Είναι χρήσιμο να σκάψουμε λίγο κάτω από την τρέχουσα πολιτικολογία των ημερών.

Λίγο σκάψιμο χρειάζεται, όχι πολύ βαθιές αναλύσεις, γιατί παρά τα όσα μεθοδεύονται με πολλαπλές επιδιώξεις χειραγώγησης, οι γνήσιες πολιτικές και κοινωνικές ανάγκες, όσο κι αν απωθούνται, όσο κι αν διαστρέφονται, επιστρέφουν όλο και πιο απαιτητικές απέναντι στο πολιτικό «παιχνίδι», όπως αυτό καναλιζάρεται στους διαύλους της μιντιακής αρένας. Εσχάτως λοιπόν, λανσάρεται όχι μόνο με την συνήθη εκφορά του ως «σεναρίου», όχι μόνο με την ευδιάκριτη πρόθεση ποδηγέτησης, αλλά και περιβεβλημένο επιδέξια με χρώματα «εθνικής απαίτησης», το μοντέλο μιας κυβέρνησης «Εθνικής Σωτηρίας», ταυτισμένο (άραγε από πού προκύπτει ως αυτονόητο;) με την συνεργασία Ν.Δ.-ΣΥΡΙΖΑ, ΣΥΡΙΖΑ-Ν.Δ. αν θέλετε.

Πέραν της αναγκαίας ανάλυσης και τοποθέτησης γι’ αυτό καθεαυτό το καθεστωτικό «εναλλακτικό» εγχείρημα με τις ποικίλες στοχεύσεις, αναδύεται ένα ερώτημα, που αξίζει λίγη παραπάνω εμβάθυνση: Υφίσταται στην κοινωνία η απαίτηση για ενότητα, έχει σχέση και πώς μπορεί να ψηλαφηθεί αυτή η σχέση με την εμπεδωμένη απαξίωση του θεσμοποιημένου κομματισμού και του πολιτικού συστήματος; Αν υπεκφύγουμε από τη βάσανο της προσέγγισης του ερωτήματος, τότε δεν ξεμπερδεύουμε καταγγέλλοντας ως υποβολιμαίο το ερώτημα στις δημοσκοπήσεις περί «κυβέρνησης Ν.Δ.-ΣΥΡΙΖΑ», που εμφανίζεται να συγκεντρώνει ποσοστά κοντά στο 60%.

Η Αριστερά κατοχυρώνει μεν εκλογικό προβάδισμα, αλλά σε πιο βαθμό εκπληρώνει πόθους μιας απελευθερωτικής και πλειοψηφικής λαϊκής, στα όρια του εθνικού, συσπείρωσης, όπως προφανέστατα θα αντιστοιχούσε στο ιστορικό σταυροδρόμι των καιρών; Αυτό το κάτι, που δεν είναι κάτι μόνο, που λείπει, δεν είναι ποσοστό, ούτε αλλαγή ρητορικής επί το αριστερότερο ή, ας πούμε, το σοβαρότερο (κατά τη συνήθη διελκυστίνδα). Κι αυτό που ισχυροποιείται ως κίνδυνος είναι η προεξόφληση και η παγίδευση στα όρια μιας κυβερνητικής εναλλαγής.

Το ερώτημα επανέρχεται. Ας το προσδιορίσουμε με ποσοστά, αφού έτσι συγκεντρώνεται το ενδιαφέρον. Σίγουρα δεν είναι ευκαταφρόνητο το ποσοστό που έχει παγιώσει πλέον ως πολιτική του έκφραση την Αριστερά. Αλλά τότε πώς αποτιμώνται τα εντυπωσιακά ποσοστά απόρριψης του πολιτικού συστήματος, όταν δηλαδή μια λαϊκή πλειοψηφία δεν αντιλαμβάνεται το ΣΥΡΙΖΑ ως αντίπαλο δέος, αλλά λίγο ή πολύ ως μέρος του πολιτικού κατεστημένου; Κι άραγε θα χρεωθεί αυτή η στάση ως «αντιπολιτικός» λαϊκισμός και γόνιμο έδαφος της επιρροής της Χ.Α., όταν είναι δεδομένη παράλληλα η μαζική στάση αντίθεσης στον τυφλό διχασμό και στη νεοναζιστική απειλή;

Πιο σύνθετες ανιχνεύσεις θα καταλήξουν σε διεξόδους που συγκροτούν νέες ενότητες και νέες πλειοψηφίες. Η απαξίωση της κομματοκρατίας συνυπάρχει με την αναζήτηση μιας εθνικής και λαϊκής ενότητας, η εθνική διάσταση που υπάρχει εδώ σαφώς, δεν χρωματίζεται από σoβινισμούς και πατριδοκαπηλίες, αλλά από την ανασύσταση ενός φρονήματος αξιοπρέπειας, κυριαρχίας και ανεξαρτησίας. Η πραγματική δημοκρατία είναι το ζητούμενο, όταν το σάπιο κλεπτοκρατικό πολιτικό σύστημα βρίσκεται στο στόχαστρο. Να με ποια έννοια, ακόμη λείπει «ένα σύνθημα που όλους να μας ενώνει». 

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!