Της Έλενας Πατρικίου

Ο τελευταίος μεγάλος ιστορικός της Σχολής των Αρχείων, ο Ζακ Λε Γκοφ, πέθανε την περασμένη Τρίτη, 1η Απριλίου, σε ηλικία 90 ετών. Γεννημένος το 1924, μαθητής του Μαρκ Μπλοκ και του Λισιέν Φεβρ, συνεργάτης του Φερνάν Μπροντέλ και του Ζορζ Ντιμπί, ανήκε στην ηγετική ομάδα των Γάλλων ιστορικών που άλλαξε, ριζικά, την ιστορική επιστήμη και τη σχέση μας με την Ιστορία.
Tα Αρχεία, η σχολή που πήρε το όνομά της από το περιοδικό Annales – Economie, Societe, Civilisation, διεύρυναν το ιστορικό επιστημονικό πεδίο, μετατοπίζοντας το αντικείμενό του: απέναντι σε μία ιστορία της «προόδου», που έβλεπε μόνο τις μεγάλες συγκρούσεις, τις ριζικές αλλαγές και την εξέλιξη από τη μία μεγάλη ιστορική περίοδο στην επόμενη, τα Αρχεία εστίασαν στο οικονομικό και το κοινωνικό και ανακάλυψαν την «μακρά» διάρκεια των οικονομικών και κοινωνικών δομών, άρα την «αργόσυρτη» διάρκεια των συλλογικών νοοτροπιών, των συλλογικών αντιλήψεων που καθορίζουν, μέσα από πολύπλοκες αλληλεπιδράσεις, τη μορφή και τον χαρακτήρα των ανθρώπινων κοινωνιών. Ανοίγοντας την Ιστορία προς την κοινωνιολογία, την γλωσσολογία και τον στρουκτουραλισμό, επέτρεψαν να αναδυθούν στο κέντρο του ιστορικού ενδιαφέροντος οι νοοτροπίες, το συλλογικό φαντασιακό, οι συλλογικές νοητικές στάσεις και αισθήσεις.
Ήδη προπολεμικά, ο Μπλοκ είχε αποκαλύψει έναν καινοτόμο μεσαίωνα νέων κοινωνικών συστημάτων, νέων τεχνικών και νέων παραγωγικών σχέσεων βασισμένων στην αγροτική οικονομία. Ο Λε Γκοφ ανέδειξε έναν μεσαίωνα των πόλεων. Οι έμποροι και οι τραπεζίτες του Μεσαίωνα και Οι διανοούμενοι στον Μεσαίωνα είναι τα δύο θεμελιακά βιβλία του που αποκαλύπτουν πως αυτοί οι κοινωνικοί τύποι, για τους οποίους πιστεύαμε πως ενσαρκώνουν το πνεύμα της μετά-αναγεννησιακής νεωτερικότητας, «εφευρέθηκαν» μέσα στην άνθηση των μεσαιωνικών πόλεων της Δύσης (και, όπως φαίνεται από έργα σαν αυτό του Καζντάν, του Βυζαντίου). Και πως το πανεπιστήμιο, αυτός ο εντελώς πρωτότυπος θεσμός που εμφανίστηκε τον 13ο αιώνα, διαχώρισε πλήρως την διανοητική δραστηριότητα από το θρησκευτικό πεδίο, μετατρέποντας την διάδοση και την επεξεργασία της γνώσης σε εκκοσμικευμένο, μη ελεγχόμενο από το Κράτος ή την Εκκλησία «επάγγελμα», του οποίου τους όρους και τα πεδία καθόριζε πλέον η κοινωνία και το ίδιο το σώμα των διανοουμένων.
Γι’ αυτόν τον «ιστορικό δράκο», με τη «λαίμαργη περιέργεια», που ενέταξε στον ιστορικό χώρο τόσο την αγάπη του για τα κρασιά και το φαγητό όσο και το πάθος του για την πολιτική, ο «μακρύς μεσαίωνας» απλωνόταν από τον 5ο αιώνα, με την επικράτηση του Χριστιανισμού, μέχρι τον 18ο αιώνα της βιομηχανικής επανάστασης και η ιστορία του δεν ήταν μόνο υπόθεση διαπάλης μεταξύ Εκκλησίας και αυτοκρατόρων ή δουλοπάροικων και φεουδαρχών, αλλά και ιστορία σωμάτων, χειρονομιών, δακρύων και ονείρων (ειδικά «μπλοκαρισμένων ονείρων», όπως έδειξε στη Γέννηση του Καθαρτηρίου).
Ο Λε Γκοφ ανήκε σε μια γαλλική γενιά σημαδεμένη από την Υπόθεση Ντρέιφους, τον αντιμιλιταρισμό, τον αντιφασισμό και την Αριστερά του Λαϊκού Μετώπου. Μέλος της ένοπλης Αντίστασης στο μακί των γαλλικών Άλπεων, βαθιά αντισταλινικός από το 1948, όταν έζησε στην Πράγα το σοβιετικό πραξικόπημα, έμεινε αριστερός ώς το τέλος. Και υπ’ αυτήν την έννοια, έμεινε ώς το τέλος οπαδός μιας Ευρώπης ενωμένης σε μια αριστερή παράδοση εκκοσμίκευσης και αγώνων απελευθέρωσης, μιας Ευρώπης υπέρμαχου του πολιτικού πεδίου, ως κατ’ εξοχήν πεδίου της συζήτησης, της άρνησης των μεταφυσικών, της άρνησης της αδικίας. Γιατί, σε τελευταία ανάλυση, όπως έλεγε, «το πολιτικό είναι το επιστέγασμα της Ιστορίας».

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!