Αρχική διεθνή Ο εφιάλτης του Italexit

Ο εφιάλτης του Italexit

«Κλειδί» για το μέλλον του ευρώ το ιταλικό δημοψήφισμα;

Του Βασίλη Πριμικήρη*

 

Χωρίς καμία αμφιβολία, το συνταγματικό δημοψήφισμα της 4ης Δεκεμβρίου στην Ιταλία θα είναι σημαντικό όχι μόνο για τις πολιτικές εξελίξεις στη χώρα αυτή, αλλά και για το σύνολο της Ε.Ε. και της Ευρωζώνης. Σε περίπτωση νίκης του ΟΧΙ, άρνησης δηλαδή από τον ιταλικό λαό να μεταρρυθμιστεί το (πολύ καλό για τα αστικοδημοκρατικά δεδομένα) ιταλικό Σύνταγμα όπως προτείνει ο πρωθυπουργός Ματέο Ρέντσι και η πλειοψηφία του Δημοκρατικού Κόμματος (PD), θα έχουμε αλυσιδωτές εξελίξεις στην πολιτική πραγματικότητα αυτής της χώρας. Τελείως ενημερωτικά πρέπει να γίνουν δύο αναφορές:

Πρώτον, το ιταλικό Σύνταγμα είναι αποτέλεσμα ενός πολιτικού συμβιβασμού μεταξύ των τριών ιστορικών πολιτικών και ιδεολογικών ρευμάτων που αναδείχθηκαν μετά την κατάρρευση του ιταλικού φασισμού: του αντιφασιστικού καθολικισμού (με επικεφαλής τον Αλτσίντε Ντε Γκάσπερι), του κόσμου της εργασίας και του κομμουνιστικού κινήματος (με επικεφαλής τον Παλμίρο Τολιάτι) και του αντιφασιστικού Λαϊκού Ρεύματος (με επικεφαλής τους σοσιαλιστές Πιέτρο Νένι-Τζιουζέπε Σαραγκάτ και τον ρεπουμπλικανό Ούγκο Λα Μάλφα). Η αναφορά αυτή βοηθά να κατανοηθεί η φόρτιση που υπάρχει στην ιταλική δημοκρατική κοινωνία σε σχέση με το Σύνταγμα που γεννήθηκε από την αντιφασιστική νίκη, αλλά και τον πρώτο ιστορικό συμβιβασμό των μεγάλων κοινωνικοπολιτικών τάσεων της Ιταλίας.

Δεύτερον, η μεταρρύθμιση που προτείνει ο Ρέντσι στοχεύει σε τρεις ουσιαστικές αλλαγές: α) κατάργηση της Γερουσίας, β) αντικατάστασή της από ένα σώμα διορισμένων, που εκ των πραγμάτων θα μπορούν να εμποδίζουν οποιαδήποτε νομοθετική δράση προέρχεται από την αντιπολίτευση, και γ) η βασικότερη, να ανοίξει το δρόμο για τη διαφοροποίηση του εκλογικού συστήματος προς την κατεύθυνση του πλειοψηφικού. Το σημείο αυτό είναι και το πιο κρίσιμο θέμα που, ενώ δεν μπαίνει φανερά στο τραπέζι, δημιουργεί μεγάλη πολιτική τριβή και αντιπαράθεση.

Το σημαντικότερο πάντως πολιτικό ζήτημα που δημιουργείται είναι η επιδίωξη όλων των δυνάμεων που στηρίζουν το ΟΧΙ, η καθεμία με το δικό της πολιτικό σκεπτικό, να ηττηθεί η κυβέρνηση του Ρέντσι. Το λέμε αυτό επειδή ο ίδιος ο Ρέντσι (που, σημειωτέον, ποτέ δεν έχει εκλεγεί από το λαό σε εθνικές εκλογές) ζητά, με το δημοψήφισμα που πρότεινε, πολιτική αναβάθμιση και νομιμοποίηση ώστε να συνεχίσει την πολιτική που ακολούθησε μέχρι σήμερα. Δηλαδή πολιτική λιτότητας, συρρίκνωσης του κοινωνικού κράτους, περιορισμού του κόστους εργασίας και των εργατικών δικαιωμάτων. Από την άλλη, το μεγάλο μέλημα για τον ίδιο τον Ρέντσι και όχι μόνο είναι η σωτηρία των τραπεζών. Σίγουρα, όμως, μια αναταραχή στις ιταλικές τράπεζες θα μεταδιδόταν και στο εύθραυστο ελληνικό τραπεζικό σύστημα, για παράδειγμα. Γι’ αυτό ο Ρέντσι έφτασε στο σημείο να δηλώσει ότι αν χάσει το δημοψήφισμα θα παραιτηθεί και η Ιταλία θα μπει σε μια μακρόχρονη πολιτική αστάθεια.

 

Πολύπλευρη αμφισβήτηση της Ευρωζώνης και της Ε.Ε.

Παράλληλα εμφανίζεται έντονα και η αμφισβήτηση της πορείας της Ιταλίας στην Ευρωζώνη και την Ε.Ε. Βέβαια τα βαθύτερα αίτια αυτής της αμφισβήτησης δεν έχουν να κάνουν με αυτό καθαυτό το δημοψήφισμα, αλλά με την απόδοση της ιταλικής οικονομίας από το 1999, από τότε που υιοθέτησε το ευρώ. Η συνολική παραγωγικότητα των συντελεστών, το κομμάτι της βιομηχανικής παραγωγής, το κομμάτι της οικονομικής παραγωγής που δεν εξηγείται από την εργασία και το κεφάλαιο υποχώρησε κατά περίπου 5% από τότε. Εκείνο που νοιώθει στην καθημερινότητά του και στην Ιταλία ο κάθε εργαζόμενος από τις πολιτικές που εκπορεύονται από την Ε.Ε. είναι η ανεργία, οι περικοπές στους μισθούς και τις συντάξεις, ο περιορισμός του κοινωνικού κράτους, με δυο λόγια ότι ζει χειρότερα από πριν.

Παράλληλα στην Ιταλία εδώ και καιρό σημαντικά τμήματα της εθνικής αστικής τάξης «ερωτοτροπούν» με την έξοδο από την Ευρωζώνη και την επιστροφή στο εθνικό νόμισμα. Δεν μπορούν να ανεχτούν μια χώρα εξαγωγική όπως η Ιταλία να λειτουργεί σύμφωνα με τις επιταγές της Γερμανίας, κυρίαρχης δύναμης στην Ευρωζώνη, με ένα σκληρό νόμισμα κομμένο και ραμμένο στα μέτρα του Βερολίνου. Εκτός όμως από αυτά τα τμήματα της εθνικής αστικής τάξης, υπάρχει και ο κόσμος της εργασίας που σιγά-σιγά ξεφεύγει από την ευρωλαγνεία και τα φοβικά σύνδρομα που του είχαν καλλιεργήσει τις τελευταίες δεκαετίες κύρια οι δυνάμεις της ιταλικής Κεντροαριστεράς, με πρωτεργάτη το Δημοκρατικό Κόμμα .

Η ανεργία, η φτώχια και οπωσδήποτε το κτύπημα όλων των εργατικών κατακτήσεων που κερδήθηκαν με αίμα και θυσίες τις προηγούμενες δεκαετίες επηρεάζουν, ώστε να δημιουργηθεί σήμερα ένα κλίμα αρνητικό για τις πολιτικές που εκπορεύονται από την Ε.Ε. Η αγανάκτηση ενάντια στις πολιτικές της λιτότητας και του νεοφιλελευθερισμού σίγουρα θα εκφραστεί και σ’ αυτό το δημοψήφισμα.

 

Τα δύο στρατόπεδα και η απελευθέρωση από φοβικά σύνδρομα

Το συνδικαλιστικό κίνημα πλειοψηφικά (οι εργατικές συνομοσπονδίες CGIL, CISL, UIL και το πανίσχυρο Συνδικάτο Μετάλλου FIOM), όπως και τα Συνδικάτα Βάσης COBAS, ανοιχτά και καθαρά έχουν ταχθεί με το ΟΧΙ. Στο μέτωπο του ΟΧΙ έχουν στρατευθεί πολιτικές δυνάμεις από τη ριζοσπαστική Ιταλική Αριστερά (Κομμουνιστική Επανίδρυση – Αριστερά και Ελευθερία) και το Δίκτυο των Κομμουνιστών μέχρι τη δεξιά και ξενοφοβική Λέγκα του Βορρά, το γνωστό μας Μπερλουσκόνι, τη μειοψηφία του Δημοκρατικού Κόμματος με τους Ντ’ Αλέμα-Μπερσάνι, και φυσικά το Κίνημα 5 Αστέρων του Μπέπε Γκρίλο, που όλες οι δημοσκοπήσεις το φέρνουν ως πρώτο κόμμα.

Το Κίνημα 5 Αστέρων είναι μια ανερχόμενη δύναμη στις γραμμές της οποίας βρίσκονται άνθρωποι της Αριστεράς μέχρι και συντηρητικοί, ένα πολιτικό υποκείμενο γεμάτο αντιφάσεις, χωρίς ενιαία ιδεολογική βάση, που συσπειρώνει πολιτικά πολίτες οι οποίοι έχουν έλθει σε ρήξη με το παραδοσιακό πολιτικό σύστημα. Σήμερα τα παραδοσιακά ιστορικά κόμματα της μεταπολεμικής Ιταλίας έχουν διαλυθεί ή μεταλλαχθεί, και δεν υπάρχει το μεγάλο Ιταλικό Κ.Κ. ή το παλιό Σοσιαλιστικό Κόμμα και το κάποτε πανίσχυρο Χριστιανοδημοκρατικό Κόμμα.

Με το ΝΑΙ έχει ταχθεί η πλειοψηφία του κυβερνώντος Δημοκρατικού Κόμματος, όπως και μικρές δυνάμεις της Δεξιάς (Alfano) που συγκυβερνούν ή στηρίζουν την κυβέρνηση Ρέντσι. Αν ο Ματέο Ρέντσι χάσει το δημοψήφισμα είναι πολύ πιθανό να ξεκινήσει στο κόμμα του η πορεία ανατροπής του αλλά και, το σημαντικότερο, μια διαδικασία που θα κάνει τη θέση της Ιταλίας στην Ευρωζώνη να τρίζει. Το αυριανό ιταλικό δημοψήφισμα μπορεί να πυροδοτήσει μια σειρά γεγονότων ικανών να θέσουν το μέλλον της ευρωζώνης εν αμφιβόλω.

Οι λαοί της Ευρώπης, κύρια της Νότιας που έχουν μεγάλη παράδοση και σχέση με το αριστερό και κομμουνιστικό κίνημα, παρά την κρίση εμπιστοσύνης που δυστυχώς παρουσιάζει η ευρωπαϊκή Αριστερά, είναι φυσιολογικό να αντιδρούν και να μην αποδέχονται τα επικοινωνιακά τερτίπια του συστήματος που προσπαθεί να βγει από την κρίση του με τις πλάτες του κόσμου της εργασίας. Απελευθερώνονται πιο εύκολα από φοβικά σύνδρομα περί «επερχόμενης λαίλαπας» λόγω ανόδου της ευρωπαϊκής Ακροδεξιάς, που όντως υπάρχει και πρέπει να κτυπηθεί.

Εκτός όμως από τον κίνδυνο της Ακροδεξιάς υπάρχει και η δεξιά πολιτική που προωθούν τα σοσιαλδημοκρατικά και συντηρητικά κόμματα της Ευρώπης. Η επικοινωνιακή δαιμονοποίηση της Ακροδεξιάς δεν μπορεί να δίνει συγχωροχάρτια στην ευρωπαϊκή Σοσιαλδημοκρατία και στη συντηρητική Δεξιά, στους διάφορους Ρέντσι, Ολάντ, Φιγιόν ή Ραχόι και τους μεταλλαγμένους ηγέτες της «αριστεράς» τύπου Τσίπρα, που σήμερα εφαρμόζουν (γιατί αυτοί κυβερνούν) τις πιο αντεργατικές αντιλαϊκές πολιτικές. Ίσως θα ήταν χρήσιμο να δούμε και από αυτή την οπτική πολιτική γωνία το ιταλικό δημοψήφισμα. Η Ιταλία πάντως επανέρχεται και πάλι στην Ευρώπη σαν πολιτικός πρωταγωνιστής και, πιθανόν, σαν επιταχυντής σημαντικών εξελίξεων.

 

* Μέλος του Πολιτικού Συμβουλίου της Λαϊκής Ενότητας

Σχόλια

Exit mobile version