Αρχική γνώμες Περί «επαναστατικότητας» στους παρόντες καιρούς

Περί «επαναστατικότητας» στους παρόντες καιρούς

Α΄ μέρος

του Νίκου Σταθόπουλου

Τίποτα δεν είναι πιο φευγαλέο και ασταθές από τη σημασία «επανάσταση», αφού η ίδια η «μαρτυρία των πραγμάτων» έχει δείξει την απόλυτη σχετικότητα του περιεχομένου. Από τη μια στιγμή στην άλλη, ό,τι συνάρπαζε σαν επαναστατικό τρέπεται σε μια δύναμη ακινητοποίησης και ελέγχου. Είναι τόσο η μεσολάβηση της πολιτικής όσο και η εγγενής αντιφατικότητα του ανθρώπου, που καθορίζουν ως «διαρκές στοίχημα» το επαναστατικό πεπρωμένο. Όμως οι αποτυχίες της επαναστατικής προσπάθειας, είναι μοιραίο λάθος, και αβάσιμος συμβιβασμός, να «δικαιολογούν» τη διαγραφή της έννοιας από το πνευματικό μας φορτίο. Και εξίσου κρίσιμη αστοχία είναι η ταύτιση του «επαναστατικού» με τη βίαιη άρνηση και την άκαμπτη «μανία προχωρητικής κίνησης».

Ο ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΣ, η πιο εξελιγμένη και αποδοτική μορφή εκμεταλλευτικού συστήματος, τελειοποιώντας αδιάκοπα την αποτελεσματικότητά του (το μόνο σύστημα που μερίμνησε ειδικά γι’ αυτό, αρνούμενο κάθε «πεπρωμένη» στασιμότητα), οργάνωσε την αφομοίωση ακόμα και του πιο ξένου προς αυτόν στοιχείου: Και την οργάνωσε ακριβώς γιατί το δομικά μονοδιάστατό του ως προς την οικονομική θεμελίωση καθιστά εφικτή κάθε χρήση, δηλαδή τα πάντα μπορούν να γίνουν εμπόρευμα. Ο καπιταλισμός ως Θέαμα και Εμπόρευμα και Τεχνολογία, αφενός μεν ιδρύει μια αξεπέραστη μοναδικότητα, αφετέρου σχετικοποιεί τα πάντα και, άρα, τα κάνει πιο ευάλωτα από ποτέ. Είναι η πιο επαναστατική συστημική δομή στην ιστορία του πολιτισμού, η πιο άρτια και ολοκληρωτική δύναμη ανατροπής και ανάπλασης: Φέρνει καταστροφή και θάνατο και ευτέλεια, αλλά η συνεχής αλλαγή είναι η «ιδρυτική λειτουργία» του και αυτή είναι ο πυρήνας της ολέθριας γοητείας του.

Η «επιστημονικοποίηση» της αφομοίωσης δημιουργεί τεράστιο πολιτικό πρόβλημα, αφού: Αξιοποιώντας και την ψυχολογία συμπάθειας που δημιουργεί η σαρωτική μεταβλητότητα («πάντα ρει» σε μια θυελλώδη εφαρμογή που ζαλίζει μαυλιστικά, καλά κρυμμένη στο εμπορευματικό τίποτα), οικειοποιείται τα πάντα και τα «επιστρέφει» ως «προόδους του αστικού πολιτισμού», δηλαδή ως συσπειρωτικά συστημικά προϊόντα. Η διαχρονική εστίαση της «επανάστασης» στην «εκμετάλλευση» και στην «αναπαραγωγή», απλά τροφοδότησε μια περίπλοκη διαλεκτική μεταλλαγών του ίδιου βασικού συστήματος, καθώς δεν «ακύρωνε» τη νομιμότητα που δημιουργούσε η κοσμοθεωρητική υπεροχή του συστήματος (δηλαδή η βαθιά αίγλη του στο επίπεδο της σχέσης με τη ζωή: Δημιουργικό άτομο, ευκαιρία, πρωτοβουλία, ελευθερία, κ.λπ.). Σήμερα, ζούμε με δραματική ένταση αυτό ακριβώς το αδιέξοδο του ενεργητικού ριζοσπαστισμού. Πώς να «αντιπολιτευτείς» ένα «τέρας» που τα βασικά του νοήματα ήταν και οι δικές σου (τροποποιημένες) προδιαγραφές; Αν, λόγου χάρη, η «παραγωγική απόδοση» είναι βασικό σου εργαλείο «κοινωνικής ανοικοδόμησης», με ποια λογική –εκτός από μια απόλυτη ηθική άρνηση– αντιτίθεσαι στην «εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο»;

Στην εποχή της παγκοσμιοποιημένης/παγκοσμιοποιητικής υπερτεχνολογίας, δεν είναι το «προλεταριάτο» και δεν είναι οι «αλυσίδες» που διακυβεύονται. Πρωτίστως και καθοριστικά, είναι η «ακύρωση» εμπράγματων σημασιών όπου το ανθρώπινο αρθρώθηκε ως σύνθετη ενέργεια δημιουργίας με ταυτότητα και προοπτική, δηλαδή πέραν του ενστίκτου

ΠΩΣ ΘΑ ΟΡΙΣΕΙΣ πρακτικά την επανάσταση στην επικράτεια ενός συστήματος που η συνεχής αλλαγή είναι ο λειτουργικός του κανόνας, που δεν καταφάσκει καμιά ιερότητα, που δεν απωθεί καμιά παρόρμηση και κανένα ένστικτο, που ακόμα κι αν χρειάζεται συντηρητικά υποστυλώματα έχει το Θέαμα να μοντάρει υπεραναπληρωτικές φαντασιώσεις ανατροπής; Έτσι κι αλλιώς η επαναστατική κινητοποίηση «των μαζών» είναι κάτι επιεικώς «λίαν δυσχερές»! Πόσω μάλλον σε μια ιστορική στιγμή όπου το συλλογικό είναι εξοβελισμένο ως «αναχρονισμός» και «ολοκληρωτισμός», και η προσωπικότητα (το οντολογικό θεμέλιο μιας Εξέγερσης) εμπορευματοποιείται στο τηλεχειριζόμενο μπλέντερ του πιο στείρου αλλά φαντασμαγορικού και λειτουργικού ναρκισσισμού.

Και μαζί με όλα αυτά, να προσθέτουν αντιξοότητα και οι ειδικότερες συνθήκες: Της αλλοτρίωσης, του κομφορμισμού, της χρεοκοπίας των «πρωτοποριών», της ψυχολογίας της απογοήτευσης, της απαξίωσης του πολιτικού. Ο μόνος τρόπος να αποκαταστήσουμε το πρακτικό κύρος της επανάστασης, είναι να συνδυάσουμε σε μια νέα γλώσσα το «παλιό» βασικών συντηρητικών αξιών και σημασιών, με το «καινούργιο» των αιτημάτων άμυνας που αντικειμενικά δημιουργούν οι λειτουργίες επέκτασης-αναδόμησης του συστήματος: Χρειαζόμαστε μια οργανική ανευλάβεια, δηλαδή την τόλμη να χτίσουμε σκέψη από τα υλικά του υπάρχοντος και όχι από ένα «κόψε και ξαναρίξε» των προσφιλών μας σταθερών. Και η πιο επείγουσα και σημαντική τόλμη αφορά στην άρνηση του ύπουλου συναισθηματισμού, δηλαδή στη μη κατανόηση ότι πολλές «αναλύσεις» δεν είναι θεωρητικός λόγος ούτε πολιτική εμπειρία, αλλά είναι απλά μια τυπική νευρωτική ακαμψία που ανακαλεί τραγικά θέματα ανωριμότητας για λόγους πολιτικής στενοκεφαλιάς.

Μιλάμε για μια συγκυρία «επιστροφής της πολιτικής», αλλά Πολιτική χωρίς επαναστατική εμβάθυνση, είναι μια αδιανόητη παραδοξότητα για τον ριζοσπαστικό στοχασμό, και, τελικά, είναι ένας «εκδημοκρατισμός της συστημικής αυταπάτης». Βασικά, δεν είναι καν πολιτική, αν με αυτό τον όρο εννοούμε το νηφάλιο πάθος συμμετοχής σε ένα σφαιρικό πολιτισμικό πράττειν. Οι αναγκαιότητες του παρόντος τοποθετούν στην πρώτη γραμμή το ζήτημα της γενικευμένης οργανωμένης αποστέρησης των ανθρώπων από πραγματικούς όρους οργανικής ενότητας. Είναι ό,τι η Σιμόν Βέιλ αποκαλούσε «ξεριζωμός», δηλαδή η καταστροφή των βαθύτερων προϋποθέσεων για μια ζωή με δεσμούς, δεσμούς μεταξύ των ανθρώπων και μεταξύ των ανθρώπων και των πραγμάτων της ζωής. Σε αυτό ακριβώς το μεγάλο έγκλημα του «ξεριζωμού» πρέπει να εστιάσει η σύγχρονη Πολιτική της ανατροπής, Ο εξελισσόμενος μετακαπιταλισμός, την ώρα που διατηρεί τις σταθερές υλικές του βάσεις (την υλική παραγωγή), την ίδια ακριβώς ώρα υπερβαίνει τον «φραγμό-πραγματικότητα» και σκηνοθετεί μια «ζωή» σε ένα επίπεδο καθολικευμένης κατανάλωσης, δηλαδή φτιάχνει μια άκρως λειτουργική ιδεοπραγματικότητα όπου και εγκαθιδρύονται οι καίριοι όροι και συντελεστές κυριαρχίας.

Τα σημερινά πολιτικά κινήματα θα είναι ή εντοπισμένοι φορείς μιας καθολικότητας με αυτοαναγωγή στον πολιτισμό και τις απαιτήσεις του, ή θα μαραζώνουν γρήγορα σαν ευκαιριακές συνιστώσες της κεντρικής συστημικής δυναμικής διαρκούς «μεταρρύθμισης». Και αυτό σημαίνει ότι στον κατακερματισμό που προάγει μεθοδικά το σύστημα, πρέπει να αντιτίθεται η λειτουργική ενότητα της καθολικής πράξης που αφορά στα αξιακά βάθρα του ανθρώπινου πολιτισμού. Με άρρητο γνώμονα τις μετεξελίξεις που θα καταστήσει «αυτόματες» η ίδια η αλλαγή των συνειδήσεων και των αντικειμενικών όρων και όχι η «δυνατότητα», λόγου χάρη, μιας τεχνολογίας που ήδη υπάρχει ως εργαλείο κυριαρχίας και εκμετάλλευσης.

ΣΗΜΕΡΑ, στην εποχή της παγκοσμιοποιημένης/παγκοσμιοποιητικής υπερτεχνολογίας, δεν είναι το «προλεταριάτο» και δεν είναι οι «αλυσίδες» που διακυβεύονται. Πρωτίστως και καθοριστικά, είναι η «ακύρωση» εμπράγματων σημασιών όπου το ανθρώπινο αρθρώθηκε ως σύνθετη ενέργεια δημιουργίας με ταυτότητα και προοπτική, δηλαδή πέραν του ενστίκτου. Είναι η «εμφύτευση», στο έθος και το φαντασιακό, μορφών ζωής που «απαγορεύουν» την ακεραιότητα και τη διάρκεια και «νομοθετούν» την ακαθόριστη προσωρινότητα ως το Απόλυτο της ιστορίας και της κοινωνικότητας. Η σύγχρονη Πολιτική πρέπει να κινητοποιεί μέσω της οργανικής συνομιλίας επί των ακατάσχετων απωλειών στο επίπεδο του ριζώματος στη ζωή.

Συνεχίζεται

Σχόλια

Exit mobile version