Η Αριστερά, και πιο συγκεκριμένα ο ΣΥΡΙΖΑ, βρίσκεται μπροστά σε δύο επιλογές, δύο δρόμους. Ή θα δημιουργήσει ένα πολιτικό ρεύμα διεξόδου και ανατροπής, για να αλλάξουν σελίδα η χώρα και ο λαός ή, αν τα καταφέρει να φτάσει ως εκεί, απλά θα αναλάβει τη διακυβέρνηση της χώρας μετριάζοντας τους στόχους του, κάνοντας συμβιβασμούς, υποβαθμίζοντας τη συμμετοχή του λαού σε ρόλο απλά ψηφοφόρου. Η ελπίδα περνάει σε μεγάλο βαθμό μέσα από τον ΣΥΡΙΖΑ, επομένως έχει καθοριστική σημασία πώς θα προσανατολιστεί, με τι θα αναμετρηθεί, τι σχέση θα οικοδομήσει με την κοινωνία, με το ριζοσπαστισμό, με τη συντριπτική πλειοψηφία του κόσμου.

Αριστερά και ριζοσπαστισμός
Η πραγματικότητα χαρακτηρίζεται από ρευστότητα, αντιφατικότητα και συνθετότητα. Οι πολύ απλές και εύκολες απαντήσεις δεν υπάρχουν, οι τοποθετήσεις που φαίνονται σταθερές στον αιώνα τον άπαντα, στην πραγματικότητα δεν δίνουν απαντήσεις. Με μια έννοια η Αριστερά είναι καταδικασμένη να πρωτοτυπήσει, να δώσει απαντήσεις χρήσιμες για το λαϊκό κίνημα και τον προσανατολισμό του σε μια δοσμένη ιστορική συγκυρία. Πάνω σε αυτό κρίνεται και με αυτό κάθε φορά αναμετριέται.
Η εμπειρία των τελευταίων χρόνων του Μνημονίου έδειξε πολλά. Τμήματα της Αριστεράς στο Σύνταγμα και τις πλατείες, πήγαν να διδάξουν τα «αδαή» πλήθη, πήγαν να στρατολογήσουν μέλη στις οργανώσεις τους, πήγαν να βάλουν τα δικά τους συνθήματα χωρίς να ακούν τα αιτήματα του κόσμου και τις ανάγκες του: Καταδίκη του πολιτικού συστήματος, τιμωρία των ενόχων, πραγματική δημοκρατία, εθνική αξιοπρέπεια είναι μερικά από αυτά που τέθηκαν από το λαϊκό ριζοσπαστισμό των τελευταίων χρόνων. Ο ΣΥΡΙΖΑ κατάφερε να ακούσει, να αποκτήσει σχέσεις με το ριζοσπαστισμό και τις αντιστάσεις που αναπτύχθηκαν. Μπορεί να μην έκανε αυτά που θα μπορούσε ή θα έπρεπε, αλλά δεν στάθηκε απέναντι και φάνηκε να είναι μια δύναμη που αναλαμβάνει την ευθύνη αλλά και έχει τη θέληση να κάνει πράξη σημαντικό κομμάτι των πόθων που εκφράστηκαν από το λαϊκό κίνημα. Έτσι, κυρίως εξηγείται και η επιτυχία του ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές του 2012 και όχι επειδή επιβραβεύτηκε ό,τι έχουμε κάνει και πει τόσα χρόνια.
Κυβερνητισμός είναι η αντίληψη που θεωρεί ότι το βασικό υποκείμενο, ο πρωταγωνιστής των αλλαγών και ανατροπών σε μια χώρα είναι η κυβέρνηση. Άρα, όλα σχεδιάζονται, ιεραρχούνται και κρίνονται σε αυτό το επίπεδο. Υπερτιμά τις δυνατότητες ενός κυβερνητικού επιτελείου και υποτιμά τις δυνατότητες της ολόπλευρης συμμετοχής του λαού. Εμείς λέμε ότι ο λαός πρέπει να ασκεί εξουσία μέσω της κυβέρνησης και όχι η κυβέρνηση με την υποστήριξη του λαού. Ο κυβερνητισμός είναι μια αντίληψη προβληματική, όχι μόνο για την επόμενη μέρα της διακυβέρνησης αλλά και για το πριν, γιατί δημιουργεί επανάπαυση και καθήλωση. Όλα παραπέμπονται στην κυβέρνηση που θα έρθει. Αυτή είναι ο πρωταγωνιστής και όχι ο λαός. Η κοινωνία έχει συμπληρωματικό ρόλο σε αυτή τη διαδικασία γιατί ο κύριος ρόλος της είναι κυρίως η νομιμοποίηση της κυβέρνησης, κυρίως η κάλπη, η λαϊκή εντολή.
Άρα χρειαζόμαστε όχι μια κοινωνία που αναθέτει, που είναι ένα ασυγκρότητο άθροισμα αλλά μια κοινωνία σε κίνηση, συγκροτημένη σε σώμα. Για παράδειγμα, αν θέλουμε μια άλλη παιδεία δεν αρκεί ένα καλό υπουργείο Παιδείας, για τον πολιτισμό, δεν αρκεί ένα καλό υπουργείο Πολιτισμού. Αν μιλήσουμε για το ζήτημα της οικονομίας, «πού θα βρούμε τα λεφτά», δεν αρκεί το αίτημα για δίκαιη αναδιανομή του πλούτου και δίκαιη φορολόγηση, χρειάζεται κυρίως ένα μεγάλο ρεύμα παραγωγικής ανασυγκρότησης.

Ο κυβερνητισμός διαιωνίζει την ανάθεση
Ο κυβερνητισμός συντηρεί και διαιωνίζει τη λογική της ανάθεσης, της κοινωνίας σε ρόλο αντικειμένου, θεατή των εξελίξεων. Όταν υποστηρίζουμε ότι χρειάζεται ένα μεγάλο πολιτικό ρεύμα ανατροπής δεν εννοούμε να αθροίσουμε πολλά αιτήματα, πολλές διεκδικήσεις, πολλούς αγώνες και μαζί με μια κυβέρνηση θα τα καταφέρουμε.
Πρέπει να δημιουργήσουμε τους όρους, τις πολιτικές για τη συγκρότηση των κοινωνικών χώρων.  Ας δούμε το παράδειγμα του συνδικαλιστικού εργατικού κινήματος. Αυτό που λείπει δεν είναι οι διεκδικήσεις, τα αιτήματα, ακόμα και πολιτικά (π.χ. «ανατροπή της κυβέρνησης»). Χρειάζονται πρωτοβουλίες που φέρνουν κοντά τον έναν με τον άλλον, διαδικασίες όπου καθένας αναγνωρίζει τον εαυτό του, αποφασίζει ο ίδιος και δεν καλείται σε κάτι που αποφάσισαν οι ηγεσίες. Για τα συνολικά θέματα και όχι μόνο για επιμέρους διεκδικήσεις, ο κόσμος αυτό πλέον το καταλαβαίνει.
Τελικά, στόχος μας είναι η μεγάλη πολιτική αλλαγή που χρειάζεται ο τόπος και ο λαός. Δεν είναι υπόθεση ενός κόμματος της Αριστεράς ή μιας συνεργασίας κομμάτων της Αριστεράς. Δεν είναι υπόθεση ενός ποσοστού, μιας ηγεσίας. Δεν είναι υπόθεση μόνο μιας κυβέρνησης Είναι υπόθεση ενός πολιτικού κινήματος διεξόδου. Της κοινωνίας που δρα και συμμετέχει. Θα τα καταφέρουμε; Με απόλυτη σιγουριά, δεν μπορούμε να ξέρουμε. Δεν πρέπει, όμως, να πούμε ότι δεν το τολμήσαμε γιατί φοβηθήκαμε.

* Η Ελένη Σωτηρίου είναι μέλος της Πολιτικής Γραμματείας του ΣΥΡΙΖΑ

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!