Αρχική γνώμες Πολιτική θεολογία χωρίς θεό

Πολιτική θεολογία χωρίς θεό

του Γιώργου Μερτίκα*

 

απόσπασμα από τον πρόλογο στην β’ έκδοση του βιβλίου,

μτφρ.: Ελένη Κωνσταντινίδου, επιμ.: Γιάννης Κρητικός, εκδ. κουκκίδα, Αθήνα 2016

 

Ο εγελιανός μαρξισμός, η διαλεκτική «αντιστροφή» του Χέγκελ από τον Μαρξ, απετέλεσε -και αποτελεί- ένα από τα δεσπόζοντα ρεύματα στη φιλοσοφική ερμηνεία της μαρξικής σκέψης, το οποίο πολύ συχνά προσδιορίζεται ως φιλοσοφία της πράξης. Αυτή η ριζοσπαστική παράδοση, όμοια μ’ αρκετές άλλες, δεν είναι κάτι το ενιαίο. Η επιλεκτική ερμηνεία του Χέγκελ, η βαρύτητα που δίνεται σε συγκεκριμένες πλευρές της διαλεκτικής του, και ο συνδυασμός με άλλους φιλοσόφους ή φιλοσοφικές παραδόσεις παίζουν έναν αποφασιστικό ρόλο στις διαφορετικές σχολές που έτσι αναπτύχθηκαν.

Εάν θέλουμε, όμως, να ανιχνεύσουμε έναν κοινό παρονομαστή, μια κοινή πηγή αυτού του ρεύματος σκέψης, ασφαλώς θα τα εντοπίσουμε στα Οικονομικά και Φιλοσοφικά Χειρόγραφα του 1844 του Κάρολου Μαρξ. Εδώ το κυρίαρχο θέμα, η ιδέα που διακατέχει τον Μαρξ, είναι η κριτική της αλλοτρίωσης. Η κριτική του Φώυερμπαχ στη θρησκεία, είναι ένα έναυσμα για τον Μαρξ να χρησιμοποιήσει το εννοιολογικό όπλο της αλλοτρίωσης για να διεισδύσει κριτικά στη φαινομενολογία της κοινωνικής ζωής. Εάν, λοιπόν, ο Φώυερμπαχ διέρρηξε τις αλυσίδες που δένουν τους ανθρώπους στον ουρανό τότε χρειάζεται να προχωρήσουμε στο σπάσιμο των επίγειων αλυσίδων του ανθρώπου, των βέβηλων μορφών της αλλοτρίωσης. Και γι’ αυτό η κριτική του Μαρξ στρέφεται από τις θρησκευτικές στις εκκοσμικευμένες μορφές της ανθρώπινης αλλοτρίωσης: στη σφαίρα της φιλοσοφίας και της οικονομίας. Βέβαια, όπως ο ίδιος αποφαίνεται έκτοτε σε κάθε ευκαιρία, στην κριτική της μεταφυσικής δεν αρκεί η «αντιστροφή» της διαλεκτικής, η απόσπασή της από το «ιδεαλιστικό» πλαίσιο, μπορεί να ‘ναι μια επιστημολογική ρήξη με το παρελθόν, αλλά εκείνη η σφαίρα που έχει την πρωτοκαθεδρία είναι η ανθρωποποιητή σφαίρα της οικονομίας. Η οικονομία, που χάρη στη βιομηχανική επανάσταση ανεξαρτητοποιήθηκε από κάθε λογής φυσικούς περιορισμούς, εκφράζει τώρα με τους νόμους της αποκλειστικά και μόνο την ανθρώπινη αλλοτρίωση. Γι’ αυτό και το μείζον πολιτικό επίτευγμα του Μαρξ, η μεγάλη ανατροπή στη ριζοσπαστική σκέψη, είναι ότι μετατοπίζει την κριτική από τη σφαίρα του «εποικοδομήματος» -της υπερδομής- στη σφαίρα της παραγωγής και άρα στην υλική-οικονομική αλλοτρίωση, όπως αυτή εκδηλώνεται με την κυριαρχία του κεφαλαίου.

Τα Χειρόγραφα του 1844 πρωτοδημοσιεύτηκαν το 1932, με την επιμέλεια των Γκέοργκ Λούκατς και Ριαζάνωφ. Ωστόσο η εγελιανή στροφή των μαρξιστών επιγόνων και η κριτική στην αλλοτρίωση είχε ήδη εγκαινιαστεί από τον Λούκατς, με το πιο διάσημο έργο του, Ιστορία και ταξική συνείδηση, που δημοσιεύτηκε το 1923.[…].

Ο στοχασμός του Μέσαρος εκδιπλώνεται με βάση το πρόγραμμα μιας διαλεκτικής άρνησης της αλλοτρίωσης. Διαλεκτική άρνηση σημαίνει υπέρβαση-ξεπέρασμα και συνάμα διατήρηση του δεδομένου που αρνούμαστε. Σ’ αυτήν τη συνάφεια χρειάζεται να πούμε πως η αλλοτρίωση από μόνη της δεν είναι κάτι το αρνητικό με την τρέχουσα έννοια της λέξης. Κάθε έργο του πολιτισμού, κάθε τι που δημιουργεί ο άνθρωπος –πνευματικό ή υλικό αγαθό- είναι μια αλλοτρίωση, μια πραγμοποίηση του εαυτού. Η ίδια η πολιτική και κοινωνική ζωή, η πολιτική κοινότητα είναι μια αλλοτρίωση του εαυτού, του ιδιωτικού μας εαυτού, που απαλλοτριώνεται από το κοινωνικό σύνολο. Ό,τι ο Μαρξ ζητά να ξεπεραστεί διαλεκτικά είναι ο αλλοτριωμένος κόσμος του καπιταλισμού, ο φετιχισμός του εμπορεύματος. Φετιχισμός για τον Μαρξ, λέει ο Μέσαρος, είναι να θεωρείται ο πλούτος που παράγει ο άνθρωπος σαν κάτι ξένο, εξωτερικό από τον ίδιο, σαν κάτι που έχει τη μορφή της απόλυτης αντικειμενικότητας. Κι απόλυτη αντικειμενικότητα είναι το καντιανό πράγμα καθ’ εαυτό, ο αλλότριος-αλλοτριωμένος κόσμος της κεφαλαιοκρατικής παραγωγής. Υπ’ αυτήν την έννοια η διαλεκτική άρνηση του καθ’ εαυτό, της δεδομένης πραγματικότητας, είναι η άρση της αλλοτρίωσης, η διατήρηση και συνάμα η αναίρεσή της, μέσα σε μια νέα ολότητα.

Ο σοσιαλισμός, η νέα ολότητα την οποία επαγγέλλεται η εγελιανή-μαρξική θεωρία της αλλοτρίωσης, και του Μέσαρος, είναι μια πολιτική θεολογία χωρίς θεό, μια πολιτική ανθρωπολογία. Αυτή η πολιτική ανθρωπολογία έχει σαν τέλος, σαν σκοπό, την άρση της αποξένωσης-αλλοτρίωσης του ανθρώπου από τον άνθρωπο, από την παραγωγική του δραστηριότητα, από τη σχέση του με τον εξωτερικό κόσμο της φύσης. Ανάληψη του καθ’ εαυτό, της δεδομένης πραγματικότητας από το δι’ εαυτό, από τον ίδιο τον άνθρωπο, σημαίνει άρση της ετερονομίας, των νόμων που ο ίδιος ο άνθρωπος ανακαλύπτει και θέτει, των νόμων του ανθρωποποίητου κόσμου, και παίρνουν τη μορφή ενός ανεξάρτητου κόσμου, μ’ άλλα λόγια σημαίνει αυτο-νομία.

 

*Ο Γιώργος Μερτίκας είναι μεταφραστής

Σχόλια

Exit mobile version