Αρχική πολιτική οικονομία Η πολιτική χαλάρωση του κ. Ντράγκι

Η πολιτική χαλάρωση του κ. Ντράγκι

Η ΕΚΤ επεκτείνει, μέχρι τον Ιούλιο, το χρονοδιάγραμμα διαπραγμάτευσης με τη νέα κυβέρνηση – Ταυτόχρονα επισημοποιεί τον κατακερματισμό της νομισματικής πολιτικής αλά γερμανικά

Του Γιάννη Κιμπουρόπουλου

 

Στεναγμοί ανακούφισης ακούστηκαν από διάφορες πλευρές, όταν ο επικεφαλής της ΕΚΤ ολοκλήρωνε χθες τις ανακοινώσεις του για το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης. Το βασικό μέλημα του Μάριο Ντράγκι είναι να καταστεί σαφές το ποσό που, δυνητικά, μπορεί να φτάσει το πρόγραμμα της ΕΚΤ. Γιατί ο πρώτος αποδέκτης των ανακοινώσεων ήταν οι παίκτες των αγορών. Μόλις έγινε ο πρόχειρος υπολογισμός ότι η ΕΚΤ, από τον προσεχή Μάρτιο μέχρι και τον Σεπτέμβριο του 2016, μπορεί να κυκλοφορήσει φρέσκο χρήμα μέχρι και 1,1 τρισ. ευρω, ο «τζόγος» στις αγορές έριξε το ευρώ κάτω από το 1,15 δολ., ανέβασε τις μετοχές στα ευρωπαϊκά χρηματιστήρια, έριξε και τις αποδόσεις των ομολόγων των υπερχρεωμένων αγορών του Ευρωπαϊκού Νότου. Η Wall Street που δεν «μασάει», αφού έχει καταπιεί ένα τετραπλάσιο αμερικανικό QE από το 2009 και εν μέρει και ένα βρετανικό και ένα ιαπωνικό, δεν πέταξε κι απ’ τη χαρά της.

Οι αγορές και το βαρύ πυροβολικό του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου που παίζει σ’ αυτές, είχαν κάθε λόγο να είναι ικανοποιημένες, παρά το γεγονός ότι η ηγεσία της ΕΚΤ έθεσε κάποιες στοιχειώδεις δικλείδες ασφαλείας ώστε το χρήμα που τους προσφέρει να φτάσει, έστω εν μέρει, στην πραγματική οικονομία: Οι τράπεζες που θα επωφεληθούν από το χρήμα αυτό θα πρέπει είτε να το δανείσουν στις επιχειρήσεις, είτε να το αποταμιεύσουν στην ίδια την ΕΚΤ, αλλά επί ποινή αρνητικού επιτοκίου. Λογικό, γιατί χωρίς ένα στοιχειώδη φραγμό, η ποσοτική χαλάρωση του Ντράγκι θα αποδειχθεί μια τρύπα στο νερό. Και δεν θα υπηρετήσει καν τον στόχο εν ονόματι του οποίου -υποτίθεται- ότι υιοθετείται: Να ξεκολλήσει την Ευρωζώνη από τον αποπληθωρισμό και την προοπτική νέας ύφεσης. Βεβαίως, θα απαιτηθεί μια αρκετά περίπλοκη εποπτεία για να αντισταθούν οι τράπεζες στον πειρασμό να επενδύσουν όπου νιώθουν πιο ασφαλείς: στα θησαυροφυλάκιά τους, στα γερμανικά ομόλογα, στις γερμανικές επενδύσεις ή στο δολάριο.

 

Το χρονοδιάγραμμα

Οι στεναγμοί ανακούφισης που ακούστηκαν στην Αθήνα αφορούν, φυσικά, τις απαντήσεις του Ντράγκι στο ερώτημα αν και πώς θα συμμετάσχει και η Ελλάδα στην ποσοτική χαλάρωση της ΕΚΤ. Και από τις απαντήσεις αυτές προκύπτει και μια… πολιτική χαλάρωση στη στάση έναντι της επόμενης κυβέρνησης. Ο Μάριο Ντράγκι είπε εν ολίγοις: Πρώτον, για την Ελλάδα δεν ισχύουν ειδικοί κανόνες, δεύτερον, για να αγοραστούν ελληνικά ομόλογα πρέπει να είναι σε πρόγραμμα (μνημόνιο ή όπως αλλιώς το βαφτίσει κανείς) και, τρίτον, ότι το Ευρωσύστημα θα παρέμβει για αγορά ελληνικών ομολόγων τη στιγμή που η χώρα θα το έχει ανάγκη, δηλαδή όταν έχει λήξεις ομολόγων που αδυνατεί να πληρώσει, ήτοι τον Ιούλιο και τον Αύγουστο. Ουσιαστικά, με τη σαφή αυτή αναφορά, ο Ντράγκι επεξέτεινε το χρονοδιάγραμμα της διαπραγμάτευσης της νέας κυβέρνησης με τους δανειστές μέχρι τον Ιούλιο. Το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων αρχίζει τον Μάρτιο, δηλαδή λίγες μέρες μετά τη λήξη της τεχνικής παράτασης του Μνημονίου (28/2). Από τότε μέχρι και τον Ιούλιο, λέει εμμέσως ο Ντράγκι, έχετε περιθώριο να «παζαρέψετε» ό,τι θέλετε, αρκεί να καταλήξετε σε κάποιας μορφής πρόγραμμα.

 

Φινλανδική «στροφή»

Το ενδιαφέρον είναι ότι αυτή η «πολιτική χαλάρωση» του κ. Ντράγκι η οποία, προφανώς, τροφοδοτείται από τη βεβαιότητα εκλογικής νίκης του ΣΥΡΙΖΑ, συνέπεσε με μια μάλλον απροσδόκητη χαλάρωση της στάσης της Φινλανδίας στο θέμα του ελληνικού χρέους. Ο πρωθυπουργός της χώρας, Αλεξάντερ Στουμπ, που πριν από δυο εβδομάδες μιλούσε για «βροντερό “όχι”» σε κούρεμα ελληνικού χρέους, από το βήμα του φόρουμ στο Νταβός έκανε λόγο για επαναδιαπραγμάτευση των όρων του ελληνικού χρέους, αναφερόμενος σε επέκταση των ωριμάνσεων.

Η δήλωση ερμηνεύτηκε βιαστικά, σαν φινλανδική στροφή, αλλά αυτό δεν είναι ακριβές. Η επιμήκυνση και ενδεχόμενη μείωση των επιτοκίων είναι η υπεσχημένη, από τον Οκτώβριο του 2012, απόφαση της Ε.Ε. να ξαναδεί και να εξασφαλίσει με περαιτέρω παρέμβαση τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους. Αυτή που περίμενε ως μάνα εξ ουρανού (Βερολίνου, για την ακρίβεια) ο Σαμαράς για να διασωθεί το success story του. Προφανώς, ξανασερβίρεται τώρα σαν ξαναζεσταμένο φαγητό από τους δανειστές, προκειμένου να αποτελέσει το περιεχόμενο ενός «έντιμου συμβιβασμού» με τη νέα κυβέρνηση. Το ερώτημα είναι αν αυτή θα το θεωρήσει αποδεκτό πλαίσιο συζήτησης και συμβατό με το αίτημα για κούρεμα του χρέους.

 

«Αποχώρηση» Σαμαρά

Ο πολιτικός αντίκτυπος των ανακοινώσεων Ντράγκι στην Αθήνα, εκτός από στεναγμούς ανακούφισης, επιφύλασσε και μια εντυπωσιακή ομολογία ήττας από τον Αντώνη Σαμαρά. Η δήλωση-διάγγελμα αμέσως μετά τις ανακοινώσεις Ντράγκι προαναγγελλόταν ως τελική επίθεση στον ΣΥΡΙΖΑ. Αντ’ αυτού, αυτό που ακούσαμε από τον Σαμαρά ήταν μια αποχώρηση από το ριγκ της εκλογικής αναμέτρησης: «Χωρίς κλείσιμο της αξιολόγησης θα είμαστε αποκλεισμένοι και θα είμαστε σε αναστολή. Ενώ η πολιτική μας εγγυάται το κλείσιμο της αξιολόγησης, η θέση του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης μας κρατά έξω από αυτή την κοσμογονία. Η αξιωματική αντιπολίτευση δεν κατάλαβε τι ακριβώς συμβαίνει. Θα ήταν ολέθριο να πάνε χαμένες οι θυσίες μας. Η τελική απόφαση ανήκει στην κρίση του ελληνικού λαού». Αυτή η τελευταία αποστροφή για την κρίση του ελληνικού λαού δεν είναι παρά μια μουδιασμένη προαναγγελία του αποτελέσματος της Κυριακής.

 

 

Η «κοσμογονία» του QE αυξάνει την τοξικότητα της Ευρωζώνης

Πολύ πιο σημαντικό για το μέλλον της Ευρωζώνης από τη μεταχείριση της Ελλάδας είναι το είδος της «κοσμογονίας» που ετοιμάζει η ΕΚΤ. Η ΕΚΤ θα εξακολουθήσει να είναι αυτή που κόβει φρέσκο χρήμα, αλλά είναι οι κεντρικές τράπεζες που ανήκουν στο ευρωσύστημα οι οποίες θα αγοράζουν τα κρατικά ομόλογα, κατά την αναλογία της συμμετοχής τους στο κεφάλαιο της ΕΚΤ, εντός των δυο παράλληλων ορίων που έθεσε ο Ντραγκι: Μέχρι 33% των ομολόγων ανά έκδοση και μέχρι 25% ανά εκδότη. Αυτό, πρακτικά, σημαίνει ότι κάθε εθνική Κεντρική Τράπεζα θα μπορέσει, στη διάρκεια των 18 μηνών του προγράμματος, να αγοράσει μέχρι το ένα τέταρτο του χρέους της που κυκλοφορεί στη δευτερογενή αγορά και, ταυτόχρονα, μέχρι το ένα τρίτο ομολόγων που λήγουν κάθε περίοδο.

Αυτό το διπλό όριο σημαίνει, πολύ απλά, ότι η ποσοτική χαλάρωση θα εφαρμόζεται αλά καρτ, ανάλογα με το ύψος του χρέους κάθε χώρας και το πώς αυτό αξιολογείται. Η ΕΚΤ απλώς θα συντονίζει, θα επιβλέπει και θα εγγυάται. Αυτό αντανακλά τη γερμανική επιμονή να μην αναλαμβάνει απευθείας η ΕΚΤ το ρίσκο των κρατικών ομολόγων που αγοράζονται. Αλλά, ταυτόχρονα, αποτελεί ένα πρώτο βήμα κατακερματισμού και επανεθνικοποίησης της κοινής νομισματικής πολιτικής, άρα του ευρώ. Γιατί η ΕΚΤ ναι μεν θα τυπώνει ευρώ ίδιας αξίας για όλους, αλλά η αγορά ομολόγων δεν θα κοστίζει το ίδιο σε κάθε εθνική τράπεζα. Μόνο η ίδια η Γερμανία θα έχει το προνόμιο να κερδίζει από την αγορά γερμανικών ομολόγων, αφού ακόμη και τώρα δανείζεται με σχεδόν μηδενικά ή και αρνητικά επιτόκια.

Η όλη διαδικασία ουσιαστικά αποτελεί ένα βήμα πίσω στην ενοποίηση της Ευρωζώνης, έστω κι αν επιβάλλεται λόγω έκτακτης «ανάγκης». Συν τοις άλλοις, μια και το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης με 60 δισ. ευρώ το μήνα θα χρησιμοποιεί δημόσια αλλά και ιδιωτικά «χαρτιά» (εταιρικά ομόλογα, subprimes κ.λπ.) η «τοξικότητα» της Ευρωζώνης αυξάνεται. Ακόμη κι αν το QE αλά γερμανικά αποδώσει σε ανάκαμψη (ανάλογη με αυτή στις ΗΠΑ) αυτή θα βασίζεται σε υλικά ανακύκλωσης της ίδιας κρίσης που ξεκίνησε το 2007 από τις ΗΠΑ.

Σχόλια

Exit mobile version