Αρχική πολιτική οικονομία Με το ΔΝΤ… εναντίον του ΔΝΤ η κυβέρνηση |Του Γιάννη Κιμπουρόπουλου

Με το ΔΝΤ… εναντίον του ΔΝΤ η κυβέρνηση |Του Γιάννη Κιμπουρόπουλου

«Σύμμαχος» στα πλεονάσματα, «εχθρός» στα εργασιακά – Το εργασιακό μανιφέστο των δανειστών ακυρώνει την κυβερνητική τακτική διαχωρισμού τους

 

«Το ΔΝΤ θα απομονωθεί και θα χάσει», είναι η φράση που όλο και συχνότερα χρησιμοποιεί ο υπουργός Εργασίας, Γ. Κατρούγκαλος, αναφερόμενος στη διαπραγμάτευση για τα εργασιακά. Δεν είναι σίγουρο ότι θα συμφωνούσαν με αυτό ο υπουργός Οικονομικών Ε. Τσακαλώτος ή ο αναπληρωτής του Γ. Χουλιαράκης. Όχι τόσο για λόγους ουσίας, δηλαδή επειδή οι διαφορές μεταξύ ΔΝΤ και ευρωπαίων δανειστών είναι εικονική πραγματικότητα. Αλλά γιατί σε ένα παράλληλο πεδίο της διαπραγμάτευσης το ΔΝΤ είναι αναπόφευκτος σύμμαχος.

Αυτό αποκαλύφθηκε και στην τελευταία τηλεδιάσκεψη του οικονομικού επιτελείου με τους εκπροσώπους των δανειστών για το Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα 2017-2020. Σύμφωνα με πληροφορίες που είδαν το φως της δημοσιότητας (euro2day.gr), η κ. Βελκουλέσκου υπερθεμάτισε στο θέμα των χαμηλότερων πρωτογενών πλεονασμάτων για το 2019 και το 2020, στηρίζοντας το κυβερνητικό αίτημα για πλεονάσματα 2,5% και 2% αντίστοιχα.

Η θέση του ΔΝΤ για μικρότερα πλεονάσματα είναι γνωστή, αλλά αυτή τη φορά φάνηκε χρήσιμη στην κυβέρνηση, αν και χωρίς αποτέλεσμα. Κομισιόν, ΕΚΤ και ESM απέκλεισαν το ενδεχόμενο κουρέματος των πλεονασμάτων, έστω και στη λογιστική τους αποτύπωση στο Μεσοπρόθεσμο. Πώς αλλιώς, άλλωστε, όταν το τεχνικό μνημόνιο μιλά για δέσμευση σε πλεόνασμα 3,5% για μια δεκαετία τουλάχιστον μετά το Μνημόνιο. Κι ας μην πιστεύει κανείς ότι κάτι τέτοιο είναι εφικτό.

 

Δυο αρνήσεις, μια κατάφαση

Προς το παρόν είναι άγνωστο αν η κυβέρνηση θα καταθέσει Μεσοπρόθεσμο με τους εξωφρενικούς στόχους που αντιστοιχούν σε εξοικονομήσεις δαπανών και εσόδων 12 δισ. ευρώ σε μια διετία ή θα επιχειρήσει κάποια υπέρβαση. Μάλλον απίθανο να συμβεί το δεύτερο, μια και στα μέχρι στιγμής αιτήματα για επανεξέταση πλευρών του μνημονίου έχει εισπράξει δυο αρνήσεις και μια μόνο κατάφαση.

Η πρώτη άρνηση αφορά τα προαναφερθέντα πλεονάσματα του Μεσοπρόθεσμου, η δεύτερη τις αλλαγές στον νόμο για την εταιρική διακυβέρνηση των τραπεζών. Η επιστολή Δραγασάκη-Τσακαλώτου που ζητούσε να αλλάξουν οι προϋποθέσεις για τα στελέχη των τραπεζών (15ετής θητεία σε διεθνές χρηματοπιστωτικό ίδρυμα, μη παρουσία στην Ελλάδα την τελευταία τριετία, και να μην έχουν οποιαδήποτε σχέση με τράπεζες που λειτουργούν στην Ελλάδα τα τελευταία δέκα χρόνια!) δεν συγκίνησε το κουαρτέτο. Ούτε φυσικά οι φαιδρές δικαιολογίες που διατυπώθηκαν δημόσια («όταν ψηφίζαμε τον νόμο δεν είχαμε χρόνο να δούμε τα προβλήματα…») θα αλλάξουν τη στρατηγική των δανειστών να πάρουν τον πλήρη, διοικητικό και όχι μόνο, του τραπεζικού συστήματος.

Άλλωστε, με βάση αυτό το δεδομένο αναμένεται να απαντήσουν καταφατικά στο τρίτο κυβερνητικό αίτημα, τη χαλάρωση των capital controls, στο βαθμό και την έκταση που υπέδειξε ο Γ. Στουρνάρας.

 

Το ΔΝΤ αντεπιτίθεται

Σταθερά μπερδεμένη για το ποιοι είναι «σύμμαχοι» και ποιοι «αντίπαλοί» της εντός του κουαρτέτου των θεσμών, η ηγεσία της κυβέρνησης υποδέχεται τη Δευτέρα τον επίτροπο Πιερ Μοσκοβισί. Αν και η κυβέρνηση τον συγκαταλέγει στις «φίλιες δυνάμεις», ο Μοσκοβισί, σε συνέντευξη ενόψει της επίσκεψης, έβαλε κι αυτός «πάγο» στα κυβερνητικά αιτήματα για πλεονάσματα και τράπεζες. «Ας μην ξανανοίξουμε τη συζήτηση τώρα», είπε για το πρώτο θέμα, τα μέτρα για τις τράπεζες «αποφασίστηκαν βάσει σκληρής αξιολόγησης και μετά από εκτενείς συνομιλίες», είπε για το δεύτερο. Κατά τα λοιπά, ο επίτροπος ζητάει γρήγορη και επιτυχή ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης, αφήνοντας να πλανάται μια αόριστη υπόσχεση συμβιβασμού με το ΔΝΤ στο θέμα της βιωσιμότητας του χρέους.

Το ίδιο το ΔΝΤ, διά της Κριστίν Λαγκάρντ, έκανε σαφές ότι δεν θα ανεχτεί άλλο τον ρόλο του «βολικού αποδιοπομπαίου τράγου» στην περίπτωση της Ελλάδας. Κι η σπόντα δεν αφορούσε μόνο την κυβέρνηση, αλλά και τους εταίρους του στην Ε.Ε. Στην εκκίνηση της δεύτερης θητείας της στο τιμόνι του ΔΝΤ, η Λαγκάρντ επιχειρεί να επανατοποθετήσει το διεθνή ρόλο του Ταμείου στην «αποκατάσταση της κοινωνικής εμπιστοσύνης στην παγκοσμιοποίηση», παρουσιάζοντας παράλληλα την αποτυχία στην Ελλάδα ως εξαίρεση σε έναν παγκόσμιο κανόνα επιτυχίας. Εξηγήσεις για την προ πολλού ομολογημένη αποτυχία στην Ελλάδα (θυμηθείτε τους «λανθασμένους» πολλαπλασιαστές) η ηγεσία του ΔΝΤ δεν δίνει πολλές, πλην της συνήθους απροθυμίας των κυβερνήσεων να υιοθετήσουν τα «σκληρά αλλά αναγκαία μέτρα».

 

Αρραγείς στα εργασιακά

Αποφασισμένη, πάντως, να πάψει να μονοπωλεί τον ρόλο του «κακού μπάτσου», η ηγεσία του ΔΝΤ πέτυχε να τον μοιραστεί με τους Ευρωπαίους δανειστές στα εργασιακά. Το έγγραφο με τις κοινές προτάσεις του κουαρτέτου προς την Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων που έχει συγκροτηθεί για τις αλλαγές στα εργασιακά αποδομεί το επιχείρημα ότι το ΔΝΤ είναι δέσμιο «μιας ιδεοληψίας ακραίου νεοφιλελευθερισμού», σε αντίθεση με τους ευρωπαϊκούς θεσμούς. Εδώ, σύσσωμο το κουαρτέτο και με την ίδια «ιδεοληψία» αποκαλύπτεται ότι προτείνει:

  • Να εφαρμοστεί πλήρως η αντεργατική νομοθεσία της περιόδου 2010-2013, όπως προβλέπει και το συμπληρωμένο μνημόνιο. Να διατηρηθεί ο νομοθετικός καθορισμός του κατώτατου μισθού από την κυβέρνηση, να καταργηθούν οι τριετίες και ο 13ος και 14ος μισθός. Ο ρόλος των κοινωνικών εταίρων στον καθορισμό του κατώτατου μισθού να είναι μόνο συμβουλευτικός. Άρα, καμιά επαφή με τις συλλογικές συμβάσεις. Οι δανειστές επικαλούνται ότι σε αυτό παραπέμπουν «οι βέλτιστες διεθνείς πρακτικές».
  • Συλλογικές συμβάσεις σε επίπεδο επιχείρησης. Ευελιξία μισθών, ώστε στις επιχειρησιακές συμβάσεις να δίνεται η δυνατότητα για συμφωνίες ακόμη και κάτω από το νομοθετημένο κατώτατο μισθού. Για τις υπόλοιπες συμβάσεις, εθνική ή κλαδικές, οι δανειστές υποστηρίζουν την πρακτική «αποκέντρωσης» των συλλογικών διαπραγματεύσεων. Δηλαδή, με εκκίνηση τον νομοθετημένο κατώτατο μισθό, να υπάρχει δυνατότητα επέκτασης όσων επιπλέον συμφωνούνται σε επίπεδο κλαδικής σύμβασης.
  • Αύξηση του ορίου απολύσεων στο 10%, που είναι το πλαφόν της αντίστοιχης κοινοτικής οδηγίας, και κατάργηση της διοικητικής έγκρισης. Η μόνη «παραχώρηση» που κάνουν οι δανειστές είναι να περιοριστεί η εφαρμογή του 10% στις άνω των 100 ατόμων επιχειρήσεις.
  • Κατάργηση συνδικαλιστικών αδειών, άρση συνδικαλιστικής ασυλίας στις απολύσεις, αύξηση του αριθμού των εργαζομένων που απαιτούνται για κήρυξη απεργίας, αυστηροί όροι συμμόρφωσης των συνδικάτων σε δικαστικές αποφάσεις που κηρύσσουν παράνομες και καταχρηστικές τις απεργίες. Στις επιχειρήσεις οι αποφάσεις για απεργία να λαμβάνονται από την πλειοψηφία των εργαζομένων, κι όχι με βάση την απαρτία γενικής συνέλευσης.
  • Αναγνώριση του δικαιώματος ανταπεργίας στους εργοδότες με δύο μορφές, είτε ως αμυντικό λοκ άουτ (κλείσιμο τμημάτων της επιχείρησης για λόγους προστασίας των υποδομών της), είτε με ως επιθετικό λοκ άουτ (πλήρη αναστολή λειτουργίας προς αποφυγή ζημιών σε απεργία).

Το πακέτο προτάσεων των δανειστών για τα εργασιακά δεν απηχεί κάποιου είδους υποχώρηση της Κομισιόν, της EKT και του ESM στις απόψεις του ΔΝΤ για λόγους τακτικής. Αντιθέτως, αντανακλάται η στρατηγική θέση του ευρωπαϊκού ιερατείου υπέρ της ευελιξίας και της εργασιακής απορρύθμισης ως μονόδρομου για τη δημιουργία θέσεων εργασίας. Οι αντίστοιχες «μεταρρυθμίσεις» που έκαναν οι κυβερνήσεις Ιταλίας και Γαλλίας έτυχαν θερμής υποστήριξης από την Κομισιόν, και αποτελούν μοντέλο εφαρμογής σε όλη την Ευρωζώνη, όπως αποκαλύπτει και η πρόταση της Κομισιόν για τον (κατ’ ευφημισμόν) «Ευρωπαϊκό Πυλώνα Κοινωνικών Δικαιωμάτων», με προορισμό να ισχύσει από το 2017.

Με δεδομένα αυτά, εκτιμά κανείς ότι το αρραγές μέτωπο των δανειστών στα εργασιακά θα κλονιστεί μπροστά στο εγχώριο «εθνικό μέτωπο» που υποτίθεται ότι συγκροτούν η κυβέρνηση με τη ΓΣΕΕ, τον ΣΕΒ και τις άλλες εργοδοτικές ενώσεις; Χλομό…

Σχόλια

Exit mobile version