Αρχική γνώμες Μορφές κοινωνικής εκπροσώπησης των τάξεων στη μνημονιακή εποχή

Μορφές κοινωνικής εκπροσώπησης των τάξεων στη μνημονιακή εποχή

Του Ανέστη Ταρπάγκου. Η σημερινή μνημονιακή εποχή που ξεκίνησε με την ανάδειξη της κρίσης υπερσυσσώρευσης του κεφαλαίου και την υιοθέτηση της κυβερνητικής πολιτικής του ακραίου νεοφιλελευθερισμού, επαναπροσδιορίζοντας την οικονομική θέση και την κοινωνική κατάσταση των τάξεων και των επιμέρους μερίδων τους, και προκαλώντας το κοινωνικό ολοκαύτωμα των λαϊκών εργαζομένων τάξεων, θέτει αντικειμενικά το ζήτημα της ίδιας της κοινωνικής τους εκπροσώπησης και της θέσης τους μέσα στην τρέχουσα συγκυρία.

Επιπρόσθετα, έρχεται στην επιφάνεια το μείζον ζήτημα των κοινωνικών συμμαχιών που κλονίζονται και αναδιατάσσονται στη σημερινή περίοδο, εξ αιτίας της έντασης, της έκτασης και του βάθους της μνημονιακής πολιτικής. Προφανώς η πολιτική αντιπροσώπευση της ταξικής διαστρωμάτωσης διαμέσου των αστικών και αριστερών πολιτικών σχηματισμών δεν μπορεί να υποκαταστήσει από μόνη της την κοινωνική εκπροσώπηση, που είναι όρος για την αποτελεσματικότητα της πολιτικής (κοινοβουλευτικής) εκπροσώπησης.
Στο επίπεδο του λαϊκού κοινωνικού συνασπισμού, καταγράφεται μια πολύμορφη απουσία συλλογικής έκφρασης και κοινωνικής εκπροσώπησης για το μεγαλύτερο μέρος των λαϊκών δυνάμεων. Στον ιδιωτικό τομέα της καπιταλιστικής οικονομίας, που είναι και ο πλειοψηφικός, η συνδικαλιστική συμμετοχή στον επιχειρησιακό και κλαδικό συνδικαλισμό είναι εξαιρετικά χαμηλή (περί το 15%), με αποτέλεσμα η συντριπτική πλειοψηφία των εργαζομένων να στερούνται μορφών συλλογικής έκφρασης (προϊόν κυρίως του ακραίου εργοδοτικού δεσποτισμού και του ιστορικού αποδεκατισμού των εργοστασιακών σωματείων). Αλλά και οι υπαρκτές μορφές συνδικαλιστικής εκπροσώπησης της εργατικής μειοψηφίας βρίσκονται σήμερα κάτω από την καταλυτική επίδραση της υπερμεγέθους ανεργίας και των μέτρων απορρύθμισης των εργασιακών σχέσεων, πράγμα που οδηγεί σε πολλές περιπτώσεις στην κοινωνική τους απονεύρωση και παράλυση.
Παράλληλα, μένοντας σ’ αυτό το επίπεδο του μπλοκ των «από κάτω» διαπιστώνεται ότι η απουσία συλλογικών εκπροσωπήσεων αγκαλιάζει την ίδια την πλειοψηφία του Οικονομικά Ενεργού Πληθυσμού. Το ένα τρίτο του συνολικού εργατικού δυναμικού βρίσκεται στην κατάσταση της ανεργίας (υπολογίζεται να φτάνει στο 30% με το τέλος του 2012), δίχως ορατή προοπτική παραγωγικής του απασχόλησης. Όλο αυτό το άνεργο εργατικό δυναμικό δεν διαθέτει κανενός είδους συνδικαλιστική έκφραση, και εξαιτίας της περιορισμένης πυκνότητας του εργατικού συνδικαλισμού στις ιδιωτικές επιχειρήσεις, αλλά και εξαιτίας της ιδιόμορφης κοινωνικής κατάστασης και νοοτροπίας που εγκαθιδρύεται στους μακροχρόνια ανέργους. Αντίστοιχα συμβαίνει με τον κόσμο των συνταξιούχων που δέχονται τα ισχυρότερα πλήγματα της μνημονιακής πολιτικής και αδυνατούν να αντιδράσουν συλλογικά. Τέλος, η μεγάλη πλειοψηφία των στρωμάτων της νεολαίας που έχουν τελειώσει τη δευτεροβάθμια παιδεία, την τεχνολογική και πανεπιστημιακή εκπαίδευση, αναπαράγεται μέσα στο τέλμα της έλλειψης δυνατοτήτων επαγγελματικής απασχόλησης, ενώ ταυτόχρονα στερείται των συνδικαλιστικών μορφών κοινωνικής της έκφρασης.

Οι δυνατότητες κινητοποίησης απέναντι στις αστικές εκπροσωπήσεις
Το αποτέλεσμα είναι από το σύνολο των λαϊκών τάξεων μόνον ένα εντελώς περιορισμένο τμήμα να διαθέτει συνδικαλιστικές εκπροσωπήσεις, κι αυτές υπό την κυριαρχία της παραλυτικής επίδρασης της ανεργίας, ενώ η τεράστια πλειοψηφία τους παραμένει χωρίς δυνατότητες κοινωνικής έκφρασης και άρα κινητοποίησης. Βέβαια, από την άλλη πλευρά, στον ευρύτερο δημόσιο τομέα λειτουργούν μεν ευρείες συνδικαλιστικές εκπροσωπήσεις (λόγω της μονιμότητας της απασχόλησης), ωστόσο όμως σ’ αυτή την περίπτωση αυτή ακριβώς η εξασφάλιση της εργασίας λειτουργεί σχετικά αποτρεπτικά για τις κινητοποιήσεις που πραγματοποιούνται. Λειτουργεί δηλαδή το σκεπτικό ότι ναι μεν έχουν περικοπεί τα εισοδήματα και τα ασφαλιστικά δικαιώματα των δημοσίων υπαλλήλων, ωστόσο όμως τα εργαζόμενα ζευγάρια στις περισσότερες περιπτώσεις διαθέτουν σταθερή εργασία στο δημόσιο, με αποτέλεσμα τα πλήγματα της μνημονιακής πολιτικής να μην έχουν καταστρεπτικό χαρακτήρα: Έτσι, το τμήμα αυτό των λαϊκών τάξεων (δημόσιοι υπάλληλοι) εφόσον ακόμη έχει διασφαλισμένα τα νώτα του, ενώ διαθέτει και μια ορισμένη θέση κοινωνικού κύρους (εκπαιδευτικοί, γιατροί, μηχανικοί κ.λπ.), είναι ταλαντευόμενο σ’ ένα μεγάλο μέρος του στο να προχωρήσει σε κινητοποιήσεις, πέραν προφανώς των μειοψηφικών αγωνιστικών και ριζοσπαστικών του πτερύγων.
Απεναντίας, στην αντίπερα όχθη του αστικού συνασπισμού εξουσίας, οι συλλογικές μορφές κοινωνικής εκπροσώπησης είναι εκ των πραγμάτων ισχυρές και περιλαμβάνουν το σύνολο της αστικής τάξης ή μερίδων των μικροαστικών τάξεων. Οι εργοδοτικές οργανώσεις διαθέτουν σημαντική επιφάνεια για το σύνολο των μερίδων της αστικής τάξης (Σύνδεσμος Ελληνικών Βιομηχανιών, Κλινικαρχών, Τραπεζιτών, Εφοπλιστών, Σύνδεσμος Ανωνύμων Τεχνικών Εταιριών κ.λπ.).
Σήμερα η πολιτική τους ενοποίηση γίνεται στο έδαφος της επιβολής της μνημονιακής πολιτικής που καταργώντας τις διατάξεις του εργατικού δικαίου και αποψιλώνοντας τους μισθούς, τις ασφαλιστικές εισφορές και τις συντάξεις, δημιουργούν ένα πειθήνιο, φθηνό, απορυθμισμένο εργατικό δυναμικό. Το ίδιο συμβαίνει με τα ανώτερα στρώματα των μικροαστικών τάξεων που διατηρούν την συμμαχία τους με τις αστικές δυνάμεις και δεν έχουν τεθεί στο στόχαστρο της μνημονιακής πολιτικής. Ωστόσο, οι μορφές εκπροσώπησης των κατώτερων τμημάτων των μικροαστικών τάξεων, που ανήκαν στις συμμαχίες του αστικού μπλοκ εξουσίας (λ.χ. φαρμακοποιοί, γιατροί, μηχανικοί, δικαστικοί, «ένστολοι» κ.λπ.), έρχονται σε αντιπαλότητα με τον ακραίο νεοφιλελευθερισμό, διαρρηγνύουν τη σύμπλευσή τους με την αστική τάξη, εξ αιτίας των πληγμάτων που και αυτά δέχονται στη σημερινή συγκυρία.

Η μετωπική ενότητα του συνόλου των λαϊκών δυνάμεων
Η κινητοποίηση των περιορισμένων εργατικών εκπροσωπήσεων της ιδιωτικής οικονομίας, όσο και των μορφών συλλογικότητας του δημοσιοϋπαλληλικού κόσμου, μέσα από την δρομολόγηση πανελλαδικής πανεργατικής απεργίας, είναι σε θέση, εφόσον διασφαλίζει ευρεία συμμετοχή να κλονίσει το εγχείρημα επιβολής του 3ου Μνημονίου. Ωστόσο, μια τέτοια αγωνιστική διαδικασία για να έχει αποτελεσματικότητα χρειάζεται να έχει χαρακτηριστικά σταθερότητας, κλιμάκωσης και προοπτικής νίκης, σε αντίθεση με την πρακτική των εργοδοτικών-κυβερνητικών πλειοψηφιών σε ΓΣΕΕ και ΑΔΕΔΥ, που αντιμετωπίζουν τις απεργιακές κινητοποιήσεις ως «διαμαρτυρίες» και κατά την κλασική έκφραση ως «τουφεκιές στον αέρα». Ταυτόχρονα, ένας τέτοιος ταξικός αγώνας είναι σε θέση να γίνει πόλος κοινωνικής συσπείρωσης  της πλειοψηφίας της εργατικής τάξης, της νεολαίας, των ανέργων και των συνταξιούχων, που ακριβώς στερούνται μορφών κοινωνικής εκπροσώπησης.
Παράλληλα, για να προσλάβει το απεργιακό πανελλαδικό κίνημα παλλαϊκό αντιμνημονιακό χαρακτήρα, απαιτείται η δρομολόγηση ευρύτερων κινητοποιήσεων των πλειοψηφικών λαϊκών στρωμάτων που δεν διαθέτουν συνδικαλιστικές συλλογικότητες. Αυτό μπορεί να γίνει με την αξιοποίηση της εμπειρίας της Πλατείας Συντάγματος του καλοκαιριού 2011, μέσα από την σύζευξη του κινητοποιημένου απεργιακά οργανωμένου εργατικού κινήματος (ιδιωτικού και δημόσιου τομέα) με τον εργαζόμενο κόσμο που βρίσκεται εκτός συνδικαλιστικών δομών, τους νέους, τους συνταξιούχους, τους ανέργους. Η αναζωπύρωση του κινήματος των πλατειών με νέα ποιοτικά χαρακτηριστικά και με αξιοποίηση της διαθέσιμης εμπειρίας μπορεί να συμβάλει στην κοινωνική μετωπική ενότητα του συνόλου των δυνάμεων του κυριαρχούμενου λαϊκού συνασπισμού, πράγμα που είναι απαρέγκλιτη προϋπόθεση για την ανατροπή της πολιτικής των μνημονίων και των πολιτικών και κοινωνικών φορέων που την ασκούν.

* Ο Ανέστης Ταρπάγκος είναι μέλος της Γραμματείας Συντονιστικού Θεσσαλονίκης και του Πανελλαδικού Συντονιστικού του ΣΥΡΙΖΑ

 

Σχόλια

Exit mobile version