Με όχημα την ποίηση

Ανθολόγος: Λουκάς Αξελός

 

ΚΟΝΣΤΑΝΤΙΝ ΜΠΙΜΠΛ

(1898-1951)

 

Η Γάτα

 

Είχε πράσινα μάτια. Πράσινα.

Οι φοιτητές που γύρναγαν να κοιμηθούν το χάραμα,

κάποιο τραγούδι μεθυσμένο τραγουδώντας στο διάδρομο,

ξαφνιάζανε τη σκιά της

και την πείνα της.

 

Είταν μια γάτα αγκύρας κάτασπρη

απ’ τη θλιμμένη εκείνη ράτσα με πολύ μακρύ το τρίχωμα.

Είταν μια γάτα αγκύρας κάτασπρη,

που κρέας και γάλα πάντα αποζητούσε.

 

Γατήσια ζωή μέσα σε γούνα πάλλευκη!

Σαν κρίνος συντριμμένος

κρέμεσαι μες απ’ την παλάμη μου.

 

Θα σε σκοτώσει κάποια μέρα ο πέτρινος διάδρομος.

 

Μια λευκή γάτα κάποτε έβλεπα

μες στα όνειρά μου —

 

Το φως του φεγγαριού κρέμεται απ’ την παλάμη μου.

 

Σε μια μακριά παρέλαση μαύρων οστρακοφόρων.

γυρνούν κάτω απ’ το πατρικό κατώφλι οι κατσαρίδες.

Θλιμμένοι ιππότες του παλιού ακινήτου.

 

 

Στο Λόφτσεν

 

Κρίνοντας απ’ τα σκόρπια τσέμπαλα

Στην προκυμαία του παλιού ναυστάθμου

Θαρρώ πως όπου νάναι η θάλασσα

Τις γιγάντιες συναυλίες της αρχίζει

 

Νάχεις ατέλειωτα μπροστά στα μάτια σου

Μόνο το μέγεθος και το θρήνο του κόσμου

Να κάνεις ό,τι κι ο Μαυροβουνιώτης

Μένοντας όπως

Το χιόνι μένει στη χαράδρα

 

Νάχεις το βάραθρο κατώφλι σου

Και πατρική σου στέγη

Τα φτερά των αετών.

 

 

Ουρανοξύστες

 

Αλήθεια, είναι συντριπτικό της Νέας Υόρκης το πανόραμα,

Η θέα των αετήσιων της φωλεών

Από γυαλί κι από μπετόν

 

Ω ουρανοξύστες

Όταν στο πλάι απογέρνετε σαν σκηνικά θεάτρου

Στη νύχτα τη γεμάτη στόματα και φώτα μέσα στα μαρμαίροντα νερά

των άστρων

Το άγαλμα της Ελευθερίας στέκει πάντα με τις πλάτες γυρισμένες

προς εσάς

Προς εσέ Πολιτεία των δολλαρίων που βουλιάζεις λίγο – λίγο μες στη

θάλασσα

 

Εδώ θα ρίξει κάποτε τον αναμμένο της πυρσό να συμπληρώσει

Τον όλεθρο τον προαγγελμένο απ’ το ταχύ φρικίασμα που διαδέχεται

τα αισθήματά σας

Στην χώρα των οπτασιών των υφασμένων με του νέον τις γλαυκές άχνες.

 

Απόδοση: Γιάννης Ρίτσος

 

 

 

Σχόλια

Exit mobile version