδυνατεί να ξεχωρίσει την επιθυμία φιλίας των λαών με την πολιτική κράτους προς κράτος. Η Αριστερά δεν θέτει καν το ερώτημα αν τα πάγια συμφέροντα Ελλάδας/Τουρκίας συγκλίνουν, αποκλίνουν ή είναι αντίθετα, πέρα από την τρέχουσα συγκυρία. Αδυνατεί, επομένως, να ασκήσει (τώρα ως αντιπολίτευση) εξωτερική πολιτική έναντι της Τουρκίας. Η έλλειψη στρατηγικής οδήγησε σε όλα τα αρνητικά και επικίνδυνα που ήρθαν στο φως με την «περίπτωση Σαμπιχά». Το χειρότερο είναι ότι εμφανίστηκε, κραταιά, άποψη που μηδενίζει τα ελληνικά συμφέροντα εν ονόματι του «αντιεθνικισμού». Στην πραγματικότητα δεν αναγνωρίζει καν την έννοια «ελληνικά συμφέροντα», έτσι ώστε οι Έλληνες αριστεροί (κάποιοι) να είναι μάλλον οι μόνοι στον κόσμο που δεν υπερασπίζονται τα συμφέροντα της χώρας τους, εν ονόματι του «διεθνισμού»!
Αντίθετα, ένα καλό υπόδειγμα σαφήνειας είναι το άρθρο του Ν. Μπογιόπουλου στο enikos gr. Από την αρχή ώς το τέλος τονίζει ότι δεν μπορεί να τεθεί σε αμφιβολία ότι η Θράκη ανήκει στην Ελλάδα και η Συνθήκη της Λωζάννης είναι απαραβίαστη. Τα απόλυτα πρωτεία έχει μια Διεθνής Συνθήκη, δηλαδή η οπτική του κράτους. Δεν υπεισέρχομαι στο θέμα των χρηματοδοτήσεων, μπορεί να αποδειχθεί ενοχλητικό για μερικούς διαπρύσιους κατήγορους της Σαμπιχά, το όνομα της οποίας μάλλον δεν θα το βρούμε στις λίστες του κ. Ρόντου, συμβούλου, τότε, του ΥΠΕΞ κ. Γ. Παπανδρέου – και μετά του Σαακασβίλι.
Με τα εθνικά θέματα, έλεγαν παλιά, δεν κερδίζεις εκλογές αλλά μπορεί να τις χάσεις, εξαιτίας τους. Αν είναι έτσι η πείρα, ίσως πικρή, θα δώσει ευκαιρία για ριζικές αναθεωρήσεις.