Από έναν κοινό φίλο, γνώρισα δυο Πολωνούς πανεπιστημιακούς. Συναντηθήκαμε για αρκετές ώρες συζητώντας για τις χώρες μας, για την παιδεία και τις τέχνες. Λάτρεις και οι δύο της Ελλάδας, καλλιεργημένοι και ευαίσθητοι άνθρωποι, με ξάφνιασαν όταν, καθώς η συζήτηση άρχισε να περιστρέφεται στις εξελίξεις στην Ουκρανία και στην ανάμιξη της Πολωνίας, μου είπαν, χωρίς ένταση και φανατισμό, σαν να πρόκειται για κάτι ευκόλως εννοούμενο, ότι η Πολωνία κινδυνεύει από μία εισβολή της Ρωσίας. Ακόμα κι όταν τους έθεσα μια σειρά ζητήματα και ερωτήματα που φάνηκε ότι τους προβλημάτισαν ακούγοντάς τα, παρέμειναν σταθεροί στην πεποίθησή τους χωρίς να μπορούν να αντιτάξουν σοβαρά επιχειρήματα.
Επέμενα κάπως, ξέροντας αρκετά πράγματα για τη χώρα τους λόγω της ιδιαίτερης ενασχόλησής μου από τον καιρό που έκανα τα ταξίδια για τα ντοκιμαντέρ που έχω γυρίσει εκεί, αλλά και από τις συζητήσεις με φίλους που ζουν ή προέρχονται από την Πολωνία οι οποίοι με ενημερώνουν για τα τεκταινόμενα και με τροφοδοτούν με άρθρα και αναλύσεις από τον πολωνικό Τύπο. Αλλά, κυρίως, επέμενα γιατί ήθελα να πιστεύω ότι τέτοιες απόψεις έχουν μόνο οι Πολωνοί εθνικιστές, ακροδεξιοί και θρησκευόμενοι που ευκολότερα παρασύρονται από τους δημαγωγούς και όχι άνθρωποι με υψηλό επίπεδο και καθόλου πολεμοχαρείς.
Έτσι, προσπάθησα να τους δείξω ότι, κατ’ αρχήν, σε πρακτικό επίπεδο, για να φτάσει ο ρώσικος στρατός στην Πολωνία χρειάζεται να διασχίσει ολόκληρη την Ουκρανία, δηλαδή τη μεγαλύτερη σε έκταση ευρωπαϊκή χώρα, που σημαίνει ότι πρώτα πρέπει να την κατακτήσει. Αλλά ακόμα κι αν αυτό δεν είναι εμπόδιο, η Πολωνία είναι μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του ΝΑΤΟ, που σημαίνει ότι η Ρωσία θα εμπλακεί σε ένα πόλεμο εναντίον των Ευρωπαίων και των Αμερικάνων. Είναι αυτό ρεαλιστικό;
Πέρα, όμως, από τα πρακτικά προβλήματα, κάθε επιθετική ενέργεια ενός οποιουδήποτε κράτους ανταποκρίνεται σε κάποιους σκοπούς. Ποιοι μπορεί να είναι, άραγε, αυτοί οι σκοποί;
Η Ρωσία δεν έχει διεξαγάγει κανένα πόλεμο τα τελευταία 25 χρόνια, ενώ και η Σοβιετική Ένωση, εάν θεωρηθεί συνέχειά της, από το 1945 μέχρι το 1990 που διαλύθηκε, ενεπλάκη μόνο στο Αφγανιστάν, που είναι στα σύνορά της, αποκομίζοντας μια πολύ αρνητική εμπειρία. Ένας μοναδικός πόλεμος σε μία περίοδο 70 ετών, κατά την οποία ο σημερινός σύμμαχος-μέντορας της Πολωνίας, οι ΗΠΑ, έχουν πραγματοποιήσει δεκάδες πολέμους, πραξικοπήματα και κάθε είδους επεμβάσεις με καταστροφικά αποτελέσματα για τους άλλους, στο Βιετνάμ, την Καμπότζη, το Λάος, τις Φιλιππίνες, την Ινδονησία, τη Γρανάδα, το Σαλβαδόρ, τη Γουατεμάλα, τον Παναμά, το Αφγανιστάν, το Ιράκ, τη Σομαλία, τη Λιβύη, αλλά και το Ιράν, τη Χιλή, τη Νικαράγουα, ακόμα και επί ευρωπαϊκού εδάφους καταστρέφοντας εκ θεμελίων τη Γιουγκοσλαβία.
Η Ρωσία μονομερώς διέλυσε το Σύμφωνο Βαρσοβίας, μονομερώς αποσύρθηκε από την Πολωνία και τις άλλες ανατολικές χώρες, μονομερώς αποδέσμευσε και όλες τις διοικητικές οντότητες που εν συνεχεία αυτοανακηρύχτηκαν σε ανεξάρτητα κράτη, όπως το Καζαχστάν, η Αρμενία, η Γεωργία, η Κιργιζία, η Λευκορωσία, το Ουζμπεκιστάν, το Αζερμπαϊτζάν, η Ουκρανία κ.ά., χωρίς να έχουν σημειωθεί εξεγέρσεις και χωρίς καν να έχουν εκ των προτέρων διατυπωθεί αιτήματα απόσχισης.
Όσον αφορά δε τις παραπομπές που κάνουν μερικοί Πολωνοί στο απώτερο παρελθόν των ρωσοπολωνικών αντιπαραθέσεων, η βασιλευομένη Πολωνία δεν ήταν λιγότερο επιθετική και επεκτατική από την τσαρική Ρωσία. Η Πολωνο-Λιθουανική Κοινοπολιτεία (1569-1795) είχε καταλάβει δια πυρός και σιδήρου σχεδόν ολόκληρη την έκταση που καταλαμβάνει η σημερινή Ουκρανία και η Λευκορωσία και μέρος της δυτικής Ρωσίας.
Ενώ δε στο Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, η Πολωνία ήταν από τις πιο καταστραμμένες χώρες, με 6 εκατομμύρια νεκρούς, εντούτοις, στη μονοδιάστατη προπαγάνδα, εχθρός θεωρείται μόνο η μακρινή Ρωσία και όχι η κοντινή Γερμανία ή η Αυστρία, η Ουγγαρία και οι άλλες χώρες του Άξονα. «Η κατεχόμενη από τους Γερμανούς Πολωνία ήταν ολόκληρη σαν μία φυλακή, με 457 συγκροτήματα στρατοπέδων συγκέντρωσης, μεταξύ των οποίων μερικά από τα μεγαλύτερα, όπως το Stutthof και το Auschwitz» (Poland, Wikipedia).
Και στο πλευρό των Ναζί στην κατεχόμενη Πολωνία, το 1943, ο Πολωνικός Αντάρτικος Στρατός (UPA) του Στεπάν Μπαντέρα, συμμετείχε στις εθνικές εκκαθαρίσεις δολοφονώντας 100 χιλιάδες Πολωνούς. (Gavin Rae στο Global Research)
Στις μέρες μας, γεωστρατηγικά, η Ρωσία δεν έχει ούτε την ισχύ ούτε τις συμμαχίες της Σοβιετικής Ένωσης. Και οικονομικά, δεν διαθέτει επαρκείς πόρους για να επιδιώξει η ίδια να εμπλακεί σε ένα μεγάλο πόλεμο. Ένα πόλεμο, που, ακόμα κι αν ήταν νικηφόρος, δεν θα της απέδιδε τίποτα, στο πολιτικό ή το οικονομικό επίπεδο. Αντιθέτως, θα ανέτρεπε όλα τα επιτεύγματα μιας δύσκολης πορείας για οικονομική ανάπτυξη, συγκρότηση διεθνών συνεργασιών, εδραίωση εμπορικών σχέσεων κ.λπ., πράγμα που είναι φανερό ότι αποτελεί πρωταρχική της επιδίωξη και εντάσσεται στο σχέδιο για μία πλατιά «ανοιχτή αγορά» από την Ιβηρική Χερσόνησο μέχρι το Βλαδιβοστόκ.
Υπενθύμισα δε στους συνομιλητές μου ότι, έχοντας αυτούς τους στόχους, οι Ρώσοι, μέχρι τώρα, ήταν εξαιρετικά υποχωρητικοί στην επέκταση του ΝΑΤΟ προς Ανατολάς και έκαναν πολλές προσπάθειες για περαιτέρω εξομάλυνση των σχέσεων με τις πρώην ανατολικές χώρες και ιδιαιτέρως με την Πολωνία.
Αντιθέτως, η Πολωνία, αντί να παίζει ένα ειρηνευτικό ρόλο, ρίχνει συνεχώς λάδι στη φωτιά. Είναι μία από τις ευρωπαϊκές χώρες που «φιλοξένησαν» τις παράνομες μυστικές φυλακές της CIA στις οποίες βασανίζονταν άνθρωποι που είχαν απαχθεί από τους Αμερικάνους στη Μέση Ανατολή και τη Βόρεια Αφρική· ανέλαβε να εκπαιδεύσει ακροδεξιούς που συμμετείχαν στις ταραχές που οδήγησαν στην ανατροπή του προέδρου της Ουκρανίας· αποδέχτηκε την εγκατάσταση αμερικανικών πυραύλων που στοχεύουν τη Ρωσία και επιβραβεύτηκε με την ανάδειξη του πρωθυπουργού της Donald Tusk, ενός πολιτικού που δεν γνωρίζει ούτε αγγλικά ούτε γαλλικά, στη θέση του προέδρου του Συμβουλίου της Ευρώπης, σε μια φάση που η ένταση της αντιπαράθεσης της ΕΕ με τη Ρωσία αποτελεί κυρίαρχο ζήτημα.
Ο Donald Tusk υποστήριζε επίμονα να σταματήσει η Ευρώπη να προμηθεύεται αέριο από τη Ρωσία και ζητούσε να εγκατασταθούν βάσεις του ΝΑΤΟ στην Πολωνία. Και ανταμείφθηκε από τους ΝΑΤΟϊκούς με το διορισμό του στο πόστο του προέδρου του Συμβουλίου της Ευρώπης. (Alexei Nikolskiy στο Ria Novosti).
Το βδομαδιάτικο πολωνικό περιοδικό Nie (Όχι) αποκάλυψε ότι το υπουργείο Εξωτερικών είχε προσκαλέσει, πριν ακόμα ξεσπάσουν οι ταραχές στο Κίεβο, 86 μέλη του φασιστικού Δεξιού Τομέα, τον Σεπτέμβριο του 2013, για να εκπαιδευτούν σε τακτικές εξέγερσης και ειδικά στη χρήση πυροβόλων όπλων, στο Κέντρο Εκπαίδευσης της Αστυνομίας στο Legionowo, κοντά στη Βαρσοβία.
Είναι φανερό ότι οι νεοφιλεύθεροι ηγέτες της Πολωνίας προσπαθούν, με τη γνωστή παλιά μέθοδο της καλλιέργειας φοβίας για ένα εξωτερικό εχθρό, να στρέψουν την προσοχή του πολωνικού λαού μακριά από τα πραγματικά προβλήματα που αντιμετωπίζει η χώρα. Ο Xavier Devictor, διευθυντικό στέλεχος της Παγκόσμιας Τράπεζας στην Πολωνία, είναι κατηγορηματικός στις διαπιστώσεις του: Η Πολωνία γερνάει. Το 1950, η μέση ηλικία ήταν 25,8 έτη, σήμερα είναι 38,2. Ο πληθυσμός της από 38,9 εκατ. το 1995 μειώθηκε στα 38 το 2010. Από το 1990 η γονιμότητα έπεσε στο 1,3 παιδιά ανά γυναίκα, ενώ χρειάζεται 2,1 για να παραμείνει σταθερός ο αριθμός του πληθυσμού. Επίσης, η μετανάστευση των νέων επιδεινώνει την κατάσταση. Και μόνο το δημογραφικό έλλειμμα θα έχει σοβαρή επίπτωση στο ΑΕΠ της χώρας μέσα στα επόμενα χρόνια.
Εν τέλει, οι συνομιλητές μου δεν μπόρεσαν να δώσουν μια λογική εξήγηση για τις φοβίες τους, ούτε, βέβαια, μεταπείσθηκαν. Με έκαναν, όμως, να καταλάβω πόσο επιτυχής είναι η προπαγάνδα για το «ρωσικό κίνδυνο» στην Πολωνία. Πόσο έντονη είναι η αίσθηση που καλλιεργείται συστηματικά και μεθοδικά από την πολιτική κάστα και τα ΜΜΕ της Πολωνίας, κάτω από την πνιγηρή καθοδήγηση των Αμερικάνων. Ασφυξία που θολώνει την κρίση και δικαιολογεί ακόμα και την προκλητική ανάμιξη της Πολωνίας στην Ουκρανία με σαφή επιδίωξη την εξυπηρέτηση των αμερικανικών συμφερόντων και τη βλάβη της Ρωσίας. Δηλαδή, εάν είχε κανείς να πει κάτι για πόλεμο, ευκολότερα θα μπορούσε να το συνδέσει με τις προσκλήσεις της Πολωνίας παρά με τις αντιδράσεις της Ρωσίας, η οποία δεν είναι αγία, αλλά δεν τη συμφέρει να είναι διάβολος στην προκειμένη περίπτωση.