ΠΑΣΟΚ και «νέο κατεστημένο» στη μεταπολιτευτική εποχή

 

Αναδημοσιεύουμε ένα μικρό απόσπασμα από ένα βιβλιαράκι με τίτλο «Πλευρές της πολιτικής διάστασης» που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Α/συνεχεια το 1984, με αφορμή τα 10 χρόνια της μεταπολίτευσης. Στο απόσπασμα αυτό, περιγράφονται οι διεργασίες που οδήγησαν στην εμφάνιση του φαινομένου ΠΑΣΟΚ και την ανάδειξή του σε δύναμη κυβερνητικής διαχείρισης.

(…) Είναι φανερό ότι σε πολιτικό επίπεδο η όποια διαδοχή της χούντας είχε να αναμετρηθεί με συσσωρευμένα κι άλυτα προβλήματα όχι μόνο της χουντικής περιόδου αλλά και της προηγούμενης. Οι ανακατατάξεις που έγιναν εκφράστηκαν και σε πολιτικό επίπεδο (π.χ. εξαφάνιση των κεντρώων κομμάτων με παράλληλη συγχώνευση τους στη Ν.Δ. και σε μικρότερο βαθμό στο ΠΑΣΟΚ).

Το ΠΑΣΟΚ λοιπόν αποτελεί έκφραση-απάντηση αυτών των δύο παραγόντων πάντα μέσα στα πλαίσια που όρισε το Εθνικό Συμβόλαιο, της μεταπολίτευσης. Ο ριζοσπαστισμός του ΠΑΣΟΚ είναι ο μοναδικός τρόπος για να συγκρατηθεί και να μπει σε ανώδυνα κανάλια κοντοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα η ριζοσπαστικοποίηση των λαϊκών μαζών.

Ακόμα, είναι αναγκαίος στη μεσαία αστική τάξη σαν μοχλός που θα βοήθησα στην άνοδο της. Η συγκράτηση και η χρησιμοποίηση αυτής της ριζοσπαστικοποίησης μόνο από κάποιο σχηματισμό τύπου ΠΑΣΟΚ, μπορούσε να πραγματοποιηθεί.

Ο πολιτικός εκφραστής κάποιων μερίδων της μεσαίας αστικής τάξης, είναι υποχρεωμένος πρώτο να φανεί ικανός να διαδραματίσει ρόλο διαχειριστή, άρα να εξασφαλίσει τουλάχιστον την ανοχή του μεγάλου κεφαλαίου — δεύτερο να αποδεχτεί το ρόλο του «υπό προθεσμία» διαχειριστή κι όχι του «κυρίαρχου» και αποκλειστικού διαχειριστή — τρίτο να εξασφαλίσει στο διάστημα αυτό τους όρους μιας αποκλειστικής διαχείρισης μέσω της εδραίωσης ενός νέου κατεστημένου, που να έχει σοβαρές προσβάσεις στα δυναμικά κέντρα.

Η κρατική μηχανή σ’ όλα τα επίπεδα αποτελεί το μοναδικό σοβαρό όπλο – μέσο που μπορεί να πραγματοποιήσει τα προηγούμενα. Ο εκσυγχρονισμός της πρέπει από τη μια να καλύπτει τις ουσιαστικές ανάγκες του συνόλου της αστικής τάξης και απ’ την άλλη να διατηρεί την επίφαση κάποιων λαϊκών αλλαγών.

(…) Το ΠΑΣΟΚ εκμεταλλεύτηκε όσο ήταν δυνατό, τη διάθεση του κόσμου για αλλαγή, την πίστωση χρόνου που του ‘δωσαν οι λαϊκές μάζες, τη χρεωκοπία της «δεξιάς», τις αντιθέσεις μέσα στους κόλπους της.

Αρχίζει αμέσως τις προετοιμασίες -μέσα σε ορισμένα πλαίσια- για ένα υπό διαμόρφωση «νέο κατεστημένο», που θα εναντιωνόταν στο παλιό και θα το αντικαθιστούσε. Η άλωση του κρατικού μηχανισμού, η επάνδρωση με έμπιστους σε θέσεις-κλειδιά, ο προσεταιρισμός κύκλων του στρατού και των σωμάτων ασφαλείας, είναι αυτά που κάναν τη «Δεξιά» να φωνασκεί για «πρασινοφρουρούς», «κατάλυση του κράτους» κ.λπ.

Σε ορισμένους χώρους εργαζομένων (τρόλεϊ, τράπεζες) παρακολουθούμε την προσπάθεια δημιουργίας ενός πασοκικού απεργοσπαστικού μηχανισμού.

Όμως, αφού η περίφημη ανάκαμψη δεν ερχόταν, οι οικονομικοί κύκλοι δεν είχαν καμιά όρεξη να προσαρμοστούν. Η επενδυτική αποχή γίνεται χαρακτηριστική. Τότε είναι που αρχίζουν τα μεγάλα τσαλαβουτήματα του ΠΑΣΟΚ, οι λογής-λογής «πειραματισμοί» του, οι τρομερές επιπολαιότητες, οι κραυγαλέοι ερασιτεχνισμοί. Οι ανασχηματισμοί, οι αναδομήσεις, οι διορθωτικές πορείες αποτελούν ευκαιριακές και πρόχειρες ενέργειες. Το κύριο προεκλογικό σύνθημα «ο Λαός θέλει – το ΠΑΣΟΚ μπορεί», και ειδικά το «μπορεί», μόνο υπό μορφή ερωτήματος μπορεί να μπαίνει.

Το ΠΑΣΟΚ είχε στην αρχή κάποια σενάρια. Γνώριζε ότι δεν διαθέτει σημαντικά ερείσματα κι ότι θα δεχόταν σωρεία εκβιασμών, πιέσεων, παραινέσεων καθώς επίσης ότι θα ‘πρεπε να εξαναγκάσει τους δυναμικούς παράγοντες ειδικά της οικονομίας (αλλά όχι μόνο αυτούς) σε ανοχή και παραχωρήσεις, κι ότι αυτό θα γινόταν όταν αυτοί θα «πείθονταν» πως δεν γίνεται διαφορετικά. Γι’ αυτό έπρεπε να διατηρήσει μια σχετική πρωτοβουλία κινήσεων, να χρησιμοποιεί μια ηγεμονική γλώσσα και κυρίως να εμφανίζεται σ’ ένα βαθμό σαν εκφραστής ενός τεράστιου κινήματος ώστε αν δεν του παραχωρηθούν κάποια πράγματα, η προσφυγή σ’ αυτό νάναι αναπόφευκτη. Εδώ εντάσσονται και οι σχέσεις του με το «ΚΚΕ» και το «ΚΚΕεσ.» Αφού χρησιμοποίησε στα πρώτα του βήματα το δεύτερο, θεμελίωσε στη συνέχεια το μορατόριουμ με τον Φλωράκη. Ήταν σε γνώση του, πως χωρίς την χρησιμοποίηση αυτής της «αριστεράς» δεν θα ήταν σε θέση να κάνει σχεδόν τίποτα.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!