Αρχική πολιτισμός Σπίτι μου σπιτάκι μου

Σπίτι μου σπιτάκι μου

Στις αίθουσες η ταινία του Ραμίν Μπαχρανί

Της Ιφιγένειας Καλαντζή*

 

Βίαιες εξώσεις είχε καταγράψει εν θερμώ, εδώ και χρόνια, ο πολιτικοποιημένος ακτιβιστής -για μερικούς λαϊκιστής- ντοκιμαντερίστας Μάικλ Μουρ, καταδεικνύοντας το ανάλγητο πέρασμα κατοικιών στις τράπεζες, μέσω της παγίδας του δανεισμού. Τότε ακόμα, θύματα ήταν απελπισμένοι άνεργοι Αφροαμερικανοί, χωρίς τίποτα να προοιωνίζεται ότι το ίδιο μέλλον προδιαγραφόταν και για τα κατώτερα και μεσαία στρώματα των υπόλοιπων Αμερικανών.

Δεν είναι, λοιπόν, τυχαίο που ο 40χρονος Αμερικανός Ραμίν Μπαχρανί, γόνος μεταναστών ιρανικής καταγωγής, μεταφέρει σε μυθοπλασία ένα αντίστοιχο γεγονός, στην ταινία του 99 σπίτια (2014), σχετικά με το μεσιτικό σκάνδαλο που ξέσπασε στην Αμερική, ξεσπιτώνοντας άμεσα, εν έτει 2010, μεγάλη μερίδα Αμερικανών.

Ο άνεργος πατέρας ενός 9χρονου αγοριού (Ντέιβιντ Γκάρφιλντ), μετά την αποτυχία νέου διακανονισμού για την αποπληρωμή του δυσβάσταχτου πλέον δανείου του, χάνει το σπίτι του, σε μια εξαιρετικά βίαιη και δραματική εισαγωγική σκηνή. Την έξωση εκτελεί ενώπιον αστυνομικών ο αδίστακτος μεσίτης της περιοχής (Μάικλ Σάνον), στον οποίο έχει περιέλθει το τραπεζικό χρέος, αυξάνοντας το σκορ των επικερδών «επιτυχιών» του. Η αληθοφανής και με μεγάλη συναισθηματική ένταση καταγραφή αυτής της διαδικασίας εξοργίζει τον θεατή, που παρακολουθεί με αγωνία τις απεγνωσμένες προσπάθειές του νεοάστεγου ήρωα, να ανακτήσει με κάθε τίμημα το σπίτι όπου γεννήθηκε ο ίδιος και ο γιος του. Ηττημένος από ένα σύστημα που συγκαλύπτει ληστρικές δανειοληπτικές κομπίνες, πείθεται ότι είναι μοναδικός υπαίτιος για την κακή του μοίρα και ενδίδει, καταλήγοντας να σφραγίζει και ο ίδιος σπίτια, προδίδοντας την τάξη του, για λογαριασμό του μεσίτη που τον ξεσπίτωσε.

Με το ηθικό δίλημμα του πρωταγωνιστή, ο σκηνοθέτης προσπαθεί να αφυπνίσει τον επί χρόνια πολιτικά πλανημένο, μέσα από την προπαγανδιστική τηλεοπτική αισθητική, αμερικάνικο λαό. Με κώδικες του χολιγουντιανού ρεαλιστικού μελοδράματος, καταγράφει εικόνες μαζικών εξώσεων, που έπληξαν όχι μόνο το αφρο-λατινοαμερικανικό προλεταριάτο, αλλά και πολλούς άλλους μεροκαματιάρηδες, γεγονότα που συστηματικά αποσιωπούν οι χολιγουντιανές παραγωγές. Ένα μόλις χρόνο μετά την πρεμιέρα στο περσινό φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, η ταινία 99 σπίτια αποδεικνύεται δραματικά επίκαιρη και στη δική μας συγκυρία των ρυθμίσεων για την «προστασία» της πρώτης κατοικίας, στόχου των χρηματοπιστωτικών παιχνιδιών εξουσίας που επέβαλε η είσοδος της χώρας μας στο ΔΝΤ, το 2010, χρονιά στην οποία αναφέρεται και η ταινία.

Στην πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του Μπαχρανί Άνθρωπος σπρώχνει καρότσι (2005), ένας νεαρός Πακιστανός ροκ τραγουδιστής βιώνει αδιαμαρτύρητα την ταξική και ρατσιστική απόρριψη της αμερικανικής κοινωνίας, σπρώχνοντας ένα καρότσι-καντίνα στους δρόμους ενός αφιλόξενου, αγνώριστου σχεδόν, βραδινού Μανχάταν. Η απόγνωση και η μοναξιά εκφράζονται με κινηματογράφηση κλειστού κάδρου, που επικεντρώνει στη φιγούρα του μετανάστη, που ως άλλος Σίσυφος υπομένει τα πάθη του. Οι επόμενες τρεις ταινίες του Μπαχρανί δεν βρήκαν διανομή στην Ελλάδα, η προβολή τους, όμως, στο περσινό ΦΚΘ, στο πλαίσιο αφιερώματος στον σκηνοθέτη, κατέδειξε μια σημαντική μετατόπιση από το πρωτόλειο στυλ της πρώτης ταινίας, προς ένα χολιγουντιανού ρεαλισμού μελοδραματισμό, με την απαραίτητη μανιχαϊστική ηθική, που στοχεύει στο συλλογικό ψυχισμό. Έτσι, στις ταινίες Chop Shop (2007) και Goodbye Solo (2008) χάνεται η πρωτοποριακή φόρμα ωμού νεορεαλισμού, ίδιον του ιρανικού σινεμά, προκειμένου να εναρμονιστούν με το κυρίαρχο μονοπωλιακό χολιγουντιανό μοντέλο. Ωστόσο, η ασυνείδητη πολιτική στάση κοινωνικής καταγγελίας που τον έχει διαποτίσει, ως γόνο μεταναστών, κρατάει τον Μπαχρανί σε θεματικές ανθρωποκεντρικού και κοινωνικού προσανατολισμού, στα πλαίσια ενός ανεξάρτητου σινεμά, που αναδεικνύει μέσα από καθημερινές ιστορίες το σύγχρονο αμερικάνικο προλεταριάτο, στα χνάρια της καταγγελτικής ορμής των ταινιών του Τζον Σέιλς Ματωμένη Αμερική (1987) και Οι Άντρες με τα όπλα (1997), με ανανεωμένη ματιά σε σύγχρονους κοινωνικούς προβληματισμούς, σε μια αποχρωματισμένη ιδεολογικά, πλην όμως αρκετά εκρηκτική πολιτικά, σημερινή εποχή. Στην τέταρτη ταινία του At any price (2012), ο Μπαχρανί προβάλλει ως υποδειγματική μορφή Αμερικανού οικογενειάρχη έναν αγρότη, που προσπαθεί να κρατήσει τη φάρμα του, παρά τις νέες επιταγές καλλιέργειας σιτηρών βραχύβιων σπόρων.

Το ανεξάρτητο αμερικανικό σινεμά, που ξεκινάει όταν ο Τζον Κασσαβέτης, γόνος Ελλήνων μεταναστών, αρνείται να ενταχθεί στον κυρίαρχο τρόπο παραγωγής και διανομής που επέβαλλε η βιομηχανία ονείρων του Χόλιγουντ, ακολουθώντας με ψυχοφθόρες δυσκολίες το δικό του όραμα. Η ανθρωποκεντρική σχολή που λάνσαρε, κριτικάροντας την αμερικανική κοινωνία, όταν και όπως αυτός θεωρούσε, επηρέασε μεταγενέστερους σκηνοθέτες, όπως οι Άρθουρ Πεν, Σίντνεϊ Πόλακ και Τζον Σέιλς. Μετά, όμως, το πλήγμα της επίθεσης του 2001, ο ανεξάρτητος αμερικανικός κινηματογράφος εξοβέλισε κάθε προσπάθεια διαφορετικής προσέγγισης σε επίπεδο φόρμας και πρωτότυπων θεμάτων, που υιοθέτησε αρχικά, με τα κατάλοιπα της νουβέλ βαγκ του Τριφό και του Γκοντάρ, άφθονα στο σινεμά του Τζιμ Τζάρμους, ακολουθώντας, όπως και ο Μπαχρανί, ένα συμβατικό ρεαλισμό ταύτισης με τους ήρωες, που επέβαλε το Χόλιγουντ, διατηρώντας ωστόσο τις θεματικές της κοινωνικής κριτικής ματιάς και την καταγγελτική ορμή, με έντονο το συγκινησιακό στοιχείο ενός κατάλοιπου νεορεαλισμού, αμερικανικής εκδοχής, μπολιασμένου με χολιγουντιανή ηθοπλασία.

 

* Η Ιφιγένεια Καλαντζή είναι θεωρητικός/κριτικός κινηματογράφου ifigenia.kalantzi@gmail.com

 

INFO

Το 28ο Πανόραμα Ευρωπαϊκού Κινηματογράφου (26/11-2/12/2015), στην Ταινιοθήκη της Ελλάδος και στον κινηματογράφο Ααβόρα, παρουσιάζει συνολικά 50 ταινίες, με 12 νέες παραγωγές στο Διαγωνιστικό τμήμα και αφιερώματα στους Όρσον Γουέλς, Τζον Κασσαβέτη και στους Έλληνες Αιγυπτιώτες σκηνοθέτες, με σπάνιες ταινίες. Επίσημος προσκεκλημένος είναι ο Γάλλος σκηνοθέτης Μπερτράν Ταβερνιέ (Τρίτη 1/12/2015 στις 12:30 διάλεξη στον Ιανό).

Γενική είσοδος: 5 ευρώ

Κάρτα διαρκείας 10 προβολών: 25 ευρώ.

Σχόλια

Exit mobile version