Γράφουν στο Δρόμο οι καθηγητές Γιώργος Κατρούγκαλος, Γιώργος Κοντογιώργης και Κωνσταντίνος Τσουκαλάς. Επιμέλεια Ζαχαρίας Ρουστάνης

Οδεύοντας προς τις κάλπες με τα εκ πρώτης όψεως ακαταμάχητα επιχειρήματα της Αριστεράς, σε τοπικό-αυτοδιοικητικό επίπεδο αλλά και στο μέτωπο «μιας Ευρώπης των λαών και όχι των τραπεζιτών», παραδόξως δεν βλέπουμε το «καλάθι» της να μεγαλώνει θεαματικά. Στις δημοσκοπήσεις φαίνεται να… θριαμβεύουν η αποχή και η αναποφασιστικότητα, το κόμμα της Μαρίν Λεπέν άρχισε να βγάζει δημάρχους στη σπουδαιότερη από τις κοιτίδες της σύγχρονης δημοκρατίας, ενώ οι παραφυάδες του κόμματος της Χρυσής Αυγής καλλιεργούνται τώρα και αναπτύσσονται, νομιμότατα, στα χωράφια της κυβερνητικής πολιτικής. Η δε κοινωνία παραδίδει ό,τι έχει και δεν έχει στους τοκογλύφους, εισπράττοντας μόνο τα ραπίσματα των εκλογικών της επιλογών, στο όνομα της… εφαρμοσμένης δημοκρατίας. Πάνω ακριβώς σε αυτήν την αντινομία, ο Δρόμος της Αριστεράς ζήτησε και φιλοξενεί την άποψη τριών επιστημόνων, ενός συνταγματολόγου, ενός πολιτικού επιστήμονα και ενός κοινωνιολόγου. Τους απευθύναμε τις ερωτήσεις μας και παραθέτουμε τις απαντήσεις τους.

Ερωτήσεις

1. Η άνοδος της Ακροδεξιάς, η μεγάλη αποχή, η ανοχή, ανεκτικότητα – παραίτηση του πολίτη από τη διεκδίκηση των δικαιωμάτων του, όλες αυτές οι όψεις της κρίσης εκπροσώπησης, συνιστούν «τερατογενέσεις» της Δημοκρατίας ως αποτέλεσμα της κακοποίησης, της καταστρατήγησης, του «βιασμού» των βασικών αρχών και της ουσίας του δημοκρατικού πολιτεύματος;
2. Ποιες δυναμικές και χαρακτηριστικά του κοινωνικοπολιτικού φάσματος θα μπορούσαν να καλύψουν το μεγάλο κενό εκπροσώπησης ώστε ο πολιτικός διάλογος και η εκλογική διαδικασία να ανακτήσουν την αίγλη που τους αξίζει;
3. Η ιδέα ενός νέου τύπου «κοινωνικού συμβολαίου», που να όριζε ρητά το αυστηρό πλαίσιο για τα κοινωνικά δικαιώματα και την κρατική ευθύνη, με αυστηρές δεσμεύσεις και ρήτρες ασυνέπειας για όσους αναλαμβάνουν και ασκούν εξουσία, θα μπορούσε -και κάτω από ποιες προϋποθέσεις- να βρει εφαρμογή στις μέρες μας;

Γιώργος Σ. Κατρούγκαλος Καθηγητής Δημοσίου Δικαίου ΔΠΘ
Μνημονιακό «παρασύνταγμα»

1 Υποθέτω ότι πηγή έμπνευσης της έρευνάς σας αποτελεί η γνωστή φράση του Γκράμσι, για τις μεταβατικές περιόδους, όπου οι ωδίνες του τοκετού του νέου συμπίπτουν με τερατογενέσεις του ετοιμοθάνατου παλιού. Η κατάσταση στη χώρα μας ανταποκρίνεται στην περιγραφή αυτή. Βεβαίως, τα μνημόνια δεν επιβάλλουν διαφορετικές πολιτικές από τις γνωστές νεοφιλελεύθερες συνταγές της Συναίνεσης της Ουάσιγκτον που κυριαρχούν πλανητικά τις τελευταίες δεκαετίες. Επιχειρήθηκε όμως η επιβολή τους σε συμπυκνωμένο πολιτικό χρόνο και για πρώτη φορά σε ένα κράτος του «πρώτου κόσμου», όχι απλώς εκ των άνω αλλά σε κενό δημοκρατίας και αντιπροσώπευσης. Έτσι, τα διαδοχικά «μνημόνια» και η εκτελεστική τους νομοθεσία διαμόρφωσαν ένα πραγματικό «παρασύνταγμα», στο βαθμό που οι παραβιάσεις του Συντάγματος δεν είναι πια «σημειακές» αλλά υπονομεύουν όχι μόνο τα κοινωνικά, αλλά και τα ατομικά και πολιτικά δικαιώματα και την ίδια την ποιότητα της δημοκρατίας μας. Όλα αυτά αποτελούν εύφορο έδαφος για την άνθηση των λουλουδιών του ακροδεξιού κακού.

2 Πάντα οι μεταβατικές περίοδοι δίπλα στις κρίσεις προσφέρουν ευκαιρίες. Η κατάρρευση της αξιοπιστίας του πολιτικού συστήματος και η πασιφανής αποτυχία του νεοφιλελεύθερου πειράματος έχουν καταστήσει τη χώρα μας τον αδύναμο κρίκο της νεοφιλελεύθερης Ευρώπης. Το πρόβλημα είναι ότι και η κοινωνία φαίνεται εξαντλημένη και έτοιμη να αποδεχθεί τη λογική της ανάθεσης για την επίλυση των προβλημάτων της. Αυτό πρέπει να αλλάξει.
Η σωτηρία είναι επικερδής επιχείρηση μόνο για τον σωτήρα. Η Αριστερά θα πρέπει να διαδραματίσει πρωταγωνιστικό ρόλο, όχι ως φωτισμένη, τάχα, πρωτοπορία, αλλά ως η βασική κινητήρια δύναμη ενός ευρύτατου πολιτικο-κοινωνικού μετώπου.

3 Εξαρτάται πώς θα οριστεί το «κοινωνικό συμβόλαιο». Υποθέτω όχι ως συμφωνία υπεράνω των ταξικών και πολιτικών συγκρούσεων. Εάν έχουμε, πράγματι, μια νέα κοινωνική πλειοψηφία που θα αμφισβητεί έμπρακτα το παλιό, οι επιδιώξεις της θα πρέπει να αποκρυσταλλωθούν και θεσμικά. Η κρίση έχει δημιουργήσει μία κατάσταση κατάρρευσης των θεσμών που απαιτεί κάτι παραπάνω από απλή αναθεώρηση του Συντάγματος, ένα νέο Σύνταγμα. Και αυτό γιατί η χώρα χρειάζεται ένα νέο ξεκίνημα, τόσο σε συμβολικό όσο και σε πραγματικό, θεσμικό επίπεδο. Πέρα από τον αναγκαίο συμβολισμό (να γίνει «restart», να γυρίσει νέα σελίδα στην Iστορία της χώρας), ορισμένες από τις αμεσοδημοκρατικές αλλαγές που προσωπικά θεωρώ απολύτως αναγκαίες για την ενίσχυση του δημοκρατικού χαρακτήρα του πολιτεύματος (όπως, για παράδειγμα, η δυνατότητα ανάκλησης των βουλευτών με πρωτοβουλία του εκλογικού σώματος) μπορεί να θεωρηθεί ότι συγκρούονται με τον αυστηρά αντιπροσωπευτικό χαρακτήρα που έχει λάβει η εφαρμογή της κοινοβουλευτικής Aρχής στην Ελλάδα.

Γιώργος Κοντογιώργης Καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης
Ζητούμενο ένα «πολιτικό συμβόλαιο»

1 Η άνοδος των άκρων, η αποχή, η «παραίτηση» του πολίτη, συνιστούν εκδηλώσεις βαθιάς πολιτικής πράξης που δηλώνει αφενός την πολιτική αδυναμία της κοινωνίας και αφετέρου την άρνησή της να αναγνωρίσει τον εαυτό της στον ρόλο της νομιμοποιητικής συνιστώσας, ενός συστήματος που την αγνοεί και τη δυναστεύει. Είναι απολύτως προφανές ότι το παρόν σύστημα αποτελεί παρελθόν, διότι δεν είναι πια ικανό να απαντήσει στις ανάγκες, στους συσχετισμούς του παρόντος. Από εμβρυουλκός της μετάβασης στη μετα-φεουδαλική εποχή, έγινε μοχλός εγκιβωτισμού της κοινωνίας στην ιδιωτεία. Σήμερα δεν υπάρχει κρίση εκπροσώπησης διότι το σύστημα δεν είναι δομημένο με βάση την αντιπροσωπευτική Aρχή. Η κοινωνία είναι θεσμημένη ως ιδιώτης, δεν συγκροτεί συλλογική πολιτική κατηγορία, δεν αναγνωρίζεται ως εντολέας. Το σύστημα ανήκει, εξ ολοκλήρου, στο κράτος, δηλαδή στους κατόχους του. Αυτοί αποφασίζουν, από κοινού με την ομήγυρη των συγκατανευσιφάγων, τι είναι εθνικά ή κοινωνικά συμφέρον, σε πρώτο και τελευταίο βαθμό, ακόμη και αν το σύνολο της κοινωνίας των πολιτών διαφωνεί. Από την απολυταρχία στο κράτος-έθνος επήλθε «μεθάρμοσις δεσποτών», όχι μετάβαση στην αντιπροσώπευση/δημοκρατία. Η ισορροπία που επιτεύχθηκε στη διάρκεια του 20ού αιώνα, που επέτρεψε στον Mαρξισμό να μιλήσει για σχετική αυτονομία του κράτους, οφειλόταν αποκλειστικά στους εξωθεσμικούς/κοινωνικούς συσχετισμούς. Από τη στιγμή που αυτοί ανατράπηκαν, η πολιτική περιήλθε στην αυστηρή ομηρία των «αγορών». Επομένως, είναι καιρός να αποδεχθούμε ότι οι εκδηλώσεις «παραίτησης» της κοινωνίας δεν συνιστούν «τερατογενέσεις της δημοκρατίας», αλλά επιβεβαίωση ότι το παρόν σύστημα δεν είναι ούτε αντιπροσωπευτικό ούτε, πολλώ μάλλον, δημοκρατικό. Η ψήφος συνιστά πράξη απλής νομιμοποίησης του πολιτικού προσωπικού, που αναδεικνύουν οι «μηχανισμοί». Δεν περιέχει ούτε κόκκο αντιπροσωπευτικής αρμοδιότητας: ούτε σε ό,τι αφορά το πολιτικό προσωπικό ούτε στις πολιτικές αποφάσεις.

2 Καμία πολιτική δύναμη δεν μπορεί να αλλάξει τα πράγματα στο πλαίσιο του παρόντος συστήματος. Θα απορροφηθεί, εναρμονιζόμενη στη δυναμική των συσχετισμών ή θα απορριφθεί. Εντούτοις, η ισχύς των αγορών είναι συντριπτική επειδή η πολιτεία είναι έτσι δομημένη, ώστε να λειτουργεί με βάση τους συσχετισμούς και άρα να υπηρετεί τον εκάστοτε ισχυρό. Επειδή, συγκεκριμένα, παίζουν μόνες τους πολιτική, καθώς η κοινωνία ως συλλογικότητα, απουσιάζει ολοκληρωτικά από την πολιτεία. Το ερώτημα που εγείρεται είναι προφανές: Θα συνεχίσουμε να προσεγγίζουμε τις όποιες κοινωνικές (ταξικές ή άλλες) αντιθέσεις ως υπόθεση μεταξύ των κατόχων/ιδιοκτητών του συστήματος και της κοινωνίας των πολιτών (ή της εργασίας), δηλαδή εξωθεσμικά, ή θα προσεγγίσουμε την κοινωνία των πολιτών υπό το πρίσμα του εταίρου (συνιδιοκτήτη) του συστήματος; Η πρώτη, η πρωτο-ανθρωποκεντρική, επιλογή εξάντλησε τα όριά της. Η δεύτερη, η αντιπροσωπευτική και, μάλιστα, η δημοκρατική μετάλλαξη της πολιτείας, προώρισται να μεταβάλει τη βούληση και το συμφέρον της κοινωνίας των πολιτών σε αποφασιστικό συντελεστή της πολιτικής λειτουργίας και, κατ’ επέκταση, σε ρυθμιστή της όποιας κοινωνικής αντίθεσης.
Στο πλαίσιο αυτό, ο πολιτικός διάλογος αντί να είναι υπόθεση κορυφής, μεταξύ των κομμάτων (εν οις και των ομάδων συμφερόντων) και οι εκλογές πράξη νομιμοποίησης της κομματικής νομενκλατούρας, θα γίνει υπόθεση άρρηκτης/θεσμικής διαλεκτικής σχέσης του πολιτικού προσωπικού με την κοινωνία των πολιτών. Η κοινωνία θα επανέλθει στην πολιτική μόνον όταν γίνει θεσμικός συντελεστής της πολιτείας.

3 Ζητούμενο στις ημέρες μας είναι η συγκρότηση ενός «πολιτικού συμβολαίου», που θα εισάγει σωρευτικά, πέραν της ατομικής, την κοινωνική και την πολιτική ελευθερία, που θα μεταβάλει την κοινωνία σε εταίρο της πολιτείας. Να σημάνει το τέλος της πολιτικής κυριαρχίας της άρχουσας τάξης, με την απόδοση σ’ αυτήν της απλής ιδιότητας του εντολοδόχου και την είσοδο της θέσμισης της κοινωνίας ως εντολέα. Δεν αρκούν πια οι «δεσμεύσεις και οι ρήτρες συνέπειας» για όσους ασκούν την πολιτική κυριαρχία. Να αποδεχθούμε ότι η ταύτιση της πολιτείας με το κράτος είναι φαινόμενο μεταβατικό, της πρωτο-ανθρωποκεντρικής/μετα-φεουδαλικής φάσης, που θα εκλείψει με τον χρόνο. Και ο χρόνος αυτός, όπως όλα δείχνουν, πλησιάζει, καθώς η ανατροπή της ισορροπίας μεταξύ κοινωνίας, πολιτείας και αγορών οδηγεί στην πλήρη αναίρεση του κοινωνικού κεκτημένου, την ίδια στιγμή που η ωριμότητα του πολίτη μεταστεγάζεται, από τη μαζική συμπεριφορά, σε εκείνη της πολιτικής ατομικότητας. Το διακύβευμα, εν προκειμένω, δεν είναι (ολιγαρχικός) κοινοβουλευτισμός ή δικτατορία, αλλά η υπέρβασή τους με τη μετάβαση αμέσως στην αντιπροσώπευση και προοπτικά στη δημοκρατία. Καλούμαστε, έτσι, να αναθεωρήσουμε το γνωστικό μας έρμα (τι είναι δημοκρατία, ποια η φύση του παρόντος συστήματος κ.λπ.), να εμπιστευθούμε την κοινωνία και να πάψουμε οι ίδιοι να αντιλαμβανόμαστε την πολιτεία ως υπόθεση των φορέων της κομματοκρατίας και των ομάδων που συνωστίζονται γύρω από το κράτος. Από τη στιγμή αυτή, ο διάλογος για τον τρόπο της θεσμικής ενσωμάτωσης της κοινωνίας των πολιτών στην πολιτεία θα έχει βρει το δρόμο του. Ελπίζω, πριν η κοινωνία αναγκασθεί σε δυναμικές απόγνωσης.    

Κωνσταντίνος Τσουκαλάς Καθηγητής Κοινωνιολογίας
Οι λύσεις πρέπει να είναι υπερεθνικές

1 Σε αυτό που ονομάζουμε σήμερα αντιπροσωπευτική δημοκρατία, η κρίση αντιπροσώπευσης είναι εγγενές στοιχείο, διότι μόνο όταν οι εξουσίες είναι ελευθέρως ανακλητές το πρόβλημα λύνεται με το μαχαίρι. Κάτι τέτοιο, όμως, δεν μπορεί να εφαρμοστεί στις σύγχρονες κοινωνίες, λόγω του μεγέθους τους, αλλά και για λόγους πρακτικούς, διότι δεν μπορούν να λειτουργήσουν χωρίς μια μόνιμη αντιπροσώπευση, η οποία καταλήγει να είναι μη αντιπροσώπευση. Το γεγονός ότι έχει αυξηθεί ο αριθμός εκείνων που αρνούνται να μετάσχουν στα πολιτικά τεκταινόμενα είναι ενδεικτικό της απομείωσης της ιδεατής δημοκρατίας – ότι δηλαδή ο λαός μπορεί ανά πάσα στιγμή να αποφασίζει για το μέλλον του. Η παγκοσμιοποίηση, η υπερεπικρατειοποίηση των οικονομικών δυνάμεων, η δημιουργία μιας οικονομικής τάξης η οποία υπερκαλύπτει, ξεπερνάει και κατά κάποιον τρόπο αντιτίθεται στις επιμέρους πολιτικές επικρατειακές κρυσταλλώσεις, αποτελεί ένα δομικό εμπόδιο προς οποιαδήποτε προσπάθεια ανασύστασης μιας κλασικής δημοκρατικής εκπροσώπησης όπως την ξέραμε μέχρι τα τελευταία χρόνια. Με αυτήν την έννοια, όλα αυτά τα φαινόμενα δεν θα τα έλεγα τερατογένεση, αλλά μετασχηματισμό του τρόπου που λειτουργούν τα δημοκρατικά καθεστώτα μέσα σε ένα τέτοιο παγκόσμιο σύστημα. Ο κόσμος ολόκληρος βρίσκεται σε μία κρίσιμη καμπή και είναι πολύ δύσκολο να σκεφτούμε καθολική ανανέωση των δημοκρατικών διαδικασιών, εάν δεν υπάρξει μια πλήρης μεταλλαγή στο διεθνές υπερεπικρατειακό οικονομικό σύστημα. Η άνοδος της Aκροδεξιάς και η αδιαφορία συνδέονται ασφαλώς με την απομείωση της δυνατότητας του λαού να μετέχει αυτοβούλως στην αυτόνομη εξέλιξη του μέλλοντός του, αλλά είναι ταυτόχρονα συνέπειες και απόρροιες μιας αύξουσας υποταγής της μεγάλης πλειοψηφίας των πολιτών σε εντολές ή κελεύσματα που έχουν την πηγή τους αλλού, σε ανεξέλεγκτα και συχνά αόρατα κέντρα λήψης αποφάσεων, που είναι αδύνατον να επηρεαστούν ευθέως από αυτά που επιθυμούν και αποφασίζουν οι πολίτες.

2 Κατά τη γνώμη μου είναι αδύνατο να σκεφτούμε λύσεις που να μην είναι υπερεθνικές, που να μη συνδυάζουν κινήματα, σκέψεις, πολιτικές τοποθετήσεις οι οποίες ξεπερνούν το στενό εθνικό πλαίσιο. Η γνωστή εξίσωση ανάμεσα στο εθνικό κράτος, στον εθνικό πολιτισμό, στην εθνική κοινωνία και στην εθνική δημοκρατία -ας το πω έτσι- έχει πάψει να λειτουργεί ως αυτόνομη πηγή εξουσίας, αυτόνομη πηγή αποφάσεων ανά πάσα στιγμή και για όλα τα ζητήματα.
Εδώ είναι ακριβώς το πρόβλημα. Από τη μια πλευρά είναι αδύνατον σε εθνικό επίπεδο να οργανώσει κανείς αυτόνομες εστίες αντίστασης, και από την άλλη πλευρά είναι εξίσου δύσκολο -και αυτό είναι το πολύ μεγάλο ιστορικό στοίχημα- να επιτύχει κανείς μόνιμες, συνεχείς, συνεπείς συμμαχίες υπερεθνικές, οι οποίες θα έχουν στόχο ακριβώς την άρση των δυσλειτουργιών. Δεν υπάρχει τρόπος να ξεφύγει κανείς από την παγκόσμια αυτή μέγγενη, πέραν του να επιχειρήσει παγκόσμιες συμμαχίες οι οποίες θα οδηγήσουν στην ευρύτερη αντίσταση.

3 Ένας ολόκληρος νομικός και πολιτικός πολιτισμός τείνει να εξαφανιστεί. Εξακολουθούν βέβαια να ισχύουν, τύποις, ορισμένες ασφαλιστικές δικλείδες και αρχές, όπως των συναλλακτικών ηθών, της καλής πίστης, της απαγόρευσης της αισχροκέρδειας και της τοκογλυφίας, όμως δεν ισχύουν στο πλαίσιο των υπερεπικρατειακών οικονομικών σχέσεων. Και είναι θέμα πρωτίστως πολιτικό, να μην ενδίδει κανείς στα κελεύσματα των νέων οικονομικών ηθών, διότι για να επιζήσει η δημοκρατία χρειάζεται να γίνονται σεβαστές και οι προσυνταγματικές προϋποθέσεις της αστικής δημοκρατίας, οι πανάρχαιες αρχές επί τη βάσει των οποίων λειτουργούσαν οι κοινωνίες. Αυτό το «δεν υπάρχει άλλη λύση», που μας λέει το παγκόσμιο σύστημα, είναι η αρχή του τέλους της δημοκρατίας.
Υπ’ αυτές τις συνθήκες, όποιος περιχαρακώνεται στα εθνικά του σύνορα είναι καταδικασμένος να αποτύχει. Γι’ αυτό ακριβώς πιστεύω ότι μια νέα Αριστερά είναι η προϋπόθεση για να φτιαχτεί αυτό που λέτε «ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο».
Δεν ξέρω αν είναι εφικτό -η Iστορία είναι πάντα πανούργα και πάντα απρόβλεπτη- και μ’ αυτήν ακριβώς την έννοια δεν έχουμε καμία άλλη δυνατότητα από το να μαχόμαστε προς αυτήν την κατεύθυνση και να ελπίζουμε. Διότι εάν δεν μπορούμε και να ελπίζουμε σε μια τέτοια -μέχρι τώρα ανύπαρκτη- παγκόσμια συσπείρωση γύρω από τέτοια δημοκρατικά ιδεώδη, τότε δεν βλέπω με ποιον τρόπο θα μπορούσαμε να αποφύγουμε αυτόν τον βραχνά μιας σκληρής και ανυποχώρητης παγκόσμιας οικονομικής εξουσίας.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!