Αρχική πολιτισμός Πείτε μου, κ. Αγγελόπουλε…

Πείτε μου, κ. Αγγελόπουλε…

Μια φανταστική συνέντευξη με το αδικοχαμένο σκηνοθέτη

του Βασίλη Κεχαγιά

 

Τέτοιες μέρες, ένα μηχανάκι έβαζε τέρμα στη ζωή του Θόδωρου Αγγελόπουλου. Ο εμβληματικός σκηνοθέτης δε βρίσκεται παρέα με τους ζωντανούς, για να μας απαντήσει στις ερωτήσεις που θα του έθετε ένας κοινός θνητός. Το πράττουμε εμείς, καταχρώμενοι την απουσία του, το έργο του και τις κατά καιρούς συζητήσεις μαζί του… Τον φανταζόμαστε στο μισοφωτισμένο γραφείο του (ίδιο με την ατμόσφαιρα των ταινιών του) να περνάει συχνά πυκνά το χέρι του από το χαρακτηριστικά φαλακρό κεφάλι του και να απαντάει…

 

Κύριε Αγγελόπουλε, προς τι τα μακρόσυρτα πλάνα και η απόσταση που κρατάτε από τους ηθοποιούς σας;

Το σινεμά μου γεννήθηκε στα χρόνια του ’70, έτη μοντερνισμού και αμφισβήτησης. Αυτό σημαίνει ότι θα όφειλε να αμφισβητηθεί το κυρίαρχο κινηματογραφικό μοντέλο της ταύτισης του θεατή με τους πρωταγωνιστές, να του δοθεί η ευκαιρία να παρατηρήσει τα γεγονότα από απόσταση. Άλλωστε, η Ιστορία, η οποία διατρέχει το έργο μου, απαιτεί νηφάλια αντιμετώπιση και καθαρό βλέμμα, κάτι το οποίο υποβοηθείται από την εξ αποστάσεως κινηματογράφιση. Ο θεατής έχει μια θέση παρατηρητή απέναντι στα γεγονότα, έτσι που να μπορεί να σταθεί κριτικά απεναντί τους, δίχως να παρασύρεται από συναισθηματικές εμπλοκές, που κινδυνεύουν να τον ξεστρατίσουν, ενώ ταυτόχρονα θα μπορεί να βυθίζεται στην ποίηση των εικόνων.

 

Τι είναι αυτή η ποίηση, για την οποία τόσο έχετε μιλήσει και τόσες αναφορές έχει γνωρίσει από τους αναλυτές του έργου σας;

Όλα γύρω μας θέλουν να μας πείσουν για τις κυριολεκτικές αναγνώσεις μιας πραγματικότητας η οποία κουβαλάει επάνω της τη σκόνη ενός φαινομενικά τυρβώδους παρόντος. Θαρρεί κανείς ότι η Ιστορία κάθεται στη γωνία, μας παρακολουθεί και γελάει. Τίποτα δεν είναι καινούριο, έχει βιωθεί στο χρόνο και απλά αλλάζει μορφή. H αφαιρετικότητα της ποίησης μας βοηθά να δούμε ότι όλα αυτά τα οποία αναρριγούν αυτόν τον τόπο τα έχει ξαναζήσει, τα έχει γεννήσει, σχεδόν. Κάποτε στα ίδια χώματα γεννήθηκε η τραγωδία, ως θεατρικό δρώμενο, τώρα τη βιώνουμε ως γεγονός. Κορυφαία έκφραση τούτης της τραγωδιακής αναγωγής, ο εμφύλιος, που στοίχισε τόσο αδελφικό αίμα, που δε λέει να ξεπλυθεί με τίποτα.

 

Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο φέρατε στο προσκήνιο την περιπέτεια του εμφυλίου, ως κεντρικό πεδίο αναφοράς του έργου σας;

Σε έναν εμφύλιο η πλευρά των νικητών τσαλαπατάει πάντα τους ηττημένους, δεν τους αφήνει περιθώριο να αναπνεύσουν. Κάποια στιγμή η πλευρά των ηττημένων θα έπρεπε να βρει έναν απολογητικό λόγο, να απαντήσει στις κατηγόριες. Ο κινηματογράφος μπορούσε να της χαρίσει αυτόν το λόγο, να καταφέρει να μιλήσει η αριστερά για ό,τι μπορεί να την πλήγωσε στον τόπο αυτό. Και μέσα από τον αποσιωπημένο λόγο της να γίνει φανερή η αγωνία της, αλλά και ο αγώνας της. Έτσι που να γίνει φανερό ότι μέσα από έναν εμφύλιο βγαίνει χαμένος ο ίδιος ο τόπος. «Εσύ από ‘δω κι εγώ από ‘κεί. Χάσαμε κι οι δύο», όπως λέει κι ο Διονύσης Παπαγιαννόπουλος στο «Ταξίδι στα Κύθηρα».

 

Πόσο επίκαιρα είναι όλα αυτά σήμερα;

Το «επίκαιρο» είναι μια πλαστή έννοια, που μας οδηγεί σε μια «θεοποίηση» του παρόντος, την ώρα που αυτό το οποίο «ρέει» γύρω μας αποτελεί την ανάγκη του χρόνου να δηλώσει την επιθυμία του για μια πιο νηφάλια ανάγνωση των δυνατοτήτων της ίδιας της ζωής και των πολλαπλών πτυχώσεών της. Αυτών που κρύβονται κάτω από τη φόδρα του εντυπωσιασμού, του φανταχτερού φορέματος του παρόντος, που προσπαθεί πάντα να μας ξεγελάσει, προσποιούμενο το σημαντικό, ενώ δεν αποτελεί παρά την αναβίωση της ανηφορικής πορείας της Ιστορίας.

 

Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίον επιμένετε τόσο στην Ιστορία και στους αργούς ρυθμούς της;

Η Ιστορία κινείται με τους ρυθμούς της φύσης. Αυτό που αισθανόμαστε ότι μας κατακλύζει δεν είναι παρά η ορμή ενός αστικού περιβάλλοντος, η οποία μας δημιουργεί την ψευδή εντύπωση του «επείγοντος» και του απαρέγκλιτου. Δεν είναι έτσι, ωστόσο, τα πράγματα. Τα νερά της Ιστορίας κινούνται νωχελικά, διασχίζουν το χρόνο με τη σιγουριά της ηρεμίας, που κρύβεται κάτω από μια αφρισμένη επιφάνεια. Πίσω από την ψευδεπίγραφη ένταση του παρόντος, η Ιστορία μοιάζει να γελάει, γνωρίζοντας ότι έχει τον τελικό λόγο, που μπορεί να μας βγάλει όλους ψεύτες και κυρίως το πολύβουο παρόν.

 

Από αυτήν την άποψη υπήρξατε προφητικός, μιλώντας για τη «σιωπή» της Ιστορίας;

Ο δημιουργός, ο «εξόριστος ποιητής» είναι μοιραία προφητικός. Όπως και παρηγορητικός, συνάμα. Για το λόγο αυτόν το έργο μου, μίλησε για την αλλαγή των καιρών, κυρίως όσον αφορά στις επιφαινόμενες πολιτικές αλλαγές. Στο παρασκήνιό τους, το άτομο προσπαθεί να βρει το νέο του στίγμα στον χάρτη με τις τεράστιες μετακινήσεις των πληθυσμών, στο τοπίο με τους μετανάστες, τους απάτριδες, τους λογής-λογής άστεγους της Ιστορίας. Είμαστε όλοι μετανάστες του χρόνου, γι’ αυτό και μοιάζει απροσάρμοστος όποιος προσπαθεί απελπισμένα να γαντζωθεί στο παρόν.

 

Επίγονοι σε όλο αυτό υπάρχουν, που να συνεχίζουν αυτήν την πολιτική σκέψη;

Δυστυχώς, αυτό που παρουσιάζεται σήμερα ως «ελληνικό παράξενο σινεμά» δεν διακρίνεται για την πολιτική ανάγνωση των γεγονότων, μετατοπίζοντας στις πλάτες της οικογένειας το βάρος της κρίσης και των ευθυνών της. Η οικογένεια άντεξε στα δύσκολα, αποτέλεσε συνεκτικό ιστό στα δύσκολα της εποχής. Η κρίση, ωστόσο, αποτελεί ένα αμιγώς κοινωνικό γεγονός και ανάλογη ανάγνωση απαιτεί. Το άτομο βρίσκεται για μια ακόμη φορά στη δίνη της Ιστορίας και μόνον η εις βάθος ανάγνωση των γεγονότων, η πολιτική ανάλυσή τους και η φιλοσοφημένη αντίδραση μπορεί να το γλιτώσει από τον πνιγμό.

Σχόλια

Exit mobile version