του Μάριου Διονέλλη
Μερικές φορές οι λέξεις είναι εκεί για να παίξουν μαζί σου, για να σε δοκιμάσουν, για να σου πουν μόνο με το άκουσμά τους όσα δε θα πουν οι ειδήσεις στα βραδινά δελτία και δε θα γράψουν περιχαρή τα ξένα ειδησεογραφικά πρακτορεία. Για την Αμφίπολη, που τόσο αγωνιωδώς πασχίζουν το τελευταίο διάστημα να με κάνουν να νιώσω υπερήφανος, δεν κατέχω επιστημονική γνώση, ούτε και θα το παίξω ειδικός για το πόσο σπουδαίο είναι ή δεν είναι το μνημείο. Όμως εκείνο το «Αμφί-» έστω και χωρίς να προκύπτει επιστημονικά, μόνο ως άκουσμα, ξεστρώνει το χαλάκι που θέλουν να μου στρώσουν για να κοιμηθώ ήσυχα.
Κρατά ζωντανή την «αμφι-βολία» για τις αληθινές προθέσεις όσων ξαφνικά έγιναν λάτρεις του Πολιτισμού, την ώρα που έχουν ξεγυμνώσει όλες τις υπηρεσίες του ΥΠΠΟ από προσωπικό και πόρους. Μου υπενθυμίζει το «αμφί-σημο» προσωπείο μιας κυβέρνησης που πανηγυρίζει για το μέγεθος του αρχαίου τάφου, την ώρα που για τους τωρινούς κατοίκους της χώρας επιφυλάσσει χαράτσι τιμωρώντας τη μικρή ιδιοκτησία. Με κάνει να «αμφι-ταλαντεύομαι» ξανά για τη δουλειά που διάλεξα να κάνω, βλέποντας πόσο πρόθυμα τα ΜΜΕ συνουσιάζονται με το λαμπρό παρελθόν για να με κάνουν να ξεχάσω το ζοφερό παρόν. Με κάνει να «αμφι-σβητώ» το κύρος των δασκάλων της δημοσιογραφίας, βλέποντας την Άννα Παναγιωταρέα να πουλά υπηρεσίες κυβερνητικής δημοσιότητας χαριεντιζόμενη με τις Καρυάτιδες. Αναρωτιέμαι αν τέτοιες υπηρεσίες δίδασκε στα «αμφι-θέατρα» της σχολής δημοσιογραφίας.
Ο θησαυρός δεν είναι στον τάφο, είναι στο όνομα της τοποθεσίας. Είναι σε εκείνη την προτροπή να κοιτάς ό,τι σου πλασάρουν «απ’ όλες τις πλευρές» όπως σημαίνει η συγκεκριμένη πρόθεση. Προτροπή πολύτιμη στον αγώνα μας εναντίον της μαζικής διαμόρφωσης των συνειδήσεων που επιχειρείται αυτές τις μέρες.
Ίσως δε φτάνει για να νικήσουμε. Τουλάχιστον όμως θα κάνουμε την έκβαση του ματς «αμφί-ρροπη».