Η αναποτελεσματικότητα της «στρατηγικής υπομονής» των ΗΠΑ

 

Του Αντρέι Λάνκοβ*

 

Ημέρες μας χωρίζουν από την πραγματοποίηση μίας νέας πυρηνικής δοκιμής από τη Βόρεια Κορέα – την τέταρτη στην ιστορία του πυρηνικού προγράμματος της χώρας. Στρατηγοί και επιστήμονες έχουν στρατιωτικούς και τεχνικούς λόγους να πραγματοποιήσουν μία ακόμα δοκιμή.

Έχει περάσει πάνω από δεκαετία αφότου η Βόρεια Κορέα ξεκίνησε την παραγωγή ουρανίου υψηλού εμπλουτισμού προκειμένου να ενισχύσει το πυρηνικό της πρόγραμμα το οποίο μέχρι πρόσφατα βασιζόταν στην τεχνολογία επεξεργασίας πλουτωνίου. Άρα, αν παράγει αρκετό ουράνιο, είναι λογικό να θέλει να δοκιμάσει αν είναι σε θέση να κατασκευάσει μία βόμβα ουρανίου.

Υπάρχει ένας ακόμα τεχνικός λόγος. Φαίνεται ότι οι τρεις πυρηνικές συσκευές που έχουν δοκιμαστεί μέχρι στιγμής ήταν υπερβολικά βαριές για την προσαρμογή τους σε πυραυλική κεφαλή. Με δεδομένο ότι η Βόρεια Κορέα εργάζεται εντατικά για να αποκτήσει μεγάλης έκτασης πυρηνική ετοιμότητα, οι υφιστάμενες συσκευές πρέπει να αποκτήσουν διαστάσεις όπλου. Για να επιτευχθεί αυτό πρέπει να γίνουν κι άλλες δοκιμές.

 

Μήνυμα προς ΗΠΑ

Όμως, οι κύριοι λόγοι πίσω από την εμφανή σπουδή της Βόρειας Κορέας να προχωρήσει σε δοκιμές είναι πολιτικοί. Με αυτόν τον τρόπο στέλνει ένα μήνυμα στον έξω κόσμο και πρώτα στις ΗΠΑ. Οι κυβερνώντες της χώρας θέλουν να υπογραμμίσουν στους Αμερικανούς την αναποτελεσματικότητα της «στρατηγικής υπομονής», μία πολιτική που ακολουθεί επί μακρόν η Ουάσινγκτον στις συναλλαγές της με το καθεστώς Κιμ στην Πιονγκγιάνγκ.

Η επίσημη θέση των ΗΠΑ στο ζήτημα των πυρηνικών είναι απλή και έχει επαναληφθεί αμέτρητες φορές: η Βόρεια Κορέα δεν πρόκειται ποτέ να αναγνωριστεί ως πυρηνική δύναμη, άρα οφείλει να παραδώσει το πυρηνικό της οπλοστάσιο το συντομότερο δυνατόν. Μέχρι η Πιονγκγιάνγκ να κάνει ουσιαστικά βήματα προς την κατεύθυνση της απο-πυρηνικοποίησης, οι ΗΠΑ δεν θα εμπλακούν σε ουσιαστικές διαπραγματεύσεις, πόσο μάλλον να παράσχουν οικονομική βοήθεια στη Βόρεια Κορέα. Όσο η τελευταία δεν επιδεικνύει καμία προθυμία να παραδώσει το πυρηνικό της πρόγραμμα, οι ΗΠΑ οφείλουν να αγνοήσουν την Πιονγκγιάνγκ – τουλάχιστον αυτό υποστηρίζουν οι οπαδοί της «στρατηγικής υπομονής». Μέχρι στιγμής ο Ομπάμα έχει ακολουθήσει, σε γενικές γραμμές, αυτή τη συνταγή.

Η προσέγγιση αυτή είναι μη αποδεκτή για την οικογένεια Κιμ και την ελίτ της Βόρειας Κορέας. Δεν έχουν την παραμικρή πρόθεση να παραδώσουν το πυρηνικό τους οπλοστάσιο που αποτελεί κορυφαίο διπλωματικό εργαλείο και ύψιστη εγγύηση ασφάλειας. Θυμούνται καλά ότι ο μόνος δικτάτορας που συναίνεσε ποτέ στην παράδοση του πυρηνικού του προγράμματος -με δραματικές συνέπειες- ήταν ο Λίβυος πρόεδρος Μουαμάρ Καντάφι.

Άρα, από την οπτική γωνία της Βόρειας Κορέας κρίνεται σκόπιμο να σταλεί ένα ξεκάθαρο μήνυμα στην Ουάσιγκτον, που να καθιστά σαφές ότι οι μηχανικοί και οι επιστήμονες της χώρας δεν θα παραμείνουν με σταυρωμένα χέρια όταν η ύπαρξή τους «αγνοείται ηθελημένα» από τους Αμερικανούς διπλωμάτες.

Αντιθέτως, θα εργαστούν σκληρά, κατασκευάζοντας καλύτερα και πιο επικίνδυνα πυρηνικά όπλα, πολλαπλασιάζοντας το πυρηνικό οπλοστάσιο της χώρας. Με άλλα λόγια, θέλουν να δείξουν πως με κάθε επιπλέον έτος καθυστέρησης το βορειο-κορεατικό πυρηνικό πρόγραμμα εξελίσσεται σε μεγαλύτερη απειλή για τις ΗΠΑ και τους συμμάχους τους, οπότε ο χρόνος είναι με το μέρος της Πιονγκγιάνγκ. Κανένα άλλο μήνυμα δεν είναι τόσο πειστικό όσο μία ακόμα πυρηνική δοκιμή.

Οι Βορειοκορεάτες έχουν κάθε λόγο να πιστεύουν ότι η ιστορία θα επαναληφθεί: Εκτός από κάποια δόση σκληρής ρητορείας, η διεθνής κοινότητα δεν θα κάνει τίποτα ιδιαίτερο και οι κυρώσεις θα συνεχίσουν να είναι άνευ αποτελέσματος. Εξάλλου, η διαπίστωση ότι η οικονομική ανάκαμψη της Βόρειας Κορέας συμπίπτει, σε γενικές γραμμές, με την εφαρμογή των κυρώσεων του 2006, κάτι λέει.

 

Ο χρόνος με το μέρος της

Η Πιονγκγιάνγκ το έχει ήδη ξεκαθαρίσει: Η απο-πυρηνικοποίηση δεν είναι επιλογή μεν, αλλά η Βόρεια Κορέα ίσως να δεχθεί να παγώσει το πυρηνικό της πρόγραμμα στα σημερινά του επίπεδα αν το αντάλλαγμα αξίζει τον κόπο. Οι πολιτικοί της Πιονγκγιάνγκ θέλουν να αξιοποιήσουν αυτό το αντάλλαγμα, κυρίως σαν αντίβαρο στην κινεζική επιρροή στην οικονομία τους, την οποία κρίνουν υπερβολική.

Προς το παρόν, μία συμφωνία για το πάγωμα του πυρηνικού προγράμματος δεν είναι αποδεκτή από τις ΗΠΑ, κυρίως διότι θα φαινόταν σαν να επιβραβεύει έναν εκβιαστή (η Βόρεια Κορέα αρχικά υπέγραψε τη Συμφωνία για τη Μη Διάδοση των Πυρηνικών Όπλων και την εκμεταλλεύθηκε για να αποκτήσει πρόσβαση σε σχετική τεχνολογία, στη συνέχεια δε την αποκήρυξε και ανέπτυξε πυρηνικά όπλα. Τώρα, ελπίζει ότι θα ανταμειφθεί για να διατηρήσει επ’ αόριστον τα όπλα αυτά). Όμως, οι ηγέτες της Βόρειας Κορέας δεν βιάζονται. Αντιλαμβάνονται πολύ καλά ότι οι διεθνείς κυρώσεις, στις οποίες στηρίζουν τις ελπίδες τους πολλοί στην Ουάσιγκτον, δεν έχουν φέρει αποτέλεσμα και μέχρι στιγμής έχουν μικρή -αν όχι καμία- πιθανότητα επιτυχίας.

Άρα, η επικείμενη τέταρτη πυρηνική δοκιμή επιδιώκει να λειτουργήσει σαν μια έγκαιρη υπενθύμιση που θα αναγκάσει τη διεθνή κοινότητα να έλθει αντιμέτωπη με ορισμένα δυσάρεστα γεγονότα: Η Βόρεια Κορέα υπάρχει, διαθέτει ένα σταθερά αναπτυσσόμενο πρόγραμμα πυρηνικών όπλων, θέλει πρόσβαση σε αμερικανικό χρήμα και δεν θα υποκύψει σε έξωθεν πιέσεις.

 

* Καθηγητής Κορεατικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο Κουκμίν της Σεούλ. Το άρθρο αναδημοσιεύουμε από το Al Jazeera

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!