του Γιάννη Σχίζα

O Ηλίας Γκρης ανθολόγησε ποιήματα από τις ποιητικές του συλλογές: από τον «Λήθαργο κόσμο», από την «Έφεσο των αλόγων», από τον «Αλφειό πρόγονο», από το «Σαν άλλος Οιδίποδας». Ο Πέτρος Ζουμπουλάκης ζωγράφισε έργα δυνατά, απόκοσμα ή ονειρικά και μ’ όλ’ αυτά μέσα στη ροή των πραγμάτων, ηρωικά και ταυτόχρονα με μια δόση ελληνικής μελαγχολίας. Το προϊόν αυτής της όσμωσης των δυο τεχνών παραλαμβάνει ο έκθαμβος αναγνώστης: Ο αναγνώστης που κατά πώς λέει ο Ζουμπουλάκης στον πρόλογό του, «έχει ήδη εικονογραφήσει αυτό που διαβάζει»…

Η επανέκδοση των ποιημάτων του Ηλία Γκρη, που ακολουθείται παράλληλα από τα εικαστικά σχέδια του Πέτρου Ζουμπουλάκη, έχει να δώσει πολλά και διάφορα. Έχει να διαλευκάνει αφηγήσεις όπως «Ο Καραϊσκάκης στο μπαρ “τσάι στη Σαχάρα”», μύθους που στέκουν στα «Ωραία ερείπια της Εφέσου», δρομολόγια μεταξύ Πύργου-Αθήνας και τανάπαλιν. Έχει να πει για τον Διονύσιο Σολωμό, τον κόντε με το λευκό πανωφόρι με το αγέλαστο ύφος, του υπερόπτη που έχει εισπράξει μια απόρριψη, τον Τζιμ Μόρισον που θέλει ν’ αλλάξει τον κόσμο, την προφητεία του γερο-Κολοκοτρώνη που τη λέει στον Καποδίστρια – «ο τόπος είναι καλός, αλλά πατάς στα σκατά»… Μετά υπάρχουν οι καθόλου ηρωικές προσωπογραφίες, υπάρχει ο Μίλτος Σαχτούρης που δεν μιλάει πολύ και που έχει την αξιοσημείωτη ιδιότητα να νηστεύει τον φθόνο: Υπάρχει η Λητώ, που η μάνα της κλέφτηκε με έναν υδραυλικό, που βογκάει καθώς πάνω στο κορμί της λάμπει – απ’ των στίχων το φώς… «Τα άλογα του Έζρα» που καλπάζουν, σάμπως στίχοι, «Το ζεϊμπέκικο της Ευδοκίας» κι ο Παπαδιαμάντης που κρατάει με παλαμάκια τον ρυθμό, ο Ρίτσος και η συντριβή του και παρ’ όλα αυτά «στοργικά αυστηρός, αφοσιωμένος στον λόγο», ο Κάλβος που «έχτισε απόρθητο κάστρο ένα έργο». Και να μην παραλείψουμε τον Γιαννούλη Χαλεπά, που βγήκε αρματωμένος με τη μελαγχολία του –«οιωνοσκόπος, μ’ επίγνωση θανάτου»– καθώς επίσης και τον Λιαντίνη: «Ω, γένος των Ελλήνων δυσάνολβο (δυστυχισμένο) / πότε θα γίνεις πάλι / γένος των Ελλήνων» – λέει ο αυτόχειρας τοποθετημένος σε ένα βάραθρο μ’ ένα μπουκάλι κρασί και τσιγάρα, ώσπου το τέλος να’ λθει με αυτή την σκέψη: Παραπέμποντας σε κάποιες αναφορές στη συμβολή του Λιαντίνη στην ιστοριογραφία του 1821, που κάνει ο λογοτέχνης Γιάννης Πατίλης.

Οι «εικόνες» του Ηλία Γκρη έχουν κάτι το επικό και ρωμαλέο, επίσης όμως είναι και προσωπικές. Οι «στίχοι» του Πέτρου Ζουμπουλάκη αυτοαπαλλάσσονται από το πρόσκομμα που εκθέτει στον πρόλογό του: Ο Ζουμπουλάκης εκθέτει από την αρχή τις δυσκολίες μιας εικονογράφησης – με κύρια αυτήν που συνδέεται με το πρόπλασμα του ποιητικού έργου. Και συνεχίζει λέγοντας ότι επέλεξε από την ποιητική παραγωγή του Ηλία Γκρη 40 χρόνων – επιλογές που θα λέγαμε εμείς πολύ καλές.

Ο Ηλίας Γκρης είναι γνώριμος από το πεζό «Σπαθιά και μετερίζια», όπου ο συγγραφέας εκτός από την ανθολόγηση των ποιητών που εμπνεύστηκαν από το ’21, επιτίθεται αποτελεσματικά στους μύθους περί άρσης της ελληνικότητας και αναβίωσής της από κάποιους ιδιοτελείς, που πιστεύουν ότι ο υπαρκτός ελληνισμός διακρίνεται μόνο κατά το ότι κατέχει ένα οικόπεδο (Ελλάς) υψηλής ιστορικής αξίας… Κατά τα άλλα η ποιητική του τέχνη έχει συμπεριληφθεί σε ανθολογίες και μεταφραστεί σε 14 χώρες.

Τι να (πρωτο)πούμε για τον ζωγράφο-εικαστικό Πέτρο Ζουμπουλάκη; Για την πορεία του στην ΑΣΚΤ, για το ότι σπούδασε σκηνογραφία, ότι συμμετείχε στις σημαντικότερες Biennale, ότι το διδακτικό του έργο ήταν αξιοπρόσεκτο και αξιοσημείωτο; Για το ότι βραβεύτηκε από την Ακαδημία Αθηνών για το σύνολο της καλλιτεχνικής του προσφοράς; Γι’ αυτόν και μόνο η παρουσίαση των παράλληλων έργων του με το έργο του Γκρη είναι ικανή να μας δώσει πληροφορία: Έργων που μας λένε τόσα πολλά και ευφάνταστα, που κάνουν την εμβάθυνση στο βιβλίο πραγματική απόλαυση, που κάνουν τον στοχασμό ουσιαστικό παρακολούθημα…

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!