Αρχική πολιτική Συμφωνία των Πρεσπών: Ορισμένα βασικά συμπεράσματα

Συμφωνία των Πρεσπών: Ορισμένα βασικά συμπεράσματα

Με την κύρωση της Συμφωνίας των Πρεσπών από την ελληνική Βουλή, ανοίγει μια νέα σελίδα στην πολιτική και γεωπολιτική κονίστρα, τόσο στη χώρα μας όσο και στα Βαλκάνια. Οι υπερασπιστές της Συμφωνίας, μιλούν για ιστορική μέρα, ραντεβού με την ιστορία, επούλωση μιας πληγής 30 χρόνων. Η πραγματικότητα θα δείξει περίτρανα ότι μπαίνουμε σε μια νέα φάση περιδίνησης της Βαλκανικής, και το Μακεδονικό θα επηρεάσει εντελώς αρνητικά τις εξελίξεις, φέρνοντας θύελλες. Αλλά ας κωδικοποιήσουμε ορισμένα βασικά συμπεράσματα σχετικά με τη Συμφωνία και την κύρωσή της.

Συμπέρασμα πρώτο: Η Συμφωνία δεν πρόκειται να συμβάλλει ούτε κατ’ ελάχιστο στη σταθερότητα, την ειρήνη και τη συνανάπτυξη στα Βαλκάνια, το αντίθετο.

Η συμφωνία των Πρεσπών δεν κλείνει ζητήματα, αλλά ανοίγει τον ασκό του Αιόλου στα Βαλκάνια. Εξυπηρετεί πρωτίστως τα δυτικά αμερικανονατοϊκά σχέδια στην περιοχή και τροποποιεί συσχετισμούς. Κατοχυρώνει στρατηγικές θέσεις και αποσκοπεί να βάλει εμπόδια, ή και να ματαιώσει σχεδιασμούς της Ρωσίας και της Κίνας για την περιοχή. Με μια λέξη, «νατοποιεί» περισσότερο τη Βαλκανική, φυτεύει μια οντότητα-προτεκτοράτο δίπλα σε άλλες, ενισχύει τη στρατιωτική παρουσία του δυτικού ιμπεριαλισμού σε μια περιοχή που βρίσκεται ανάμεσα σε δύο ανοικτά πολεμικά μέτωπα, αυτά της Ουκρανίας και της Συρίας. Μέσα σε ένα περίπλοκο γεωπολιτικό πάζλ, και σε μια περιοχή με πολλά εύφλεκτα υλικά και αντιθέσεις, δένονται περισσότερο τόσο η Ελλάδα όσο και η ΠΓΔΜ σε μια πολιτική και πολεμική μηχανή που απειλεί διαρκώς την ειρήνη και αδιαφορεί για οποιαδήποτε «συνανάπτυξη». Μια μηχανή που επανειλημμένα έχει ανατινάξει τη σταθερότητα όπου αυτό βολεύει τα συμφέροντα των ισχυρών.

Συμπέρασμα δεύτερο: Η θέση της Ελλάδας, εξασθενεί με τη Συμφωνία. Η χώρα όχι μόνο παραχωρεί κυριαρχικά δικαιώματα, αλλά κινδυνεύει να χάσει πολλά ακόμα.

Η Ελλάδα, μετά την οικονομική αφαίμαξη που υπέστη με τις μνημονιακές συνταγές, τώρα γεύεται και τα γεωπολιτικά μνημόνια. Με την έννοια ότι κυρώνει μια συμφωνία που ευθέως αμφισβητεί και ρευστοποιεί το βόρειο τμήμα της. Μετά το γκριζάρισμα των ελληνικών νησιών στο Αιγαίο, τώρα ολόκληρη η Βόρεια Ελλάδα μετατρέπεται σταδιακά σε μια ιδιαίτερη ζώνη ασυδοσίας, επεμβάσεων και δραστηριοτήτων δυνάμεων που δεν έχουν τίποτα να χάσουν από τον διαμελισμό της χώρας, αν δεν τον επιδιώκουν κιόλας. Η Βόρεια Ελλάδα αντιμετωπίζεται ως «φιλέτο» νέων διευθετήσεων, πεδίο μοιράσματος περιοχών και συμφερόντων, πεδίο ανταγωνισμού επίδοξων και δυναμικών κέντρων. ΗΠΑ, Γερμανία, Ρωσία, Κίνα, Τουρκία, Γαλλία και άλλοι «παίκτες», είναι ήδη παρόντες στο πεδίο με συγκρουόμενα συμφέροντα και ειδικούς στόχους. Η συμφωνία αυτή, και η προθυμία της Ελλάδας να την κλείσει, μεγεθύνει τις ορέξεις. Σύντομα θα δούμε να κλιμακώνονται κινήσεις και πρωτοβουλίες που θα ρευστοποιούν ακόμα περισσότερο την περιοχή.

Συμπέρασμα τρίτο: Δυναμώνει ο «μακεδονισμός» ως ιδεολογία και επιθετικό όχημα αμφισβήτησης της κυριαρχίας της Ελλάδας.

Με περισσή αφέλεια (ή πονηριά), διαδίδεται το επιχείρημα ότι η Ελλάδα δεν έχει τίποτα να φοβηθεί από μια μικρή χώρα σαν την ΠΓΔΜ και τώρα μπορεί πλέον ανεμπόδιστα να παίξει ηγετικό ρόλο στα Βαλκάνια. Η απλόχερη και εντελώς επιπόλαια παραχώρηση συστατικών στοιχείων που ενισχύουν την υπόθεση ύπαρξης «μακεδονικού έθνους» (όνομα, υπηκοότητα, γλώσσα κ.λπ.) δημιουργεί όλους τους όρους για να εγερθούν αιτήματα και διεκδικήσεις σε βάρος της Ελλάδας. Ήδη έχουν αρχίσει αποδεδειγμένα τη δραστηριότητά τους κύκλοι που άμεσα χρηματοδοτούνται από Σόρος και Σκόπια. Θέλει μια ερμηνεία γιατί κυβέρνηση και κόμματα με τόση ευκολία τοποθετήθηκαν υπέρ της «σύνθετης ονομασίας», χωρίς καμιά διασφάλιση, κανένα «erga omnes», καμιά δημοκρατική διαδικασία, χωρίς καμιά τήρηση ελάχιστων προϋποθέσεων νομιμοποίησης από την ΠΓΔΜ, και με ύποπτη σπουδή δέχτηκαν να κυρώσουν την Συμφωνία. Όσο κι αν ψάξει κανείς, δεν υπάρχει άλλη ερμηνεία από την υποταγή και την υπηρέτηση της παγκοσμιοποίησης και της ευρωκρατίας. Την ίδια στιγμή, αυτές οι παραχωρήσεις στον «μακεδονισμό» εγγράφουν το πολιτικό σύστημα και την Αριστερά σαν παράγοντες εθνικής μειοδοσίας. Η χειριστική χρήση της ιστορίας, συμβάδιζε με την απόκρυψη των πιέσεων των επικυρίαρχων να «κλείσει» γρήγορα το ζήτημα. Συμβάδιζε με την κατασυκοφάντηση κάθε αντίστασης του λαού στα σχέδια αυτά.

Όσα είδαν μπροστά στα μάτια τους οι πολίτες αυτής της χώρας να διαδραματίζονται στο πολιτικό σκηνικό, όσα αισθάνονται ότι γίνονται πίσω από τις πλάτες τους, η πρωτοφανής σε αγριότητα επίθεση που δέχτηκαν –φραστική, ιδεολογική και άμεσα βίαιη– δείχνουν ότι βαθαίνει το ρήγμα και η αποξένωση του λαού από το πολιτικό σύστημα

Συμπέρασμα τέταρτο: Ο λαός μίλησε, εκφράστηκε, αγωνίστηκε ενάντια στη Συμφωνία των Πρεσπών, γιατί διαισθάνθηκε τους κινδύνους που αυτή φέρει. Μόνος όμως, και «ορφανός» πολιτικά.

Το πιο ενδιαφέρον στοιχείο είναι πως για έναν χρόνο ο λαϊκός παράγοντας, παρά τις διαψεύσεις και τα κτυπήματα που έχει δεχτεί, έδωσε το παρών και χρωμάτισε σε μεγάλο βαθμό τις εξελίξεις. Οι κινητοποιήσεις, το ενδιαφέρον και η εν γένει απόρριψη της συμφωνίας από το 70-80% του ελληνικού λαού, είναι ένα ιδιαίτερο στοιχείο. Ο πατριωτισμός που επέδειξε μέσα σε συνθήκες κυριαρχίας του «μεταμοντέρνου» πνεύματος, μέσα στο κλίμα της συνεχούς επίθεσης ενάντια στον λεγόμενο εθνολαϊκισμό και τα διαρκή «μασάζ» που έκαναν τα μίντια και η αριστερής κοπής «ιντελιγκέντσια», είναι χαρακτηριστικός. Σε συνθήκες πλήρους εξατομίκευσης και υποχώρησης της κινηματικής διαθεσιμότητας, το εθνικό αυτό ζήτημα συγκίνησε και κινητοποίησε εκατοντάδες χιλιάδες κόσμου που αψηφώντας το «μπούλινγκ» και τα «πεσίματα» κάθε είδους, έδωσε το παρών του. Δεν ήταν διόλου ένα σοβινιστικό ξέσπασμα, ένα ακραίο εθνικιστικό ή ρατσιστικό-φασιστικό ρεύμα, αλλά ένα μεγάλο και γνήσια πατριωτικό εθνικό λαϊκό ρεύμα αντίστασης στη μειοδοσία του πολιτικού κόσμου και τους σχεδιασμούς των «μεγάλων». Σε αυτόν τον  βηματισμό του, δεν μπόρεσε να συγκροτήσει ένα πολιτικό κέντρο στα μέτρα των περιστάσεων, αδυνατώντας να περάσει σε διεισδυτικότερες αναλύσεις και στη γένεση ενός συγκροτημένου μαζικού κινήματος. Παρ’ όλα αυτά, δείχνει διάρκεια και αντοχή. Η αγάπη για τον τόπο –ακόμα και ανοργάνωτη και με τον βαθμό πολιτικοποίησης που έχει, παράλληλα με τη σύγχυση που δημιουργούν ορισμένα κέντρα που θέλουν να τη χειραγωγήσουν–, παρά την απίθανη επίθεση που δέχτηκε από κατεστημένες δυνάμεις, δεν κάμφθηκε.

Συμπέρασμα πέμπτο: Άβυσσος χωρίζει τον λαό από ένα φαύλο κα παρακμιακό πολιτικό σύστημα.

Όσα είδαν μπροστά στα μάτια τους οι πολίτες αυτής της χώρας να διαδραματίζονται στο πολιτικό σκηνικό, όσα αισθάνονται ότι γίνονται πίσω από τις πλάτες τους, η πρωτοφανής σε αγριότητα επίθεση που δέχτηκαν –φραστική, ιδεολογική και άμεσα βίαιη– δείχνουν ότι βαθαίνει το ρήγμα και η αποξένωση του λαού από το πολιτικό σύστημα. Η κραυγαλέα αγνόηση του λαού, η καταπάτηση στοιχειωδών δημοκρατικών διαδικασιών, η κυνική άρνηση να γίνει δημοψήφισμα, τα διαρκή πραξικοπήματα, δείχνουν ότι το παρακμιακό κλίμα και η πολιτική κρίση έχουν δύο μήτρες: α) Την αυξανόμενη αμφισβήτηση του πολιτικού συστήματος, τάση όχι μόνο ελληνική αλλά πανευρωπαϊκή και β) την πλήρη και άμεση υπαγωγή του πολιτικού κόσμου στις παραγγελίες των πρεσβειών –ειδικά της «μεγάλης πρεσβείας». Σε τέτοιες συνθήκες, οι «διαχωριστικές γραμμές» σβήνουν και οι αγοραπωλησίες ψήφων είναι χαρακτηριστικό δείγμα «πολιτικού πολιτισμού». Η αηδία και η αποστροφή προς το πολιτικό σύστημα γιγαντώνεται.

Συμπέρασμα έκτο: Στη χώρα μας, η διαχωριστική γραμμή δεν είναι από τη μια ένας προοδευτικός πόλος και από την άλλη οπισθοδρομικές δυνάμεις που θέλουν να φέρουν την χώρα 100 χρόνια πίσω, αλλά κάτι άλλο.

Η κύρια διαχωριστική στην χώρα μας, είναι αυτή ανάμεσα στις δυνάμεις που είναι πρόθυμες και υπηρετούν την παγκοσμιοποίηση και την ευρωκρατία, και από την άλλη εκείνες τις κοινωνικές κυρίως δυνάμεις που αντιστέκονται –όπως μπορούν κι όπως συνειδητοποιούν– στην πλήρη υποδούλωση και διάλυση της χώρας, στον εξανδραποδισμό του λαού, στη διάβρωση και αποσύνθεση της κοινωνικής συνοχής. Είναι ο πολύπαθος και πολλές φορές ξεγελασμένος λαός που ψάχνει τον δρόμο του για τη διέξοδο και επιβίωση της πατρίδας του. Γνωρίζοντας ότι τα βάζει με μεγάλες δυνάμεις, αλλά θέλοντας να σπάσει τα δεσμά ενός ραγιάδικου πνεύματος που τον κρατούν γονατισμένο, αλλά όχι ισοπεδωμένο. Κι ακόμα, σε αυτήν τη στάση (σαν τον διαδηλωτή με το κίτρινο γιλέκο που γονατιστός και με ανοικτά τα χέρια δεν μετακινείται όταν το κανόνι του νερού τον θερίζει), δεν λυγά!

Σχόλια

Exit mobile version