Αρχική διεθνή Οδυνηρή συνθηκολόγηση

Οδυνηρή συνθηκολόγηση

Η Αρμενία, μόνη εναντίον υπέρτερων εχθρών, εξαναγκάστηκε σε βαρείς όρους

Τα διδάγματα της πολεμικής σύγκρουσης στο Αρτσάχ και της οδυνηρής κατάληξής της «μιλούν» και σε άλλες χώρες που απειλούνται από τον επεκτατισμό γειτόνων τους. Το σημαντικότερο είναι ότι δεν μπορεί να εναποθέτουν μια χώρα κι ένας λαός τις ελπίδες τους στη στήριξη ενός εκ των Μεγάλων – είτε αυτοί λέγονται ΗΠΑ είτε Ρωσία. Ακόμη κι αν θεωρηθεί ότι η περίκλειστη Αρμενία ήταν καταδικασμένη σε μια τέτοια στάση, αυτό δεν ισχύει διόλου για χώρες όπως η Ελλάδα. Οι οποίες, για να μην υποστούν πάσης φύσεως ακρωτηριασμούς, πρέπει να αναθεωρήσουν τέτοιου είδους «εύκολες» αλλά τελικά καταστροφικές φαντασίες. Ούτε ευρωατλαντική φτερούγα προστασίας υπάρχει, ούτε ομόδοξο ξανθό γένος που θα σπεύσει να βοηθήσει – ιδίως εάν η Ελλάδα εξακολουθήσει να είναι «δεδομένη». Ένα δεύτερο δίδαγμα αφορά τόσο τον ειδικό ρόλο που παίζει ο τζιχαντιστικός παράγοντας όσο και τη χρήση κι άλλων στοιχείων υβριδικού πολέμου – διότι στον Καύκασο αποδείχθηκε με τραγικό τρόπο ότι τα drones δεν ρίχνουν μόνο μπογιές…

Η υπό ρωσική επίβλεψη υπογραφή της συμφωνίας Αρμενίας-Αζερμπαϊτζάν για οριστική λήξη των εχθροπραξιών στο Ναγκόρνο Καραμπάχ αποτελεί βαριά ήττα για τους Αρμένιους. Βάσει αυτής, παραδίδουν στο Αζερμπαϊτζάν το μεγαλύτερο μέρος των εδαφών που είχαν καταλάβει στον τετραετή πόλεμο που ξέσπασε μετά τη διάλυση της ΕΣΣΔ, και τα οποία μέχρι τον Σεπτέμβριο βρίσκονταν υπό τον έλεγχο της Δημοκρατίας του Αρτσάχ. Πρώτον, επιστρέφουν τη λεγόμενη «ζώνη ασφαλείας», δηλαδή το έδαφος που παρεμβαλλόταν μεταξύ της κυρίως Αρμενίας και του Αρτσάχ και διασφάλιζε την εδαφική συνέχεια μεταξύ τους[1]. Δεύτερον, παραδίδουν οριστικά πάνω από το μισό έδαφος του Αρτσάχ, το οποίο ήδη είχε καταληφθεί από τους Αζέρους στην τωρινή σύρραξη με την ενεργητική υποστήριξη της Τουρκίας και του Ισραήλ. Τρίτον, συναινούν στο άνοιγμα ενός διαδρόμου που θα διασχίζει το αρμενικό έδαφος και θα ενώνει το αζερικό Ναχιτσεβάν με το κυρίως Αζερμπαϊτζάν – για την ακρίβεια, με τα εδάφη που αυτό είχε χάσει μετά τη διάλυση της ΕΣΣΔ και τώρα ανακτά.

Η Αρμενία από την πλευρά της διασφαλίζει κατά το δυνατόν ότι η ήττα δεν θα είναι μοιραία για το μέλλον της. Καταρχήν οι Αρμένιοι κρατούν τον «πυρήνα» του Αρτσάχ, περιλαμβανομένης της πρωτεύουσας Στεπανακέρτ, αν και χάνουν τη γειτονική στρατηγικής σημασίας πόλη Σουσί, που δεσπόζει της περιοχής[2]. Έπειτα, εξασφαλίζουν έναν διάδρομο επικοινωνίας του ασφυκτικά περικυκλωμένου πλέον ελεύθερου τμήματος του Αρτσάχ με τη Δημοκρατία της Αρμενίας. Όμως οι εγγυήσεις ότι και τα δύο αυτά στοιχεία, που χρυσώνουν κάπως το χάπι της συνθηκολόγησης, θα εξακολουθήσουν να υπάρχουν στο μέλλον, εξαρτώνται από την καλή θέληση της Μόσχας: 1) Το Αρτσάχ «αποστρατιωτικοποιείται» και οι Αρμένιοι κάτοικοί του εφεξής θα προστατεύονται από Ρώσους στρατιώτες. 2) Ο διάδρομος επίσης θα φυλάσσεται από Ρώσους στρατιώτες για μια πενταετία, ενώ έπειτα από αυτό το διάστημα «η κατάσταση θα επανεξεταστεί».

Όλη η περιοχή χορεύει στο ρυθμό που παίζει η Μόσχα; Όχι ακριβώς: υπάρχουν και μερικές παραφωνίες στην παρτιτούρα του Πούτιν. Η μεγαλύτερη από αυτές είναι άλλος ένας (προσωρινός έστω) συμβιβασμός της Ρωσίας με τον τουρκικό επεκτατισμό…

Ποιος κερδίζει;

Η προφανής απάντηση είναι «το Αζερμπαϊτζάν». Αλλά όχι μόνο, όσο κι αν ο αυταρχικός Αζέρος πρόεδρος Αλίεφ καυχιέται σε στιλ Ερντογάν: «Σας είχα πει ότι θα διώξω τους Αρμένιους σαν τα σκυλιά, και το έκανα». Εξάλλου χωρίς τη βοήθεια της Τουρκίας και του Ισραήλ, συν την επικουρική απάθεια της λεγόμενης διεθνούς κοινότητας[3], δεν θα κατάφερνε τίποτε από αυτά. Στους κερδισμένους σαφώς ανήκει και η Μόσχα, με πολλούς τρόπους. Πρώτα-πρώτα, ήταν αυτή που επέβαλε στους δύο εμπόλεμους τη συμφωνία της Τετάρτης. Αφού κράτησε επί ενάμιση σχεδόν μήνα «ουδετερότητα», και ουσιαστικά άφησε ακάλυπτο το Αρτσάχ και την ίδια τη Δημοκρατία της Αρμενίας (πράγμα που υποχρέωσε το Ερεβάν να περιοριστεί σε ενίσχυση των Αρμενίων του Αρτσάχ με εθελοντές και επίγειο εξοπλισμό), επενέβη όταν θεώρησε ότι τα κέρδη των Αζέρων επί του εδάφους ήταν αρκετά. Έτσι από τη μια δεν επέτρεψε την ολοσχερή συντριβή και τον πλήρη ξεριζωμό των Αρμενίων του Αρτσάχ, κι από την άλλη πετσόκοψε τις αρμενικές φτερούγες, ιδίως της κυβέρνησης του Πασινιάν, που θεωρούνταν λειψής προσήλωσης στη Ρωσία.

Δεύτερον, με τη συμφωνία που υπαγόρευσε η Ρωσία έκανε σαφές ότι επιδιώκει να έχει τον πρώτο λόγο στη γειτονιά της, σε πλήρη αντίθεση με την αδυναμία ή/και την έλλειψη βούλησης των Δυτικών. Στην πράξη, αποδείχθηκε ότι η Ομάδα του Μινσκ, που είχε αναλάβει να προωθήσει την ειρήνευση στο Ναγκόρνο Καραμπάχ, έχει τρία μέλη, τα εξής δύο: τη Ρωσία. Τα άλλα δύο μέλη της (οι διχασμένες ΗΠΑ και η μακρονική Γαλλία), αφού απέτυχαν να επιβάλουν στο Αζερμπαϊτζάν την τήρηση έστω και μιας προσωρινής εκεχειρίας, κατέληξαν απλοί θεατές. Τρίτον, και πρακτικά σημαντικότερο ίσως, οι Ρώσοι επέστρεψαν δυναμικά σε εδάφη από τα οποία είχαν αναγκαστεί να αποχωρήσουν μετά τη διάλυση της ΕΣΣΔ: σε χρόνο μηδέν μετά την υπογραφή της συμφωνίας αναπτύχθηκαν στην περιοχή 2.000 Ρώσοι στρατιώτες με δεκάδες τεθωρακισμένα κ.λπ., ενώ αναμένεται να ακολουθήσουν κι άλλοι. Επιπλέον, το Μπακού δεσμεύτηκε ότι δεν θα πατήσουν πόδι ΝΑΤΟϊκοί στα εδάφη που ανέκτησε από τους Αρμένιους, και ότι το ΝΑΤΟ δεν θα έχει πρόσβαση στο τμήμα της Κασπίας Θάλασσας που βρίσκεται υπό αζερική κυριαρχία, καθώς και στα βόρεια σύνορα του Αζερμπαϊτζάν με το ρωσικό Νταγκεστάν.

Τα διδάγματα της πολεμικής σύγκρουσης στο Αρτσάχ και της οδυνηρής κατάληξής της «μιλούν» και σε άλλες χώρες που απειλούνται από τον επεκτατισμό γειτόνων τους. Το σημαντικότερο είναι ότι δεν μπορεί να εναποθέτουν μια χώρα κι ένας λαός τις ελπίδες τους στη στήριξη ενός εκ των Μεγάλων – είτε αυτοί λέγονται ΗΠΑ είτε Ρωσία. Ακόμη κι αν θεωρηθεί ότι η περίκλειστη Αρμενία ήταν καταδικασμένη σε μια τέτοια στάση, αυτό δεν ισχύει διόλου για χώρες όπως η Ελλάδα. Οι οποίες, για να μην υποστούν πάσης φύσεως ακρωτηριασμούς, πρέπει να αναθεωρήσουν τέτοιου είδους «εύκολες» αλλά τελικά καταστροφικές φαντασίες. Ούτε ευρωατλαντική φτερούγα προστασίας υπάρχει, ούτε ομόδοξο ξανθό γένος που θα σπεύσει να βοηθήσει – ιδίως εάν η Ελλάδα εξακολουθήσει να είναι «δεδομένη». Ένα δεύτερο δίδαγμα αφορά τόσο τον ειδικό ρόλο που παίζει ο τζιχαντιστικός παράγοντας όσο και τη χρήση κι άλλων στοιχείων υβριδικού πολέμου – διότι
στον Καύκασο αποδείχθηκε με τραγικό τρόπο ότι τα drones δεν ρίχνουν μόνο μπογιές…

Ναι, αλλά…

Μπορεί από τα παραπάνω να βγει το συμπέρασμα ότι όλη η περιοχή χορεύει στο ρυθμό που παίζει η Μόσχα; Όχι ακριβώς: υπάρχουν και μερικές παραφωνίες στην παρτιτούρα του Πούτιν. Η μεγαλύτερη από αυτές είναι άλλος ένας (προσωρινός έστω) συμβιβασμός της Ρωσίας με τον τουρκικό επεκτατισμό[4], στο μοντέλο που ακολουθήθηκε και στη Συρία. Τότε βέβαια πήρε μήνες να τα βρουν Ρώσοι και Τούρκοι μετά την κατάρριψη του ρωσικού αεροσκάφους από την τουρκική «άμυνα». Τώρα χρειάστηκε να μεσολαβήσει μόνο μία ημέρα από την κατάρριψη ενός ρωσικού στρατιωτικού ελικοπτέρου στην Αρμενία (από πύραυλο ο οποίος εκτοξεύθηκε από το Ναχιτσεβάν) ώσπου να συμπεριληφθεί και επίσημα η Άγκυρα στον διακανονισμό – αν και ακόμη είναι ασαφές σε ποιο βαθμό θα εμπλακούν ως «ειρηνευτές»(!) και οι Τούρκοι. Βέβαια την ευθύνη για την κατάρριψη την ανέλαβε ο Αλίεφ, ζητώντας ταπεινά συγγνώμη από τον Πούτιν για το «τραγικό λάθος», αλλά είναι ορατό το συριακό μοτίβο, όπως και η δραματική επιτάχυνσή του…

Πέρα από την εκ νέου αναγνώρισή της ως παράγοντα με λόγο σε μια τεράστια περιοχή, η Άγκυρα έχει και απτά κέρδη. Κυρίως, την άμεση πλέον πρόσβαση στο Αζερμπαϊτζάν, αφού η συνθηκολόγηση προβλέπει το άνοιγμα διαδρόμου από τον αζερικό θύλακα του Ναχιτσεβάν (με τον οποίο συνορεύει η Τουρκία) προς το Αζερμπαϊτζάν μέσω εδάφους της Δημοκρατίας της Αρμενίας. Αυτό ήταν πάγια επιδίωξη της Άγκυρας, και αναμένεται να ενισχύσει το λόγο της στη μεταφορά αζερικού πετρελαίου προς την Ευρώπη (πιθανά από μια νέα και συντομότερη διαδρομή). Το γεγονός ότι, παρ’ όλα τα παραπάνω, ο Πούτιν αναγκάστηκε να συνεννοηθεί με τον Ερντογάν για το πώς θα προχωρήσει η «ειρήνευση», δείχνει πόσα είναι διατεθειμένοι να καταπιούν οι Ρώσοι όσο η Τουρκία δεν επιστρέφει οριστικά στις αγκάλες της Δύσης. Κι όλα αυτά στις πλάτες της Αρμενίας…

[1] Βλ. χάρτη στο δισέλιδο «Νέα γεωπολιτική ανάφλεξη στον Καύκασο» (φύλλο 513).

[2] Η αζερική προέλαση στο Σουσί καθηλώθηκε χάρη στην αρμενική αντίσταση (βλ. «Σκληρές μάχες στο Αρτσάχ» στο φύλλο 517, και «Οι Αρμένιοι αντιστέκονται» στο φύλλο 518). Λίγες ώρες πριν τη συνθηκολόγηση εκδηλώθηκε επιτυχημένη αρμενική αντεπίθεση, αλλά η πόλη τελικά εγκαταλείφθηκε με εντολή του Ερεβάν ενόψει υπογραφής της συμφωνίας.

[3] «Να μην αφήσουμε την Αρμενία μόνη της!» (φύλλο 515).

[4] «Αναγκαίο να ηττηθεί ο τούρκικος επεκτατισμός – Απαραίτητη η υποστήριξη της Αρμενίας» (φύλλο 516).


Αναταραχή στην Αρμενία

Η είδηση της ξαφνικής συνθηκολόγησης προκάλεσε, όπως ήταν φυσικό, τεράστιο σοκ στη Δημοκρατία της Αρμενίας και στην αρμενική Διασπορά. Υπάρχει αγωνία για την ίδια την επιβίωση μιας Αρμενίας συρρικνωμένης, ταπεινωμένης και στοιχειωμένης από τους εφιάλτες της Γενοκτονίας. Οι σημαντικότερες εκδηλώσεις αυτής της ψυχολογίας δεν ήταν πάντως οι εισβολές οργισμένων οπαδών της αντιπολίτευσης στη βουλή κ.α. Μέχρι στιγμής, η κατακραυγή εναντίον του πρωθυπουργού Πασινιάν δεν έχει πάρει παλλαϊκό χαρακτήρα εντός της Αρμενίας. Σε αυτό παίζει ρόλο η αρνητική θύμηση των τριών ηγετών από την ανεξαρτητοποίηση της χώρας ως το 2018, οπότε μια μαζική λαϊκή διαμαρτυρία κατέληξε σε πρόωρες εκλογές και εκλογικό θρίαμβο του Πασινιάν (70,4%). Η πλειοψηφία ακόμη χρεώνει στους «προηγούμενους» την εξωφρενική μετασοβιετική ιδιοποίηση του εθνικού πλούτου και την ακραία διαφθορά μιας αλληλοδιαπλεκόμενης πολιτικής και επιχειρηματικής ολιγαρχίας που φτωχοποίησε τον πληθυσμό, έσπρωξε μεγάλο τμήμα του στη μετανάστευση και δεν φρόντισε την άμυνα. Εν ολίγοις, μπορεί ο Πασινιάν να έχει τη φήμη του φιλοδυτικού νεοφιλελεύθερου (αν και κανείς Αρμένιος πολιτικός δεν διανοείται να αμφισβητήσει την ιδιαίτερη επιρροή της Ρωσίας), αλλά τη χάρη μάλλον την είχαν και οι προηγούμενοι – με χαρακτηριστικότερη περίπτωση τον Σερζ Σαρκισιάν, που παραιτήθηκε υπό την πίεση των κινητοποιήσεων του 2018*.

Παρ’ όλα αυτά το πολιτικό μέλλον του Πασινιάν είναι αβέβαιο. Ακόμη και ο πρόεδρος της Δημοκρατίας της Αρμενίας, ο Αρμέν Σαρκισιάν (απλή συνωνυμία με τον πρώην πρωθυπουργό), που μεταξύ άλλων έχει διατελέσει διοικητής της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης και στέλεχος φιλοδυτικών ΜΚΟ όπως η Global Leadership Foundation, «άδειασε» τον πρωθυπουργό λέγοντας ότι έμαθε τη συνθηκολόγηση από την τηλεόραση… Αυτό που συγκρατεί τον Πασινιάν ακόμη στη θέση του είναι ένας συνδυασμός διαφόρων παραγόντων: μεταξύ άλλων, η αναξιοπιστία των προκατόχων του και άρα η έλλειψη εναλλακτικής, η συλλογική συνειδητοποίηση της ασφυκτικής πίεσης από τη Ρωσία και της εξίσου κυνικής ουδετερότητας της υπόλοιπης «διεθνούς κοινότητας», και ο βαρύς φόρος αίματος που πληρώθηκε ως τώρα στα πεδία των άνισων μαχών. Εκεί όπου οι στρατιώτες του Αρτσάχ και οι εθελοντές από τη Δημοκρατία της Αρμενίας αντιμετώπιζαν μόνοι τους και με φτωχά μέσα τις υπέρτερες δυνάμεις του Αζερμπαϊτζάν και των τζιχαντιστών και τα εξελιγμένα όπλα (drones, βόμβες διασποράς κ.λπ.) της Τουρκίας και του Ισραήλ… Ας σημειωθεί ότι και ο Αραΐκ Χαρουτγιουνιάν, πρόεδρος του Αρτσάχ, δήλωσε ότι η συνθηκολόγηση ήταν αναγκαία για να αποφευχθεί μια περαιτέρω αιματοχυσία με πιθανά ακόμη χειρότερη κατάληξη.

* «Αρμενικά μυστήρια» (φύλλο 405).

Σχόλια

Exit mobile version