Αύριο πραγματοποιείται ο δεύτερος γύρος των προεδρικών εκλογών στη Βραζιλία, με τον ακροδεξιό Μπολσονάρου να ξεκινά από το 46% της 7ης Οκτωβρίου – ποσοστό που δεν αφήνει ελπίδες στον κεντροαριστερό Χαντάντ, υποψήφιο του Κόμματος Εργατών*. Ήδη, μπροστά σε αυτό που θεωρείται αναπόφευκτο, η βάση του Κόμματος Εργατών και των συμμάχων του βράζει, με πολλούς να ρίχνουν την ευθύνη στον άχρωμο και άοσμο Χαντάντ, που αποδείχθηκε «λίγος» ως αντικαταστάτης του δημοφιλούς αλλά φυλακισμένου Λούλα. Άλλοι επανέρχονται στην κριτική της απόφασης συμμετοχής στις εκλογές, δηλαδή νομιμοποίησής τους, τη στιγμή που είχε τεθεί πραξικοπηματικά εκτός μάχης ο Λούλα. Τέλος, κάποιοι επιχειρούν να πάνε βαθύτερα: στην ουσία δηλαδή της νεοφιλελεύθερης διαχείρισης από τη βραζιλιάνικη Κεντροαριστερά, που άνοιξε το δρόμο στον απίθανο Μπολσονάρου…

Για την ώρα πάντως αυτή η αντιπαράθεση δεν έχει πάρει δημόσιο χαρακτήρα, καθώς όλοι έχουν επιδοθεί σε μια υπερπροσπάθεια να μειωθεί, τουλάχιστον, η χαοτική διαφορά μεταξύ Μπολσονάρου και Χαντάντ. Οι τελευταίες –προχθεσινές– δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι ο Μπολσονάρου σχεδόν έπιασε τα όριά του στον πρώτο γύρο: του δίνουν 48% έναντι 38% του Χαντάντ, με το υπόλοιπο 14% να αρνείται να επιλέξει οποιονδήποτε από τους δύο (δείγμα κι αυτό του χάσματος που άνοιξε μεταξύ πλατιών λαϊκών στρωμάτων και του Κόμματος Εργατών η νεοφιλελεύθερη διαχείριση επί προεδρίας της Ρούσεφ, και η ανάμειξη και της Κεντροαριστεράς στην τεράστια διαφθορά). Ακόμη κι έτσι όμως, όταν αφαιρεθούν οι… πεισματάρηδες του «ούτε-ούτε», η αναγωγή δίνει 56% στον Μπολσονάρου και 44% στον Χαντάντ.

Στην τελευταία παρέμβασή του ο Ζοάο Πέντρο Στέντιλε** κάλεσε τους αγωνιστές των κοινωνικών κινημάτων να παλέψουν ώστε να μην σημειώσει θρίαμβο ο Μπολσονάρου. «Είμαστε στις παραμονές των σημαντικότερων εκλογών των τελευταίων τριών δεκαετιών», είπε, «και σε αυτή τη μάχη πρέπει να συμπεριφερθούμε όπως της αντιστοιχεί: πρόκειται για την αντιπαράθεση μεταξύ δύο αντίπαλων ταξικών και κοινωνικών σχεδίων». Από την πλευρά του ο προοδευτικός πανεπιστημιακός Ζοάο Μάρσιου επισημαίνει: «Από τη στιγμή που ο Μπολσονάρου θα επιβάλει το ακραίο νεοφιλελεύθερο σοκ που επιθυμούν οι καπιταλιστές και οι επενδυτές, θα είναι αναλώσιμος. Από την άλλη βέβαια, όπως λέει κι ο νόμος του Μέρφι, τίποτα δεν είναι αρκετά κακό ώστε να μην μπορεί να γίνει χειρότερο»…

 

* Βλ. «Ανάστατη η Βραζιλία»   (φύλλο 425, σελ. 16).

**Βλ. «Δεν υπάρχει φασιστικό κίνημα στη χώρα μας» (φύλλο 425, σελ. 17)

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!