Πώς κουρελιάζει ο Βρούτσης την απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου για το θεσμό της Διαιτησίας
Δεν κράτησε πολύ η δικαίωση των συνδικάτων που από την άνοιξη του 2012 είχαν προσφύγει στο Συμβούλιο της Επικρατείας, ζητώντας την ακύρωση της διαβόητης Πράξης Υπουργικού Συμβουλίου (ΠΥΣ) αρ. 6, η οποία σε μια νύχτα μείωσε κατά 22% τους μισθούς στον ιδιωτικό τομέα, πάγωσε τις μισθολογικές αυξήσεις που έπαιρναν οι εργαζόμενοι λόγω προϋπηρεσίας, κατάργησε την ισχύ συλλογικών συμβάσεων και εξαφάνισε το ρόλο του Οργανισμού Μεσολάβησης και Διαιτησίας (ΟΜΕΔ). Για την ακρίβεια, το ΣτΕ (με απόφασή του τον Ιούνιο) δικαίωσε τους προσφεύγοντες μόνο ως προς το τελευταίο, δηλαδή τον ρόλο του ΟΜΕΔ.
Η κυβέρνηση, όμως, δεν επρόκειτο τόσο εύκολα να επιτρέψει να τρωθεί έστω και ένα μέρος του μνημονιακού οικοδομήματος. Έτσι, έχοντας απέναντί της την απόφαση του ΣτΕ είχε την απάντηση στο τσεπάκι: αποδέχτηκε ότι ήταν αντισυνταγματική (και αφού είχε παράξει αποτελέσματα) η επί της ουσίας κατάργηση του ΟΜΕΔ κι επανήλθε για να ξεδοντιάσει την απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου της χώρας. Με τροπολογία που κατέθεσε σε νομοσχέδιο, επιχειρεί να κάνει κουρέλι την απόφαση του ΣτΕ, καθώς εισάγει κάθε ασφαλιστική δικλίδα που θα εγγυηθεί ότι καμία απόφαση της Διαιτησίας δεν θα έχει μέλλον και εφαρμογή.
Για την ιστορία, πρέπει να πούμε ότι στον ΟΜΕΔ προσέφευγαν συλλογικά εργαζόμενοι και εργοδότες για να ρυθμίσουν θέματα Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας. Η ΠΥΣ αρ. 6 όριζε ότι προσφυγή μπορεί να γίνει στη Διαιτησία μόνο με κοινή συμφωνία των μερών. Δηλαδή ποτέ, καθώς δεν βρέθηκε εργοδοτική οργάνωση που θα συναινέσει προκειμένου να ρυθμίσει τα μισθολογικά ζητήματα – είναι προτιμότερο να κυριαρχούν στην αγορά οι ατομικές συμβάσεις εργασίας… Το ΣτΕ έκρινε ότι αυτή η διάταξη καταργεί τη συλλογική αυτονομία και το υπουργείο Εργασίας βρήκε τον τρόπο. Διατηρεί τη Διαιτησία… καταργώντας την.
Δικαστές θα αποφασίζουν για τους μισθούς
Στο εξής και σύμφωνα με την τροπολογία Βρούτση, αν η απόφαση της Διαιτησίας δεν αρέσει στους εργοδότες, μπορούν να κάνουν έφεση που θα εξεταστεί από Πενταμελή Επιτροπή, όπου τα τρία μέλη θα είναι δικαστές (ένας του ΣτΕ, ένας του Αρείου Πάγου και ένας Σύμβουλος του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους). Αν και αυτό δεν πιάσει, έχουν τη δυνατότητα να πάνε στο Εφετείο (ούτε καν στο Πρωτοδικείο). Και κάπως έτσι, μετά από τα 40 κύματα, η υπόθεση φτάνει στο τέλος της.
Έτσι, λοιπόν, ολοκληρώνεται η εικόνα ακύρωσης του ΟΜΕΔ: Εργοδότες και εργαζόμενοι πάνε στη Μεσολάβηση. Μετά, αν δεν είναι αρεστή η απόφαση του Μεσολαβητή, όποιο μέρος θέλει πηγαίνει στη Διαιτησία. Ύστερα μπορεί να προσφύγει στην Πενταμελή Επιτροπή (όπου έχουν πλειοψηφία δικαστές) και μετά ακολουθεί το Εφετείο. Η αλήθεια, πάντως, είναι ότι ακόμη κι όταν φτάσει η διαδικασία στο Εφετείο, θα έχει προηγηθεί τόσο μεγάλο ψαλίδισμα που δεν θα έχει κανένα νόημα οποιαδήποτε προσφυγή, καθώς η τροπολογία υποχρεώνει επίσης όποιον Διαιτητή βγάλει απόφαση κατά τη διαδικασία του ΟΜΕΔ, να λάβει υπόψη του «τα οικονομικά και χρηματοοικονομικά στοιχεία, την εξέλιξη της ανταγωνιστικότητας και την οικονομική κατάσταση των ασθενέστερων επιχειρήσεων της παραγωγικής δραστηριότητας στην οποία αναφέρεται η συλλογική διαφορά, την πρόοδο στη μείωση του κενού ανταγωνιστικότητας και στη μείωση του μοναδιαίου κόστους εργασίας κατά τη διάρκεια του προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής της χώρας». Κι ακόμη ότι «η διαιτητική απόφαση πρέπει να περιέχει πλήρη και τεκμηριωμένη αιτιολογία σχετικά με τους όρους που τίθενται σε αυτήν και οι οποίοι δεν μπορούν να έρχονται σε αντίθεση ή να τροποποιούν προβλέψεις της κείμενης νομοθεσίας».
«Με την τροπολογία επέρχονται καίρια χτυπήματα και ορθώνονται νέα διαδικαστικά και λειτουργικά εμπόδια στη Διαιτησία του ΟΜΕΔ, η οποία με τις συνθήκες που θα διαμορφωθούν δεν θα μπορεί να επιτελέσει το ρόλο της ως επικουρικού μηχανισμού στήριξης της συλλογικής αυτονομίας ούτε να εξασφαλίσει την ύπαρξη συλλογικών ρυθμίσεων. Με τον τρόπο αυτό η συλλογική αυτονομία που προστατεύει το άρθρο 22 παρ. 2 του Συντάγματος δέχεται ένα ακόμη πλήγμα» αναφέρει σε ανακοίνωσή της η ΓΣΕΕ, που ζήτησε την απόσυρση της τροπολογίας. Βέβαια, στην περίπτωση αυτή το ερώτημα που εγείρεται είναι: Σε μια εποχή που το εργατικό δίκαιο έχει μετατραπεί σε εργοδοτικό δίκαιο, με ποιον ακριβώς τρόπο θα αντιδράσει η ΓΣΕΕ, που παρακολουθεί εδώ και μήνες απαθής τη συνεχιζόμενη λεηλασία και που προ δεκαημέρου αποφάσισε πως θα κάνει απλώς μια απεργία τις ημέρες ψήφισης του Προϋπολογισμού;
* Απορία: Με τη διαβόητη ΠΥΣ αρ. 6 μειώθηκε κατά 22% ο κατώτερος μισθός και κατά 32% ο κατώτερος μισθός των νέων έως 25 ετών. Ρητώς τότε οριζόταν ότι αυτή η αλλαγή ισχύει «μέχρι την ολοκλήρωση του προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής». Τώρα που η κυβέρνηση, οι υπουργοί και οι βουλευτές που της έχουν απομείνει διακηρύσσουν με θέρμη ότι τελειώνει το Μνημόνιο, θα επιστρέψει ο κατώτερος μισθός στα 751 ευρώ, όπως ήταν πριν από την ΠΥΣ;
Χ.Π.