Αρχική πολιτική Πύραυλοι από Ουάσιγκτον

Πύραυλοι από Ουάσιγκτον

Το αντιπολεμικό κίνημα Στη δεκαετία του 1980 ο ανταγωνισμός ΗΠΑ-ΕΣΣΔ και τα σχέδια της Ουάσιγκτον για εγκατάσταση πυρηνικών πυραύλων σε χώρες της Δυτικής Ευρώπης προκάλεσε ένα τεράστιο αντιπολεμικό κίνημα. Στη Γερμανία ήταν το μαζικότερο και μεγαλύτερο σε διάρκεια της μεταπολεμικής περιόδου. Επί χρόνια εκατομμύρια Γερμανοί διαδήλωναν ενάντια στην εγκατάσταση αμερικανικών πυραύλων – στη φωτογραφία, ακόμη και εν ενεργεία στρατιωτικοί διαδηλώνουν το 1983. Το αντιπολεμικό κίνημα εκτίναξε και το ριζοσπαστικό, τότε, κόμμα των Πράσινων στην κεντρική πολιτική σκηνή. Χαρακτηριστικά η χαρισματική Πέτρα Κέλι (που αργότερα αποστασιοποιήθηκε από τη «ρεαλιστική» στροφή των Πράσινων και βρέθηκε νεκρή στο σπίτι της το 1992...) κατηγόρησε τον σοσιαλδημοκράτη Βίλι Μπραντ ως «υποκριτή και ψεύτη», τονίζοντας ότι «είναι παράλογο αυτό που υποστηρίζει ο κύριος Μπραντ: όχι στα νέα όπλα, αλλά ναι στο ΝΑΤΟ». Κάτω από την πίεση αυτού του κινήματος, το 1987, ο τότε Χριστιανοδημοκράτης καγκελάριος Χέλμουτ Κολ αποφάσισε μονομερώς την απόσυρση των πυραύλων Πέρσινγκ από το γερμανικό έδαφος.

Είναι σπάνιο, αλλά συμβαίνει: σχεδόν σύμπαν το βορειοαμερικανικό κατεστημένο δείχνει κατανόηση για την απόφαση του Αμερικανού προέδρου να αποσύρει τις ΗΠΑ από τη συμφωνία INF [βλ. πλαίσιο]. Τα μεγάλα αμερικανικά ΜΜΕ βρίθουν αναλύσεων που ουσιαστικά επαναλαμβάνουν την τραμπική «αιτιολόγηση»: πρώτον, γράφουν, οι Ρώσοι παραβιάζουν ήδη τη συμφωνία και, δεύτερον, η συμφωνία εμποδίζει την αντιμετώπιση της κινεζικής απειλής. Χαρακτηριστικός είναι ο τίτλος κεντρικού άρθρου της Washington Post: «Επιτέλους, ο Τραμπ κάνει και κάτι σωστό»! Η ευθεία στοχοποίηση των Κινέζων μάλλον αποσκοπεί και στον αποπροσανατολισμό των Ευρωπαίων συμμάχων των ΗΠΑ, αφήνοντας έμμεσα να εννοηθεί ότι το θέμα δεν αφορά κυρίως την αντιπαράθεση με τη Ρωσία. Εδώ εντάσσονται και οι καθησυχαστικές δηλώσεις του γενικού γραμματέα του ΝΑΤΟ Στόλτενμπεργκ, ότι θεωρεί απίθανη την εγκατάσταση νέων αμερικανικών πυραύλων σε ευρωπαϊκό έδαφος.

Από την άλλη, ο Πούτιν δεν αφήνει περιθώρια αμφιβολίας: «Οποιαδήποτε ευρωπαϊκή χώρα εγκαταστήσει στο έδαφός της νέους πυραύλους μέσου βεληνεκούς», δήλωσε, «πρέπει να κατανοήσει ότι βάζει το έδαφος της σε τεράστιο κίνδυνο». Εύλογα λοιπόν τόσο η γερμανική κυβέρνηση όσο και ο Γάλλος πρόεδρος Μακρόν εκδήλωσαν την απογοήτευσή τους για τη διαφαινόμενη κατάργηση της συμφωνίας INF. Οι μοναδικοί που δεν φαίνεται να ανησυχούν από την κλιμάκωση είναι όσοι ήδη «φιλοξενούν» απειλητικά για τη Ρωσία πυραυλικά συστήματα των ΗΠΑ (Πολωνοί και Ρουμάνοι) κι όσοι φιλοδοξούν να τους μιμηθούν. Ίσως εδώ να εμπίπτει και η σχετική μουγκαμάρα της ελληνικής κυβέρνησης. Άλλωστε είναι ο νυν ΥΠΕΞ (και… αεί πρωθυπουργός) Αλέξης Τσίπρας που δήλωνε ευθαρσώς ότι «ο τρόπος του Τραμπ μπορεί να μοιάζει διαβολικός, αλλά γίνεται για καλό»!

Απαλλαγή από παλιά βαρίδια

Ποια είναι όμως η σημασία αυτής της τελευταίας (όχι και τόσο αιφνιδιαστικής, στην πραγματικότητα) απόφασης του Τραμπ; Καταρχήν ας θυμηθούμε ότι ο Τραμπ είναι πρωταθλητής της «αποδέσμευσης» των ΗΠΑ από διμερείς ή διεθνείς συμφωνίες και οργανισμούς: Συμφωνία του Παρισιού για το Κλίμα, JCPOA (συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν), ΤΡΡ (Συνεργασία του Ειρηνικού), Συμβούλιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ, UNRWA (Αρωγή Παλαιστινίων Προσφύγων) κ.ο.κ. Μόλις την περασμένη εβδομάδα ο Αμερικανός πρόεδρος ανακοίνωσε την πρόθεση των ΗΠΑ να αποχωρήσουν μέχρι και από την… «δυσκίνητη και φιλοκινεζική» Παγκόσμια Ταχυδρομική Ένωση!

Αυτή η χιονοστιβάδα αποχωρήσεων των ΗΠΑ από συμφωνίες και οργανισμούς ουσιαστικά σηματοδοτεί την απόπειρα (που σε αρκετές περιπτώσεις συναντά τη συναίνεση ακόμη και άσπονδων εχθρών του Τραμπ) απαλλαγής των ΗΠΑ από κάθε έννοια συμμόρφωσης με το διεθνές δίκαιο και από τα βαρίδια παλιότερων διευθετήσεων και συμβιβασμών. Σ’ αυτόν τον τομέα ο Τραμπ βγάζει αρκετή βρωμοδουλειά για το βαθύ κράτος των ΗΠΑ. Γι’ αυτό και η προσπάθεια μεγάλου τμήματος του (χρηματοπιστωτικού, κυρίως) κατεστημένου να τον αποδομήσει και τελικά να απαλλαγεί από αυτόν περιορίζεται στα… σεξουαλικά του παραστρατήματα και στη «διαπλοκή» του με τους Ρώσους – κατηγορία που, όχι περιέργως, πέρασε ξαφνικά σε δεύτερη μοίρα μετά τη δήλωσή του περί καταγγελίας της συμφωνίας INF.

Το αντιπολεμικό κίνημα
Στη δεκαετία του 1980 ο ανταγωνισμός ΗΠΑ-ΕΣΣΔ και τα σχέδια της Ουάσιγκτον για εγκατάσταση πυρηνικών πυραύλων σε χώρες της Δυτικής Ευρώπης προκάλεσε ένα τεράστιο αντιπολεμικό κίνημα. Στη Γερμανία ήταν το μαζικότερο και μεγαλύτερο σε διάρκεια της μεταπολεμικής περιόδου. Επί χρόνια εκατομμύρια Γερμανοί διαδήλωναν ενάντια στην εγκατάσταση αμερικανικών πυραύλων – στη φωτογραφία, ακόμη και εν ενεργεία στρατιωτικοί διαδηλώνουν το 1983. Το αντιπολεμικό κίνημα εκτίναξε και το ριζοσπαστικό, τότε, κόμμα των Πράσινων στην κεντρική πολιτική σκηνή. Χαρακτηριστικά η χαρισματική Πέτρα Κέλι (που αργότερα αποστασιοποιήθηκε από τη «ρεαλιστική» στροφή των Πράσινων και βρέθηκε νεκρή στο σπίτι της το 1992…) κατηγόρησε τον σοσιαλδημοκράτη Βίλι Μπραντ ως «υποκριτή και ψεύτη», τονίζοντας ότι «είναι παράλογο αυτό που υποστηρίζει ο κύριος Μπραντ: όχι στα νέα όπλα, αλλά ναι στο ΝΑΤΟ». Κάτω από την πίεση αυτού του κινήματος, το 1987, ο τότε Χριστιανοδημοκράτης καγκελάριος Χέλμουτ Κολ αποφάσισε μονομερώς την απόσυρση των πυραύλων Πέρσινγκ από το γερμανικό έδαφος.

Το πιο αρνητικό δεδομένο

Αυτή η εξέλιξη επιβεβαιώνει ότι έστω και μετ’ εμποδίων υλοποιείται η στρατηγική Τραμπ για έναν νέου τύπου επιθετικό «απομονωτισμό», που περνάει μέσα από την «αναδίπλωση» από τη μέχρι πρόσφατα ηγεμονική θέση των ΗΠΑ στις κυρίαρχες πολιτικές της παγκοσμιοποίησης. Έτσι η ιμπεριαλιστική πολιτική «υπεράσπισης των ζωτικών συμφερόντων των ΗΠΑ», την οποία εξέφραζαν οι προκάτοχοί του, και ιδίως το δίδυμο Ομπάμα-Κλίντον, συνεχίζεται – αλλά με διαφορετικό τρόπο και σχέδιο. Αυτά που μοιάζουν παλινωδίες του Τραμπ, π.χ. οι συναντήσεις με τους Βορειοκορεάτες ή οι διαβεβαιώσεις για μια «νέα σχέση με τη Ρωσία», είναι προσωρινοί ελιγμοί ενός πανταχόθεν βαλλόμενου ηγέτη μιας υπερδύναμης που αμφισβητείται όσο ποτέ άλλοτε. Κατά τα άλλα, η περικύκλωση της Ρωσίας κάθε άλλο παρά χαλαρώνει, η ένταση στη Νοτιοανατολική Ασία κάθε άλλο παρά εκτονώνεται, και τα βήματα προς μια γενικευμένη σύγκρουση-ολοκαύτωμα δεν σταματούν.

Το μεγαλύτερο ίσως εμπόδιο στις προσπάθειες να αντιμετωπιστεί αυτό το επικίνδυνο σπιράλ είναι η αίσθηση μεγάλου τμήματος των ελίτ (αλλά και της δυτικής κοινής γνώμης) ότι ενδεχόμενη ευθεία σύγκρουση, ακόμη και με τη χρήση πυρηνικών, μπορεί να είναι περιορισμένη, «ελεγχόμενη», και να μην έχει χαρακτήρα ολοκαυτώματος. Πέρα από τον απύθμενο κυνισμό της παραδοχής ότι μερικά εκατομμύρια που θα εξαερωθούν σε μια «ελεγχόμενη» πυρηνική σύγκρουση είναι αποδεκτό τίμημα για τη διατήρηση των «ζωτικών συμφερόντων» αυτής ή της άλλης μεγάλης δύναμης, αυτή καθαυτή η προϊούσα συμφιλίωση με την ιδέα χρησιμοποίησης των πυρηνικών όπλων συνιστά ένα νέο δεδομένο, το πιο αρνητικό μέχρι σήμερα. Διότι σε παλιότερες εποχές ανάλογης διεθνούς έντασης είχαν αναδυθεί μεγάλα αντιπολεμικά κινήματα, που ανάγκαζαν σε δεύτερες σκέψεις ακόμη και τις πιο αντιδραστικές κυβερνήσεις. Αυτό είναι που κυρίως λείπει σήμερα, κι όχι το υπαρκτότατο «αντίπαλο δέος».

Η επίμαχη συμφωνία

Η συμφωνία την οποία κατήγγειλε ο Τραμπ αφορά την απόσυρση και μη περαιτέρω ανάπτυξη πυραύλων μέσου βεληνεκούς ικανών να φέρουν πυρηνικές κεφαλές (INF – Intermediate-Range Nuclear Forces Treaty). Η συμφωνία αυτή υπεγράφη το 1987 από τους Ρίγκαν και Γκορμπατσόφ, και βάσει αυτής μέχρι το 1991 αποσύρθηκαν και καταστράφηκαν 2.700 πύραυλοι: 850 αμερικανικοί και 1.850 ρωσικοί. Τα πρώτα σύννεφα εμφανίστηκαν το 2001, όταν ο τότε πρόεδρος των ΗΠΑ Μπους ανακοίνωσε ένα «πρόγραμμα αντιπυραυλικής προστασίας» το οποίο καταφανώς την παραβίαζε. Το 2007 η Ρωσία κατήγγειλε νέα παραβίαση της συμφωνίας εξαιτίας της εγκατάστασης αμερικανικών πυραύλων στην Πολωνία και τη Ρουμανία. Το 2014 οι ΗΠΑ κατηγόρησαν κι αυτές με τη σειρά τους τη Ρωσία για παραβίαση της συμφωνίας λόγω πυραυλικών δοκιμών.

Η συμφωνία INF δεν είναι η μοναδική που αφορά πυρηνικά όπλα. Το 1972 υπογράφτηκε από τους Νίξον και Μπρέζνιεφ η αμερικανορωσική συνθήκη ABM για τον περιορισμό των αντιβαλλιστικών πυραύλων, η οποία καταργήθηκε με πρωτοβουλία των ΗΠΑ. Αντικαταστάθηκε από τις συμφωνίες SORT (2002) και START (2010) που στοχεύουν στον περιορισμό των βάσεων εκτόξευσης διηπειρωτικών πυραύλων, αλλά χωρίς μηχανισμό ελέγχου και χωρίς περιορισμό των πυρηνικών κεφαλών. Πέρυσι ο Τραμπ δήλωσε ότι η συμφωνία START ευνοεί τη Ρωσία και δεν θα την ανανεώσει. Σε διεθνές επίπεδο, το 1970 τέθηκε σε ισχύ η Συνθήκη Μη Διάδοσης Πυρηνικών Όπλων (ΝΡΤ), που μέχρι σήμερα έχει επικυρωθεί από 191 χώρες. Δεν την επικύρωσαν ποτέ το Πακιστάν, η Ινδία και το Ισραήλ, ενώ το 2003 αποχώρησε από αυτήν η Βόρεια Κορέα. Πολλές χώρες την κριτικάρουν ως αναποτελεσματική και εξυπηρετούσα τα συμφέροντα των κρατών που αποτελούν το «πυρηνικό λόμπι».

 

 

Σχόλια

Exit mobile version